Υπάρχει και Έλληνας Χάρβεϊ Γουάινσταϊν, είχε καταγγείλει η δημοσιογράφος Ξένια Κουναλάκη το 2018 σε συνέδριο για τα ΜΜΕ εντός της Βουλής. Οι άνθρωποι των media και τα αντίστοιχα blogs μαρτυρούσαν -μεταξύ τους- πως «Όλοι γνώριζαν». Κανένας όμως δεν μιλούσε ανοιχτά. Μέχρι τότε.
Είχε περάσει ένας χρόνος από τη στιγμή που η Alyssa Milano το 2017 έγραψε στο Twitter: «Εάν όλες οι γυναίκες που έχουν υποστεί σεξουαλική παρενόχληση ή βία γράψουν στο status #MeToo, ίσως δώσουμε στον κόσμο να καταλάβει το μέγεθος του προβλήματος». Αυτό το tweet, ύστερα από τη δημοσιοποίηση των περιστατικών σεξουαλικής παρενόχλησης από τον κινηματογραφικό παραγωγό Χάρβεϊ Γουάινσταϊν, πυροδότησε το κίνημα #MeToo, το οποίο δεν άργησε να εξαπλωθεί.
Εδώ, τηρούνταν σιγή ιχθύος. Μιλώντας με γυναίκες δημοσιογράφους τότε, χωρίς να διακρίνεται ούτε στον πιο μακρινό ορίζοντα το #MeToo στην Ελλάδα, εισέπραττες δισταγμό και άρνηση να μιλήσουν για αυτό που όλοι ήξεραν, κανείς όμως δεν το παραδεχόταν. Το φεμινιστικό κίνημα δεν σταματούσε όμως να φωνάζει, να διεκδικεί ορατότητα και να ανοίγει τον δρόμο.
Έτσι, το 2020, η Σοφία Μπεκατώρου έφερε το #MeToo στην Ελλάδα, χάρη στο κουράγιο και την γενναιότητά της και δημιουργήθηκε ο χώρος για να μιλήσουμε για τον ελέφαντα στο δωμάτιο, την σεξουαλική παρενόχληση, την κακοποίηση, τον βιασμό, τη γυναικοκτονία.
Στις αρχές του 2021, η Έλενα Ακρίτα, με αφορμή τις αποκαλύψεις για την συμπεριφορά του Γιώργου Κιμούλη απέναντι σε γυναίκες ηθοποιούς, είχε γράψει: «Ανοίγουν τα στόματα στο θέατρο. Άντε να ανοίξουν και στη δημοσιογραφία. Έντυπη και τηλεοπτική».
Μετά από λίγο καιρό, έγινε καταγγελία εις βάρος του Τάκη Χατζή, για απόπειρα βιασμού με τη χρήση βίας εναντίον «ανυποψίαστης γυναίκας δημοσιογράφου και μητέρας ανήλικων παιδιών», την οποία έφερε στο φως ο δημοσιογράφος και ανταποκριτής της ΕΡΤ, Αλέκος Μάρκελλος.
Έφτασε λοιπόν το 2022 και το κάλεσμα από το Balkan Investigative Reporting Network (BIRN) και την δημοσιογράφο Ελένη Σταματούκου που απευθυνόταν σε επαγγελματίες των media και ζητούσε την συμπλήρωση ενός ερωτηματολογίου σχετικά με την βία μέσα από τις κλειστές πόρτες των ΜΜΕ. Τα αποτελέσματα της έρευνας συμπυκνώνονται με συγκλονιστικές απαντήσεις γυναικών δημοσιογράφων που έχουν υποστεί βία, συνοδεία γραφημάτων και στατιστικών – όλα αυτά υπό τον τίτλο «Κώδικας Σιωπής: Φόβος, Στίγμα και Παρενόχληση των Ελληνίδων Δημοσιογράφων».
«Ο 55χρονος διευθυντής ειδήσεων με ανάγκαζε να πάω σε μια γωνία και με παγίδευε ώστε να αγγίξει το σώμα μου. Μερικές φορές, είχε εκρήξεις θυμού και μας απέλυε… Αργότερα, η συντάκτρια μου, μια αυστηρή γυναίκα, με έλεγε ηλίθια. Μου το είπε τόσες φορές που τελικά το πίστεψα» αναφέρει μια 33χρονη δημοσιογράφος στο BIRN.
