Ανήκω ακριβώς στη γενιά μεταξύ του «εμείς είχαμε 3310 στη σχολή» και του «θα αλλάξω κινητό γιατί με αυτή την κάμερα δεν κάνουμε δουλειά». Έδωσα Πανελλήνιες το 2008, κάτι που σημαίνει ότι έχω προλάβει τα «παιδικά κινητά» με αντίστοιχα προγράμματα καρτοκινητής που όμως τα είχαν λίγοι. Θυμάμαι ότι δειλά – δειλά στο γυμνάσιο άρχισαν να εμφανίζονται στην τάξη κινητά (παλαιολιθικής πλέον τεχνολογίας) που μας εξυπηρετούσαν μόνο για sms κι αναπάντητες, κάτι που συνεχίστηκε στη σχολή, ενώ εταιρείες και χρήστες έμπαιναν σε έναν αγώνα δρόμου για το «ποιο μοντέλο έχει τα καλύτερα χαρακτηριστικά». Τα social media ακόμα δεν ήταν το κυρίαρχο μέσο επικοινωνίας στη ζωή μας.
Για «την εύρυθμη λειτουργία των σχολείων σχετικά με τη χρήση κινητών τηλεφώνων και ηλεκτρονικών συσκευών από μαθητές και εκπαιδευτικούς στο χώρο του σχολείου», η τελευταία εγκύκλιος του υπουργείου Παιδείας ορίζει ότι οι μαθητές δεν επιτρέπεται να έχουν στην κατοχή τους κινητά τηλέφωνα εντός του σχολικού χώρου καθώς και οποιαδήποτε άλλη ηλεκτρονική συσκευή ή παιχνίδι που διαθέτει σύστημα επεξεργασίας εικόνας και ήχου εντός του σχολικού χώρου. Οι εκπαιδευτικοί, εκτός από τις διαθέσιμες από το σχολείο ηλεκτρονικές συσκευές, δύνανται να χρησιμοποιήσουν και το δικό τους προσωπικό ηλεκτρονικό εξοπλισμό κατά τη διάρκεια της διδακτικής πράξης και για τις ανάγκες αυτής, αλλά και στο πλαίσιο της εκπαιδευτικής διαδικασίας γενικότερα, τηρώντας τους κανόνες ασφάλειας και τις σχετικές διατάξεις περί προστασίας των προσωπικών δεδομένων των μαθητών και των εκπαιδευτικών.
Ο κύκλος δικαιωμάτων του Παιδιού του Συνήγορου του Πολίτη έχει επισημάνει και στο παρελθόν ότι τα κινητά τηλέφωνο αποτελούν περίσπαση για τα παιδιά στο σχολείο, ενώ διακόπτουν συστηματικά τον ειρμό της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Η βοηθός Συνήγορου του Πολίτη για τα Δικαιώματα των Παιδιών, Θεώνη Κουφονικολάκου, εξηγεί ότι «για τις ηλικίες των παιδιών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, η χρήση του κινητού είναι, σύμφωνα με την ιατρική βιβλιογραφία, επικίνδυνη και για την υγεία τους. Σχετικά με τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, έχουν αναφερθεί στην Αρχή, περιστατικά βιντεοσκοπήσεων-ηχογραφήσεων παιδιών από τους συμμαθητές τους κι ανάρτησης του σχετικού υλικού σε σελίδες κοινωνικής δικτύωσης, με στόχο τον εκφοβισμό τους και με ιδιαίτερα οδυνηρές και επικίνδυνες επιπτώσεις για την ψυχική και συναισθηματική τους ανάπτυξη. Επίσης έχουν αναφερθεί περιστατικά βιντεοσκόπησης των εκπαιδευτικών κατά την άσκηση του διδακτικού τους έργου».
Σε μια τεχνολογικά προηγμένη χώρα, η αντιμετώπιση των ψηφιακών περισπασμών θα ήταν αυτονόητη.
