ΙΣΤΟΡΙΕΣ

Μητέρες πίσω από την πένα μεγάλων συγγραφέων

Δύο εμβληματικές φιγούρες της παγκόσμιας λογοτεχνίας, η Βιρτζίνια Γουλφ και η Άγκαθα Κρίστι, είχαν στο πλευρό τους την ενθαρρυντική επίδραση και την υποστήριξη των μητέρων τους, σε εποχές μάλιστα που η συγγραφή δεν ήταν η ιδανική φιλοδοξία για μία γυναίκα.

Τα ιστορικά αρχεία ενίοτε μας έχουν δώσει μια καλή εικόνα για τις πολύπλοκες σχέσεις μερικών συγγραφέων με τη μητέρα τους: σχέσεις εκρηκτικές, όπως του Χέμινγουεϊ και του Προυστ, τρυφερές όπως του Τ.Σ.Έλιοτ και του Αλμπέρ Καμύ, ή και ανταγωνιστικές όπως του Έζρα Πάουντ.

Βιρτζίνια Γουλφ: Η καταλυτική επιρροή της Τζούλια

«Γιατί αναπολούμε το παρελθόν μέσα από τις μητέρες μας εάν είμαστε γυναίκες» έγραφε η Βιρτζίνια Γουλφ. Τι να σήμαινε άραγε για εκείνη αυτή η φράση;

Η Γουλφ είχε πολύ στενή σχέση με τη μητέρα της, Τζούλια Στίβεν. Καλλονή του καιρού, μούσα των προραφαηλιτών ζωγράφων και ταυτόχρονα ανήσυχο πνεύμα, η Τζούλια έγραφε άρθρα, παραμύθια για μαγικά ζώα, ενώ είχε συγγράψει κι ένα βιβλίο νοσηλευτικής.

Η Βιρτζίνια φαίνεται πως ξεκίνησε να γράφει για να την ευχαριστήσει. Στα εννιά της «έβγαζε» ήδη εφημεριδάκι με θέμα την οικογενειακή ζωή. Το είχε ονομάσει «Hyde Park Gate News». Η μικρή θα άφηνε κάθε χειρόγραφό της επάνω στο τραπέζι για να το βρει να το διαβάσει η μητέρα της καθώς έπαιρνε το πρωινό της. Και η Τζούλια αναγνώρισε έγκαιρα το ταλέντο της Βιρτζίνια.

Ωστόσο, η Γουλφ πάλευε να συνηθίσει ότι η μητέρα της συχνά ήταν απούσα, αφού εργαζόταν ως νοσοκόμα και αφιέρωνε πολύ χρόνο σε φιλανθρωπίες. Πέθανε στις 5 Μαΐου του 1895, μόλις στα 49 της, όταν η Βιρτζίνια ήταν 13.

«Συχνά πυκνά, περισσότερες φορές από ό,τι μπορώ να θυμηθώ, στο κρεβάτι μου το βράδυ ή στο δρόμο, ή καθώς μπαίνω στο δωμάτιο, είναι εκεί, όμορφη, αποφασιστική, με τη γνωστή της φράση και το γέλιο, πιο κοντά μου από οποιονδήποτε ζωντανό», θα έγραφε αργότερα.

Στο «Moments of Being», η Γουλφ μιλά για τις επιρροές της ως συγγραφέα. Για «την επιρροή της Ψήφου ή του Πολέμου» – και τελικά, για την πιο σημαντική, την «Επιρροή της Μητέρας της»:

«Είναι απόλυτη αλήθεια ότι με πάθιασε, παρά το γεγονός ότι πέθανε όταν ήμουν 13, μέχρι που έφθασα 44… Μετά, μια μέρα καθώς περπατούσα γύρω από την Πλατεία Tavistock, μου ήρθε η ιδέα του “Μέχρι τον Φάρο”. Μέσα σε μια μεγάλη, προφανώς ακούσια ένταση. Το ένα έφερνε το άλλο».

To «Μέχρι τον Φάρο» δημοσιεύτηκε στις 5 Μαΐου 1927, ακριβώς 32 χρόνια μετά τον θάνατο της μητέρας της. Έπλασε την πρωταγωνίστρια, την κα. Ράμσεϊ, κατ’ εικόνα και ομοίωση της μητέρας της.

