Όλοι έχουμε μάθει να τραγουδάμε την Άγια Νύχτα τις γιορτινές μέρες, από τότε που ήμασταν παιδάκια. Τα χριστουγεννιάτικα φωτάκια λαμπυρίζουν πάνω σε δέντρα, σε σπίτια και δρόμους κάθε τέτοια εποχή και όταν σιγοψιθυρίζουμε “I’m dreaming of a white Christmas” δεν μας έρχεται στο μυαλό κάτι σε θανατικό. Σωστά;
Είναι συνήθειες που έχουν καθίσει για τα καλά στο υποσυνείδητό μας από τότε που θυμόμαστε τον εαυτό μας αλλά η αλήθεια είναι πως δεν ξέρουμε όλοι πώς ακριβώς ξεκίνησαν μέχρι να καθιερωθούν σε ολόκληρο τον κόσμο.
Κάποιες ιστορίες είναι αστείες, κάποιες θλιμμένες και κάποιες, όπως το τι ήταν τελικά το Άστρο της Βηθλεέμ, παραμένουν ένα μυστήριο με πολλές διαφορετικές εκδοχές.
Η πρώτη Χριστουγεννιάτικη κάρτα για εμπορική χρήση σκανδάλισε τη βικτωριανή Αγγλία. Τυπώθηκε και κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1843 και απεικονίζει μία γιορτινή οικογενειακή σκηνή με ένα παιδί που πίνει κρασί. Το θέαμα προκάλεσε μεγάλη αναταραχή όταν πρωτοπαρουσιάστηκε, αφού θεωρήθηκε ως προώθηση για την κατανάλωση αλκοόλ από ανηλίκους.
Στη βικτωριανή Αγγλία, θεωρούνταν αγενές να μην απαντάς στην αλληλογραφία. Σύμφωνα λοιπόν με το Μουσείο Victoria and Albert (V&A) του Λονδίνου, ο ιδρυτικός διευθυντής του πολιτιστικού ιδρύματος, ο Sir Henry Cole, σκέφτηκε την ιδέα για τις χριστουγεννιάτικες κάρτες, προσπαθώντας να βρει έναν ωραίο και αποτελεσματικό τρόπο ανταπόδοσης των γιορτινών ευχών ανάμεσα σε φίλους και συγγενείς.
Έχοντας τη σιγουριά ότι μετά από κάθε κάρτα που θα λαμβάνει κάποιος, θα πρέπει και να απαντήσει με μία άλλη, αποφάσισε να προχωρήσει σε μαζική παραγωγή. Έτσι ζήτησε από τον καλλιτέχνη John Calcott Horsley να εικονογραφήσει το σχέδιο και χρησιμοποίησε έναν εκτυπωτή της εποχής. Δυστυχώς το εγχείρημα προκάλεσε σκάνδαλο και θεωρήθηκε εμπορική αποτυχία, αλλά η ιδέα είχε γεννηθεί και μερικές δεκαετίες αργότερα, συγκεκριμένα το 1875, στη Βοστόνη των ΗΠΑ, δημιουργήθηκε μία πιο απλή και ρομαντική κάρτα με ένα λουλούδι, που έγραφε απλώς “Καλά Χριστούγεννα”. Από εκεί ξεκίνησε αυτή η συνήθεια που έχει φέρει εκατομμύρια κέρδη σε άπειρες επιχειρήσεις και δημιουργούς.
Γράφτηκε αρχικά ως ποίημα και μελοποιήθηκε τον χειμώνα του 1818. Το “Silent Night” (το δικό μας “‘Αγια Νύχτα”) είναι ένα τόσο εμβληματικό Χριστουγεννιάτικο τραγούδι που είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι δεν πρόκειται για κάποια παλιά, φολκ μελωδία που ξεπήδησε μέσα από την ομίχλη μια χειμωνιάτικη νύχτα. Όχι, δεν δημιουργήθηκε έχοντας ως έμπνευση ένα ξέφωτο στο οποίο χόρευαν νεράιδες, σε μια ειρηνική και ήρεμη περίοδο. Αντιθέτως, προέρχεται από μια ταραγμένη εποχή στην Ευρώπη, πάνω από 200 χρόνια πριν.