Ωστόσο, η απαγόρευση μόνο της χρήσης (το κινητό τηλέφωνο παραμένει απενεργοποιημένο εντός της σχολικής τσάντας) και όχι της κατοχής, μάλλον θα κάλυπτε πιο ολοκληρωμένα το ζήτημα, ενώ σε κάθε περίπτωση «επισημαίνεται ότι θα πρέπει κατά την έναρξη της σχολικής περιόδου να προγραμματιστούν συζητήσεις με τους γονείς και τα παιδιά και να εξηγηθούν αναλυτικά οι λόγοι της απαγόρευσης και οι κίνδυνοι της χρήσης κινητών τηλεφώνων κατά τις σχολικές ώρες».
Μία επιπλέον διάσταση του ζητήματος σύμφωνα με τη Θεώνη Κουφονικολάκου, σχετίζεται με την ανάγκη πρόβλεψης μέτρων σε περίπτωση που τελικά αγνοηθεί η σχετική απαγόρευση. Αυτή τη στιγμή η ρύθμιση κινδυνεύει να μείνει ατελής, δεδομένου ότι δεν προβλέπεται διαδικασία για τις περιπτώσεις που οι μαθητές/τριες αγνοήσουν τον κανόνα, τονίζει η βοηθός Συνήγορου του Πολίτη για τα Δικαιώματα των Παιδιών. «Η απουσία της πρόβλεψης δημιουργεί επίσης τον κίνδυνο εκπαιδευτικοί με υπερβάλλοντα ζήλο να παραβιάσουν τα όρια της αναλογικότητας και να επιβάλουν κυρώσεις στα παιδιά. Για τους λόγους αυτούς θα πρέπει να εξηγηθεί από το Υπουργείο ακριβώς το οριοθετημένο πλαίσιο χειρισμού σε περίπτωση που οι μαθητές χρησιμοποιήσουν τελικά το κινητό τους τηλέφωνο εντός του σχολείου (π.χ ενημέρωση και συζήτηση με τους γονείς κατά την παραλαβή του κινητού τηλεφώνου της μαθήτριας ή του μαθητή)». Επίσης, καταλήγει, στο ότι ομοίως θα πρέπει να απαγορευθεί η χρήση των κινητών τηλεφώνων από τους εκπαιδευτικούς κατά την άσκηση του διδακτικού τους έργου.
Ας δούμε όμως μερικά νούμερα που θα φωτίσουν καλύτερα την έκταση του ζητήματος…
Έρευνα της εταιρείας Focus Bari το 2017, στο σύνολο της επικράτειας (δείγμα 4.998 ατόμων, σε πληθυσμό ηλικίας 13-74 ετών), έδειξε ότι το 80% της χώρας σερφάρει στο διαδίκτυο καθημερινά. Στις ηλικίες από 13 έως 25 ετών, το ποσοστό φτάνει στο 87,7% – η χρήση του ίντερνετ γίνεται σχεδόν καθολική, καθιστώντας το αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητας.
Η μέση διάρκεια χρήσης του διαδικτύου ανά άτομο στην Ελλάδα είναι τρεις ώρες, ενώ για τους νεότερους της έρευνας αυξάνεται κατά μία ώρα, με τα social media να κόβουν πρώτα την κορδέλα – χάρτες, ενημέρωση, παιχνίδια και διασκέδαση ακολουθούν. Το 70%, μάλιστα, διαθέτει έξυπνο κινητό τηλέφωνο. Λίγους μήνες μετά, η ίδια εταιρεία πραγματοποίησε άλλη μια σχετική έρευνα για λογαριασμό του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Πληροφορικής και Επικοινωνιών Ελλάδας. Μεταξύ άλλων, φάνηκε πως το 78% των παιδιών 5-12 ετών χρησιμοποιεί το διαδίκτυο ( 89,3% στο 10-12 ετών) κυρίως από tablets (35,4%).
