Όλα αυτά τα έκανε με μεγάλη επιτυχία ο Κώστας Τσαρτσαρής. Γι’ αυτό είναι ο δεύτερος σε τίτλους στην ιστορία του ελληνικού μπάσκετ (μετά τον Φραγκίσκο Αλβέρτη). Και γι’ αυτό είναι ένας από τους καλύτερους ρολίστες που πέρασαν από τα ευρωπαϊκά γήπεδα, τουλάχιστον τα τελευταία 20 χρόνια.
Το περασμένο καλοκαίρι εγκατέλειψε ιδανικά την ενεργό δράση, κάνοντας ένα σπουδαίο ματς στον τρίτο τελικό του πρωταθλήματος. Τον συναντήσαμε, πιο χαλαρό απ’ ότι μας είχε συνηθίσει εν δράσει, και μιλήσαμε για όλους και για όλα…
ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ ΠΡΩΤΑΘΛΗΤΗΣ
Πώς ήταν το πρώτο καλοκαίρι ως πρώην μπασκετμπολίστας;
Ο πρώτος μήνας ήταν πολύ δύσκολος. Ήταν ακόμα πολύ νωπά όλα. Το πρωτάθλημα, η ανακοίνωσή μου, το εορταστικό παιχνίδι στο ΟΑΚΑ που βραβεύθηκα. Για πολλά βράδια στη σειρά δεν κοιμόμουν καλά.
Δε φάνηκε αυτό πάντως, στη φιέστα έδειχνες όπως πάντα ατάραχος και ψύχραιμος…
Η ψυχή και η καρδιά μου το ήξερε. Ήταν μια δύσκολη απόφαση που δεν την έλαβα όμως σε μια νύχτα. Την είχα πάρει από την αρχή της χρονιάς, αφού το ζύμωσα καλά στο μυαλό μου και το συζήτησα με την οικογένειά μου. Δεν ήταν αυθόρμητη, αλλά πολύ συνειδητοποιημένη απόφαση.
Υπήρξε κάποια στιγμή που συνειδητοποίησες ότι όντως έχεις σταματήσει;
Τον Αύγουστο που ξεκίνησε η προετοιμασία, έγραφαν οι εφημερίδες «Μαζεύτηκε ο Παναθηναϊκός», δημοσίευαν οι εφημερίδες και δεν ήμουν εκεί.
Ισχύει ότι έφτασες ένα βήμα πριν την αποχώρηση από την ενεργό δράση πέρυσι το καλοκαίρι;
Ήθελα να παίξω άλλον έναν χρόνο και περίμενα να δω τι θα μου πει και ο Παναθηναϊκός. Ήρθε ο κόουτς Πεδουλάκης που με ήξερε και τον ήξερα, ήταν και μια δύσκολη χρονιά στην οποία έπρεπε να παίξω το ρόλο του «παλιού» κι έτσι έγινε η επιθυμία μου πραγματικότητα. Αν ήταν άλλος προπονητής και δεν ζητούσε την παραμονή μου, θα είχα σταματήσει. Δε θα πήγαινα να παίξω αλλού, το θεωρούσα πισωγύρισμα. Όταν συμφωνήσαμε, παρακαλούσα μέσα μου να πάει καλά η ομάδα γιατί ήθελα να σταματήσω στην κορυφή.
Τι σημαίνει να κάνεις πρωταθλητισμό επί 11 χρόνια σε μια ομάδα όπως ο Παναθηναϊκός;
Είναι ζόρικο. Δεν υπάρχει το περιθώριο να κάνεις ήττα. Πρέπει να τους κερδίζεις όλους, να παίρνεις όλους τους τίτλους. Είσαι παντού φαβορί, ακόμα κι όταν καμιά φορά λες ότι είσαι αουτσάιντερ.
Αυτή η πίεση έχει να κάνει με τοις απαιτήσεις που δημιούργησε ο Παναθηναϊκός των έξι ευρωπαϊκών τίτλων ή είναι απλά ελληνικό φαινόμενο;
Συνδυασμός και των δύο θα έλεγα, βέβαια στην Ελλάδα είσαι λίγο παραπάνω υποχρεωμένος να νικάς. Μπορεί να έχει κάνει και με το γεγονός ότι δεν υπάρχει μια ποδοσφαιρική ομάδα που να έχει διακρίσεις στο Champions League. Ας πούμε, στην Ισπανία η λάμψη της ποδοσφαιρικής Μπαρτσελόνα αφαιρεί πίεση από τον Ναβάρο, ενώ εμείς εδώ στον Παναθηναϊκό λειτουργήσαμε και ως αποκούμπι του απογοητευμένου από το ποδόσφαιρο οπαδού του.
Το σκεφτόσουν αυτό όταν έμπαινες να παίξεις τελικούς με τον Ολυμπιακό;
Φυσικά. Αφού μας σταματάγανε στο δρόμο και μας έλεγαν «μπορείτε να χάσετε από οποιονδήποτε, όχι από αυτούς». Το άγχος σε αυτά τα ματς είναι εικοσαπλάσιο.