Τότε η ήπειρος βρισκόταν σε αναταραχή, στον απόηχο των Ναπολεόντειων Πολέμων. Βίωνε οικονομική ανεπάρκεια και μεγάλη ανασφάλεια, ξεπερνούσε πυρκαγιές, πλημμύρες και λιμούς. Στην προσπάθεια της ανάκαμψης, το 1816, ο Josef Mohr, ένας καθολικός ιερέας από τη μικρή πόλη Oberndorf bei Salzburg, που μόλις είχε περιέλθει στην αυστριακή κυριαρχία, έγραψε ένα ποίημα με το όνομα “Stille Nacht” για να τιμήσει τον ερχομό της ειρήνης. Μία που το έγραψε και μία που το ξέχασε για δύο χρόνια.
Το θυμήθηκε τον χειμώνα του 1818, όταν ο ποταμός Salzbach πλημμύρισε την ενοριακή εκκλησία του Αγίου Νικολάου στην οποία ήταν ιερέας. Θέλοντας να υπάρχει μουσική την παραμονή των Χριστουγέννων, ο Mohr ζήτησε από τον δάσκαλο του σχολείου και οργανίστα της εκκλησίας, τον Franz Xaver Gruber, να μελοποιήσει το ποίημά του για να το τραγουδήσουν δύο φωνές με τη συνοδεία μιας κιθάρας. Ο Gruber έγραψε τη συμφωνία μέσα σε ένα απόγευμα.
Επειδή η κιθάρα δεν ήταν ένα όργανο εγκεκριμένο από την Εκκλησία, το ντουέτο περίμενε μέχρι την ολοκλήρωση της λειτουργίας της παραμονής των Χριστουγέννων για να πει το τραγούδι. Ο Mohr τραγούδησε ως τενόρος και έπαιξε κιθάρα ενώ ο Gruber ήταν ο βαρύτονος και οι εκκλησιαζόμενοι συμμετείχαν στο ρεφρέν.
Το τραγούδι θα μπορούσε να μείνει στην ιστορία σαν το μικρό μουσικό θαύμα μιας νύχτας του 1818, αλλά έτυχε να βρίσκεται εκεί ο επισκευαστής οργάνων Karl Mauracher ο οποίος το άκουσε, του άρεσε και πήρε την παρτιτούρα μαζί του στο Τιρόλο, μια περιοχή γνωστή για τις χορωδίες της. Οι χορωδίες λοιπόν άρχισαν να τραγουδούν τη μελωδία και τελικά μεταφράστηκε και διαδόθηκε σε όλη την Ευρώπη. Το 1839 η φήμη του τραγουδιού έφτασε στις Ηνωμένες Πολιτείες όταν η τυρολέζικη οικογένεια τραγουδιστών Rainer έκανε εκεί περιοδεία.
Η… λαμπρή αυτή ιδέα ήταν πολύ μπροστά από την εποχή της. Ας τα πάρουμε όμως από την αρχή. Πρώτα ήρθε το Χριστουγεννιάτικο δέντρο. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο Πρόεδρος Φράνκλιν Πιρς έβαλε ένα στον Λευκό Οίκο το 1856 και μέχρι τη δεκαετία του 1870 πουλούσαν φρέσκα δέντρα στο Washington Square Park και όμορφα στολίδια στο Macy’s. Αλλά αυτό που πραγματικά έκανε ένα δέντρο χριστουγεννιάτικο δέντρο ήταν τα κεριά, και ενώ οι φλόγες που τρεμοπαίζουν ήταν εορταστικές, αποτελούσαν επίσης κίνδυνο πυρκαγιάς.
