«Εάν θέλουμε να έχουμε μια λογική πιθανότητα περιορισμού της υπερθέρμανσης του πλανήτη σε 1,5°C, είναι αναγκαίο να μειώσουμε στο μισό τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου παγκοσμίως μέσα στα επόμενα 11 χρόνια και να τις μηδενίσουμε μέχρι τα μέσα του αιώνα». Αυτό διατείνεται σχετική έκθεση της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC) και η ανάπτυξη των ανεμογεννητριών φαίνεται πως αποτελεί μία σημαντική παράμετρο για να συνεχίσουμε να κινούμαστε προς αυτή την κατεύθυνση.
Οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) εν γένει, είναι ικανές να οδηγήσουν την ανθρωπότητα στην απόρριψη των ορυκτών καυσίμων, τα οποία εκπέμπουν τα αέρια του θερμοκηπίου και αποσταθεροποιούν το κλίμα. Αν και η ανάπτυξη των ανεμογεννητριών αποτελεί ένα σημαντικό μέτρο για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και αποδεικνύεται απαραίτητη για τη βιωσιμότητα του ενεργειακού μοντέλου της χώρας, η λανθασμένη χωροθέτησή τους μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τη βιοποικιλότητα και το περιβάλλον.
Οι ανεμογεννήτριες είναι μια σύγχρονη μηχανική κατασκευή, που συλλέγει τον αέρα μετατρέποντάς τον σε ηλεκτρική ενέργεια. Κατατάσσονται στις κυρίαρχες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και το προσδόκιμο ζωής τους υπολογίζεται στα 25 έτη. Μιλώντας στην Popaganda, υπεύθυνοι της ΕΛΕΤΑΕΝ (Ελληνική Επιστημονική Ένωση Αιολικής Ενέργειας), εξηγούν τους λόγους για τους οποίους η ύπαρξή τους είναι ζωτικής σημασίας, τόσο για την ανθρωπότητα όσο και το περιβάλλον:
«Η αιολική ενέργεια αποτελεί καταρχάς μια από τις φθηνότερες λύσεις για παραγωγή ηλεκτρισμού. Tο κόστος της είναι τεκμηριωμένα χαμηλότερο από το κόστος ηλεκτροπαραγωγής των συμβατικών τεχνολογιών. Έτσι, η μεγάλη αύξηση παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από τον άνεμο, αλλά και άλλες ΑΠΕ, οδηγεί σε μείωση του συνολικού κόστους προς όφελος του καταναλωτή. Το γεγονός ότι η αιολική ενέργεια είναι τεχνολογία μεταβλητής παραγωγής δεν οδηγεί σε αύξηση του κόστους για τον καταναλωτή. Αυτό οφείλεται στην πρόοδο της τεχνολογίας των ανεμογεννητριών, τα σύγχρονα μοντέλα πρόβλεψης ηλεκτροπαραγωγής από αιολικά πάρκα και τον κατάλληλο σχεδιασμό των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας.
Τα αιολικά πάρκα επίσης, δημιουργούν πολύ περισσότερες θέσεις εργασίας από τους σταθμούς φυσικού αερίου. Οι επενδύσεις αιολικών πάρκων ενισχύουν την εθνική οικονομία, αφού η εγχώρια προστιθέμενη αξία τους φθάνει στο 35% του κόστους επένδυσης κατά την κατασκευή τους και πάνω από το 80% του κόστους κατά τη λειτουργία τους. Η αιολική ενέργεια εξοικονομεί πολύτιμους πόρους που αλλιώς θα ξοδεύονταν για τις εισαγωγές ορυκτών καυσίμων».
