Βρισκόμαστε λίγο μετά τα μέσα του 2023, και ήδη καταγράφουμε την 14η γυναικοκτονία από την αρχή του έτους. Αυτή τη φορά, ένας 38χρονος, αστυνομικός στο επάγγελμα, δολοφόνησε την 42χρονη εν διαστάσει σύζυγό του στην Καλαμαριά Θεσσαλονίκης, πυροβολώντας την με κυνηγετική καραμπίνα μέσα στο σπίτι της. Αφού τα δύο παιδιά τους έφυγαν για το σχολείο, πήγε στο διαμέρισμά της, διέπραξε το έγκλημα και στη συνέχεια έστρεψε την καραμπίνα στον εαυτό του και αυτοκτόνησε.
Το τελευταίο διάστημα, ο γυναικοκτόνος είχε μετακινηθεί σε υπηρεσία γραφείου της ΕΛ.ΑΣ. εξαιτίας προβλήματος τενοντίτιδας που αντιμετώπιζε και του είχε αφαιρεθεί το υπηρεσιακό όπλο. Την ίδια στιγμή όμως, η καραμπίνα με την οποία σκότωσε την πρώην σύζυγό του, βρισκόταν νομίμως στην κατοχή του.
Σύμφωνα με αναφορές της αστυνομίας, δεν είχε υπάρξει προηγούμενη καταγγελία του θύματος εναντίον του για βίαιη λεκτική ή σωματική συμπεριφορά. Πώς να υπάρξει άλλωστε, όταν οι γυναίκες τρέμουν για τις επιπτώσεις που θα μπορούσε μια τέτοια κίνηση να έχει στη ζωή τους;
Παρά το γεγονός ότι η 42χρονη δεν είχε καταγγείλει τον πρώην σύζυγό της στο παρελθόν, εκείνος φαίνεται πως είχε προαναγγείλει τη δολοφονία της, καθώς, όπως αποκάλυψε άτομο που προσδιορίζεται ως φίλος της οικογένειας: «Ο πατέρας του είχε την καραμπίνα. Δεν είχε όπλο, δεν είχε περίστροφο, του το αφαίρεσαν. Δεν τον πήραν χαμπάρι το πρωί όταν έφυγε από το πατρικό του. Έφυγε τα χαράματα. Την καραμπίνα την πήρε από χθες για να την καθαρίσει λέει. Έλεγε στον πατέρα του “εγώ θα την σκοτώσω”».
Κάποιοι γνώριζαν και κανείς δεν μίλησε. Γνώριμο σκηνικό. (Και) αυτή τη φορά, κυριάρχησε η αδιαφορία ή η πεποίθηση που θέλει να μην ανακατευόμαστε στα «μεταξύ του ζευγαριού» – ακόμη και αν έχει φτάσει στ’ αυτιά μας η πληροφορία πως ένας άντρας σκέφτεται να σκοτώσει μια γυναίκα. «Έλα μωρέ, δεν θα το εννοεί, θα το είπε εν βρασμώ ψυχής», «Είναι καλό παλικάρι αυτός, δεν θα έκανε κάτι τέτοιο», «Ποιος ξέρει τι του έκανε αυτή και έφτασε σε σημείο να λέει τέτοια πράγματα»: Είναι μερικές από τις αποκαρδιωτικές σκέψεις με τις οποίες αποφασίζουν να κοιμηθούν ήσυχα, εκείνοι που θα μπορούσαν να συμβάλλουν στο να αποτραπεί μια πιθανή γυναικοκτονία.
Παράλληλα, γύρω μας (ίσως και κοντά μας), υπάρχει ακόμα εκείνος ο μολυσματικός «ιός» της πατριαρχίας που κάνει τους άντρες να θεωρούν τις συντρόφους τους ιδιοκτησία τους – με ό,τι έχουμε δει να συνεπάγεται αυτό για την ακεραιότητά τους. Στα πρωτοσέλιδα αρκετών εφημερίδων και περιοδικών, η στάση αυτή εξακολουθεί να νορμαλοποιείται και να επηρεάζει την κοινή συνείδηση, κάνοντας λόγο για «εγκλήματα πάθους», για «τον έρωτα που τον τύφλωσε όταν εκείνη τον απαρνήθηκε», κ.ά.
Στην περίπτωση του 42χρονου θύματος, ο γυναικοκτόνος εξακολουθούσε να έχει τα κλειδιά του σπιτιού της, παρά το γεγονός ότι η ίδια είχε επιλέξει να μην συνεχίσει τη ζωή της μαζί του. Εξακολουθούσε να θεωρεί πως με κάποιον τρόπο εκείνη «του ανήκει», πως μπορεί να έχει λόγο και θέση στην καθημερινότητά της. Τόσο, που μπορεί να πάρει την απόφαση να της αφαιρέσει τη ζωή, για να βεβαιωθεί πως πλέον εκείνη δεν θα μπορεί να ζει ευτυχισμένη μακριά του.
Όσον αφορά στην ιδιότητα του 38χρονου, να σημειώσουμε πως όλοι οι αστυνομικοί μετά το πέρας πέντε χρόνων από την αποφοίτησή τους από τις Σχολές Αστυφυλάκων και Αξιωματικών, υποβάλλονται βάσει νόμου σε εξέταση για τον έλεγχο της καταλληλότητάς τους να φέρουν πυροβόλο όπλο.