Το 1871, ο Edward Hibberd Johnson προσέλαβε τον Thomas Edison, έναν 24χρονο τότε εφευρέτη, ως σύμβουλο της Automatic Telegraph Company. Είχε τόσο τρομερές ιδέες που όταν έφυγε για να ξεκινήσει μια νέα, δική του εταιρεία, ο Johnson είχε εντυπωσιαστεί τόσο πολύ που τον ακολούθησε και άρχισε να χρηματοδοτεί την υλοποίηση των ιδεών του.
Όταν ο Edison κατοχύρωσε τον λαμπτήρα με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας το 1880, ήταν δύσκολο να μετρηθεί η αξία του, αφού η εκτεταμένη ηλεκτροδότηση απείχε ακόμη δεκαετίες. Ωστόσο, ο Johnson, ο Edison και άλλοι, επένδυσαν 35.000 δολάρια για να δημιουργήσουν την Edison Lamp Company και να πουλήσουν λαμπτήρες.
Το 1882, στο αρχοντικό του που βρισκόταν στο Νο136 της East 36th Street στη Νέα Υόρκη, ο Johnson είχε μια ιδέα που τελικά τον έκανε τον αφανή ήρωα στη διακόσμηση πολλών Χριστουγέννων τα χρόνια που ακολούθησαν. Έστησε ένα δέντρο δίπλα στο παράθυρο του σαλονιού του στον δρόμο, έσυρε με το χέρι 80 κόκκινες, άσπρες και μπλε λάμπες και τις ένωσε γύρω του, τοποθετώντας τον κορμό σε ένα περιστρεφόμενο βάθρο. Η τροφοδοσία ρεύματος γινόταν από μια γεννήτρια. Στη συνέχεια κάλεσε έναν δημοσιογράφο.
Τα φώτα τράβηξαν πλήθος περαστικών που σταματούσαν για να κοιτάξουν το λαμπερό αυτό θαύμα. Τις επόμενες χρονιές έβαζε ακόμα περισσότερες λάμπες και κάπως έτσι ξεκίνησε μια μεγάλη παράδοση. Μέχρι τη δεκαετία του 1930, οι χρωματιστοί λαμπτήρες ήταν παντού.
Πρόκειται στην πραγματικότητα για το πιο θλιμμένο χριστουγεννιάτικο τραγούδι. Η αργή, θλιβερή και σχεδόν μελαγχολική μελωδία του έρχεται σε αντίθεση με όλα τα χαρούμενα τραγούδια της περιόδου, όπως για παράδειγμα το “Ρούντολφ το ελαφάκι”.
Η ιστορία λέει πως η γιορτή των Χριστουγέννων θύμιζε στον συνθέτη Irving Berlin τον μικρό γιο του που πέθανε ανήμερα το 1928. Τα συναισθήματα του ίδιου για την περίοδο αυτή ήταν βαριά. Ο γιός του ήταν ακόμα μωρό, μόλις τριών εβδομάδων όταν πέθανε και ο Berlin μαζί με τη σύζυγό του επισκέπτονταν τον τάφο του κάθε Χριστούγεννα. Έτσι έκανε τη θλίψη του τραγούδι.
Πιστεύεται ότι αυτό συνέβη σχεδόν 10 χρόνια αργότερα, ανάμεσα στο 1937 και το 1939, αφού ακόμα δεν μπορούσε να ξεπεράσει τον χαμό του. Από τότε το “White Christmas” έχει τραγουδηθεί εκατομμύρια φορές και έχει διασκευαστεί από πολλούς καλλιτέχνες.
Μπορεί στην πραγματικότητα να μην ήταν καν αστέρι. Αν και το αστέρι της Βηθλεέμ εμφανίζεται μόνο μία φορά στη Βίβλο, στο Ευαγγέλιο του Ματθαίου στην Καινή Διαθήκη, έχει γίνει ένα από τα πιο σημαντικά και αναπόσπαστα σύμβολα της γιορτής. Ωστόσο, οι αστρονόμοι εξακολουθούν να μπερδεύονται ακόμη και σήμερα.
