«Όποιος θεωρεί ότι είναι καλή η κλειστή δομή στη Σάμο, ας έρθει έναν μήνα να ζήσει μαζί μας»

Από τα διθυραμβικά εγκαίνια που έγιναν παρουσία του Υπουργού Μεταναστευτικής Πολιτικής Νότη Μηταράκη μέχρι το μνημειώδες «Have you been to Samos?» που απηύθυνε με τουλάχιστον απρεπές ύφος ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην Ολλανδή δημοσιογράφο Ingeborg Beugel, η κλειστή ελεγχόμενη δομή στη Σάμο, η πρώτη τέτοιας αρχιτεκτονικής και φιλοσοφίας που άνοιξε στην Ελλάδα, έχει τεθεί στη δημόσια συζήτηση μόνο τεθλασμένα και διαμεσολαβημένα από τον κυβερνητικό λόγο. Η αφήγηση των ίδιων των ατόμων, των προσφύγων και των προσφυγισσών που ζουν εκεί και των εργαζομένων στον ανθρωπιστικό χώρο που παρεμβαίνουν στο πεδίο, είτε απουσιάζει, είτε παραγκωνίζεται. Ωστόσο, είναι η πλέον ουσιώδης γιατί αποκαλύπτει το ισχυρό πλήγμα που προξενεί ο εγκλεισμός στην ψυχοκοινωνική υγεία υποκειμένων, τα οποία χρήζουν μιας δίκαιης εξέτασης του αιτήματος τους για διεθνή προστασία και όχι τιμωρίας.

Η νέα δομή, λοιπόν, στη Σάμο που χρηματοδοτήθηκε από ευρωπαϊκά κονδύλια, παρουσιάστηκε περίπου σαν λιβάδι ομορφιάς και ηρεμίας. Στην πραγματικότητα, όμως, συνιστά μια ιδιότυπη φυλακή, χτισμένη έξι χιλιόμετρα μακριά από το Βαθύ, σ’ ένα μέρος που παλιά δεν υπήρχε ούτε δρόμος σύνδεσης με τον αστικό ιστό και απολύτως αποκομμένη από οτιδήποτε θυμίζει την κοινωνική ζωή μιας πόλης. Είναι εξοπλισμένο με αυστηρό σύστημα περιορισμού και επιτήρησης, που περιλαμβάνει διπλό συρμάτινο μεταλλικό φράχτη, κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης σε όλες τις εγκαταστάσεις και 24ωρη παρουσία αστυνομικών και ιδιωτικών υπαλλήλων ασφαλείας που περιπολούν. Με τη δυσκολία που εκ των πραγμάτων υπάρχει στην ανάγνωση και τη μετάφραση βιωμάτων που δεν είναι ενταγμένα στο δικό μας διανοητικό και συναισθηματικό σύμπαν, αναμφισβήτητα είναι συντριπτικό να έχεις διασχίσει ένα τμήμα της υφηλίου κυνηγημένος από τον πόλεμο και να καταλήγεις πίσω από συρματοπλέγματα, ενώ δεν έχεις διαπράξει κανένα έγκλημα.

Ο David (όνομα που επέλεξε ο ίδιος για το δημοσίευμα αλλά τα πραγματικά του στοιχεία βρίσκονται στη διάθεση μας) είναι ένας από τους 400 διαμένοντες/ουσες στη νέα κλειστή δομή. Διηγείται συνοπτικά τη δική του πορεία και την επίδραση που ασκεί στον ψυχισμό του η συνθήκη του εγκλωβισμού:

«Είμαι 24 ετών και βρίσκομαι στην Ελλάδα τα τελευταία δύο χρόνια μαζί με τον μικρότερο αδερφό μου. Κατάγομαι από τη Συρία, όπου έχασα την αγάπη μου. Σκοτώθηκε στη δίνη του πολέμου και από τότε η καρδιά μου έσπασε. Δε νιώθω έτοιμος να αγαπήσω ξανά. Αποφάσισα όμως να φύγω. Το ταξίδι μας ξεκίνησε από τη Συρία, από εκεί περάσαμε στο Σουδάν, μετά στο Ιρακινό Κουρδιστάν, στην Τουρκία και ύστερα από εννέα απόπειρες, κατόρθωσα να φτάσω στην Ελλάδα. Τρείς φορές προσπάθησα να φτάσω στη Χίο και η τουρκική ακτοφυλακή με γύρισε πίσω, τις υπόλοιπες με έπιασαν πριν ξεκινήσω. Στο ταξίδι αυτό βίωσα διάφορα τραγικά πράγματα. Έχω δει πολύ θάνατο και ο φόβος για την παγωμένη θάλασσα με σημάδεψε. Το να βλέπω παιδιά να ουρλιάζουν και να πεθαίνουν δίπλα μου κι εγώ να μη μπορώ να τα βοηθήσω ήταν ιδιαίτερα οδυνηρό. Η οδύνη πολλαπλασιάστηκε από τον πόνο και την καταστροφή που προκαλεί στις ζωές μας η φυλακή που μας έχουν κλείσει. Γιατί, ειλικρινά, αν ήξερα ότι θα έφτανα στην κόλαση της Σάμου, ίσως να μην εγκατέλειπα την κόλαση της Συρίας. Είμαι φυλακισμένος, επειδή ζήτησα ειρήνη.»