Η αιολική ενέργεια αποτελεί σημαντικό μέρος της λύσης για την κλιματική αλλαγή. Οι ανεμογεννήτριες έχουν θετικό ενεργειακό και περιβαλλοντικό ισοζύγιο. Η ενέργεια που απαιτείται για την κατασκευή, τη λειτουργία και την απεγκατάστασή τους παράγεται από αυτές μέσα στους πρώτους 5-12 μήνες λειτουργίας τους, ανάλογα με τον τύπο και την ισχύ τους. Κατά τη διάρκεια του κύκλου ζωής της, μία ανεμογεννήτρια παράγει έως και 50 φορές περισσότερη ενέργεια από αυτήν που καταναλώνεται για την κατασκευή, λειτουργία και απεγκατάστασή της. Συνεπώς, οι εκπεμπόμενοι ρύποι είναι σημαντικά λιγότεροι από αυτούς που αποτρέπει.
«Οι ανεμογεννήτριες δεν εκπέμπουν ακτινοβολία, ενώ το ηλεκτρομαγνητικό πεδίο που δημιουργείται από το ηλεκτρικό ρεύμα που παράγουν είναι χαμηλής συχνότητας και χαμηλότερης έντασης από τα πεδία στις πόλεις και τα σπίτια από τις κοινές οικιακές συσκευές. Τα αιολικά πάρκα είναι σίγουρα λιγότερο επιβλαβή όσον αφορά τις καταστροφές και την υποβάθμιση του περιβάλλοντος που προκαλούν οι μη ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Τα υλικά μάλιστα μιας ανεμογεννήτριας ανακυκλώνονται σε ποσοστό 85-90% και μπορούν να επαναχρησιμοποιηθούν. Στόχος του αιολικού κλάδου είναι η ανακύκλωση να φτάσει στο 100%. Η μεγάλη δυσκολία συναντάται στην ανακύκλωση των πτερυγίων τα οποία αποτελούνται από σύνθετα υλικά, όμοια με αυτά που χρησιμοποιούνται στην κατασκευή πλοιαρίων και σκαφών. Αξίζει να σημειωθεί πως οι ανεμογεννήτριες παγκοσμίως χρησιμοποιούν πολύ λιγότερο σύνθετα υλικά από άλλες βιομηχανίες».
Σύμφωνα με την ΕΛΕΤΑΕΝ, ανεμογεννήτριες και πτηνά μπορούν να συνυπάρξουν αρμονικά. Η τεχνολογία παρέχει σύγχρονα μέσα παρακολούθησης κατά τη διάρκεια της λειτουργίας ενός αιολικού πάρκου, τα οποία συμβάλλουν στη διατήρηση της βιοποικιλότητας της περιοχής. «Για παράδειγμα, σε περίπτωση κινδύνου σύγκρουσης, παρέχεται η δυνατότητα αυτόματης παύσης των ανεμογεννητριών. Στην Ευρώπη και την Ελλάδα υπάρχει ολοκληρωμένο θεσμικό πλαίσιο προστασίας για την ορνιθοπανίδα, το οποίο διασφαλίζει την ορθή χωροθέτηση αιολικών σταθμών, την ορθή εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων και την παρακολούθηση κατά τη λειτουργία τους».
«Για τα χερσαία αιολικά έργα, πριν από κάθε εγκατάσταση ανεμογεννητριών, απαιτείται ο προσδιορισμός της βέλτιστης ταχύτητας ανέμου», εξηγεί η ΕΛΕΤΑΕΝ. «Είναι επίσης σημαντικό να αξιολογηθεί εάν τα κοντινά εμπόδια ενδέχεται να διακόψουν την πρόσβαση στη ροή του αέρα στην τοποθεσία και να μειώσουν τη διάρκεια ζωής του στροβίλου.
Η απόσταση μεταξύ ενός στροβίλου και του πλησιέστερου εμποδίου πρέπει να είναι τουλάχιστον διπλάσια από το ύψος του στροβίλου, εκτός εάν ο στρόβιλος είναι μεγαλύτερος από το διπλάσιο του ύψους του εμποδίου, οπότε η απόσταση μπορεί να είναι μικρότερη. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι τοποθεσίες όπως ο πυθμένας ενός λόφου ή μια κοιλάδα, δεν συνίστανται για την τοποθέτηση ανεμογεννητριών, σε αντίθεση με τα ψηλά σε βουνά, τα μεγάλα ανοιχτά χωράφια ή την άκρη υδάτινων μαζών».
