«Δεν είμαστε όλες εδώ, λείπουν οι δολοφονημένες». Τα τελευταία τρία χρόνια, με την άφιξη του #MeToo στην Ελλάδα, η φράση αυτή στοιχειώνει τις σκέψεις των γυναικών και των θηλυκοτήτων που βγαίνουν στους δρόμους για να απαιτήσουν δικαιοσύνη – και «να μην υπάρξει καμία άλλη». Λείπει η Ελένη Τοπαλούδη, η Ερατώ Μανωλακέλλη, η Ντόρα Ζαχαριά, η Γαρυφαλλιά Ψαρράκου, η Σοφία Σαββίδου, η Καρολάιν και δεκάδες ακόμα γυναίκες των οποίων τα ονόματα ίσως δεν μάθουμε ποτέ.
Σήμερα, Παγκόσμια Ημέρα για την Εξάλειψη της Βίας κατά των Γυναικών, βλέπουμε τη βία σε αριθμούς, απαιτούμε τη νομική αναγνώριση της γυναικοκτονίας και ζητάμε την ουσιαστική ολοκλήρωση του Δικτύου Δομών για όλα τα θύματα της έμφυλης βίας – από τις δολοφονημένες και κακοποιημένες γυναίκες, μέχρι τους συγγενείς τους.
Τα στοιχεία της ΕΛ.ΑΣ. φανερώνουν πως τα τελευταία χρόνια τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας αυξάνονται σημαντικά. Ενδεικτικό είναι ότι ενώ το 2020 σημειώθηκαν 5.413 περιστατικά, από την 1η Ιανουαρίου μέχρι και τις 30 Οκτωβρίου του 2023 έχουν καταγγελθεί στις αρχές 9.860 περιστατικά σε όλη την Ελλάδα, εκ των οποίων 8.409 αφορούν γυναίκες.
Mόνο το πρώτο τετράμηνο του 2023 είχαν καταγραφεί από την Αστυνομία 3.100 περιστατικά έμφυλης βίας σε όλη την Ελλάδα, τη στιγμή που μόλις 1 στα 40 περιστατικά τελικά καταγγέλλεται. Πριν τελειώσει το 2023, 9 γυναίκες έχουν δολοφονηθεί από τον νυν ή πρώην σύντροφο τους ή κάποιο άντρα. Όπως προκύπτει από την έρευνα του Μεσογειακού Ινστιτούτου Ερευνητικής Δημοσιογραφίας (MIIR), το 2021 η Ελλάδα είχε καταγράψει αύξηση 187,5% στις γυναικοκτονίες, που ήταν η υψηλότερη στην Ευρώπη.
Την ίδια ώρα, στην έκθεση του ΟΗΕ αναφέρεται ότι ο αριθμός των γυναικών και των κοριτσιών που δολοφονήθηκαν παγκοσμίως το 2022 έχει αυξηθεί στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 20 ετών. Περίπου 89.000 γυναίκες και κορίτσια δολοφονήθηκαν σκόπιμα πέρυσι, αναφέραν η UN Women, η οποία καλύπτει τα γυναικεία ζητήματα και η UNODC που είναι υπεύθυνη για τον Έλεγχο των Ναρκωτικών και την Πρόληψη του Εγκλήματος.
Το 2022 η χώρα μας άρχισε να συλλέγει για πρώτη φορά, επισήμως, αξιόπιστα ποσοτικά δεδομένα σχετικά με τις διαφορετικές πτυχές της έμφυλης βίας κατά των γυναικών. Τα διαφωτιστικά στοιχεία που αναδεικνύουν την ένταση του φαινομένου στη χώρα, αντλήθηκαν από την έρευνα «Έμφυλη βία κατά των γυναικών και άλλες μορφές διαπροσωπικής βίας στην Ελλάδα» που διενεργήθηκε τον Σεπτέμβριο του 2022 έως και τον Απρίλιο του 2023 από το ΕΚΚΕ, με τη χρηματοδότηση της Eurostat. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη σχετική έρευνα στην Ελλάδα, με δείγμα 11.557 γυναίκες, ηλικίας 18-74 ετών, που αναφέρεται σε έναν πραγματικό πληθυσμό 3.778.405 γυναικών.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας:
Στο πλαίσιο της έμφυλης βίας εντός σχέσεων, η ψυχολογική βία είναι η συχνότερη μορφή βίας (40,42%) που βιώνουν οι γυναίκες, με το ποσοστό για τις νέες γυναίκες ηλικίας 18- 29 ετών να ξεπερνά το 48%. Ενώ είναι εξαιρετικά πιθανό να υπάρχουν περιπτώσεις όπου η ενδοσυντροφική βία δεν καταγράφεται, καθώς επιλέγεται η μη-διάρρηξη του δεσμού με τον σύντροφο, η κυριαρχία του αισθήματος φόβου για τις συνέπειες στην προσωπική και οικογενειακή ζωή, η οικονομική επισφάλεια, τα πολιτισμικά ή/και κοινωνικά στερεότυπα και η ψυχολογική ανασφάλεια.