Ο David έχει πάρει απορριπτική απόφαση δύο φορές για το αίτημα ασύλου που έχει υποβάλλει με το επιχείρημα πως η Τουρκία αποτελεί μια «ασφαλή τρίτη χώρα». Είχε δικαίωμα να αιτηθεί μεταγενέστερο αίτημα ασύλου, το οποίο εγκρίθηκε και θα εξεταστεί ξανά η υπόθεση του. Μέχρι τότε, όμως, είναι καταδικασμένος στην βασανιστική απραξία των καταυλισμών που απομυζεί κάθε γραμμάριο ενέργειας και διάθεσης.

«Έχω πάρει δύο απορρίψεις σε δύο χρόνια. Ζω σ’ ένα στρατόπεδο με συρματοπλέγματα λες κι είμαι τρομοκράτης, ενώ πριν ζούσα σε μια ζούγκλα χωρίς κανόνες. Δεν έχω χαρτιά κι αυτό σημαίνει πως μου απαγορεύεται να βγω έξω από τη δομή. Κάθομαι απλά εδώ και περιμένω, χωρίς να γνωρίζω τι ή για πόσο. Μόνο περιμένω. Είναι απερίγραπτη η απογοήτευση που αισθάνομαι. Νομίζουν πως είμαστε μιάσματα και παιδιά του δρόμου. Σφάλλουν. Υπάρχουν επιστήμονες και γιατροί ανάμεσα μας. Στη Συρία σπούδαζα και αν δεν είχε πόλεμο, θα γινόμουν μηχανικός. Παράλληλα, ήμουν προπονητής και διαιτητής σε αγώνες πολεμικών τεχνών. Έχω μαύρη ζώνη στο καράτε και αναδείχθηκα τρεις φορές νικητής στο πρωτάθλημα της Συρίας. Τώρα έχω μετατραπεί σ’ έναν ασθενή που περιμένει ώρες ολόκληρες τη σειρά του έξω από την πόρτα του νοσοκομείου για να λάβει θεραπεία.»

Τα ζητήματα που θέτει ο David έχουν υπογραμμιστεί από φορείς και οργανώσεις. Ειδικότερα, όπως αναφέρει σε ανακοίνωσή της η Διεθνής Αμνηστία, σύμφωνα με την απόφαση, από τις 17 Νοεμβρίου απαγορεύεται σε όσες/ους δεν διαθέτουν έγκυρες ταυτότητες που έχει εκδώσει η κυβέρνηση (κάρτες ασύλου) να εγκαταλείψουν το camp για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα. Η απόφαση, όπως εξηγεί, ισχύει για τα άτομα από τα οποία έχουν αφαιρεθεί οι κάρτες ως αποτέλεσμα ανεπιτυχών αιτήσεων ασύλου ή για τις/τους νεοεισερχόμενες/ους που δεν τους έχουν εκδώσει ακόμη κάρτα ενώ όπως τονίζει, σύμφωνα με ανεπίσημες εκτιμήσεις, στους 100 από τους περίπου 450 κατοίκους έχει απαγορευτεί η έξοδος από τις εγκαταστάσεις. Παράλληλα, όπως δηλώνει η Adriana Tidona, ερευνήτρια της Διεθνούς Αμνηστίας “Αυτός ο χώρος μοιάζει περισσότερο με φυλακή παρά με χώρο φιλοξενίας ανθρώπων που αναζητούν ασφάλεια” ενώ γίνεται λόγος για “κατάφωρη κατάχρηση των χρημάτων της Ε.Ε. και για κατάφωρη παραβίαση των δικαιωμάτων όσων διαμένουν εκεί”.