Στο δεύτερο μέρος του μυθιστορήματος, η ηρωίδα πεθαίνει. Η Γουλφ περιγράφει έτσι τον θάνατό της:

«Ο κ. Ράμσεϊ σκοντάφτοντας σ’ ένα μονοπάτι ένα σκοτεινό πρωινό, άπλωσε τα χέρια του, αλλά η κα. Ράμσεϊ είχε πεθάνει ξαφνικά την προηγούμενη νύχτα, τα χέρια του, αν και απλωμένα, παρέμειναν άδεια».

Η Άγκαθα Κρίστι και η δυναμική Κλάρα

Μπορεί η Κλαρίσα (Κλάρα) Μπόμερ Μίλερ να ήταν μια απλή νοικοκυρά, ωστόσο διέθετε εναργές πνεύμα, ενδιαφερόταν για ανορθόδοξες θρησκείες και λέγεται ότι ήταν έντονα διαισθητική. Είχε επιμείνει να μη στείλει την Άγκαθα σχολείο, αλλά να κάνει μαθήματα στο σπίτι. Εκείνη όμως ήταν που την ενθάρρυνε να γράφει, όπως ενθάρρυνε και την άλλη της κόρη, τη Ματζ.

Η ίδια η Κλάρα έγραφε ερωτικά ποιήματα στον σύζυγό της Φρεντ, καθώς και μικρές ιστορίες. Μάνα και κόρη είχαν μια πολύ στενή σχέση, που έγινε ακόμα πιο ιδιαίτερη μετά τον θάνατο του Φρεντ από πνευμονία, όταν η Άγκαθα ήταν μόλις 11 ετών.

Στα 17 της χρόνια, η Άγκαθα προσβλήθηκε από γρίπη. Στην ανάρρωση, η Κλάρα της πρότεινε να γράψει μια ιστορία για να περάσει ευχάριστα την ώρα της. Η μικρή δίσταζε, αλλά η Κλάρα δεν της άφησε περιθώριο να αμφιβάλλει για τον εαυτό της: «Φυσικά και μπορείς, αγάπη μου. Ξεκίνα τώρα». Κι έτσι γράφτηκε «Το Σπίτι της Ομορφιάς», το οποίο σήμερα δεν σώζεται.    

Σε μικρή ηλικία, η θρυλική συγγραφέας είχε γράψει ποιήματα, διηγήματα, στίχους για τραγούδια, ακόμα και μια νουβέλα γεμάτη με περιστατικά αιμομιξίας – το είδος που αργότερα θα αποδώσει στον ανιψιό της Μις Μαρπλ (χαρακτήρα που εμπνεύστηκε από τη γιαγιά της), Ρέιμοντ Γουέστ. Κάποια μάλιστα είχαν δημοσιευτεί. Η μητέρα της την είχε ενθαρρύνει να δώσει τη δουλειά της σε έναν επιτυχημένο συγγραφέα της περιοχής για να την αξιολογήσει, τον Ίντεν Φίλποτς.

Κι όταν η Άγκαθα μπλόκαρε γράφοντας το πρώτο της αστυνομικό μυθιστόρημα, ήταν η Κλάρα που παρενέβη αποφασιστικά, προτείνοντάς της να περάσει λίγο χρόνο κοντά στη θάλασσα. Πράγματι εκεί βρήκε την ηρεμία που χρειαζόταν για να συνεχίσει.

Κι έτσι προέκυψε η «Μυστηριώδης Υπόθεση Στάιλς», στην οποία μας πρωτοσύστησε τον αξεπέραστο Βέλγο ντεντέκτιβ Ηρακλή Πουαρό. Δεν αποτελεί έκπληξη που η αφιέρωση στην πρώτη σελίδα έγραφε: «Στη Μητέρα μου».

Αργότερα, την ώρα που η μητέρα της ξεψυχούσε, η Άγκαθα βρισκόταν στο τρένο και πήγαινε να τη δει. Ξαφνικά τη διαπέρασε ένα ρίγος. Η μητέρα της είχε πεθάνει.