Το βιβλίο του Μανώλη Ανδριωτάκη, Ο Αλγόριθμος της Σοφίας, μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Κριτική κι επιχειρεί «μέσα από έναν ζωντανό διάλογο να αναδείξει τις σημαντικότερες προκλήσεις που θέτει σήμερα το διαδίκτυο και τα social media στους χρήστες και να συνθέσει έναν πρωτότυπο “αλγόριθμο”, με αποφάσεις που μπορεί καθένας να πάρει ώστε να πλοηγηθεί έξυπνα μέσα στον αχανή online ωκεανό».
Ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι σε μια χώρα που είναι στις τελευταίες θέσεις ψηφιακών δεξιοτήτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι λογικό να ασχολούμαστε με μια εγκύκλιο που απαγορεύει τις έξυπνες συσκευές στους μαθητές. «Θέλω να πω ότι σε μια τεχνολογικά προηγμένη χώρα, η αντιμετώπιση των ψηφιακών περισπασμών θα ήταν αυτονόητη. Θα προτιμούσα επομένως να σχολιάσω την ανυπαρξία ουσιαστικής πολιτικής στον τομέα της εκπαίδευσης ψηφιακά εγγράμματων κι ευσυνείδητων ηλεκτρονικών πολιτών». Το βιβλίο του απευθύνεται σε όλους τους χρήστες του διαδικτύου, κι ειδικότερα σε γονείς, εκπαιδευτικούς, επαγγελματίες της επικοινωνίας και εφήβους που επιθυμούν να κάνουν τη χρήση τους πιο συνειδητή κι αποτελεσματική. Όσο για το τι θα συμβεί από το νέο σχολικό έτος, ο ίδιος αναφέρει: «Έχουμε ένα σχολείο που προετοιμάζει πολίτες για τον προηγούμενο αιώνα, κι αυτή η εγκύκλιος είναι πιθανότατα ένας ακόμα αντιπερισπασμός για να ξεχάσουμε πόσο καθυστερημένοι, και πόσο ανίκανοι είμαστε να σχεδιάσουμε ένα σύγχρονο, ευέλικτο και δημιουργικό εκπαιδευτικό σύστημα».
Στην εγκύκλιο επισημαίνεται ότι θα πρέπει να αποφεύγεται η ανάρτηση φωτογραφιών και βίντεο με μαθητές στους δικτυακούς τόπους των σχολικών μονάδων, ενώ η επεξεργασία και κατά συνέπεια η ανάρτηση, η αποθήκευση σε ψηφιακά μέσα επιτρέπεται μόνον όταν το υποκείμενο των δεδομένων (οι κηδεμόνες των μαθητριών-μαθητών) έχει δώσει τη συγκατάθεσή του. Τέλος, δεν επιτρέπεται η χρήση – λειτουργία καμερών ασφαλείας στους σχολικούς χώρους κατά τη διάρκεια λειτουργίας του σχολείου ενώ οι ώρες λειτουργίας του συστήματος θα πρέπει να αναγράφονται με σαφήνεια σε σχετικές ενημερωτικές πινακίδες έτσι ώστε να γνωρίζουν όλοι οι μαθητές και φορείς της εκπαιδευτικής κοινότητας ότι κατά τη διάρκεια της παρουσίας τους στο σχολείο δεν παρακολουθούνται.
Ο Ν. διδάσκει πληροφορική σε μαθητές λυκείου και η εμπειρία του έχει δείξει ότι το πρόβλημα με τις φωτογραφικές μηχανές των κινητών είναι υπαρκτό. «Δεν είναι ότι κυνηγιόμαστε καθημερινά με τα παιδιά, αλλά συμβαίνει. Και αν μιλήσεις με κάποιο συνάδελφο που είναι αποσπασμένος σε διεύθυνση εκπαίδευσης ή στο υπουργείο θα σου επιβεβαιώσει ότι γίνονται και πολλές καταγγελίες από γονείς, με δικηγόρους κι εξώδικα». Ως καθηγητής σε νησί, κάνει έναν διαχωρισμό. «Είναι άλλο “τα κινητά στο σπίτι” και άλλο “τα κινητά κλειστά στην τσάντα”. Το υπουργείο θέλει να καλύψει τα νώτα του και δε λαμβάνει υπόψη του το γεγονός ότι στην επαρχιακή Ελλάδα ένα παιδί μπορεί να κατοικεί αρκετά χιλιόμετρα μακριά από το κοντινότερο σχολείο». Στην Α’ Λυκειου υπάρχει μάθημα επιλογής στο οποίο πολλοί καθηγητές δείχνουν στα παιδιά πώς να φτιάχνουν εφαρμογές για κινητά. «Κάνεις το μάθημα, μπαίνουν τα παιδιά στην πλατφόρμα, αλλά δεν μπορούν να τεστάρουν αυτό που έχουν φτιάξει γιατί τα κινητά απαγορεύονται. Παράδοξο».
Όπως εξηγεί, το αν θα εφαρμοστεί το μέτρο εξαρτάται 100% από το αν θέλει ο διευθυντής και ο σύλλογος διδασκόντων του σχολείου να το εφαρμόσει. «Στο σχολείο που ήμουν πέρσι έτσι κι αντιλαμβάνονταν ο διευθυντής ότι είχες κινητό στην τσέπη είχες φύγει με αποβολή. Σε γενικές γραμμές, οι καθηγητές είναι διατεθειμένοι να κάνουν τα στραβά μάτια όσο οι μαθητές είναι διακριτικοί. Οι περισσότεροι μαθητές και γονείς δε δημιουργούν πρόβλημα, αλλά όσοι δημιουργούν κάνουν θόρυβο. Υπάρχει μέχρι και κόσμος που θεωρεί ότι το να έχουν 25 παιδιά σε μια αίθουσα ανοιχτά κινητά, να τηλεφωνούν, να παίζουν και να σερφάρουν στο ίντερνετ είναι δείγμα ψηφιακού αλφαβητισμού και τεχνολογικής εξοικείωσης. Ευτυχώς δεν είναι πολλοί».
Τον έχουν βιντεοσκοπήσει κατά τη διάρκεια της παράδοσης κι ένιωσε άβολα, ενώ συνάδελφός του γέλασε αρχικά με τη φάρσα των μαθητών της αλλά «της κόπηκε το γέλιο μαχαίρι όταν διαπίστωσε υπήρχε βίντεο που ανέβηκε στο Facebook. Το χειρότερο ήταν πριν μερικά χρόνια που είχε δημιουργηθεί μια σελίδα με όνομα “γκόμενες της Λήμνου”. Υπήρχαν φωτογραφίες τραβηγμένες μέσα από το σχολείο, που σημαίνει ότι ήταν αναμεμειγμένοι σε αυτή και μαθητές. Ευτυχώς η σελίδα κατέβηκε μετά από αναφορές».
Ως οργανισμός, το Ελεύθερο Λογισμικό / Λογισμικό Ανοικτού Κώδικα (ΕΛ/ΛΑΚ) ιδρύθηκε το 2008 με τη συνεργασία πανεπιστημίων και ερευνητικών κέντρων, αλλά οι ομάδες που έχουν ασχοληθεί με το ανοιχτό λογισμικό στην Ελλάδα υπάρχουν από τις αρχές της δεκαετίας του ‘90. Αντιπρόεδρος του ΕΛ/ΛΑΚ κι εκπρόσωπος του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, ο Θεόδωρος Καρούνος πιστεύει ότι η εγκύκλιος είναι στη σωστή κατεύθυνση «με την έννοια ότι όσες συσκευές επιτρέπονται στο σχολείο θα πρέπει να έχουν σχέση με την εκπαιδευτική διαδικασία και μόνο, αφού προφανώς αποσπούν την προσοχή και των μαθητών αλλά και των εκπαιδευτικών. Όπως κι ένας μαθητής, έτσι κι ένας εκπαιδευτικός δεν πρέπει να απαντάει στο κινητό του την ώρα του μαθήματος. Το ότι οι νέες τεχνολογίες δεν έχουν μπει στο σχολικό πρόγραμμα είναι δομικό πρόβλημα κι έχει να κάνει με τις προτεραιότητες της πολιτείας. Στην Ελλάδα δυστυχώς ακολουθούνται οι κύκλοι των χρηματοδοτικών εργαλείων και γι’ αυτό δεν καλύπτονται οι ανάγκες των σχολείων όταν χρειάζεται, παρά μόνο όταν υπάρχουν χρήματα».
Η Υπουργική Απόφαση του 2006 και της Υπουργού Παιδείας Μαριέττας Γιαννάκου απαγόρευε ρητά την κατοχή κινητού τηλεφώνου από μαθητές στα σχολεία. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις επιτρέπεται μαθητής να φέρει κινητό στην τσάντα του κι απενεργοποιημένο. Το 2012, ο Υφυπουργός Θεόδωρος Παπαθεοδώρου απαγορεύει κι όλες τις παρόμοιες συσκευές, καταγραφής εικόνας και ήχου. Η Εγκύκλιος του 2016 διατηρεί την απαγόρευση, την άρει μόνο για διδακτικούς σκοπούς στις Σχολικές Μονάδες της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης.
Επειδή υπάρχει ζωή κι εκτός των ορίων ενός σχολείου, η παιδοψυχίατρος Πόπη Δετοράκη παρατηρεί ότι η σχέση των παιδιών και των εφήβων με τις συσκευές επηρεάζει έντονα την καθημερινότητά τους. «Συμφωνώ ότι τα κινητά δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται εντός της αίθουσας. Πολλές φορές γίνονται μέσο για να δημιουργήσουν πρόβλημα τα παιδιά σε άλλα παιδιά, πληγώνουν το ένα το άλλο μέσα από σχόλια στα social media όποτε γι’ αυτό είναι καλό να μην χρησιμοποιούνται τουλάχιστον στον χώρο του σχολείου, να υπάρχει ένας περιορισμός». Φυσικά, οι γονείς δεν είναι αναρμόδιοι όσον αφορά τη σωστή χρήση των νέων τεχνολογιών από τα παιδιά. «Αν ένα παιδί αθλείται ή έχει άλλες δραστηρίοτητες, αν συναναστρέφεται συνομήλικούς του κι έχει κίνητρο να βγει από το σπίτι -ακόμα κι αν είναι δύσκολο για μερικούς γονείς να ενθαρρύνουν τα παιδιά τους σε μια τέτοια κατεύθυνση, τότε και ο χρόνος που θα περνάει στην οθόνη θα είναι λιγότερος. Υπάρχουν βέβαια ορισμένοι γονείς, και δεν είναι λίγοι, που αποκλείουν εντελώς τα παιδιά τους από την τηλεόραση κι από το διαδίκτυο, γεγονός που δεν με βρίσκει σύμφωνη».
Ο Μιχάλης Καλαμαράς είναι ιδρυτής του website eAnagnostis.gr, από το 2008 γράφει εκεί για τα e-books και τις ψηφιακές εκδόσεις. Πιστεύει ότι η καθολική απαγόρευση των προσωπικών κινητών και tablets των μαθητών στα σχολεία αντιμετωπίζει τις συσκευές σαν να μην μπορούν να αξιοποιηθούν θετικά στην εκπαιδευτική διαδικασία. Αντιμετωπίζει επίσης συνολικά τους μαθητές ως εκ προοιμίου ένοχους για αθέμιτες χρήσεις τους. «Το πρόβλημα με την ηχογράφηση, φωτογράφηση και βιντεοσκόπηση με σκοπό την παρενόχληση και τον εκφοβισμό συμμαθητών και εκπαιδευτικών είναι υπαρκτό – όπως υπαρκτό είναι και το πρόβλημα ο μαθητής να ασχολείται με το κινητό του στην τάξη για κάτι άσχετο με το μάθημα. Τα προβλήματα αυτά δεν είναι καινούργια και δε θα μπορέσουν να λυθούν με την καθολική απαγόρευση, που και πάλι εξάλλου δε θα μπορέσει να εφαρμοστεί. Ακόμα χειρότερα, μια τέτοια απαγόρευση θεωρεί ότι οι μαθητές, ανεξαρτήτως ηλικίας, δεν έχουν τις ανάγκες επικοινωνίας, πληροφόρησης και ψυχαγωγίας των υπόλοιπων, ενισχύει τις τεχνοφοβικές αντιλήψεις σε γονείς και εκπαιδευτικούς και υπονομεύει την αντιμετώπιση του ψηφιακού αναλφαβητισμού και του ψηφιακού χάσματος με παράλληλο σεβασμό της ιδιωτικότητας».
Ένα παιδί επέμενε πως δεν έχει κινητό πάνω του ενώ το είχα δει και προτίμησε να βγει από την τάξη, να πάρει απουσία. Με το που βγήκε, φυσικά, άρχισε να μιλάει στο κινητό
Σκοπός του σχολείου, συνεχίζει ο Μιχάλης Καλαμαράς, θα πρέπει να είναι να δείξει πώς μπορούν τα κινητά, που έτσι κι αλλιώς οι μαθητές θα έχουν, να αξιοποιηθούν δημιουργικά: «Για να μάθεις καινούργια πράγματα, για να μάθεις παίζοντας, για να χρησιμοποιήσεις ενδιαφέρουσες εφαρμογές, να συμβουλευτείς ένα λεξικό ή μια εγκυκλοπαίδεια (με τον κίνδυνο να διορθώσεις τον δάσκαλό σου), να διαβάσεις ένα βιβλίο, να δεις ενδιαφέροντα βίντεο, να κρατήσεις τις σημειώσεις σου, να γράψεις τα δικά σου κείμενα, να εκδώσεις το δικό σου website, να δημιουργήσεις τα δικά σου βίντεο, να ακούσεις μουσική ή να δημιουργήσεις μουσική και πολλά άλλα, περισσότερο οργανωμένα και πρωτότυπα, με πιο εξειδικευμένους μαθησιακούς στόχους. Και όλα αυτά απαιτούν και τις προσωπικές συσκευές των μαθητών – δεν μπορούν να περιοριστούν σε τυχόν ηλεκτρονικό εξοπλισμό του σχολείου σε συγκεκριμένο χρόνο διδασκαλίας».
Εμπειρικά μιλώντας, αν ένας μαθητής και μια μαθήτρια θέλουν να ασχοληθούν με κάτι άλλο κατά τη διάρκεια της παράδοσης μαθήματος θα το κάνουν μέχρι να τους αντιληφθούν. Πριν την εμφάνιση των έξυπνων κινητών ανταλλάσσαμε ραβασάκια ή μοιράζαμε ολόκληρα τετράδια από θρανίο σε θρανίο, όταν οι πανελλήνιες μας πλησίαζαν βρίσκαμε ευκαιρία να ασχοληθούμε με τα μαθήματα της κατεύθυνσης την ώρα που γινόταν μια άλλη παράδοση «μικρότερης βαρύτητας» τόσο στο μυαλό μας όσο και στο σύστημα βαθμολόγησης που θα μας έβαζε στο πολυπόθητο πανεπιστημιακό τμήμα.
Όσα χρόνια βρίσκεται η Γ. στην εκπαίδευση τα κινητά απαγορεύονται εντός του σχολικού χώρου, «τα παιδιά βέβαια θεωρούν ότι απαγορεύονται και για τους καθηγητές και συχνά, όταν μας βλέπουν στον διάδρομο ή στην αυλή μας με τη συσκευή μας κάνουν “παρατήρηση”». Είναι καθηγήτρια σε ΕΠΑΛ της Αθήνας και περιγράφει τη σχέση που έχουν οι μαθητές με το κινητό ως δεσμευτική, ότι αντιδρούν όταν πρέπει να το αποχωριστούν με συναισθηματισμό. «Λένε “θα το κλείσω, θα το κρύψω, δεν θα σας ενοχλήσω ξανά, αλλά δε σας το δίνω”, συμβαίνουν συχνά αυτά. Ένα παιδί επέμενε πως δεν έχει κινητό πάνω του ενώ το είχα δει και προτίμησε να βγει από την τάξη, να πάρει απουσία. Με το που βγήκε, φυσικά, άρχισε να μιλάει στο κινητό».
