Η επίθεση με όπλο ενός 14χρονου μαθητή, που άνοιξε πυρ στο λύκειο Apalachee στο Winder της Τζόρτζια την περασμένη Τετάρτη σκοτώνοντας δύο συμμαθητές του και δύο καθηγητές, αποτελεί το τελευταίο περιστατικό επιθέσεων σε σχολεία στις ΗΠΑ, επαναφέροντας για άλλη μια φορά το επαναλαμβανόμενο ζήτημα της ένοπλης βίας στο παγκόσμιο προσκήνιο.
Εις βάρος του 14χρονου Κολτ Γκρέι έχουν απαγγελθεί κατηγορίες για τέσσερις ανθρωποκτονίες και θα δικαστεί σαν ενήλικας. Ο πατέρας του, Κόλιν Γκρέι, επίσης κατηγορείται για ανθρωποκτονία, ανθρωποκτονία εξ αμελείας και σκληρή συμπεριφορά έναντι ανηλίκου, σε μια προσπάθεια να λογοδοτούν στη δικαιοσύνη οι γονείς που επιτρέπουν στα παιδιά τους να έχουν πρόσβαση σε πυροβόλα όπλα.
Μόνο εντός του 2024, έχουν σημειωθεί περισσότερες από 385 μαζικές δολοφονίες στις ΗΠΑ μέχρι στιγμής, σύμφωνα με το Αρχείο Ένοπλης Βίας που ορίζει τους μαζικούς πυροβολισμούς ως ένα περιστατικό στο οποίο τραυματίζονται ή σκοτώνονται τέσσερα ή περισσότερα άτομα. Τα στοιχεία περιλαμβάνουν πυροβολισμούς που συμβαίνουν σε σπίτια και δημόσιους χώρους, όπως τα σχολεία, και για τα τελευταία τέσσερα χρόνια έχει καταγράψει περισσότερες από 600 μαζικές δολοφονίες ανά έτος – σχεδόν δύο την ημέρα κατά μέσο όρο.
Η πιο θανατηφόρα επίθεση, στο Λας Βέγκας το 2017, σκότωσε περισσότερους από 50 ανθρώπους και άφησε 500 τραυματίες. Η συντριπτική πλειοψηφία των μαζικών πυροβολισμών, ωστόσο, αφήνει λιγότερους από 10 νεκρούς. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία από τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ (CDC), 48.830 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους από τραυματισμούς που σχετίζονται με όπλα στις ΗΠΑ κατά τη διάρκεια του 2021, αύξηση σχεδόν 8% από το 2020, το οποίο ήταν έτος-ρεκόρ στους θανάτους από πυροβόλα όπλα.
Όσον αφορά συγκεκριμένα στους πυροβολισμούς σε σχολεία, σε άλλες χώρες είναι σπάνιοι – αν και όταν υφίστανται, μερικές φορές έχουν λειτουργήσει ως καταλύτης για αλλαγές στη νομοθεσία και για την καταστολή της οπλοκατοχής με στόχο την πρόληψη μελλοντικών δολοφονιών παιδιών και ενηλίκων. Σε χώρες δε, όπου η απόκτηση όπλων είναι δυσκολότερη, ορισμένα σχολεία έχουν έρθει αντιμέτωπα με τη βία υπό τη χρήση μαχαιριών, ωθώντας τις κυβερνήσεις να λάβουν γενικότερα μέτρα κατά της βίας:
Με αφορμή τη μαζική δολοφονία του 1987 στο Χάνγκερφορντ της Αγγλίας, κατά την οποία ένας ένοπλος σκότωσε 16 ανθρώπους, το 1988 ψηφίστηκε τροποποιητικός νόμος περί πυροβόλων όπλων με την υποστήριξη της τότε συντηρητικής κυβέρνησης της Μάργκαρετ Θάτσερ, θέτοντας εκτός νόμου τα ημιαυτόματα όπλα και περιορίζοντας τις πωλήσεις ορισμένων κυνηγετικών όπλων.
