Μέτρα και σταθμά: Η αντιμετώπιση των Ουκρανών προσφύγων ανοίγει ξανά τη συζήτηση για το προσφυγικό

Η έννοια της λέξης «πρόσφυγας», όπως και τα δικαιώματα που απορρέουν από αυτήν, αποτυπώθηκε με σαφήνεια για πρώτη φορά το 1951 με τη Σύμβαση της Γενεύης. Σύμφωνα με αυτό το κείμενο, ως πρόσφυγας ορίζεται το «άτομο που λόγω βάσιμου φόβου δίωξης για λόγους φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, συμμετοχής σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα ή πολιτικών πεποιθήσεων ευρίσκεται εκτός της χώρας της ιθαγένειάς του και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του φόβου, δεν επιθυμεί να θέσει εαυτόν υπό την προστασία της εν λόγω χώρας». Η ευαλωτότητα, λοιπόν, που προκύπτει μέσω της δίωξης και της απειλής της ζωής δύναται να μετατρέψει κάποιο άτομο σε πρόσφυγα. Ωστόσο, παρά τη ξεκάθαρη εννοιολόγηση και τα παρόμοια πλαίσια που ωθούν τους ανθρώπους να αναζητήσουν ασφάλεια σε κάποια άλλη χώρα, η περίοδος που διανύουμε φανερώνει ότι, συχνά, δεν αντιμετωπίζονται όλοι οι πρόσφυγες το ίδιο.

Το 2015 ξεκίνησε η λεγόμενη «προσφυγική κρίση», όπου μεγάλες ροές ανθρώπων, κυρίως από τη Συρία, αλλά και γενικά από την Ασία και την Αφρική,αναζήτησαν άσυλο στην Ευρώπη. Το φαινόμενο της προσφυγιάς, βέβαια, δεν ήταν καινοφανές, απλά τότε εκδηλώθηκε πολύ πιο έντονα. Εκείνη την περίοδο, οι αιτούντες/αιτούσες άσυλο συνάντησαν υποστήριξη αλλά κυρίως αντιμετώπισαν καχυποψία από τις κοινωνίες υποδοχής, οι οποίες σύντομα ταύτισαν τις προσφυγικές ροές με εθνική και πολιτισμική απειλή, καθώς και με τη μιαρότητα (ενδεικτικά βλ. περιστατικό με δημοτικό σχολείο στο Πέραμα όπου οι γονείς αντέδρασαν αρνητικά στην είδηση ότι προσφυγόπουλα θα φοιτήσουν εκεί, μαζί με τα δικά τους παιδιά, 2017).

EPA/AMEL PAIN

Φθάνοντας στο σήμερα, όχι πολλά χρόνια αργότερα, στις 24 Φεβρουαρίου 2022, η Ρωσία εισβάλλει στην Ουκρανία, γεγονός που οδηγεί σε ένα νέο προσφυγικό κύμα: πάνω από 3 εκατομύρια κατοίκων της Ουκρανίας εγκαταλείπουν τη χώρα, προσπαθώντας να σωθούν από τον πόλεμο. Σε μια θετική εξέλιξη, οι γειτονικές (σε πρώτη φάση) χώρες της Ουκρανίας υποδέχονται αβίαστα τον κόσμο και ξεκινάνε ήδη οι επιχειρήσεις υποστήριξής του.

Φυσικά, η παραπάνω σύγκριση μπορεί να θεωρηθεί αρκετά απλοποιήμενη και ότι προσπερνάει βασικά κριτήρια, όπως τη γεωγραφική/γεωπολιτική θέση των χωρών (στη μία περίπτωση μιλάμε για μια ευρωπαϊκή χώρα, ενώ στην άλλη για χώρες της Ασίας και της Αφρικής) καθώς και το γενικότερο ιστορικό και πολιτικό τους πλαίσιο. Σίγουρα. Παρόλα αυτά, ενώ το πλαίσιο μπορεί να μην είναι το ίδιο, τα αποτελέσματα είναι παρόμοια και δε μπορεί παρά να προκαλέσει εντύπωση η διαφορετική αντιμετώπιση ευάλωτων πληθυσμών που, τελικά, αυτό που θέλουν είναι να γλυτώσουν από τον πόλεμο. Και το θέμα είναι ότι η διαφορετική αντιμετώπιση δεν αφορά απλώς κάποιες πεποιθήσεις, τις φιλικές μας διαθέσεις ή πόσο (πολιτισμικά) οικείους νιώθουμε τους ανθρώπους που μας χτυπάνε την πόρτα για προστασία· καθορίζει τον τρόπο και τους όρους που αυτοί φτάνουν σε άλλη χώρα, την ασφάλεια και την υποστήριξη που θα λάβουν, και τελικά κρίνει «ποιες ζωές αξίζουν να θρηνηθούν» (δανειζόμενος μία έκφραση της Judith Butler από το βιβλίο «Precarious Life»).