Η δύσκολη σχέση του Έρνεστ Χέμινγουεϊ 

Ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ δεν παρέστη στην κηδεία της μητέρας του. Είναι γνωστό ότι οι γονείς του, όχι μόνο δεν ήταν ενθαρρυντικοί στη συγγραφική του πορεία, αλλά μάλιστα όταν τους έστελνε τα βιβλία του, εκείνοι τα επέστρεφαν στον εκδότη.

Κάποιες επιστολές του διάσημου συγγραφέα δείχνουν ότι ίσως είχε κι ο ίδιος μερίδιο ευθύνης γι’ αυτή τη δύσκολη σχέση. Μετά τον θάνατο του πατέρα του και παρόλο που ο συγγραφέας ζούσε στο εξωτερικό, ξεκίνησε να διαχειρίζεται τα οικονομικά της μητέρας του, στην οποία μάλλον δεν άρεσε ιδιαίτερα αυτό και διαφωνούσε με αρκετές αποφάσεις του.

Της γράφει λοιπόν με σαρκασμό:

«Το να προσεύχεσαι για συμβουλές και καθοδήγηση είναι εξαιρετικό, αλλά οι συμβουλές και η καθοδήγηση, όταν συνοδεύονται από χρήμα, μπορούν να είναι επίσης εξαιρετικές, ακόμα και χωρίς προσευχή».

Οι λεπτομερείς οδηγίες της μητέρας του Προυστ

Είναι δύσκολο να φανταστούμε ότι τον συγγραφέα του «Αναζητώντας τον Χαμένο Χρόνο» τον συμβούλευε η μητέρα του για το παραμικρό, όπως τουλάχιστον φαίνεται από τα γράμματα που του έστελνε. Του έγραψε κάποτε για να τον ρωτήσει τι ώρα ξύπνησε και τι ώρα πήγε για ύπνο. Μάλιστα, άφησε κενά δίπλα στην κάθε ερώτηση για να τα συμπληρώσει και να της ταχυδρομήσει πίσω το γράμμα.

Δεν είναι βέβαια σίγουρο ότι ο Προυστ ακολουθούσε πάντα τις οδηγίες. Κάποια στιγμή, γύρω στα 26 του, ο συγγραφέας καυγάδισε πολύ έντονα με τους γονείς του κι έφυγε από το σπίτι χτυπώντας την πόρτα πίσω του τόσο δυνατά, που έσπασαν τα γυάλινα παραθυράκια της. Η οικογένεια Προυστ ήταν ευγενική και πολιτισμένη, όμως, κι επανήλθε αμέσως μετά τον καυγά. Το γράμμα με τη συγγνώμη του συγγραφέα προς τη μητέρα του δεν σώζεται, σώζεται όμως η απάντησή της:

«Αγαπημένο μου μικρό,

Το γράμμα σου μου έκανε καλό – ο πατέρας σου κι εγώ είχαμε μείνει με μια πολύ οδυνηρή αίσθηση των πραγμάτων… Ας μην το σκεφτόμαστε κι ας μη μιλήσουμε άλλο γι’ αυτό. Το σπασμένο γυαλί θα είναι απλώς ό,τι και στο ναό – το σύμβολο μια άρρηκτης ένωσης.

Ο πατέρας σου λέει καληνύχτα και σε φιλά τρυφερά.

J.P.

Οφείλω ωστόσο να επανέλθω στο θέμα για να σε συμβουλεύσω να μην περπατάς ξυπόλητος στην τραπεζαρία λόγω των γυαλιών».  

Ο Έζρα Πάουντ διαφωνεί για την Τέχνη

Στην Αμερική βρισκόταν ο Έζρα Πάουντ, όταν νουθετούσε με κάπως αλαζονικό τρόπο τη μητέρα του σε ζητήματα τέχνης, κόμπαζε για τη δουλειά του και την ενημέρωνε ότι προτιμά την Αγγλία. Της έγραφε:

«Αγαπητή μητέρα,

Είναι σχετικά αργά για να αναλύσω εκτενώς το ερώτημα του ρεαλισμού στην τέχνη. Μου προκαλεί βαθιά οδύνη να ακούω ότι προτιμάς τη Μαρί Κορέλι από τον Σταντάλ, αλλά δεν μπορώ να κάνω κάτι γι’ αυτό.