Αναφορικά με τους δράστες των περιστατικών σωματική βίας, υπερτερούν οι στενοί σύντροφοι (20,4%) έναντι των μη σύντροφων (15,6%), ενώ στα περιστατικά σεξουαλική βίας υπάρχει αντιστροφή, με τους μη συντρόφους να κυριαρχούν (14,5%) έναντι των στενών συντρόφων (5,9%).
Ακόμη, σύμφωνα με τα στοιχεία, οι γυναίκες που αναφέρουν συχνότερα τις κακοποιητικές συμπεριφορές ή/και την έμφυλη βία που έχουν βιώσει είναι νεότερες, διαθέτουν συνήθως καλή εκπαίδευση, είναι ενταγμένες στην αγορά εργασίας και κατοικούν σε μεγάλα αστικά κέντρα ή/και σε νησιωτικές περιοχές, είναι συνήθως είτε διαζευγμένες ή δεν έχουν τελέσει γάμο/σύμφωνο συμβίωσης.
Στην Ελλάδα δεν υπάρχει επίσημος φορέας, υπεύθυνος για τη συλλογή στοιχείων, την καταγραφή και ανάλυση των κοινωνικών χαρακτηριστικών των γυναικοκτονιών. Η δυσκολία κατανόησης των διαστάσεων του φαινομένου εντείνεται από την έλλειψη δημοσιευμένων δεδομένων και ερευνών αλλά και τις πολιτικές των ΜΜΕ.
Τα όποια στοιχεία συγκεντρώνονται από την Ελληνική Αστυνομία και τη Γενική Γραμματεία Δημογραφικής και Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας των Φύλων δεν είναι προσβάσιμα στο ευρύ κοινό. Άλλωστε η μη νομοθετική κατοχύρωση του όρου γυναικοκτονία δημιουργεί και ερευνητικά κενά, όσον αφορά την ανάδειξη του φαινομένου σ’ όλες του τις διαστάσεις.
Με βάση τις υποθέσεις γυναικοκτονιών που έχουν δημοσιευτεί στα ΜΜΕ, ο αριθμός των θυμάτων αυξανόταν από το 2019 μέχρι το 2023. Το 2019 έγιναν 17 γυναικοκτονίες , 20 για το 2021 και 31 για το 2022 όπως κατέγραψε το Ελληνικό τμήμα του Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο Γυναικοκτονιών.
Ως γυναικοκτονία μπορεί να νοηθεί το απώτατο άκρο ενός φάσματος βίας κατά των γυναικών που λαμβάνει χώρα σε όλα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (1). Δεν υπάρχει τυποποιημένος κοινός ορισμός της γυναικοκτονίας στα κράτη μέλη της ΕΕ ή παγκοσμίως. Η απουσία ενός ενιαίου ορισμού εμποδίζει τη μέτρηση των γυναικοκτονιών, οι οποίες καθίστανται αόρατες ανάμεσα στα γενικά στοιχεία για τις ανθρωποκτονίες (2). Η γενική έννοια της γυναικοκτονίας παραπέμπει στη δολοφονία μιας γυναίκας ή ενός κοριτσιού εξαιτίας του φύλου τους.