Δηλωτικές της κατάστασης είναι και οι καταγγελίες που έκανε η Ανοιχτή Συνέλευση της Σάμου σε δημόσια ανακοίνωση της, απευθυνόμενη προς τον Πρωθυπουργό μετά το περιβόητο «επεισόδιο» με την εκπρόσωπο του διεθνούς Τύπου:

«Και μιας και γνωρίζουμε πολύ καλά για τις επισκέψεις σας στη Σάμο από το 2019 που μοιράζετε έδρες και γενικές γραμματείες, στο 2020 που μοιράζατε άδειες υποσχέσεις στους σεισμόπληκτους, και από εκεί στο 2021 που κάνατε εγκαίνια σε περιοχές με φωτογένεια πριν τη μεταφορά μεταναστών, επιτρέψτε μας να σας ενημερώσουμε ότι η νέα Κλειστή Ελεγχόμενη Δομή της Σάμου, δεν είναι άψογη, δεν είναι καθαρή και δεν έχει παιδική χαρά πρότυπο για τα παιδιά. Είναι μια εγκατάσταση μέσα σε ένα γυμνό οροπέδιο της Σάμου φτιαγμένη εξ ολοκλήρου με συρματοπλέγματα, μεταλλικά κοντέινερ, μπετόν, χαλίκια, αστυνομία, θύρες ελέγχου και ιδιωτικούς υπαλλήλους ασφάλειας. Οι ζημιές που γίνονται από τη χρήση δεν διορθώνονται ποτέ. Η δυνατότητα μετακίνησης προς και από την πόλη είναι οικονομικά αδύνατη για τους ανθρώπους που -αν τους πληρώνατε κανονικά- θα έπαιρναν το πολύ €75 ευρώ τον μήνα. Η παιδική χαρά, στην οποία αναφερθήκατε με τόση υπερηφάνεια, είναι περικυκλωμένη από δρόμους επιτήρησης και συρματοπλέγματα και δεν φιλοξενεί παιδάκια επειδή αυτά τα επιβιβάζετε κάθε μέρα σε ακυβέρνητες φουσκωτές βάρκες και τα σπρώχνετε στα ύδατα της Τουρκίας».

Η κλειστή ελεγχόμενη δομή στη Σάμο

Κατά τη διάρκεια της συνομιλίας μας, ο David με ρώτησε αν έχω υπόψη μου τους ισχυρισμούς του Πρωθυπουργού για τη νέα κλειστή δομή. Του απάντησα πως ασφαλώς τους γνωρίζω αλλά θα ήθελα ο ίδιος να μας πει πώς αντηχούν στ’ αφτιά του,  ενόσω μου στέλνει φωτογραφίες από το πλημμυρισμένο στρατόπεδο:

«Η πραγματικότητα της ζωής μέσα στο στρατόπεδο είναι πολύ διαφορετική από αυτήν που προβάλει η κυβέρνηση.  Αν ο Μητσοτάκης θεωρεί ότι αυτό το camp είναι καλό, ας έρθει εδώ να μείνει έναν μήνα μαζί μας, να τρώει ό,τι τρώμε και εμείς για να δούμε αν θα το ξαναπεί. Τα λέει αυτά από την ασφάλεια των σκηνοθετημένων συνεντεύξεων τύπου. Ας δώσει μια συνέντευξη σ’ ένα ανεξάρτητο Μέσο χωρίς τους συμβούλους του και την γιγαντιαία αστυνομική προστασία. Οι πρόσφυγες θέλουν να φύγουν από δω. Δεν αντέχουμε άλλο. Το γκάζι έχει χαλάσει. Η βροχή μπαίνει μέσα στους χώρους που κοιμόμαστε. Απαγορεύεται να φέρεις δικά σου εργαλεία καθαρίσματος στο στρατόπεδο. Η έξοδος από το στρατόπεδο απαγορεύεται για όσους έχουν απορριπτική σε β’ βαθμό. Δεν έχουμε οικονομικό βοήθημα, δεν έχουμε τίποτα. Ζούμε μέσα σε μια ανυπαρξία. Όταν ξεσπάει μια φωτιά, ο τρόμος τρώει τα σωθικά μας. Έχουμε γίνει εμείς οι ίδιοι στάχτες και δεν υπάρχει κανείς να μας σώσει. Ονειρεύομαι να ζω σε μια κοινωνία που θα με φροντίζει, που θα μου φέρεται ανθρώπινα, που θα μου δώσει τη δυνατότητα να συνεχίσω τις σπουδές μου και να επιστρέψω στον πρωταθλητισμό, που θα μου επιτρέψει να φτιάξω τα δόντια μου. Κι αυτό το όνειρο είναι το μοναδικό που μου ‘χει απομείνει εδώ μέσα» καταλήγει.