Ένας μεταγενέστερος φονικός πυροβολισμός, αυτή τη φορά σε σχολείο στο Dunblane της Σκωτίας το 1996, έθεσε ερωτήματα σχετικά με το πώς ο δράστης -ο οποίος περιγράφεται σε δημοσίευμα της Washington Post από την εποχή εκείνη ως «ένας παράξενος άνδρας με εμμονή με τα νεαρά αγόρια και τα όπλα»- κατάφερε να πάρει άδεια κατοχής πυροβόλων όπλων. Ο δολοφόνος, οπλισμένος με τέσσερα πιστόλια, πυροβόλησε θανάσιμα 16 παιδιά και τον δάσκαλό τους, σε ένα σκηνικό που παραμένει η πιο θανατηφόρα μαζική δολοφονία στη Βρετανία. Η δημόσια αγανάκτηση έδωσε ώθηση σε μια εκστρατεία βάσης με την ονομασία Snowdrop. Στη συνέχεια, ήρθε ο νόμος του 1997 για τα πυροβόλα όπλα, ο οποίος κατέληξε στον περιορισμό της κατοχής σχεδόν όλων των πυροβόλων, αναγκάζοντας τους ιδιοκτήτες τους να παραδώσουν δεκάδες χιλιάδες όπλα με αποζημίωση την αγοραία αξία.
Δύο διαδοχικές μαζικές δολοφονίες συγκλόνισαν τη Σερβία τον Μάιο του 2023, η μία από αυτές σε σχολείο, όπου ένας μαθητής της έβδομης τάξης άνοιξε πυρ, σκοτώνοντας οκτώ παιδιά και έναν φύλακα, σύμφωνα με τις αρχές. «Θα πραγματοποιήσουμε έναν σχεδόν πλήρη αφοπλισμό της Σερβίας», δήλωσε ο πρόεδρος της Σερβίας Αλεξάνταρ Βούτσιτς σε πανεθνικό διάγγελμα μετά τις επιθέσεις, περιγράφοντας πρόσθετες πολιτικές ελέγχου της οπλοκατοχής, συμπεριλαμβανομένου ενός διετούς μορατόριουμ για νέες άδειες για μικρά πυροβόλα όπλα και κυνηγετικά όπλα, και επανεξέταση όλων των υφιστάμενων αδειών οπλοκατοχής εντός τριών μηνών.
Ο Βούτσιτς δεσμεύτηκε να αφοπλίσει τη χώρα, όπου τα παράνομα όπλα είναι ευρέως διαδεδομένα (ένα κατάλοιπο των πολέμων της δεκαετίας του 1990), αλλά οι μαζικές δολοφονίες είναι σχετικά σπάνιες. Μάλιστα, σε παγκόσμιο επίπεδο, η Σερβία έχει το τρίτο υψηλότερο ποσοστό κατά κεφαλήν κατοχής όπλων από πολίτες (σε ισοβαθμία με το Μαυροβούνιο), σύμφωνα με έρευνα του Ινστιτούτου Graduate της Γενεύης για το 2018. Μόνο η Υεμένη και οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν περισσότερα, σύμφωνα με την ίδια έρευνα.
Μετά τις επιθέσεις στη Σερβία, επικριτές κατηγόρησαν την κυβέρνηση ότι απέτυχε να τις αποτρέψει. Μέσα σε λίγες ημέρες, ο υπουργός Παιδείας Μπράνκο Ρούζιτς παραιτήθηκε.
Οι Σέρβοι παρέδωσαν οικειοθελώς δεκάδες χιλιάδες όπλα κατά τη διάρκεια μιας δίμηνης πανεθνικής αμνηστίας που επέτρεψε την παράδοση μη καταγεγραμμένων όπλων χωρίς συνέπειες. Κατά τη διάρκεια των τριών πρώτων ημερών της αμνηστίας, παραδόθηκαν σχεδόν 6.000 μη καταχωρημένα όπλα, 300.000 σφαίρες και 470 νάρκες και εκρηκτικοί μηχανισμοί.
Το 2023, η Βραζιλία αντιμετώπισε μια σειρά επιθέσεων σε σχολεία, πολλές από τις οποίες είχαν τα χαρακτηριστικά των αμερικανικών mass shootings: παρακινήθηκαν από μοναχικούς άνδρες και αγόρια που είχαν ως είδωλά τους ομάδες μίσους και τη βία. Ένας ένοπλος, ο οποίος ήταν τότε 16 ετών, είχε εμπνευστεί από τους πυροβολισμούς του 1999 στο Κολοράντο, στο Columbine. Μια βασική διαφορά, ωστόσο, με τις Ηνωμένες Πολιτείες και είναι ότι στη Βραζιλία η πρόσβαση σε πυροβόλα όπλα είναι σχετικά περιορισμένη. Τα όπλα που κυρίως χρησιμοποιήθηκαν στις επιθέσεις ήταν αιχμηρά αντικείμενα όπως μαχαίρια ή ματσέτες.