Ο ελληνικός Ποινικός Κώδικας δεν περιλαμβάνει ορισμό της γυναικοκτονίας, αφού, παρά την υιοθέτηση του όρου από τον ΟΗΕ, τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) και την ΕΕ, η κυβέρνηση αρνείται συστηματικά να προχωρήσει στη νομική αναγνώρισή του, η οποία αποτελεί πάγιο αίτημα των φεμινιστικών και γυναικείων οργανώσεων. Μέχρι στιγμής, ο εν λόγω τύπος αξιόποινης πράξης ενδέχεται να εμπίπτει σε άλλες διατάξεις του ελληνικού ποινικού δικαίου. Τα σχετικά άρθρα για την ταυτοποίηση περιπτώσεων γυναικοκτονίας περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τα άρθρα 299, 302, 310 και 311:
Άρθρο 299 – Ανθρωποκτονία από πρόθεση
Η δολοφονία ενός ατόμου από πρόθεση.
Άρθρο 302 – Ανθρωποκτονία από αμέλεια
Όποιος από αμέλεια σκοτώνει άλλο άτομο τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών.
Άρθρο 310 – Βαριά σωματική βλάβη
1) Όποιος προξενεί βαριά σωματική βλάβη σε άλλο άτομο τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους. Αν ο υπαίτιος επιδίωκε την πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης, τιμωρείται με κάθειρξη έως και δέκα ετών.
Άρθρο 311 – Θανατηφόρα σωματική βλάβη
Αν η σωματική βλάβη είχε επακόλουθο τον θάνατο του παθόντος, επιβάλλεται κάθειρξη έως και δέκα ετών. Αν ο υπαίτιος επιδίωκε τη βαριά σωματική βλάβη του παθόντος, επιβάλλεται κάθειρξη.
Τέλος, το άρθρο 312, παράγραφος 2 του ελληνικού Ποινικού Κώδικα επιβάλλει αυστηρότερες ποινές για σωματική κάκωση και επικίνδυνες, βαριές ή θανατηφόρες σωματικές βλάβες (άρθρο 308 παράγραφος 2, άρθρο 309, άρθρο 310 παράγραφος 2 και άρθρο 311 του ελληνικού Ποινικού Κώδικα) αν οι εν λόγω βλάβες προκλήθηκαν σε βάρος συζύγου κατά τη διάρκεια του γάμου ή σε βάρος συντρόφου κατά τη διάρκεια της συμβίωσης.
Αν και η κυβέρνηση πολυ-διαφημίζει το «ολοκληρωμένο» Δίκτυο Δομών στη χώρα, στο οποίο υπάγονται η τηλεφωνική γραμμή SOS 15900, οι 20 Ξενώνες Φιλοξενίας, τα 44 Συμβουλευτικά Κέντρα και η εφαρμογή του “Panic Button” από τον Μάρτιο του 2023, που, σύμφωνα με τις ΕΛΑΣ έχει σώσει δεκάδες ζωές (738 γυναίκες-θύματα ενδοοικογενειακής βίας έχουν εγγραφεί στην εφαρμογή και μέχρι στιγμής έχει ενεργοποιηθεί 120 φορές), αξίζει να σημειωθεί πως τα συμβουλευτικά κέντρα στερούνται προσωπικού, οι ξενώνες παρουσιάζονται ελλιπείς και όχι σε όλες τις μεγάλες πόλεις, όπως θα έπρεπε, ενώ το panic button δεν έχει ελάχιστο χρόνο απόκρισης, πράγμα το οποίο, αν αναλογιστούμε πως δεν έχει κάθε θύμα έμφυλης βίας τη δυνατότητα να κρατά το κινητό στα χέρια του όταν κινδυνεύει, στερείται αποτελεσματικότητας.
Μάλιστα, σημαντικό ποσοστό γυναικών έχει δηλώσει ότι αγνοεί τη Γραμμή SOS 15900 και την ύπαρξη και λειτουργία Συμβουλευτικών Κέντρων, γεγονός που υπογραμμίζει εμφατικά την ανάγκη για στοχευόμενες εκστρατείες ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης.
