«Η αυτοενασχόληση των παιδιών με τις τέχνες κατά τρόπο τυχαίο και απροσδιόριστο δεν πυροδοτεί ανάφλεξη της δημιουργικότητάς τους.» Σύμφωνα με τους Sharp και Le Mi Τais, ο εξειδικευμένος επιστήμονας είναι υπεύθυνος να συνθέσει στη διδασκαλία του τις πολλαπλές επιλογές, το σεβασμό της ατομικότητας, την έκφρασή της στην ομαδική εργασία, τον πειραματισμό, την επιμονή στη δημιουργικότητα των τεχνών, όπως αναφέρει η Ανθή Κοντορούση, θεατρολόγος και εκπαιδευτικός Θεατρικής Αγωγής. Ωστόσο, το Συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε ότι τα μαθήματα ειδικοτήτων (Θεατρική Αγωγή, Εικαστικά, Μουσική και Γυμναστική – κρίση που ισχύει mutatis mutandis και για το μάθημα της Πληροφορικής-ΤΠΕ) μπορούν να διδάσκονται από εκπαιδευτικούς που δεν ανήκουν στις αντίστοιχες ειδικότητες, δηλαδή εκπαιδευτικούς του κλάδου ΠΕ70, υπό αόριστες προϋποθέσεις.
Στο Άρθρο 16 του Συντάγματος της Ελλάδας σημειώνεται πως η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του κράτους. Παράλληλα, υπογραμμίζεται ότι «H τέχνη και η επιστήμη, η έρευνα και η διδασκαλία είναι ελεύθερες η ανάπτυξη και η προαγωγή τους αποτελεί υποχρέωση του Kράτους» και πως «O αθλητισμός τελεί υπό την προστασία και την ανώτατη εποπτεία του Kράτους.» Για να δούμε όμως πως εφαρμόζεται το Σύνταγμα στην πράξη.
Με την Υπουργική Απόφαση για τον ενιαίο τύπο ολοήμερου δημοτικού σχολείου που εφαρμόστηκε πριν από έναν χρόνο, επί υπουργείας Νίκου Φίλη, περικόπηκαν ώρες από μαθήματα όπως η Μουσική, η Φυσική Αγωγή, τα Αγγλικά, η Πληροφορική, ενώ καταργήθηκε εντελώς και δίχως κανένα επιστημονικό και παιδαγωγικό κριτήριο το μάθημα της Θεατρικής Αγωγής από τις τάξεις Ε΄ και ΣΤ΄. Ως συνέπεια της Απόφασης, υπήρξαν εκπαιδευτικοί των παραπάνω ειδικοτήτων που έμειναν άνεργοι, κάποιοι άλλοι βρέθηκαν πολύ μακριά από τους τόπους συμφερόντων τους, ενώ άλλοι τοποθετήθηκαν σε 4, 5 ή και 6 σχολεία. Για αυτό, όλους τους τελευταίους μήνες υπήρξε μαζική κινητοποίηση των θεατρολόγων καθώς και των άλλων κλάδων εκπαιδευτικών ειδικοτήτων, οι οποίοι τον Σεπτέμβριο του 2016 προσέφυγαν στο ΣτΕ για την ακύρωση της ως άνω Υπουργικής Απόφασης.
Συγκεκριμένα, το ΣτΕ με τις υπ’ αριθμ. 1858, 1859 και 1860/2017 αποφάσεις του έκρινε πως τα μαθήματα ειδικοτήτων επιβάλλεται με βάση το νόμο και το Σύνταγμα να ανατίθενται ως κανόνας μόνο σε εκπαιδευτικούς αντιστοίχων ειδικοτήτων. Μόνο κατ’ εξαίρεση και εκτάκτως, μπορεί το εκάστοτε ειδικό μάθημα να γίνει ανάθεση σε δασκάλους ΠΕ70, υπό δύο ουσιαστικές προϋποθέσεις, δηλαδή μόνο εφόσον α) υπάρχει στη σχολική μονάδα διαθέσιμος ειδικός εκπαιδευτικός, β) διαπιστώνεται κατά περίπτωση ότι κάθε συγκεκριμένος δάσκαλος έχει επαρκή γνώση, όχι αυθαίρετα και επιπόλαια, αλλά αποδεδειγμένα με βάση τις ακαδημαϊκές του σπουδές. Ως εχέγγυο τήρησης της απόφασης μάλιστα πρέπει δεσμευτικά να συντάσσεται ειδικά αιτιολογημένη κρίση περί συνδρομής των ουσιαστικών προϋποθέσεων. Ουσιαστικά, όπως γράφει ο δικηγόρος Ηλίας Δ. Κολλύρης «το ΣτΕ επιβεβαίωσε την παράλειψη της μερικώς προσβαλλόμενης Υπουργικής Απόφασης περί Ολοημέρου, η οποία παρανόμως δεν είχε συμπεριλάβει στο κείμενό της τον αντίστοιχο περιορισμό που είχε θέσει το ίδιο το ΙΕΠ», διασώζωντας έτσι την οριακή συνταγματικότητα της επίμαχης Υπουργικής Απόφασης.