Όπως γράφει ο Larry Sessions του EarthSky.org, είναι ξεκάθαρο στους σύγχρονους αστρονόμους ότι το αστέρι της Βηθλεέμ συμπεριφέρθηκε πολύ περίεργα, αν τελικά υπήρχε δηλαδή. Πρώτα απ’όλα, ο Ιησούς Χριστός σχεδόν σίγουρα δεν γεννήθηκε τον Δεκέμβριο, επομένως η αναζήτηση της προέλευσής του στον νυχτερινό ουρανό αυτή την εποχή του χρόνου είναι λίγο άκυρη.
Οι ιστορικοί έχουν συμφωνήσει εδώ και καιρό ότι τα Χριστούγεννα έχουν κοινές ρίζες με την αρχαία ρωμαϊκή γιορτή του ηλιοστασίου, τα Saturnalia και ότι ο Ιησούς γεννήθηκε πιθανότατα την άνοιξη, όταν οι βοσκοί φρόντιζαν τα κοπάδια τους. Στην πραγματικότητα, τα Χριστούγεννα είναι στις 25 Δεκεμβρίου λόγω του Ρωμαίου αυτοκράτορα Κωνσταντίνου, ο οποίος μετέφερε την αργία για να συμπέσει με τη συντομότερη νύχτα του χρόνου.
Ενώ η Βίβλος λέει ότι οι τρεις Μάγοι οδηγήθηκαν στη γενέτειρα του Ιησού από ένα αστέρι στον ουρανό, ειδικοί λένε ότι αυτή η εξήγηση δεν ταιριάζει με την υπόλοιπη ιστορία. Για την ακρίβεια η δική τους εκδοχή είναι ότι από τη στιγμή που οι Μάγοι ήρθαν από την Περσία (πράγμα που σημαίνει ότι ταξίδεψαν 1500 χλμ. δυτικά), δεν γίνεται να είδαν ένα αστέρι στα ανατολικά.
Κάποιοι έχουν αποφανθεί ότι οι μάγοι μπορεί να ακολούθησαν έναν φωτεινό μετεωρίτη, κομήτη ή ακόμα και ένα σουπερνόβα, αλλά υπάρχουν επίσης πολλά προβλήματα με αυτές τις θεωρίες. Πρώτον, οι μετεωρίτες μπορεί να είναι εντυπωσιακά φωτεινοί, αλλά καίγονται αστραπιαία όταν εισέρχονται στην ατμόσφαιρα της Γης, πράγμα που σημαίνει ότι οι μάγοι θα χρειάζονταν περισσότερο χρόνο για τα ταξίδια τους. Ένας κομήτης είναι μια ισχυρή πιθανότητα, καθώς ο κομήτης του Halley ήταν ορατός λίγα χρόνια πριν, το 11 π.Χ. (την περίοδο δηλαδή που ορισμένοι ιστορικοί πιστεύουν ότι μπορεί να γεννήθηκε ο Ιησούς) αλλά οι αρχαίοι αστρονόμοι θεωρούσαν τους κομήτες κακούς οιωνούς, όχι καλούς. Και ενώ ένα σουπερνόβα θα αποτελούσε σίγουρα ένα συγκλονιστικό θέαμα, δεν υπάρχει ιστορική καταγραφή κάποιου φωτεινού σουπερνόβα από εκείνη την εποχή.
Υπάρχει όμως και μια άλλη πιθανότητα: να ήταν ένας ορατός πλανήτης. Ο Δίας, για παράδειγμα, ήταν ανάδρομος εκείνη την εποχή, πράγμα που σημαίνει ότι θα φαινόταν να ταξιδεύει ανατολικά καθώς θα ανέβαινε στον ουρανό κάθε βράδυ. Μάλιστα, οι αρχαίοι αστρονόμοι τον θεωρούσαν βασιλιά πλανήτη και η εμφάνισή του στον αστερισμό του Λέοντα μπορεί να ήταν αρκετά σημαντική για τους ανθρώπους που έβλεπαν νόημα στις κινήσεις των αστεριών και των πλανητών. Όπως καταλάβατε, ο καθένας επιλέγει την εκδοχή που του κάνει περισσότερο.