Το 2008, η Ελλάδα συνέταξε το Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τις ΑΠΕ, το οποίο έχει διαμορφώσει το πλαίσιο των κανόνων εγκατάστασης ανεμογεννητριών. Σήμερα, περίπου το 35% της ηλεκτροπαραγωγής από ΑΠΕ προέρχεται από ανεμογεννήτριες, την ώρα που το 28% προέρχεται από φωτοβολταϊκά.
Ο χωροταξικός σχεδιασμός ανέδειξε τα τελευταία χρόνια μία σειρά από δήμους του Έβρου (Φερών, Τραϊανούπολης, Αλεξανδρούπολης, Σουφλίου και Τυχερού) ως Περιοχές Αιολικής Προτεραιότητας, δηλαδή περιοχές όπου θα έπρεπε να δοθεί βαρύτητα στην ανάπτυξη των ανεμογεννητριών. Αυτή η πρόβλεψη κατακρίθηκε ως προβληματική, δεδομένου ότι ο Έβρος είναι μία από τις σημαντικότερες περιοχές για την ορνιθοπανίδα, σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, καθώς φιλοξενεί τα 36 από τα 38 ημερόβια αρπακτικά της ηπείρου. Ακόμη, εκεί εντοπίζεται η μοναδική αναπαραγωγική αποικία του Μαυρόγυπα στα Βαλκάνια, ο πληθυσμός του οποίου έχει συρρικνωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια.
Ακόμη, σύμφωνα με την Ορνιθολογική Εταιρεία, «οι ανεμογεννήτριες απειλούν την ορνιθοπανίδα, καθώς σπάνια και προστατευόμενα είδη κινδυνεύουν από προσκρούσεις πάνω τους, αλλά και από εκτοπίσεις από τα ενδιαιτήματά τους. Όπως παρουσιάζει σχετική μελέτη της WWF Ελλάς, από τον Αύγουστο 2009 έως τον Αύγουστο του 2010 βρέθηκαν νεκρά λόγω πρόσκρουσης σε ανεμογεννήτριες εννέα αρπακτικά πουλιά, 73 σώματα από άλλα είδη πτηνών και 186 νυχτερίδες».
Με γνώμονα την σύμφωνη με τις περιβαλλοντικές ανάγκες χωροθέτηση των ΑΠΕ, από το 2020, έχει ψηφιστεί στη Βουλή το νομοσχέδιο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας «Εκσυγχρονισμός περιβαλλοντικής νομοθεσίας, ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία των Οδηγιών 2018/844 και 2019/692 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και λοιπές διατάξεις». Στο κείμενο γίνεται αναφορά στις ρυθμίσεις που αφορούν στην αναμόρφωση του αδειοδοτικού πλαισίου για τις επενδύσεις στον τομέα των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας. Ενώ αρχικά το σκεπτικό μείωσης των χρόνων περιβαλλοντικής αδειοδότησης είχε θετικό πρόσημο (καθώς όλες οι εκθέσεις των επίσημων φορέων έχουν επισημάνει τις πολύ σημαντικές χρονικές καθυστερήσεις κατά τη διοικητική διαδικασία ελέγχου των Μελετών Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων και ακόλουθης έκδοσης Περιβαλλοντικών Όρων), ερωτήματα γεννά το κατά πόσο διασφαλίζεται με αντικειμενικό και νομικά ασφαλή τρόπο η τήρηση της περιβαλλοντικής νομοθεσίας.
