ΙΣΤΟΡΙΕΣ

Μήπως είσαι πολύ woke;

Τα σχόλια κάτω από τις δημοσιεύσεις άρθρων στο Facebook μπορούν να αποτυπώσουν ιδανικά την επιρροή και τον τρόπο με τον οποίο αναπαράγονται και αξιοποιούνται σύγχρονοι κοινωνικοί όροι από το συντηρητικό κοινό. Το “woke movement” είναι ο όρος που κατακλύζει τα social media τους τελευταίους μήνες, τον οποίον πλέον επικαλούνται αλόγιστα άνθρωποι που «τρέμουν» τον κατακερματισμό παραδοσιακών αξιών και την παρείσφρηση νέων κοινωνικών ταυτοτήτων και διεκδικήσεων. 

Το είδαμε να συμβαίνει πολύ πρόσφατα στην περίπτωση της Αλγερινής πυγμάχου Imane Khalif και στη συζήτηση γύρω από την ταυτότητά της και το κατά πόσο είναι «άντρας» ή γυναίκα. Για τους πολέμιους του “woke”, δεν υπάρχουν περιθώρια για την ύπαρξη άλλων ταυτοτήτων πέρα από το δίπολο «της επιστήμης και της φύσης», άντρας-γυναίκα. «Τι πάει να πει είναι “intersex”; Τι είναι αυτά τα “woke” ψεκασμένα πράγματα;», αναρωτήθηκαν πολλοί στα… μελετημένα και τεκμηριωμένα comments τους.

Αν και επινοήθηκε για να προωθήσει την ευαισθητοποίηση και τον ακτιβισμό ενάντια στις συστημικές αδικίες, ο όρος woke έχει υποστεί μια αξιοσημείωτη μεταμόρφωση, καθώς μεταβαίνει από τις ρίζες του στα κινήματα κοινωνικής δικαιοσύνης σε «όμηρο» του συντηρητικού πολιτικού λόγου, πυροδοτώντας ευρύτερες κοινωνικές και πολιτικές εντάσεις.

Και εγένετο “woke”

Η έννοια του woke έχει βαθιές ρίζες στην αφροαμερικανική καθομιλουμένη, για να περιγράψει ένα άτομο με αντιρατσιστική συνείδηση και αποτυπώνει μια μακρόχρονη παράδοση γλωσσικής καινοτομίας στις κοινότητες των μαύρων. Η περιγραφή της από τους New York Times το 1962 ως μέρος της «νέγρικης γλώσσας», όχι μόνο αναδεικνύει την πολιτιστική της σημασία αλλά και επισημαίνει την πολύπλοκη ιστορία του τρόπου με τον οποίο τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης ασχολήθηκαν με τις πολιτιστικές εκφράσεις των μαύρων.

Η πρώτη τεκμηριωμένη χρήση της φράσης “stay woke” χρονολογείται από το 1938, όταν ο μουσικός των μπλουζ Lead Belly έγραψε ένα τραγούδι για τα παιδιά της πόλης Scottsboro στην Alabama – εννέα μαύρους εφήβους που κατηγορήθηκαν άδικα για βιασμό – με την προτροπή: «Stay woke. Κρατήστε τα μάτια σας ανοιχτά». Η υπόθεση των αγοριών του Scottsboro, η οποία έγινε σύμβολο της φυλετικής αδικίας, υπογραμμίζει πως η ευαισθητοποίηση και η επαγρύπνηση αποτελούσαν πλέον μηχανισμούς επιβίωσης σε μια κοινωνία που δομούνταν από τη φυλετική καταπίεση και τις διακρίσεις.

Η έκκληση για «αφύπνιση» απέκτησε μεγαλύτερη απήχηση στα μέσα του 20ού αιώνα. Το 1962, το δοκίμιο του William Melvin Kelly στους New York Times με τίτλο “If You’re Woke, You Dig It” έφερε τον όρο σε ένα ευρύτερο κοινό. Το Κίνημα για τα Πολιτικά Δικαιώματα υιοθέτησε αυτή τη γλώσσα της αφύπνισης, με τον Martin Luther King Jr. να προτρέπει τους απόφοιτους του Κολλεγίου Oberlin το 1965 να «μείνουν ξύπνιοι» κατά τη διάρκεια της συνεχιζόμενης κοινωνικής επανάστασης. 

Η «μεταμόρφωση» του όρου στον 21ο αιώνα

Το woke γνώρισε μια αναγέννηση στις αρχές του 21ου αιώνα. Το τραγούδι Master Teacher της Αμερικανίδας τραγουδίστριας Erykah Badu το 2008 έκανε δημοφιλές το ρεφρέν “I stay awake”, εισάγοντας την έννοια σε μια νέα γενιά. Αυτή η κομβική στιγμή γεφύρωσε τα χάσματα των γενεών και επανέφερε το woke σε ένα κοινό που περιηγείται σε ένα ολοένα πιο πολύπλοκο κοινωνικό τοπίο. 