Η κλειστή ελεγχόμενη δομή στη Σάμο

Ίσως η τελευταία του φράση να είναι και η πιο σπαρακτική μέσα στην απλότητα της. Να φτιάξεις τα δόντια σου, μια στοιχειώδης και καθόλου περίπλοκη ιατρική πράξη που στο συγκείμενο της θεσμικής υποτίμησης των προσφυγικών καταυλισμών, καθίσταται δείκτης ανάκτησης της κλεμμένης αξιοπρέπειας των προσφύγων/ισσων. Οι άνθρωποι που ζουν στην κλειστή δομή της Σάμου τη στερούνται, όπως στερούνται γενικότερα την έγκαιρη και καθολική πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας, στην εκπαίδευση, στην επαρκή και ποιοτική σίτιση, στην ασφαλή στέγαση, στην ιδιωτικότητα, στην ψυχαγωγία, στην ίδια την ελευθερία. Ο εγκλεισμός επικάθεται πάνω στο ανοιχτό και ρέον τραύμα της προσφυγιάς, παίρνοντας το μέγεθος ενός βουνού. Η λιγότερο υπολογίσιμη και μελετημένη παράμετρος της στρατηγικής της σκληρότητας στη διαχείριση του προσφυγικού ζητήματος, είναι η διάλυση της ψυχοκοινωνικής υγείας των ανθρώπων που επιφέρει. Το ψυχικό άλγος των προσφύγων/ισσων μπορεί να ενδιαφέρει ελάχιστα την πολιτική εξουσία άλλα είναι κρίσιμο ως προς την αξία που προσδίδεται στο ανθρώπινο και τη δημιουργία μιας πολύτιμης δυνατότητας να ζήσουμε μαζί με όσους/όσες χρειάζονται τη βοήθεια μας.

Ο παλιός καταυλισμός

Ο παλιός καταυλισμός

Η πυρκαγιά στον παλιό καταυλισμό

«Είναι ένα παράδειγμα για την απόγνωση στην οποία βυθίζονται πολλοί νέοι και νέες που προέρχονται από τη Συρία και εντούτοις απορρίπτονται τα αιτήματα τους. Όταν έφτασαν εδώ, έμεναν σε μη ανθρώπινες συνθήκες στο βουνό, δίπλα σε σκουπίδια και ποντίκια. Τώρα τους έχουν μεταφέρει στη νέα κλειστή δομή που είναι τυπικά καλύτερες οι συνθήκες διαβίωσης αλλά στερούνται την ελευθερία τους. Όλο αυτό έχει προκαλέσει τεράστια ψυχική εξουθένωση. Το βλέπουμε στις συναντήσεις μας μαζί τους. Έχει αυξηθεί η καταθλιπτική συμπτωματολογία. Βλέπουν συνέχεια εφιάλτες, προβαίνουν σε αυτοτραυματισμούς, αρνούνται ακόμα και να βγουν από τα κοντέινερ. Για να βγουν από τη δομή και να έρθουν στην πόλη, πρέπει να πάρουν λεωφορείο. Οι περισσότεροι/ες δεν έχουν χρήματα για το εισιτήριο γιατί τους έχουν κόψει το οικονομικό βοήθημα. Νιώθουν τόση απογοήτευση που ακόμα κι όταν εμείς τους παρέχουμε εισιτήρια για να μετακινηθούν, δεν έχουν το κουράγιο να έρθουν. Παλιά έκαναν μαθήματα σε προγράμματα των οργανώσεων, συμμετείχαν σε δημιουργικές δραστηριότητες, ακόμα και το περπάτημα που έκαναν δίπλα στη θάλασσα, ήταν ευεργετικό. Τώρα όλα αυτά σταμάτησαν. Μιλάμε για ευάλωτες περιπτώσεις που μπορεί να είναι οικογένειες, θύματα τράφικινγκ, θύματα βασανιστηρίων. Έχουν ανεπαρκή ψυχολογική στήριξη και μειωμένη πρόσβαση στις υγειονομικές υπηρεσίες. Ακόμα και άνθρωποι με σημάδια από βόμβες δεν λαμβάνουν την εξειδικευμένη και πλήρη περίθαλψη που χρειάζονται. Ο David αντιμετωπίζει προβλήματα κυρίως ψυχογενή ή προβλήματα που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια του ταξιδιού κι επιδεινώθηκαν εδώ. Στις φωτιές που ξέσπασαν λίγες μέρες πριν τη μεταφορά από το παλιό camp έχασε τα πάντα, μόνο έναν φάκελο με τα έγγραφα του κατάφερε να διασώσει, ο σεισμός του προκάλεσε τρόμο, όπως και στους περισσότερους. Η καθημερινή παρουσία αστυνομικών και υπαλλήλων φύλαξης εντείνει την αίσθηση του αφιλόξενου. Είναι ένας πληθυσμός που απαιτεί φροντίδα για να ενταχθεί και όχι απομόνωση», τονίζει η Ελευθερία Νικολαιδου, κοινωνική λειτουργός, mental health case worker στην International Rescue Committee (IRC) στη Σάμο.

Και σκέφτομαι, ολοκληρώνοντας αυτό το άρθρο, πως αν έπρεπε να αποταθεί κάπου το «have you been to Samos?» θα έπρεπε να είναι στο ίδιο το ελληνικό κράτος. Μήπως ενεργοποιήσει κάποιο ψήγμα ευαισθησίας ή έστω αιδούς.

Μαρία Λούκα

Share
Published by
Μαρία Λούκα