Ωστόσο, τα media «δεν βγάζουν τα άπλυτά τους στη φόρα, έτσι οι κραδασμοί οποιασδήποτε κρίσης απορροφούνται. Αλλά ούτε η ένωσή μας, με τις αργές, απαρχαιωμένες διαδικασίες της, ευνοεί τις καταγγελίες», επισημαίνει η Λίνα Γιάνναρου, δημοσιογράφος στην Καθημερινή.
Πώς ξεκίνησε αυτή η έρευνα στο BIRN; «Εδώ και πολύ καιρό, μαζί με την αρχισυντάκτριά μου Dusica Tomovic και τους υπόλοιπους συντάκτες του Balkan Insight, μας απασχολούσε το θέμα του #metoo στη δημοσιογραφία. Είχε προηγηθεί και η έρευνά μας για τη θέση των γυναικών μέσα στις αίθουσες σύνταξης στα Βαλκάνια. Γενικότερα το Balkan Insight ασχολείται και αναδεικνύει θέματα που αφορούν τα έμφυλα ζητήματα, αλλά και ότι αφορά στην ελευθερία του Τύπου στην περιοχή της Κεντρικής και Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Ήταν λοιπόν λογικό να αποφασίσουμε να ασχοληθούμε ερευνητικά με το συγκεκριμένο θέμα» σχολιάζει η Ελένη Σταματούκου στην Popaganda, ευχαριστώντας την Εφημερίδα των Συντακτών για την αναδημοσίευσή της έρευνας στα ελληνικά.
Σύμφωνα με την έρευνα, το 43% των ερωτηθέντων υπήρξε θύμα περιστατικών σεξουαλικής φύσης, το 35% δέχτηκε λεκτική παρενόχληση, το 81% αντιμετώπισε τα περιστατικά εντός της εργασίας με το 51% των θυτών να είναι ιεραρχικά ανώτεροι. Το 53,8% των θυμάτων δεν ανέφερε το περιστατικό από φόβο ότι δεν θα λάβει καμία υποστήριξη. Μάλιστα, τα δύο τρίτα των ερωτηθέντων ομολογεί ότι στα μέσα όπου εργάζονται δεν διαθέτουν διαδικασίες όπου οι υπάλληλοι μπορούν να προβούν σε καταγγελίες.
«Να σημειωθεί ότι οι γυναίκες δημοσιογράφοι που μίλησαν στο BIRN το έκαναν με την προϋπόθεση ότι δεν θα αποκαλυφθεί η πραγματική τους ταυτότητα. Η έρευνα δυστυχώς απέδειξε αυτό που όλοι ήδη γνωρίζαμε αλλά αποφεύγαμε να μιλήσουμε για αυτό», συμπληρώνει η δημοσιογράφος.
«Δεν έχω νιώσει την αίσθηση της ασφάλειας από κανέναν, πουθενά, ούτε σε συναδελφικό επίπεδο. Νιώθω ότι θα κουτσομπολέψουν και θα με κατηγορήσουν ότι είμαι τρελή»
Στην έρευνα συμμετείχαν γύρω στα 40 άτομα, εκ των οποίων το 92% ήταν γυναίκες. «Δώδεκα γυναίκες άφησαν τα προσωπικά τους στοιχεία για να έρθουμε σε προσωπική επαφή μαζί τους. Είναι πολύ δύσκολο για τα θύματα να μιλήσουν. Ο φόβος του στιγματισμού, ότι θα χάσουν τη δουλειά τους, ότι κανείς δε θα τους πιστέψει, ότι δεν θα βρουν υποστήριξη είναι κάποιοι από τους λόγους. Γυναίκες μας ανέφεραν ότι ενώ κατήγγειλαν την παρενόχληση/κακοποίησή τους η υπόθεσή τους θάφτηκε. Όλα αυτά αποτελούν ανασταλτικούς παράγοντες για τα θύματα να μιλήσουν, πόσο μάλλον επώνυμα».