Ο όρος απέκτησε περαιτέρω δημοτικότητα με την άνοδο του κινήματος Black Lives Matter το 2013, αποτελώντας συνθηματικό για την ευαισθητοποίηση σε θέματα φυλετικής και κοινωνικής δικαιοσύνης, ιδιαίτερα της αστυνομικής βίας κατά των μαύρων Αμερικανών. Καθώς οι διαμαρτυρίες σάρωναν το έθνος, το “Stay Woke” έγινε τόσο μια κραυγή συσπείρωσης όσο και ένα hashtag, δείχνοντας πώς οι ψηφιακές πλατφόρμες μπορούν να ενισχύσουν και να μετασχηματίσουν τις πολιτιστικές εκφράσεις.

Τα social media έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην ευρεία διάδοση του woke – αλλά και στην εμπορευματοποίησή του. Το Twitter έγινε σημείο αναφοράς για ακτιβιστές και ακτιβίστριες που ήθελαν να μοιραστούν πληροφορίες, να οργανώσουν διαμαρτυρίες και να συμμετάσχουν σε συζητήσεις σχετικά με τις κοινωνικές ανισότητες. Η συντομία που απαιτείται λόγω του ορίου χαρακτήρων του Twitter (πλέον X), κατέστησε το woke ιδανική συμπύκνωση σύνθετων ιδεών για την κοινωνική συνείδηση. Η ψηφιακή αυτή εξάπλωση του όρου επέτρεψε στο woke να ξεπεράσει το αρχικό του πλαίσιο και να γίνει μια συντομογραφία για ένα ευρύτερο φάσμα κοινωνικής και πολιτικής ευαισθητοποίησης, όπως ο φεμινισμός, τα δικαιώματα των LGBTQI+ ατόμων και ο περιβαλλοντικός ακτιβισμός.

Από τον ακτιβισμό στο woke-washing και το anti-woke

Καθώς η λέξη εισήλθε στο λεξιλόγιο της κυρίαρχης τάσης, υπέστη τις ίδιες μορφές εμπορευματοποίησης και αντιδράσεων που επηρέασαν προηγούμενα κινήματα κοινωνικής δικαιοσύνης. Οι εταιρείες άρχισαν να υιοθετούν τα μηνύματα του woke στις εκστρατείες marketing, ερχόμενες συχνά αντιμέτωπες με κατηγορίες για επιτελεστικό ακτιβισμό ή “woke-washing” – όπως αντίστοιχα πολλές εταιρείες έχουν κατηγορηθεί για pink-washing στην περίπτωση του LGBTQI+ κινήματος και των αγώνων για συμπερίληψη. Αυτό το φαινόμενο, που συχνά αποκαλείται “woke up capitalism”, έχει προκαλέσει συζητήσεις σχετικά με την αυθεντικότητα του εταιρικού ακτιβισμού και την πιθανότητα τα κοινωνικά κινήματα να αποδυναμώνονται ή να αποπολιτικοποιούνται όταν υιοθετούνται από επιχειρήσεις με γνώμονα το κέρδος.

Ταυτόχρονα, συντηρητικοί πολιτικοί και αναλυτές στην Αμερική άρχισαν να χρησιμοποιούν το woke ως υποτιμητικό όρο, διαμορφώνοντάς τον σε συνώνυμο της εκβιαστικής πολιτικής ορθότητας και του αριστερού αυταρχισμού, ο οποίος «απειλεί τις παραδοσιακές αξίες». Τα συστημικά μέσα ενημέρωσης, με προσωπικότητες όπως ο Tucker Carlson (πρώην παρουσιαστής του Fox News), άρχισαν να ασκούν προπαγάνδα και να διαδίδουν fake news, δηλώνοντας ότι η απειλή από την ιδεολογία του woke «ξεπερνά ακόμα και τις γεωπολιτικές προκλήσεις από έθνη όπως η Ρωσία» και διακυβεύει το μέλλον των παραδοσιακών δομών εξουσίας.

Μέχρι το 2021, η αντίθεση στην κουλτούρα του woke είχε συσπειρωθεί σε ένα ολοκληρωμένο συντηρητικό κίνημα. Ρεπουμπλικάνοι πολιτικοί στην Αμερική, ιδίως σε πολιτείες όπως η Florida υπό τον κυβερνήτη Ron DeSantis, άρχισαν να εισάγουν νομοθεσία με στόχο την καταπολέμηση αυτού που αποκαλούσαν “woke κατήχηση” στα σχολεία και τους χώρους εργασίας. Αυτές οι προσπάθειες συχνά στόχευαν την κριτική φυλετική θεωρία, την εκπαίδευση χωρίς αποκλεισμούς για τα LGBTQI+ άτομα και τις πρωτοβουλίες για την προώθηση και κανονικοποίηση της διαφορετικότητας. Η “αντι-woke” στάση έγινε κεντρικός πυλώνας της συντηρητικής πολιτικής ταυτότητας, με τους υποψηφίους να αγωνίζονται να τοποθετηθούν ως προπύργια απέναντι στην αντιληπτή «φιλελεύθερη υπερβολή».