Όσον αφορά τον Ταγκόρ, μπορείς να βρεις απάγκιο στη σκέψη ότι ήταν ο Ταγκόρ που έσπρωξε την “Contemporania” μου στον οισοφάγο του Σικάγο. Ή που τουλάχιστον τη διάβασε φωναχτά σε αυτό το πλήθος των ανίδεων από ποίηση και τους είπε πόσο καλή είναι.

Δεν θέλω να γίνω δήμαρχος του Σινσινάτι ή του Ντέιτον, στο Οχάιο. Είμαι καλά εκεί που είμαι. Το Λονδίνο μπορεί να μην είναι ο παράδεισος επί γης, αλλά τουλάχιστον είναι κάτι αιώνες πιο κοντά σε αυτό από το Σεν Λούις».

Το «μου λείπεις» του Τ. Σ. Έλιοτ

Ο εμβληματικός ποιητής Τ. Σ. Έλιοτ αγαπούσε πολύ τη μητέρα του.

Της γράφει τα νέα του, αγωνιώντας να τονίσει την επιτυχία που γνωρίζει: «Γράφω μόνο ό,τι θέλω -τώρα- και όλοι γνωρίζουν πως ό,τι γράφω είναι καλό… Υπάρχει ένα μικρό και επίλεκτο κοινό που με θεωρεί τον καλύτερο εν ζωή κριτικό, όπως και τον καλύτερο εν ζωή ποιητή στην Αγγλία…»

Σε επιστολή του προς εκείνη μετά τον θάνατο του πατέρα του, έγραφε:

«Μου λείπεις. Ήθελα να σε δω περισσότερο για μένα παρά για σένα – για να μου τραγουδήσεις το Little Tailor».

Η σπαρακτική σχέση του Αλμπέρ Καμύ

Ίσως ο πιο σπαρακτικός από όλους είναι ο Αλμπέρ Καμύ. «Σε σένα, που δεν θα μπορέσεις να διαβάσεις ποτέ αυτό το βιβλίο», έγραφε αφιερώνοντας το ημιτελές βιβλίο του «Ο Πρώτος Άνθρωπος» στη μητέρα του, λίγους μήνες πριν ο ίδιος φύγει από τη ζωή.

Η μητέρα του, Κατρίν Σιντές Καμύ, ήταν μια γυναίκα αγράμματη και σχεδόν κουφή. Εργαζόταν ως παραδουλεύτρα. Άνθρωπος ήσυχος και ταπεινός, δεν είχε άλλο τρόπο να σπάσει το κουκούλι της και να επικοινωνήσει με τον έξω κόσμο από το «περιορισμένο λεξιλόγιο των 400 λέξεων» που κατείχε και τα συναισθήματά της. 

Έτσι ο Καμύ αφουγκραζόταν με προσοχή, παρατηρούσε με αφοσίωση, για να μπορέσει να την καταλάβει. Ίσως ήταν κι αυτός ένας λόγος που από τα γραπτά του αναδίδεται μια σπάνια ευαισθησία.

Στον «Πρώτο Άνθρωπο», μια κατάδυση στην παιδική του ηλικία, η μητέρα του είναι πανταχού παρούσα. Αυτή, που «δεν ανήκε πια σ’ αυτό τον κόσμο και τη χυδαιότητα των ημερών».

«Σου εύχομαι να μείνεις έτσι νέα και όμορφη για πάντα», της έγραφε ο Καμύ τον Δεκέμβριο του 1959, ούτε μήνα πριν σκοτωθεί σε αυτοκινητικό δυστύχημα, στα 46 του μόλις χρόνια.   

Η αθόρυβη Καντρίν Σιντές Καμύ θα πέθαινε εννέα μόλις μήνες μετά τον θάνατο του γιου της.

Δέσποινα Παπαγεωργίου

Share
Published by
Δέσποινα Παπαγεωργίου