Στον απόηχο μιας δολοφονίας σε παιδικό σταθμό το 2023, η Βραζιλία διεξήγαγε μια εκτεταμένη σύλληψη εκατοντάδων ατόμων που κατηγορούνταν για ρητορική μίσους μέσω διαδικτύου ή θεωρούνταν πως αποτελούσαν με άλλους τρόπους απειλή για τα σχολεία.
Βέβαια, και ο έφηβος που συνελήφθη μετά τους πυροβολισμούς στη Τζόρτζια των ΗΠΑ την προηγούμενη βδομάδα, είχε προηγουμένως ανακριθεί από αστυνομικούς οι οποίοι ερευνούσαν απειλές που διατυπώθηκαν στο διαδίκτυο για mass shooting σε σχολείο.
Αφού ένας έφηβος επιδόθηκε σε ένα αμόκ πυροβολισμών το 2009, αφήνοντας πίσω του 15 νεκρούς, μερικοί από τους οποίους σε ένα σχολείο, η Γερμανία θέσπισε ακόμα πιο αυστηρούς νόμους για τα όπλα από αυτούς που ήδη είχε – οι νόμοι για τα πυροβόλα όπλα είχαν ήδη αυστηροποιηθεί μετά από πυροβολισμό σε σχολείο της χώρας το 2002. Οι γερμανικοί νόμοι περί όπλων περιλαμβάνουν πλέον την απαίτηση οι επίδοξοι κάτοχοι να περνούν από ψυχολογικές εξετάσεις προτού τους επιτραπεί να αγοράσουν πυροβόλο όπλο.
Το 2013, η Γερμανία είχε θεσπίσει εθνικό μητρώο όπλων – έναν εξαιρετικά λεπτομερή κατάλογο όλων των κατόχων όπλων της χώρας και των πυροβόλων όπλων τους. Η δημιουργία του μητρώου είχε τότε αντιμετωπίσει έντονες αντιδράσεις. Μια από τις ομάδες για το δικαίωμα της οπλοκατοχής στη Γερμανία, είχε δηλώσει στην Post: «Πάμε για κυνήγι με αυτά. Μπορούμε να κάνουμε σπορ με αυτά. Οπότε πρέπει να μπορούμε να τα έχουμε στην κατοχή μας».
Τα βίαια εγκλήματα είναι σχετικά σπάνια στην Κίνα, όπου τα όπλα περιορίζονται σε μεγάλο βαθμό στον στρατό και την αστυνομία και οι περισσότεροι πολίτες απαγορεύεται να έχουν όπλα στο σπίτι τους. Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, σημειώθηκε μικρός αριθμός επιθέσεων με μαχαίρι σε σχολεία, που πυροδότησαν την ανάγκη για αυξημένη ασφάλεια.
Τον Ιούλιο του 2023, έξι άνθρωποι, μεταξύ των οποίων τρία παιδιά σκοτώθηκαν όταν ένας άνδρας τους επιτέθηκε σε έναν παιδικό σταθμό στη νότια κινεζική επαρχία Γκουανγκντόνγκ. Τον Αύγουστο του 2022, ένας άνδρας επιτέθηκε με μαχαίρι σε νηπιαγωγείο στην ανατολική επαρχία Jiangxi, σκοτώνοντας τρεις ανθρώπους και τραυματίζοντας άλλους έξι. Τον Απρίλιο του 2021, δύο παιδιά σκοτώθηκαν και 16 τραυματίστηκαν από μαχαίρι σε νηπιαγωγείο στην πόλη Beiliu στην αυτόνομη περιοχή Guangxi Zhuang. Μετά την επίθεση, το υπουργείο Παιδείας της Κίνας διέταξε την ενίσχυση της ασφάλειας σε εθνικό επίπεδο σε νηπιαγωγεία, δημοτικά και γυμνάσια.