«Το γνώριζα από την επιστημονική βιβλιογραφία και τα στατιστικά δεδομένα των εφαρμογών της, όμως επικύρωσα την αλήθειά της στα μαθήματά μου: Μία σχολική χρονιά, μια μαθήτρια μου (από τη Γ’ τάξη του Δημοτικού) ψιθύριζε στο πρώτο μας μάθημα. Από τη δασκάλα του τμήματος ενημερώθηκα ότι η μαθήτρια είχε το σύνδρομο της επιλεκτικής αλαλίας. Προς έκπληξη όλων από το δεύτερο μάθημά μας μιλούσε κανονικά και σχεδόν η δράση της ήταν κυρίαρχη στα δρώμενα. Το γεγονός αυτό είχε εντυπωσιάσει και την εκπαιδευτική κοινότητα του Σχολείου καθώς η μαθήτρια αρνιόταν ως τότε κάθε λεκτική επικοινωνία. Το Θέατρο έχει και θεραπευτική δράση και λυπάμαι ειλικρινά που αυτή του η διάσταση δεν έχει αξιοποιηθεί συστηματικά και προγραμματισμένα στις ανάγκες της εκπαίδευσης» λέει η Ανθή Κοντορούση.
«Η Θεατρική Αγωγή, θέτει συχνά, και κοινωνικούς προβληματισμούς: η διαφορετικότητα, το προσφυγικό ζήτημα, ο ρατσισμός και οι φυλετικές διακρίσεις, η βία στο σχολείο, τα δικαιώματα των παιδιών βρίσκουν φωνή μέσα από τη βιωματική πράξη, τα δρώμενα και τις παραστάσεις στο σχολείο» σχολιάζει η εκπαιδευτικός Θεατρικής Αγωγής και θεατρολόγος Μαράια Γαλιατσάτου. «Ένας από τους βασικούς στόχους που θέτουν οι εκπαιδευτικοί της Θεατρικής Αγωγής είναι να ενισχύσουν την αυτοεκτίμηση και τη συναισθηματική ενδυνάμωση των παιδιών. Θυμάμαι τα λόγια μαθήτριάς μου μετά από παράστασή μας, όταν ευχαρίστησα τα παιδιά για την υπέροχη χρονιά. Μου είπε: “Εμείς σας ευχαριστούμε, κυρία, γιατί μέσα από το μάθημα καταφέραμε να πιστέψουμε στον εαυτό μας”. Αυτό ήταν για μένα το μεγαλύτερο δώρο».
Οι εκπαιδευτικοί ειδικών μαθημάτων και οι γονείς απαιτούσαν να γίνουν σεβαστά τα μορφωτικά δικαιώματα των παιδιών που βάλλονται με τον «πλέον αντιεπιστημονικό και αντιπαιδαγωγικό τρόπο». «Σαράντα πέντε λεπτά που θαρρώ τα δικαιούνται ακόμη και τα παιδιά των δύο τελευταίων τάξεων του δημοτικού σχολείου. Είναι εφικτό αυτή η απόφαση να διορθωθεί και να απονεμηθεί «δικαιοσύνη» ανάμεσα στους μαθητές. Όλα τα παιδιά έχουν δικαίωμα να φωνάξουν τρέχοντας από χαρά στον διάδρομο μία φορά την εβδομάδα: Ναι! Τώρα έχουμε θεατρική αγωγή!» σημειώνει η Αφροδίτη Χριστοδούλου. Ως πότε θα θεωρούνται σε αυτήν την χώρα πολυτέλεια οι τέχνες, ο αθλητισμός και η πληροφορική;