Έχεις κερδίσει 22 τίτλους, 21 με τον Παναθηναϊκό και το Ευρωμπάσκετ στο Βελιγραδι…
(διακόπτει γελώντας) 23, ξεχνάς ένα κύπελλο που πήρα στην Ισλανδία.
Τελικά τι είναι αυτό που ξεχωρίζει τους απλά καλούς παίκτες από τους πρωταθλητές;
Πρώτο και κύριο, οι προσωπικές φιλοδοξίες. Προφανώς παίζουν ρόλο οι ικανότητες και σίγουρα χρειάζεται να έχεις την τύχη να περιβάλλεσαι από τους σωστούς ανθρώπους (συμπαίκτες – προπονητή). Αλλά, πρέπει να βρίσκεις το κίνητρο μέσα σου. Φτάνεις ας πούμε τους 10 τίτλους, τι λες; Να πάω 15, πόσοι έχουν 15; Φτάνεις 15, μετά πρέπει να βρεις κάτι άλλο.
Στον Παναθηναϊκό είχαμε φτάσει σε ένα σημείο να παίρνουμε τους τίτλους και να μην πηγαίνουμε στα μπουζούκια, επειδή το θεωρούσαμε φυσικό. Επειδή όλοι το περίμεναν από μας.
Κι όλα αυτά, όσον αφορά την Ελλάδα, απέναντι σε μερικές καταπληκτικές ομάδες του Ολυμπιακού…
Βέβαια, το ξαναλέω, θεωρούσαν όλοι δεδομένο το νταμπλ και λίγοι αναλογιζονταν ότι αυτό συνέβαινε απέναντι σε έναν σπουδαίο αντίπαλο, συνήθως στα 5 παιχνίδια και συνθήκες έντασης που όλοι γνωρίζουμε με επεισόδια, κουβέντα για παρασκήνια κτλ. Το πιο εύκολο πρωτάθλημα τελικά ήταν το φετινό, όπως δείχνει το 3-0. Αλλά, ταυτόχρονα, ήταν και πολύ σημαντικό. Κάναμε διπλό break στην έδρα του δις πρωταθλητή Ευρώπης, ενώ μας έλεγαν ξεγραμμένους. Έλεγαν ότι στον Παναθηναϊκό ήρθαν όσοι δεν είχαν ομάδα ή ότι έπαιζαν πρώην μπασκετμπολίστες.
Εσύ ήσουν αυτός υποτίθεται…
Ναι, το ξέρω. Τι νομίζεις; Ότι δεν τα διάβαζα; Όμως κοίτα που και στην Ευρώπη μια ανάσα φτάσαμε από το F4, αλλά αγχωθήκαμε ανεπίτρεπτα στο τέταρτο ματς με την Μπαρτσελόνα.
Ποια είναι η πιο ισχυρή ανάμνηση από το τελευταίο σου παιχνίδι στο ΣΕΦ; Η δική σου τρομερή απόδοση ή ότι τελείωσες την καριέρα σου σε ένα παιχνίδι που δεν τελείωσε ποτέ;
Σίγουρα έχει τεράστια σημασία ότι έφυγα με ψηλά το κεφάλι, είναι όνειρο κάθε αθλητή αυτό. Από εκεί και πέρα πιστεύω ότι ακόμα και να συνεχιζοταν το ματς, πάλι θα το παίρναμε. Τα όσα έγιναν, δυστυχώς τα έχουμε συνηθίσει εμείς οι αθλητές.
ΟΣΚΑΡ Β’ ΡΟΛΟΥ
Στη δική σου περίπτωση όλα έγιναν αθόρυβα, πάντα ήσουν ο ρολίστας πολυτελείας, η κόλλα της ομάδας πίσω από τους σούπερ σταρ. Είναι λίγο άδοξος αυτός ο ρόλος;
Ο ρολος μου ήταν δεύτερος, το ήξερα αυτό. Στις μεγάλες ομάδες όμως είναι απαραίτητοι τέτοιοι παίκτες. Οι προπονητές δεν περίμεναν από μένα 15 πόντους μέσο όρο. Ήξεραν όμως ότι θα παίξω άμυνα, θα παρω ριμπάουντ, θα πασάρω σωστά. Θυμάμαι όταν πρωτοπήγα στον Παναθηναϊκό μου έλεγαν οι δικοί μου «γιατί δε σουτάρεις περισσότερο;». Δεν μπορούσαν να καταλάβουν ούτε εκείνοι, αλλά ούτε ο πολύς κόσμος ότι ο Ομπράντοβιτς δε μου ζητούσε αυτό. Εγώ τον άκουσα και το εξαργύρωσα μένοντας 11 χρόνια σε τροχιά πρωταθλητισμού.
Πρωτοσέλιδα ομως γίνονταν ο Σπανούλης, ο Διαμαντίδης, ο Σάρας. Ήταν δύσκολο να το αποδεχθείς αυτό;
Τώρα που βλέπω τους τίτλους μου, αισθάνομαι απόλυτα δικαιωμένος. Χρειάζεται μια πνευματική διεργασία για να καταλάβεις το ρόλο σου και να ορίσεις τον εγωισμό σου. Χρωστάω πολλά στον Ζοτς. Μου έριξε πολλές φάπες στην αρχή, έφαγα πάγκο, αλλά βγήκα κερδισμένος. Για παράδειγμα, στο Περιστέρι μπορεί και να έκλέβα λίγο στην άμυνα, αφού έπαιζα 40 λεπτά. Στον Παναθηναϊκό αυτό απλά δεν επιτρεπόταν. Όλοι οι προπονητές που είχα με βοήθησαν. Ο Πεδουλάκης, ο Ζευγώλης που μου με έβαλε πιτσιρικά βασικό στην Α1 με τη Νήαρ Ηστ, ο Γιαννάκης που με πήρε στην Εθνική πρώτη φορά, ο Ιωαννίδης παρότι με έκοψε τρεις φορές από την Εθνική.
Ο «ξανθός» δεν έλεγε ότι μαρκάρεις καλύτερα από κάθε άλλον τον Νοβίτσκι;
Ναι, έμεινε αυτό μετά από ένα φιλικό. Αλλά κι εκείνη τη χρονιά με έκοψε (γέλια).
Θυμάμαι όταν πρωτοπήγα στον Παναθηναϊκό μου έλεγαν οι δικοί μου «γιατί δε σουτάρεις περισσότερο;». Δεν μπορούσαν να καταλάβουν ούτε εκείνοι, αλλά ούτε ο πολύς κόσμος ότι ο Ομπράντοβιτς δε μου ζητούσε αυτό.
Ο πιο δύσκολος αντίπαλος;
Ο μακαρίτης ο Αλφονσο Φορντ. Δεν έπαιζε στη θέση μου, αλλά ήταν υπερφυσικός. Είχε άπειρους τρόπους να φτάνει στο καλάθι.
Οι ομάδες που γίνονται πρωταθλήτριες; Πού φτιάχνουν τον χαρακτήρα τους;
Στις ήττες. Όσο πιο νωρίς έρχονται στη σεζόν, τόσο καλύτερα. Χάνεις, πλακώνεσαι στο βίντεο, πλακωνεσαι και στα μπινελίκια και το διορθώνεις. Όταν χάναμε με τον Ζοτς, την επόμενη ημέρα γινόταν της πουτάνας. Αυτή η διαδικασία επαναλαμβανόταν, με κάποια αφορμή ήττας, κάθε χρονιά. Ας πουμε πέρυσι κάτσαμε και συζητήσαμε πολύ μεταξύ μας μετά το ματς με τον Ίκαρο Καλλιθέας.
Έπαιξε ρόλο στις αποτυχίες του Παναθηναϊκού ότι τα αποδυτήρια είχαν στεγανά;
Πάρα πολύ μεγάλο. Ήταν κι ο Ζοτς σερίφης, αλλά καταλαβαίναμε κι εμείς ότι ήταν προς όφελός μας να μην λέμε πολλά. Όποιος ερχόταν έμπαινε στο νόημα, διαφορετικά είχε πρόβλημα. Ακόμα κι άρρωστοι να ήμασταν, ήταν απόφαση της ομάδας αν θα έβγαινε προς τα έξω.
Η καλύτερη ομάδα που είχε ποτέ ο Παναθηναϊκός;
Το 2009 έβλεπες το ρόστερ κι έλεγες «πλάκα μου κάνεις». Απίστευτα ονόματα. Όμως νομίζω ότι το 2007 ίσως παίξαμε λίγο καλύτερο μπάσκετ. Καις τις δύο χρονιές καταλήξαμε σε τρεμπλ.
Πώς σου φάνηκε το 2012 που έχασες για πρώτη φορά το πρωτάθλημα;
Ήταν πολύ περίεργα. Εκεί θυμήθηκα τον Φράνκι που πάντα μας έλεγε «το νου σας στο πρωτάθλημα, είναι η τελευταία γεύση και τυχόν καζούρα θα μας ακολουθεί για αρκετούς μήνες».
Tο F4 της Κωνσταντινούπολης πόνεσε που είδατε τον Ολυμπιακό στον θρόνο;
Ζηλέψαμε, αλλά τους παραδεχθήκαμε και δημοσίως.
Αν είχες τη δυνατότητα όμως θα έσβηνες το καλάθι του Πρίντεζη;
Όχι μωρέ, δεν σκεφτόμαστε έτσι. Κι αυτά τα παιδιά αμφισβητήθηκαν πολύ και το άξιζαν.
Page: 1 2