Αυτό ενδεχομένως να απορρέει και από τη συγκινησιακή ταύτιση των υπόλοιπων ευρωπαϊκών χωρών που δυσκολεύονταν να πιστέψουν ότι μία σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα (σαν αυτές) θα μπορούσε να είναι σημείο εκκίνησης του προσφυγικού ταξιδιού και όχι μόνο ο «πολυπόθητος» τελικός προορισμός. Μάλιστα, λίγες μέρες μετά την εισβολή, ο David Sakvarelidze, πρώην αναπληρωτής γενικός εισαγγελέας της Ουκρανίας, δήλωσε στο BBC ότι ήταν «συναισθηματικά φορτισμένος» γιατί έβλεπε «ευρωπαίους/ες με γαλάζια μάτια και ξανθά μαλλιά να σκοτώνονται καθημερινά», το οποίο προφανώς αντέκρουε τη μέχρι τώρα εικόνα της προσφυγιάς που έχει εδραιωθεί στον κοινό νου: αυτή τη στιγμή, δε μιλάμε για μη λευκές και μη ευρωπαϊκές οικογένειες αλλά για λευκά άτομα από την Ευρώπη (κυρίως γυναίκες, παιδιά και ηλικιωμένους), το οποίο αποτελεί πλήγμα στις φαντασιώσεις της Ευρώπης για τον εαυτό της και μία απότομη εξίσωση με τις κοινωνίες που έχει συνηθίσει να αντιμετωπίζει ως «υποανάπτυκτες», «απολίτιστες» και «απειλητικές». Πλέον, ο πόλεμος δε συμβαίνει «εκεί», οπού θεωρείται αυτονόητο, αλλά «εδώ», όπου θεωρείται αδιανόητο. Αξίζει να αναφερθεί η αντιμετώπιση των μη λευκών ατόμων που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την Ουκρανία, τα οποία ήρθαν σύντομα αντιμέτωπα με ρατσιστικές συμπεριφορές, τις οποίες δεν αντιμετώπισαν τα αντίστοιχα λευκά άτομα.

EPA/GABRIEL MONNET

Προς τι, όμως, αυτή η ρατσιστική αντιμετώπιση ακόμη και εντός της ομάδας των ατόμων που εγκαταλείπουν την Ουκρανία; Ανατρέχοντας στην ανάλυση των δεδομένων της Ευρωπαϊκής Κοινωνικής Έρευνας (αρχές του 2000) από τους/τις Θωμά Μαλούτα, Μάρω Παντελίδου-Μαλούτα, Ελένη Βαρίκα, Κύρκο Δοξιάδη και Γιώργο Κανδύλη για τον συλλογικό τόμο «Πολιτική, Κοινωνία, Πολίτες» (2007), βλέπουμε τρεις μορφές απειλών που φαίνεται να εκφράζουν οι «άλλοι» σύμφωνα με τις απαντήσεις της έρευνας: 1) προσωπική και κοινωνική απειλή που γίνεται αισθητή στην αγορά εργασίας, κοινωνικούς πόρους, υπηρεσίες κτλ., 2) προσωπική απειλή που αφορά την ατομική ασφάλεια και την περιουσία η οποία εδρεύει στην «παραβατική συμπεριφορά», και 3) «συνολική απειλή για τη συνοχή της υφιστάμενης κοινωνίας» η οποία «γίνεται αντιληπτή ως διάρρηξη των στοιχείων ομοιογένειας». Στη συνέχεια, αναφέρεται κιόλας ότι ένας από τους μεγαλύτερους παράγοντες απόρριψης του «άλλου» είναι η θρησκεία, η οποία είναι στενά συνδεδεμένη με την εθνική ταυτότητα σε πολλές κοινωνίες (μεταξύ αυτών και της ελληνικής). Το χρώμα, λοιπόν, και τα χαρακτηριστικά που δε θεωρούνται ευρωπαϊκά νοηματοδοτούνται με συγκεκριμένο τρόπο και μετατρέπονται σε γόνιμο έδαφος για τις παραπάνω φοβίες και προκαταλήψεις, αγνοώντας τελικά τη χώρα προέλευσης.