Ειδική επιτροπή – που πρέπει να λειτουργεί σε όλες τις Γενικές Αστυνομικές Διευθύνσεις της χώρας – διερευνά με ψυχομετρικά τεστ και συνεντεύξεις, την ψυχική κατάσταση των αστυνομικών, την αυτοκυριαρχία, τη συναισθηματική σταθερότητα, την κρίση και αντίληψη και την ικανότητα προσαρμογής στις μεταβαλλόμενες καταστάσεις και απαιτήσεις, ενώ γνωμοδοτεί για το αν η προσωπικότητα των εξεταζόμενων είναι ικανή να υποστηρίξει την ασφαλή χρήση όπλου.
Μέχρι στιγμής δεν γνωρίζουμε αν ο δράστης στην υπόθεση της Θεσσαλονίκης είχε περάσει από τη διαδικασία αυτή. Ταυτόχρονα, το αστυνομικό σώμα, παρά τις καταγγελίες για σεξουαλική παρενόχληση και ανάρμοστη συμπεριφορά προς γυναίκες συναδέλφους, που έχουν δει το φως της δημοσιότητας το τελευταίο διάστημα, δεν εκπαιδεύεται μέχρι σήμερα σε ζητήματα έμφυλης βίας.
Τον περασμένο Αύγουστο μάθαμε πως το πρώτο εξάμηνο του 2023 τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας που έχουν καταγγελθεί αγγίζουν τις 6.000.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Μεσογειακού Ινστιτούτου Ερευνητικής Δημοσιογραφίας (MIIR) που μαζί με 18 ευρωπαϊκούς δημοσιογραφικούς οργανισμούς (iMEdD Lab, Deutsche Welle, El Confidencial, Civio, κ.ά.) επιχείρησε να αποτυπώσει τον χάρτη της βίας κατά των γυναικών στην Ευρώπη, το 2021 η Ελλάδα είχε καταγράψει αύξηση 187,5% στις γυναικοκτονίες, που ήταν η υψηλότερη αύξηση στην Ευρώπη (από 8 περιστατικά το 2020 σε 23 το 2021). Ακόμα, οι υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας κατά γυναικών στις οποίες ασκήθηκαν διώξεις το 2020, αυξήθηκαν κατά 70,6%, ενώ από τους δράστες που διώχθηκαν καταδικάστηκε ένα 20,9% και από αυτούς φυλακίστηκε το 13,7%.
Παράλληλα, η διαφαινόμενη – σε πολιτικό και συμβολικό επίπεδο – υποβάθμιση του κεντρικού θεσμικού φορέα για την ισότητα των φύλων έρχεται σε αντίθεση με το γεγονός ότι η Ελλάδα, με βάση τον Δείκτη για την Ισότητα των Φύλων στην Ευρωπαϊκή Ένωση για το 2022, βρίσκεται στην τελευταία θέση με επίδοση 53,4, δηλαδή 15,2 βαθμούς κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Η πρόσφατη σύσταση Υπουργείου Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας στην οποία εντάσσονται σχεδόν αορατοποιημένες οι πολιτικές για την ισότητα των φύλων, καθώς το έμφυλο πρόσημο έχει πλέον διαγραφεί από τον τίτλο της νεοσύστατης «Γενικής Γραμματείας Ισότητας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων», έχει δημιουργήσει με τη σειρά της έντονη ανησυχία και προβληματισμό στις γυναικείες και φεμινιστικές οργανώσεις, αλλά και ευρύτερα στη δημοκρατική κοινωνία.
Σε παράλληλο χρόνο, η κυβέρνηση εξακολουθεί να μην τάσσεται υπέρ της νομικής αναγνώρισης του όρου γυναικοκτονία, και ο Νόμος 4800/2021 για τη συνεπιμέλεια προβλέπει πως, ακόμα και αν έχει γίνει καταγγελία για ενδοοικογειακή βία, επιτρέπεται η υποχρεωτική συνεπιμέλεια και η επαφή των παιδιών με τους πατεράδες για τους οποίους έχει γίνει καταγγελία, ωσότου αποδειχθεί η ενοχή τους.
Όσο αφορά στις δομές για τη βία κατά των γυναικών, η γνωστή ακτιβίστρια από τη φεμινιστική συλλογικότητα «Το Μωβ», Σίσσυ Βωβού, είχε καταγγείλει σε ρεπορτάζ της Popaganda τα κρίσιμα κενά στη λειτουργία τους: «Aνησυχούμε για το τι θα γίνει με τις δομές για τη βία κατά των γυναικών, οι οποίες ζητάμε να αναβαθμιστούν και να πολλαπλασιαστούν, καθώς είναι υποστελεχωμένες. Οι δομές στηρίζονται σε μεγάλο βαθμό από προγράμματα ΕΣΠΑ και πρέπει να συνεχίσουν να λειτουργούν συγκεκριμένα και αποκλειστικά για τη βία κατά των γυναικών, όπως ορίζει και η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης».
Αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα λειτουργούν 42 συμβουλευτικά κέντρα και 18 ξενώνες φιλοξενίας. Τα περισσότερα συμβουλευτικά κέντρα είναι υποστελεχωμένα, ενώ όλα λειτουργούν 08:00-20:00, παραβλέποντας τις νυχτερινές ώρες κατά τις οποίες η ενδοοικογενειακή βία κλιμακώνεται. Οι ξενώνες φιλοξενίας, πέραν του ότι είναι λίγοι, δεδομένων των αναγκών που υπάρχουν στην κοινωνία, διαθέτουν μικρή χωρητικότητα. Συγκεκριμένα, ο κάθε ξενώνας μπορεί να φιλοξενήσει προσωρινά (από 3 έως 9 μήνες) έως και 20 γυναίκες με τα παιδιά τους ενώ συνολικά διαθέτουν 450 κλίνες, περίπου 58% λιγότερες απ’ ότι ενδείκνυται από τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης.