Categories: ΡΕΠΟΡΤΑΖ

Κορονοϊός: Μια παρέα φίλων αποφάσισε να βγει έξω, εν μέσω πανδημίας, για καλό σκοπό

Το ραντεβού μας ήταν στις 2μμ στο Σύνταγμα. Είχα πέντε μέρες να κατέβω στο κέντρο της Αθήνας, όσο πλησίαζα κι αποκαλύπτονταν μπροστά μου η τρομακτική ερήμωση, ένιωθα το πρόσωπο μου να πετρώνει κάτω από τη χειρουργική μάσκα. Η εικόνα της κεντρικής πλατείας της πόλης έμοιαζε στατική.

Τίποτα δε σάλευε. Ούτε καν τα βαριά σύννεφα που τη σκέπαζαν, για να μας θυμίζουν ότι αυτή η Άνοιξη θα ναι αλλιώτικη, ότι μπορεί να μην είναι καν Άνοιξη παρά μόνο ένα μουντό απόκοσμο κάδρο που δε σκηνοθέτησαν ούτε οι πιο εσωστρεφείς κινηματογραφιστές. 

Αναθάρρησα μόνο όταν τους βρήκα. Ήταν σαν πολύχρωμα ξωτικά στη Μορντορ. Έσερναν μπόλικες τσάντες με φαγητό, γλυκά, χαρτί υγείας, υγρά μαντηλάκια, σερβιέτες, σαπούνια, μπισκότα, κρέμες ημέρας με σκοπό να τα μοιράσουν σε αυτούς και αυτές που ζουν στο δρόμο και τα έχουν ανάγκη. Το κάνουν αυτό κάθε μέρα από τις 17 Μαρτίου.

Δεν είναι ΜΚΟ, ούτε φιλανθρωπική οργάνωση. Είναι μια παρέα νέων ανθρώπων που δεν ένιωθε πολύ άνετα με την ιδέα να μείνουν σπίτι, όταν κάποιοι άλλοι δεν έχουν σπίτι, δεν έχουν κανένα σημείο ασφάλειας να ακουμπήσουν, ούτε ένα κομμάτι ελπίδας να κρατήσουν σφιχτά στα χέρια τους. Αυτό μάλλον ήθελαν περισσότερο να τους προσφέρουν ο Ηλίας, η Τόνια, οι φίλες και οι φίλοι που ανταποκρίθηκαν, ένα κομμάτι ελπίδας κρυμμένο σε μαγειρεμένο κοτόπουλο και συσκευασμένο σε χειροποίητα σακουλάκια με είδη υγιεινής. 

Ο Ηλίας και η Τόνια γνωρίστηκαν μέσα από αλληλέγγυες και φεμινιστικές δράσεις. Μετά το πρώτο μούδιασμα που έφερε αυτή η πρωτόγνωρη κατάσταση, αποφάσισαν το απόθεμα ενέργειας και φροντίδας που διαθέτουν, να το αξιοποιήσουν για να ελαφρύνουν αυτούς που βρέθηκαν εντελώς αβοήθητοι. Η ούτως ή άλλως δύσκολη καθημερινότητα των αστέγων επιδεινώθηκε ραγδαία από τις τελευταίες εξελίξεις. Αφενός βρίσκονται έξω χωρίς δυνατότητα προστατευμένης απομόνωσης και χωρίς να διαθέτουν τα απαραίτητα μέσα κάλυψης, αφετέρου πολλές κοινωνικές υπηρεσίες ατόνησαν τη λειτουργία τους, τα μαγαζιά που πρόσφεραν μια ελάχιστη βοήθεια έκλεισαν και οι περαστικοί που έριχναν μια ματιά εξαφανίστηκαν.

Έτσι βρέθηκαν ολότελα μόνοι. Τα παιδιά, λοιπόν, πήραν την πρωτοβουλία, άρχισαν να μαγειρεύουν και να συλλέγουν είδη πρώτης ανάγκης, να τα διανέμουν στους ανθρώπους που μένουν σε χαρτόκουτα και κουβέρτες, να αναζητούν στήριξη μέσα από τα  social media και κάπως αναπάντεχα να τη βρίσκουν – σημάδι πως ακόμα και στο άνυδρο τοπίο του αρχέγονου φόβου κάτι φυτρώνει.

Στρίβουμε στην Καραγιώργη Σερβίας, εκεί σε μια στάση λεωφορείου με μια πελώρια διαφήμιση «Μένουμε σπίτι» ζει η κυρία Άννα. Η Τόνια υποθέτει ότι έχει άνοια γιατί κάθε φορά τους ρωτάει από πού είναι. Θυμάται, όμως, τις γεύσεις των φαγητών. «Αυτό που φέρατε χθες – λέει – ήταν πολύ νόστιμο, ζουμερό σαν μπιφτέκι, είχε και λαχανικά». Μαγειρεύουν σπίτι τους ο καθένας, όσες μερίδες αντέχουν. Για σήμερα η Τόνια έχει φτιάξει ομελέτα με πατάτες, τυρί και ωμοπλάτη, ο Νίκος και ο Ηλίας σάντουιτς, η Α. κοτόπουλο με πλιγούρι και κριθαράκι με μανιτάρια. Σε κάθε άτομο αφήνουν εκτός από μια μερίδα φαγητό, ένα φρούτο, μπουκαλάκι με νερό, χαρτί υγείας, μπισκότα ή γλυκάκι.

Στην Κολοκοτρώνη δίπλα στην παλιά Βουλή κάθονται άλλα δύο άτομα. Στη Σταδίου κάτω από το υπόστεγο του κτιρίου της Εθνικής Τράπεζας άλλα τρία, ανάμεσα τους και η κυρία Ορέστια με πολλά ανοιγμένα φύλλα χαρτί που φανερώνουν την καλλιγραφία της. Σκέφτομαι ότι όλοι οι άστεγοι που έχουμε συναντήσει μέχρι τώρα  στέκονται σε σημεία που συμβολίζουν μια στιβαρή αντίληψη Πολιτείας και ότι κάπως ασυναίσθητα και ακούσια, την απογυμνώνουν. 

Για σήμερα η Τόνια έχει φτιάξει ομελέτα με πατάτες, τυρί και ωμοπλάτη, ο Νίκος σάντουιτς, η Α. κοτόπουλο με πλιγούρι και κριθαράκι με μανιτάρια, ο Ηλίας ρύζι με λαχανικά.

Προχωράμε στην Κλαυθμώνος, κάτω από τις σκάλες μένει ένα ζευγάρι. Αυτοί τουλάχιστον είναι λιγότερο μόνοι, έχουν ο ένας τον άλλον ή έτσι τουλάχιστον προτιμώ να εικάζω, ότι η αγάπη σώζει – το γραφε ο σπουδαίος ψυχαναλυτής Θανάσης Τζαβάρας, σ’ ένα από τα τελευταία του άρθρα -, ότι αν βάλεις μια ρομαντική κορδέλα στην απελπισία, θα την εξημερώσεις. Μια κάμερα πηγαινοέρχεται σχεδόν αμέριμνη στη μέση του δρόμου, γεμίζοντας αδειανά πλάνα για το βραδινό δελτίο. Ένα πρόσφυγας προσεύχεται στο γρασίδι της πλατείας. Ποτέ άλλοτε οι προσευχές των ανθρώπων δεν πρέπει να ηχούσαν στον ίδιο λυγμό.

Κάποιοι ρωτούν με αγωνία «πότε θα ξανάρθετε;», «που μπορώ να σας βρω;». «Στις 2μμ στο Σύνταγμα» τους καθησυχάζουν. Από τη στιγμή που το συσσίτιο του δήμου Αθηναίων σταμάτησε εξαιτίας της πανδημίας, νιώθουν ανασφάλεια. Ευτυχώς δραστηριοποιούνται ακόμα η Κοινωνική Κουζίνα «ο άλλος άνθρωπος», οι Mano Aperta και η ομάδα Steps. Και οι φίλοι μας που δεν έχουν όνομα αλλά έχουν φανταστικά μαλλιά.

Καθώς κατηφορίζαμε ο Ηλίας μου εξηγούσε ότι κάποιοι άστεγοι τον θυμούνται από αυτό το εντυπωσιακό μισό μπλε – μισό ξανθό χρώμα στα μαλλιά του, ότι με ορισμένους έχουν χτίσει μια πρώτη γέφυρα εμπιστοσύνης.  

Ο Ηλίας λέει ότι όσο θα υπάρχουν άτομα έξω που κινδυνεύουν, τόσο θα συνεχίσουν να μαγειρεύουν και να κάνουν ό,τι μπορούν.

Για την Τόνια χαρούμενη μέρα θα είναι εκείνη που δε θα τελειώσουν οι μερίδες, γιατί οι αρχές θα μεριμνήσουν να μεταφέρουν σε ασφαλές καταφύγιο τους άστεγους με σίτιση και υγειονομική περίθαλψη.

Στο Μοναστηράκι που δε μπορούσες να σταθείς υπό κανονικές συνθήκες από την πυκνότητα και τη βουή του κόσμου, επικρατούσε νεκρική σιγή. Έξω βρίσκονταν μόνο οι ανέστιοι, οι ξεχασμένοι από το κράτος, την κοινωνία, ίσως και από την ίδια την πανδημία και μπουλούκια αστυνομικών που επιτηρούσαν την καραντίνα. Και εκατοντάδες περιστέρια που απέφευγαν τους αστυνομικούς και πήγαιναν προς τους ξεχασμένους, ακολουθώντας πεταμένες φλούδες πορτοκαλιού.

Πρέπει να χουν σαστίσει τα περιστέρια, να χουν χάσει τα ψίχουλα τους. Ένας άνδρας με όψη παγιωμένης απόσυρσης κυκλοφορεί μ’ ένα ζευγάρι παπούτσια σκισμένα και σε εμφανώς μικρότερο νούμερο. Οι φίλοι μας του υπόσχονται ότι θα βρουν στο νούμερο του και θα του φέρουν. 

Οι μερίδες τελείωσαν. Για την Τόνια χαρούμενη μέρα θα είναι εκείνη που δε θα τελειώσουν οι μερίδες, γιατί οι αρχές θα μεριμνήσουν να μεταφέρουν σε ασφαλές καταφύγιο τους άστεγους με σίτιση και υγειονομική περίθαλψη. Από την κυβέρνηση ανακοινώθηκε ότι οι άστεγοι θα φιλοξενηθούν σε δομές με ευθύνη των δήμων αλλά εξαίρεσε από το μέτρο τους τοξικοεξαρτημένους και οροθετικούς που αποτελούν ένα σημαντικό ποσοστό των ανθρώπων που ζουν στο δρόμο.

Ο Ηλίας λέει ότι όσο θα υπάρχουν άτομα έξω που κινδυνεύουν, τόσο θα συνεχίσουν να μαγειρεύουν και να κάνουν ό,τι μπορούν. Κι αν τελικά εξασφαλιστεί αξιοπρεπής λύση για τους άστεγους που είναι και δική τους διεκδίκηση, θα στηρίξουν άλλες κοινωνικές ομάδες όπως προσφύγισσες και μετανάστες που δεν έχουν πρόσβαση σε επαρκή και ποιοτική σίτιση. Ίσως γιατί αν υπάρχει μια προοπτική να μη βγούμε σακατεμένοι κοινωνικά και ψυχικά απ’ όλο αυτό είναι στο να μην αφήσουμε κανέναν μόνο, καμία μόνη. 

Κοίταξα ψηλά, κάπου σ’ αυτό το πηχτό γκρίζο νεφέλωμα του αττικού ουρανού ξεχώριζε μια κουκίδα αδύναμου ήλιου, η οποία με έστειλε πάλι στον Καμύ – όχι στην Πανούκλα που ξαναδιαβάζεται αυτή την εποχή αλλά στον Επαναστατημένο Άνθρωπο: «Όμως στην άκρη αυτής της σκιάς είναι αναπόφευκτο να υπάρχει ένα φως, που το μαντεύουμε κιόλας και δεν έχουμε τίποτα άλλο να κάνουμε παρά να αγωνιστούμε για να συνεχίσει να υπάρχει. Πέρα από τον μηδενισμό, όλοι μας, ανάμεσα στα ερείπια, προετοιμάζουμε μια αναγέννηση. Αλλά λίγοι το ξέρουν»

Όποιος/α θέλει να συνδράμει στο εγχείρημα προσφέροντας είδη ή μαγειρεύοντας, μπορεί να επικοινωνήσει με τον Ηλία https://www.facebook.com/parvus.princeps19?fref=profile_friend_list&hc_location=profile_browser
Μαρία Λούκα

Share
Published by
Μαρία Λούκα