Όπως και στη δημοφιλή σειρά του Netflix, 13 Reason Why (απ’ όπου και η παραπάνω φωτό), έτσι και στην λίγο παλαιότερη μεξικάνικη ταινία Despues de Lucia, ο εφιάλτης της έφηβης ηρωίδας ξεκινά όταν ένα αγόρι μαγνητοσκοπεί προσωπικές τους στιγμές που διαδίδονται στο σχολείο. «Την ώρα που βλέπουμε αυτή τη σκηνή – στο πλαίσιο ενός πρότζεκτ που έκανα για το bullying- άρχισαν να κάνουν φασαρία κι ενώ τους μαλώνω ακούω τη φωνή μου γιατί με είχαν βιντεοσκοπήσει με φόντο αυτή τη σκηνή γεγονός που με σόκαρε, δεν ήξερα τι να τους πω. Μου ζήτησαν συγγνώμη, έσβησαν το βίντεο μπροστά μου και έληξε ειρηνικά το θέμα αλλά η αλήθεια είναι ότι κι εμείς κινδυνεύουμε από διασυρμό. Κατά καιρούς κάνω αναζητήσεις να δω μήπως με πετύχω πουθενά στο διαδίκτυο και έχω δει συναδέλφους σε βίντεο, ακόμα και τη στιγμή που κάνουν ένα πείραμα στο οποίο είναι πολύ συγκεντρωμένοι και στην τάξη να επικρατεί ένας χαμός».
Η εγκύκλιος δεν θα αλλάξει και τίποτα σπουδαίο, τα κινητά όχι μόνο για τα παιδιά αλλά και για εμάς έχουν γίνει απαραίτητα, είναι ένα καθημερινό εργαλείο
Συχνά, η Γ. εφιστά την προσοχή στους μαθητές της σχετικά με το ότι δεν είναι υποχρεωμένοι να απαντούν στο κινητό ανά πάσα ώρα και στιγμή. «Τους εξηγώ ότι δεν είναι γιατροί που ο ασθενής τους πεθαίνει, άρα, όποιος κι αν τους τηλεφωνεί είναι υποχρεωμένος να περιμένει για όσο βρίσκονται στο μάθημα. Όλοι μας έχουμε δικαίωμα να μην απαντάμε στο κινητό μας την ώρα που είμαστε απασχολημένοι με κάτι άλλο. Μερικές φορές γίνονται κλοπές κινητών και γονείς έρχονται να ζητήσουν τον λόγο με το επιχείρημα “εμείς πώς θα τα βρίσκουμε”. Αυτό που κάνουν δηλαδή τα παιδιά συμβαίνει με τη σύμφωνη γνώμη των γονιών οι οποίοι μάλιστα θέλουν να τα ελέγχουν ανά πάσα ώρα και στιγμή».
Μπορεί η απαγόρευση να φέρει αντίδραση; «Μα τι άλλο να κάνουν; Η εγκύκλιος απλώς θα μας βοηθήσει να τους λέμε πιο εύκολα “δώσε μου το κινητό σου, θα σου το επιστρέψω όταν χτυπήσει το κουδούνι για έξω”. Λίγα χρόνια πριν μπορεί να το παίρναμε και να τους τα δίναμε στο σχόλασμα, τώρα το μόνο που κάνουμε είναι το κρατάμε στην έδρα μας γιατί ζητάνε να τα βλέπουν. Η εγκύκλιος δεν θα αλλάξει και τίποτα σπουδαίο, τα κινητά όχι μόνο για τα παιδιά αλλά και για εμάς έχουν γίνει απαραίτητα, είναι ένα καθημερινό εργαλείο».