«Το θέμα έχει να κάνει με το πότε θα είναι έτοιμο το θύμα και θα νιώσει την ασφάλεια να μιλήσει και όλα αυτά σε συνδυασμό με την ύπαρξη ενός προστατευτικού πλαισίου καθώς και αξιοκρατικών διαδικασιών για την αντιμετώπιση τέτοιων περιστατικών. Δεν είναι τυχαίο ότι μέχρι στιγμής τα περισσότερα ΜΜΕ δεν έχουν διαδικασίες, ενώ οι περισσότερες καταγγελίες έχουν γίνει στα κοινωνικά δίκτυα», προσθέτει η Ελένη Σταματούκου, σημειώνοντας ότι καμία καταγγελία δημοσιογράφου δεν πυροδότησε κάποια εισαγγελική ή άλλου είδους έρευνα, όπως έγινε στην περίπτωση της Σοφίας Μπεκατώρου.
Είναι έτοιμος ο κλάδος για τέτοιες συζητήσεις ουσιαστικές και εις βάθος; «Τα ελληνικά ΜΜΕ δεν είναι ακόμα έτοιμα να συζητήσουν για το #MeToo στον κλάδο. Ωστόσο, θέλω να είμαι αισιόδοξη. Πιστεύω ότι μετά την έρευνα του Balkan Insight θα ακολουθήσουν και άλλα ρεπορτάζ και αναλύσεις από δημοσιογράφους σε ελληνικά ΜΜΕ, που θα αναδείξουν το θέμα. Θεωρώ ότι η εποχή είναι η πιο κατάλληλη για να αρχίσει αυτή συζήτηση. Για να δούμε όμως αλλαγές στον χώρο μας, χρειάζεται πολύς χρόνος. Χαίρομαι γιατί η συζήτηση από τα κοινωνικά δίκτυα πέρασε πια και στα ΜΜΕ, και αυτό είναι μια σημαντική αρχή. Ελπίζω τώρα να επεκταθεί και σε ανθρώπινο επίπεδο και σε πραγματικό χρόνο. Οι επόμενες γενιές δημοσιογράφων σίγουρα θα είναι σε καλύτερη μοίρα από εμάς».
Η Μαρία Λιάσκα, δημοσιογράφος, μίλησε στο BIRN για τη δική της κακοποίηση σε ηλικία 19 χρονών από ανώτερό της. «Αν θέλεις να πας μπροστά, θα ήταν καλό να έρθεις σε ένα επαγγελματικό ταξίδι μαζί μου» έλεγε το μήνυμα που είχε λάβει από προϊστάμενό της στο δημοσιογραφικό μέσο που έκανε πρακτική, μετά από το οποίο ακολούθησε ψυχολογικός πόλεμος στο πρόσωπό της. «Πήγαινα στη δουλειά με τρόμο, έφευγα με τρόμο, κοιμόμουν με κλάματα, ξυπνούσα με κλάματα! Και όλοι γύρω είχαν καταλάβει, ήξεραν τι είχε συμβεί! Όλοι ήξεραν, αλλά κανείς δε μιλούσε! Όχι τόσο από φόβο, αλλά κυρίως από συνήθεια… Ήταν κάτι συνηθισμένο την εποχή εκείνη!», σχολιάζει.
«Στη συνέντευξή της είπε κάτι πολύ σημαντικό. Ότι θέλει η δική της ιστορία, το δικό της πρόβλημα, να γίνει πρόβλημα του χώρου», λέει η Ελένη Σταματούκου.
Η Αργυρώ Γιαννουδάκη κατήγγειλε τον εκλιπόντα δημοσιογράφο Γιάννη Διακογιάννη για παρενόχληση, αναγνωρίζοντας ότι η φωνή της δεν θα ακουστεί, γιατί: «δεν είμαι δημοφιλής (ποτέ δεν το επεδίωξα άλλωστε), ούτε εγώ ούτε οι απόψεις μου, και κανένα #metoo δεν θα ξεσηκωθεί για πάρτη μου, παρότι χιλιάδες γυναίκες συνάδελφοί μου, έχουν παρενοχληθεί και κακοποιηθεί σεξουαλικά από επιφανείς και υπεράνω υποψίας υπέρλαμπρους και σούπερ δημοφιλείς δημοσιογράφους. Δεκαετίες τώρα τα λέμε μεταξύ μας, άλλες τα παράτησαν, άλλες υπέκυψαν για να κάνουν καριέρα και λεφτά και άλλες συνεχίζουν στον δρόμο που χάραξε η καθεμιά, καμιά όμως δεν δικαιώθηκε». Απέναντί της, βρήκε -όπως κάθε γυναίκα- τους γραφικούς αρνητές που αναρωτιούνται «γιατί τώρα;», λες και νωρίτερα θα την άκουγαν. Αφού η συγκεκριμένη είχε όντως μιλήσει και στο παρελθόν, και σε εκδήλωση της ΕΣΗΕΑ και σε δημοσιογράφους, χωρίς να ενδιαφερθεί κανένας φορέας να προβεί σε περαιτέρω ενέργειες. «Ας κριθώ, λοιπόν, κι εγώ γι’ αυτό που έκανα, ότι το δημοσιοποίησα την ημέρα του θανάτου του, αλλά να κριθεί κι εκείνος γι’ αυτό που έκανε, γιατί δεν κρίθηκε ποτέ. Δυστυχώς, δεν είχε τελειώσει αυτό το πράγμα για μένα. Ένιωθα ότι είχαμε ανοιχτούς λογαριασμούς που έπρεπε να κλείσω», δηλώνει η ίδια.