Δεν ξέρω αν έχετε ανταλλάξει ποτέ φιλιά κάτω από το γκι, σίγουρα θα έχετε δει όμως αυτό το έθιμο σε κάποια ταινία. Το πώς ξεκίνησε αυτό το έθιμο είναι επίσης, όπως το Άστρο της Βηθλεέμ, ένα μυστήριο.
Ας το πάρουμε από την αρχή. Η παράδοση του γκι υποστηρίζει ότι ένας άντρας πρέπει να φιλήσει οποιαδήποτε γυναίκα στέκεται κάτω από ένα κλαδάκι ή ένα μπουκέτο γκι ή και το αντίστροφο. Αν κάποιος από τους δύο αρνηθεί το φιλί, υποτίθεται ότι θα έχει κακή τύχη την επόμενη χρονιά.
Τι είναι το γκι; Ένα ημιπαρασιτικό φυτό που φύεται σχεδόν αποκλειστικά σε δέντρα. Βρίσκει το σπίτι του -όπως πολλοί σπόροι- μέσα στα περιττώματα πουλιών. Καθώς ο σπόρος αρχίζει να αναπτύσσεται, το φυτό προσκολλάται στο δέντρο «ξενιστή» για να κλέψει το νερό και τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά που χρειάζεται για να επιβιώσει. Όχι μόνο λοιπόν το γκι είναι ένα παρασιτικό φυτό που προέρχεται από περιττώματα πουλιών, αλλά και η προέλευση του ίδιου του ονόματος δεν είναι καθόλου ελκυστική. Προέρχεται από τις αγγλοσαξονικές λέξεις «Mistel» που σημαίνει κοπριά και «Tan» που σημαίνει ραβδί ή κλαδί. Πώς από την κοπριά φτάσαμε στα φιλιά;
Το παζλ ξεκινά τον 1ο αιώνα μ.Χ. Οι ειδικοί λένε ότι η χρήση του γκι σε τελετουργική μορφή ξεκίνησε με τους Κέλτες Δρυίδες οι οποίοι ζούσαν στα βρετανικά νησιά, δηλαδή στη σημερινή Ιρλανδία και Σκωτία. Το γκι έγινε ιερό σύμβολο ζωντάνιας και γονιμότητας για τους Δρυίδες αφού το είδαν να ανθίζει στα δέντρα τους σκληρούς χειμώνες.
Ένα άλλο κομμάτι του παζλ του γκι προέρχεται από τη σκανδιναβική μυθολογία. Στη σκανδιναβική κουλτούρα, το φυτό αυτό ήταν σημάδι αγάπης και ειρήνης. Η ιστορία λέει ότι η θεά Φιγκ έχασε τον γιο της, τον θεό Μπάλντουρ, από ένα βέλος φτιαγμένο από γκι. Μετά τον θάνατό του υποσχέθηκε ότι όποιοι περνούσαν από κάτω από ένα γκι, θα αντάλλασσαν ένα φιλί, για να μην χρησιμοποιηθεί ξανά ως όπλο.
Το τελευταίο κομμάτι του παζλ μας οδηγεί στην παράδοση που γνωρίζουμε και αγαπάμε σήμερα. Η παράδοση του φιλιού όπως την ξέρουμε φαίνεται να ξεκίνησε στην Αγγλία του 18ου αιώνα, όπου χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά ευρέως ως χριστουγεννιάτικη διακόσμηση. Η παράδοση εξαπλώθηκε γρήγορα σε όλο τον κόσμο. Ξεκινώντας ως έθιμο μεταξύ των κατώτερων τάξεων, άνοιξε το δρόμο του σε όλες τις τάξεις, αποτελώντας μια παγκόσμια παράδοση.
Την επόμενη φορά λοιπόν που θα βρεθείτε κάτω από το γκι και θα ετοιμάζεστε για ένα φιλί, θυμηθείτε ότι όλα ξεκίνησαν με περιττώματα πουλιών, ένα παράσιτο, κάποιους Δρυίδες και μια σκανδιναβική θεά. Στην υγειά μας!