Αξίζει να επισημανθεί ότι οι συγκεκριμένες ρυθμίσεις ταχύρρυθμης αδειοδότησης επικρίθηκαν και από την Ένωση Διοικητικών Δικαστών Ελλάδας, με πρώτιστη προτεραιότητα την ανάγκη προστασίας του περιβάλλοντος. Όσον αφορά την ανάγκη διασφάλισης με νομικά ασφαλή τρόπο, της τήρησης της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, βάσει του νομοσχεδίου, αποφασίστηκε πως ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας έχει την εξουσιοδότηση να ορίζει μέτρα πρόληψης και αποκατάστασης της ζημιάς που προκαλούν στο περιβάλλον οι επενδύσεις ΑΠΕ κατά το τέλος του κύκλου λειτουργίας τους.
Το δίκτυο Natura 2000, αποτελεί το μεγαλύτερο δίκτυο προστατευόμενων περιοχών του κόσμου για τη διαφύλαξη της φυσικής μας κληρονομιάς, καθώς εκατοντάδες είδη τόσο της πανίδας, όσο και της χλωρίδας, προστατεύονται από αυτό. Το ελληνικό τμήμα του ευρωπαϊκού δικτύου Natura 2000, αποτελείται από 446 περιοχές σε ολόκληρη τη χώρα.
Όπως είναι γνωστό, το 27,3% της χερσαίας έκτασης της Ελλάδας είναι ενταγμένο στο Δίκτυο Natura. Προκειμένου να καλυφθεί ο στόχος που έχει τεθεί για το 2030 όσον αφορά την παραγωγή αιολικής ενέργειας, αρκεί να εγκατασταθεί μόλις το 25,8% των Αιολικών σταθμών Παραγωγής Ενέργειας, που έχουν ήδη αδειοδοτηθεί εκτός των περιοχών Natura. Κάτι τέτοιο σημαίνει πως δεν υπάρχει κανένας λόγος για τοποθέτηση ανεμογεννητριών εντός προστατευόμενων περιοχών.
Οι ΑΠΕ εντός περιοχών Natura, επηρεάζουν αρνητικά την αναπαραγωγική διαδικασία προστατευόμενων ειδών, αποτελούν απειλή για προστατευόμενα ενδημικά και απειλούμενα είδη χλωρίδας και πανίδας, ενώ αυξάνουν τη θνησιμότητα για τα πουλιά εξαιτίας των προσκρούσεων στους έλικες των ανεμογεννητριών.
«Οι Ζώνες Ειδικής Προστασίας και οι σχετιζόμενες με αυτές σημαντικές περιοχές για τα πουλιά, αποτελούν ζωτικής σημασίας περιοχές για την επιβίωση των σπάνιων και απειλούμενων ειδών πτηνών της ΕΕ και έχουν επιλεγεί με βάση αυστηρά επιστημονικά κριτήρια και πολύχρονες καταγραφές. Οι περιοχές αυτές έχουν προσδιοριστεί και οριοθετηθεί με βάση την αρχή της συμπερίληψης των απολύτως απαραίτητων βιοτόπων (των κρίσιμων ενδιαιτημάτων) για τα απειλούμενα είδη. Εξ ορισμού οι ΖΕΠ συνιστώνται από τα κρίσιμα ενδιαιτήματα των ειδών πτηνών προτεραιότητας και για το λόγο αυτό θα έπρεπε να περιλαμβάνονται στις περιοχές αποκλεισμού», επισημαίνει η Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία.