Η χάραξη αποτελεσματικότερων πολιτικών πρόληψης και αντιμετώπισης της έμφυλης βίας είναι αναγκαιότητα, τόσο για την εξάλειψη του φαινομένου όσο και για την ολιστική υποστήριξη των επιζωσών έμφυλης βίας. Στην πραγματικότητα, ο αριθμός των θυμάτων είναι πολύ μεγαλύτερος, όπως αναφέρει και το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο για την Ισότητα των Φύλων (EIGE). Τα ορφανά παιδιά, οι πενθούντες γονείς και τα αδέλφια των δολοφονημένων γυναικών σπάνια θεωρούνται άμεσα θύματα. Τα νομικά κενά στην αντιμετώπιση των γυναικοκτονιών εμποδίζουν την πρόσβασή τους στη δικαιοσύνη, με αποτέλεσμα τα θύματα γυναικοκτονιών (μέλη οικογενειών δολοφονημένων γυναικών) να αισθάνονται παραμελημένα.
Η έρευνα του EIGE καταλήγει σε ανησυχητικά ευρήματα: η έλλειψη ολοκληρωμένης θεσμικής αντιμετώπισης των γυναικοκτονιών όχι μόνο εμποδίζει την αποτελεσματική πρόληψη και δίωξη, αλλά στερεί επίσης από τα θύματα την απαραίτητη υποστήριξη και τα εκθέτει σε επανειλημμένη θυματοποίηση κατά τη διάρκεια των δικαστικών διαδικασιών.
Δεδομένων των σοβαρών αυτών ελλείψεων, φορείς και οργανώσεις απαιτούν – πέρα από τη νομική αναγνώριση της γυναικοκτονίας εφόσον ο ισχύων Ποινικός Κώδικας δεν καλύπτει την έμφυλη και κοινωνική διάσταση του φαινομένου, τις διακρίσεις, την ανισότητα και την ανισορροπία δύναμης που αποτελούν δομικά στοιχεία των γυναικοκτονιών – τη θεσμική κατοχύρωση της αυτονομίας των δημόσιων φορέων για την ισότητα των φύλων και άμεση αποσύνδεσή τους από τη δημογραφική και οικογενειακή πολιτική.
Ακόμη, όπως παραθέτει το Κέντρο Διοτίμα, απαιτούν τη διασφάλιση ότι οι αρμόδιες κρατικές αρχές (αστυνομία, δικαστικές αρχές, ιατρικοδικαστικό προσωπικό, στελέχη προνοιακών και κοινωνικών δομών, κ.λπ.) θα εφαρμόζουν τους ισχύοντες νόμους, θα σέβονται και θα διασφαλίζουν τα δικαιώματα των επιζωσών, ενώ διεκδικούν την άμεση και δωρεάν πρόσβαση όλων ανεξαιρέτως των γυναικών/θηλυκοτήτων στις υποστηρικτικές δομές (γραμμή ΣΟΣ, συμβουλευτικά κέντρα, ξενώνες φιλοξενίας), με ειδικά μέτρα για τα άτομα με προσφυγικό/μεταναστευτικό προφίλ, που είναι και τα πιο ευάλωτα.
Η επέκταση και ενίσχυση του Δικτύου Δομών προκειμένου να καλυφθούν οι πιεστικές ανάγκες και η αυξανόμενη ζήτηση για υπηρεσίες ενημέρωσης, συμβουλευτικής υποστήριξης, νομικής εκπροσώπησης και κυρίως για καταλύματα φιλοξενίας των επιζωσών, αποτελεί ένα ακόμη πάγιο αίτημα, καθώς και η απόσυρση των νόμων που σχετικοποιούν, υπονομεύουν ή θέτουν σε διακινδύνευση τα κατοχυρωμένα δικαιώματα των γυναικών ή τις εγκλωβίζουν σε στερεοτυπικούς πατριαρχικούς και ανισότιμους ρόλους (π.χ. του νόμου για την υποχρεωτική συνεπιμέλεια).
Τέλος, η θεσμοθέτηση και ένταξη συμπεριληπτικής σεξουαλικής αγωγής στην υποχρεωτική εκπαίδευση και η ενίσχυση των φεμινιστικών και μη κυβερνητικών οργανώσεων που υποστηρίζουν επιζώσες έμφυλης βίας με στόχο την αποτελεσματικότερη και πιο ολοκληρωμένη πρόληψη και αντιμετώπιση περιστατικών έμφυλης βίας, αποτελούν αναγκαιότητα για την πρόληψη και την αντιμετώπιση της έμφυλης βίας.