Σε αυτό το πλαίσιο, ίσως αξίζει να εικάσουμε ότι και η θεωρούμενη διάρκεια παραμονής παίζει ρόλο στην αντιμετώπιση των πληθυσμών. Οι οικογένειες από χώρες της Ασίας και της Αφρικής θεωρούνται ομάδες που ήρθαν για να μείνουν ενώ οι αντίστοιχες από την Ουκρανία χαρακτηρίζονται (σε θεωρητικό επίπεδο τουλάχιστον) από την προσωρινότητα, «τους βοηθάμε τώρα μέχρι να τελειώσει ο πόλεμος». Άραγε τι αντιμετώπιση θα έχουν αυτοί οι άνθρωποι αν ο πόλεμος δεν τελειώσει σύντομα και αρχίζουν να εγκαθίστανται στις χώρες υποδοχής, διεκδικώντας τις ίδιες υπηρεσίες, τους ίδιους πόρους και τις ίδιες θέσεις εργασίας (σε μια ήδη απαιτητική αγορά εργασίας) με τους ήδη κατοίκους; Αυτό μένει να το δούμε. Ρίχνοντας, βέβαια, μια ματιά στην Ελλάδα η οποία τις τελευταίες δεκαετίες είχε υπάρξει μεταναστευτικός προορισμός πολλών ανθρώπων (κυρίως από Βαλκανικές χώρες), οι προβλέψεις δεν είναι πολύ αισιόδοξες.

Ωστόσο, αυτά δεν αναφέρονται για να δημιουργηθεί ένα αίσθημα απόγνωσης ή ενοχής, ούτε για να «ζητηθούν τα ρέστα». Εξάλλου, κάτι τέτοιο δε θα ήταν καθόλου χρήσιμο ή ωφέλιμο. Περισσότερο, είναι μια έκκληση να κατανοήσουμε ότι άνθρωποι που βρίσκονται σε κίνδυνο αξίζουν αμέριστη υποστήριξη και συμπαράσταση, χωρίς διακρίσεις. Διότι οι προσφυγικές ροές δεν ξεκινούν και δεν σταματάνε με το Αφγανιστάν, τη Συρία, το Κονγκό, την Ουκρανία και τις άλλες χώρες· είναι ένα φαινόμενο που θα συνεχίσει να υπάρχει. Και παρά τους μηχανισμούς υποστήριξης που έχουν δημιουργηθεί, ιδίως τα τελευταία χρόνια, την εξειδίκευση και τη θεωρία, είναι απαραίτητη μια κοινωνία ενσυναίσθησης, η οποία να μπορεί να πει συλλογικά «Είμαστε με τους πρόσφυγες. Πάντα».

Tο έργο “Do the human right thing – Υψώνουμε τη Φωνή μας για τα Δικαιώματα των Προσφύγων” υλοποιείται στο πλαίσιο του προγράμματος Active Citizens Fund, με φορέα υλοποίησης το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες (ΕΣΠ) και εταίρους το Κέντρο Διοτίμα, την International Rescue Committee Hellas (IRC) και την Popaganda. Το πρόγραμμα ActiveCitizensFund, ύψους € 12εκ, χρηματοδοτείται από την Ισλανδία, το Λιχτενστάιν και τη Νορβηγία και είναι μέρος του χρηματοδοτικού μηχανισμού του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ) περιόδου 2014 – 2021, γνωστού ως EEAGrants. Το πρόγραμμα στοχεύει στην ενδυνάμωση και την ενίσχυση της βιωσιμότητας της κοινωνίας των πολιτών και στην ανάδειξη του ρόλου της στην προαγωγή των δημοκρατικών διαδικασιών, στην ενίσχυση της συμμετοχής των πολιτών στα κοινά και στην προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Τη διαχείριση της επιχορήγησης του προγράμματος Active Citizens Fund για την Ελλάδα έχουν αναλάβει από κοινού το Ίδρυμα Μποδοσάκη και το Solidarity Now. Περισσότερες πληροφορίες: www.activecitizensfund.gr.
«Οι απόψεις που εκφράζονται στο παρόν αποτελούν προσωπικές απόψεις του συντάκτη / της συντάκτριας και δεν απηχούν απαραίτητα τις απόψεις του Χρηματοδοτικού Μηχανισμού του ΕΟΧ ή του Διαχειριστή Επιχορήγησης του Προγράμματος Activecitizensfund στην Ελλάδα (Ίδρυμα Μποδοσάκη σε συνεργασία με το SolidarityNow)».
POPAGANDA

Share
Published by
POPAGANDA