Η αδειοδότηση δύο αιολικών πάρκων, 40 ανεμογεννητριών στις βουνοκορφές των Αγράφων, αποτέλεσε τα τελευταία χρόνια μία από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις εγκατάστασης ανεμογεννητριών, που προκάλεσαν τις έντονες αντιδράσεις κατοίκων και φορέων. Όπως τονίστηκε από την Κομισιόν, η Ελλάδα προχώρησε σε έκδοση αδειών παραγωγής ΑΠΕ πριν εκτιμηθούν οι επιπτώσεις του εκάστοτε έργου, ενώ εντοπίστηκε ότι για έργα με ενδεχόμενες επιπτώσεις σε περιοχές Natura 2000 αδειοδοτήθηκαν πριν από την πραγματοποίηση της απαραίτητης εκτίμησης των επιπτώσεων. Η Επιτροπή σημείωσε επίσης ότι εκατοντάδες ανεμογεννήτριες είχαν ή επρόκειτο να εγκατασταθούν εντός περιοχών του δικτύου Natura 2000 στην Εύβοια και στην Κρήτη, για την οποία υπογράμμισε πως «51 υπάρχοντα/προβλεπόμενα αιολικά πάρκα ενδέχεται να επηρεάσουν περιοχές Natura 2000», την ώρα που κάποια από τα έργα «δεν διαθέτουν καν άδεια παραγωγής», χωρίς μάλιστα να μπορεί να εκτιμηθεί με ποιον τρόπο και σε ποιο βαθμό τα εν λόγω μη αδειοδοτημένα έργα θα επηρεάσουν τις περιοχές Natura.
Παράλληλα, για την εγκατάσταση ανεμογεννητριών στις νησίδες του Αιγαίου, η Ορνιθολογική Εταιρεία ανέφερε ότι «οι νησίδες αποτελούν hotspot βιοποικιλότητας με υψηλά ποσοστά ενδημισμού για είδη ασπονδύλων, φυτών και ερπετών, ενώ είναι τα τελευταία καταφύγια και για ορισμένα σπάνια και σημαντικά είδη πουλιών, ακριβώς λόγω του ακατοίκητου χαρακτήρα τους. Ο Αμερικανός ορνιθολόγος Τζορτζ Γουάτσον, που έκανε την διδακτορική του διατριβή στα πουλιά των νησίδων του Καρπάθιου Aρχιπελάγους, χαρακτήρισε τις ακατοίκητες νησίδες του Αιγαίου ως τα “Γκαλαπάγκος της Μεσογείου”». Η Ορνιθολογική συμπλήρωσε ότι «η χωροθέτηση ενός τέτοιου έργου είναι εντελώς ασύμβατη με την προστασία των πολύτιμων νησίδων και θα προκαλέσει ανεπανόρθωτη μη αναστρέψιμη βλάβη σε 10 τόπους του δικτύου Natura 2000».
«Συχνά οι τοπικές αντιδράσεις χαρακτηρίζονται από ανακρίβειες, οι οποίες βασίζονται στην παραπληροφόρηση ή στην έλλειψη ενημέρωσης σχετικά με τις επιπτώσεις των ΑΠΕ στο περιβάλλον, στους ανθρώπους, σε άλλες οικονομικές δραστηριότητες και στα οφέλη τους για τις τοπικές κοινωνίες», τονίζουν υπεύθυνοι της ΕΛΕΤΑΕΝ. «Σε άλλες περιπτώσεις, όμως, υπάρχουν πραγματικές αστοχίες εντός οικολογικά ευαίσθητων περιοχών, είτε στη χωροθέτηση, είτε στις υπερβάσεις της φέρουσας ικανότητας της περιοχής στην οποία πρόκειται να εγκατασταθεί ένα αιολικό πάρκο, πράγμα που μπορεί να αποδοθεί σε προβλήματα του ειδικού χωροταξικού πλαισίου για τις ΑΠΕ το οποίο ρυθμίζει τέτοιου είδους ζητήματα».
«Για να προχωρήσει η ανάπτυξη των ΑΠΕ είναι απαραίτητη η διαμόρφωση ενός νέου ειδικού χωροταξικού πλαισίου που θα αντιμετωπίζει αποτελεσματικά τα καταγεγραμμένα προβλήματα από την εφαρμογή του προηγούμενου ειδικού χωροταξικού πλαισίου και θα αντιλαμβάνεται την ανάγκη εφαρμογής όχι μόνο της κλιματικής πολιτικής, αλλά και του συνόλου της περιβαλλοντικής νομοθεσίας και ειδικά αυτής που αφορά στη διατήρηση της βιοποικιλότητας», καταλήγουν.