Από την Έλλη Στάη μέχρι την λιγότερο αναγνωρίσιμη γυναίκα δημοσιογράφο στα εγχώρια ΜΜΕ, πρέπει να υπάρχει προστατευτικό πλαίσιο και θεσπισμένες διαδικασίες, ώστε να μπορεί η κάθε γυναίκα να νιώθει την ασφάλεια να μιλήσει. Γιατί μέχρι τώρα, σύμφωνα με την 33χρονη που μιλά στο BIRN και προτιμά να μείνει ανώνυμη: «Δεν έχω νιώσει την αίσθηση της ασφάλειας από κανέναν, πουθενά, ούτε σε συναδελφικό επίπεδο. Νιώθω ότι θα κουτσουμπολέψουν και θα με κατηγορήσουν ότι είμαι τρελή».
Όπως σημειώνει η Ελένη Σταματούκου στην Popaganda: «Η ενημέρωση, η ανάδειξη αυτών των θεμάτων μέσω ερευνών, συνεντεύξεων από τους δημοσιογράφους, η μεταξύ μας αλληλεγγύη, η διοργάνωση συζητήσεων και ερευνών σε ακαδημαϊκό επίπεδο αλλά και σεμιναρίων θα βοηθήσει και θα πιέσει τα ΜΜΕ να υιοθετήσουν πολιτικές και πρακτικές προστασίας. Όσο ασχολούμαστε με το θέμα, όσο μιλάμε για αυτό και το συζητάμε ανοιχτά, τόσο αυτό θα βοηθήσει στο να ασκηθεί μεγαλύτερη πίεση στις ενώσεις μας και στα μέσα στα οποία δουλεύουμε. Μιλάμε επί της ουσίας για αλλαγή κουλτούρας και τρόπου σκέψης, μια διαδικασία χρονοβόρα και επίπονη, αλλά αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν θα αλλάξει κάποια στιγμή».
Ο σοβαρός αυτός διάλογος που αφορά στην βία που ασκείται εντός του κλειστού, μιντιακού χωριού οφείλει να διεξαχθεί σε συστημικό και καθολικό επίπεδο. Ήδη έχει ανοίξει, αργά αλλά σταθερά, και συνεχίζουμε να τον ανοίγουμε ένα βήμα τη φορά, μέχρι να χωρέσει κάθε φωνή και να στηρίξει κάθε γυναίκα που έχει υποστεί κακοποίηση. Μέχρι να φροντίσει η βιομηχανία των media, η λεγόμενη και Τέταρτη Εξουσία, να εντάξει την τακτική εκπαίδευση περί έμφυλων ανισοτήτων και έμφυλης βίας στον κορμό της λειτουργίας κάθε οργανισμού, να έχει οδηγούς που αναλύουν τα βήματα που πρέπει να πάρει το εκάστοτε άτομο για να καταγγείλει κάποιο περιστατικό, να δίνει χώρο στην ενδυνάμωση και να προβλέπει ξεκάθαρες διαδικασίες καταγγελίας και απομάκρυνσης για άτομα που έχουν παρενοχλητικές συμπεριφορές. Μέχρι να μην υπάρχει καμία ανοχή στην παρενόχληση και σε καμίας μορφής βία.
Ας είναι το 2023 η χρονιά που θα φέρει την αλλαγή στα ΜΜΕ. Έφτασε η ώρα.