Η μάχη για το woke εξαπλώνεται στα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης, η κάλυψη των οποίων εστιάζει συχνά στις ιδεολογικές διαιρέσεις που αναδύονται εξαιτίας του woke κινήματος. Οι πλατφόρμες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης έχουν γίνει βασικά πεδία μάχης, με προσωπικότητες όπως ο Elon Musk να τις αξιοποιούν για να τοποθετούνται εναντίον του “ιού του woke mind”. 

Όσον αφορά στα δικά μας καμώματα, πολιτικοί του δεξιού και ακροδεξιού φάσματος, όπως η Αφροδίτη Λατινοπούλου, έχουν επικαλεστεί σε εμφανίσεις τους στα ΜΜΕ τον όρο “woke ατζέντα”, μιλώντας για την «παράνοια» αυτή που «έχει μπει σε όλους τους τομείς. Το βλέπουμε από τους κινηματογράφους, τις ταινίες, τα βιβλία και τα παραμύθια μέχρι και στα σχολεία. Διδάσκουν για αυτή την ατζέντα ότι δεν υπάρχουν δύο φύλα, αυτά τα οποία δηλαδή λέει η επιστήμη και η λογική, ο άνδρας και η γυναίκα, ακόμα και μέσα στα σχολεία. Ακόμα και σε ανήλικα παιδιά και αυτό είναι κάτι πάρα πολύ επικίνδυνο. Είναι ο άνδρας και η γυναίκα, όπως είναι ο πατέρας και η μητέρα. Αυτές οι δυο ιερές λέξεις που πρέπει κάθε παιδί να μπορεί να τις πει», έχει πει η Λατινοπούλου μεταξύ άλλων.

Στον τομέα της ψυχαγωγίας, ο όρος “go woke, go broke” κέρδισε έδαφος μεταξύ των κριτικών που υποστήριζαν ότι η ενσωμάτωση προοδευτικών θεμάτων σε ταινίες, τηλεοπτικές εκπομπές και άλλα μέσα ενημέρωσης οδηγούσε σε εμπορική αποτυχία. Αυτή η κριτική έχει ασκηθεί παντού – από τα κόμικς μέχρι παιδικά προγράμματα, αντικατοπτρίζοντας την έκταση της συζήτησης γύρω από το “woke” στον πολιτιστικό διάλογο. Ωστόσο, αυτή η αφήγηση έχει αμφισβητηθεί από εμπειρικά στοιχεία, με ορισμένες μελέτες να δείχνουν ότι οι εταιρείες που υιοθετούν την ποικιλομορφία και τις αξίες της κοινωνικής προόδου, συχνά βλέπουν θετικά οικονομικά αποτελέσματα.

Η διαμάχη γύρω από την κουλτούρα του woke αποκαλύπτει βαθύτερα κοινωνικά ρήγματα και συνεχείς αγώνες για την εξουσία, την εκπροσώπηση και την εθνική ταυτότητα. Για τους υποστηρικτές, το να είσαι woke αντιπροσωπεύει μια αναγκαία αφύπνιση απέναντι στις επίμονες ανισότητες και μια δέσμευση για τη δημιουργία μιας πιο δίκαιης και χωρίς αποκλεισμούς κοινωνίας. Υποστηρίζουν ότι η αναγνώριση των ιστορικών αδικιών και η προσπάθεια για την εξάλειψη των συστημικών εμποδίων είναι απαραίτητη για να ανοίξει ο δρόμος της ισότητας και των ίσων ευκαιριών για όλους.

Οι επικριτές από την άλλη, υποστηρίζουν ότι η υπερβολική εστίαση στην ανατροπή των παραδοσιακών αξιών και την υιοθέτηση νέων κοινωνικών ταυτοτήτων υπονομεύει την εθνική ενότητα και την ατομική αξία. Κάποιοι προχωρούν ακόμα παραπέρα, πλαισιώνοντας την woke κουλτούρα ως μια μορφή αριστερού αυταρχισμού που επιδιώκει να αστυνομεύσει τη σκέψη και τον λόγο. Το ταξίδι του woke από την αφροαμερικανική καθομιλουμένη σε εχθρό της δεξιάς και ακροδεξιάς ρητορικής καταδεικνύει τη δύναμη της γλώσσας να διαμορφώνει τον λόγο και τους τρόπους με τους οποίους τα κοινωνικά κινήματα μπορούν τόσο να ενισχυθούν όσο και να διαστρεβλωθούν καθώς εισέρχονται στην επικρατούσα τάση.

Λουίζα Σολομών-Πάντα