Categories: ΙΣΤΟΡΙΕΣ

Αγαπητέ Μάγκνους, υπάρχουν στ’ αλήθεια ακόμα ξωτικά στην Ισλανδία;

Ήταν μια αληθινά χειμωνιάτικη Τετάρτη στην Ελλάδα. Μια Τετάρτη λίγο πριν τα Χριστούγεννα. Μόνο που το ελαφρύ χιονόνερο φέτος δεν απάλαινε με τίποτε τις βαριές καρδιές των ανθρώπων, φορεμένες σαν παράσημα επιζώντων στρατιωτών πολέμου στα σφιγμένα χείλη και τα πολύ, μα τόσο πολύ κουρασμένα βλέμματα που έψαχναν απάγκιο να κουρνιάσουν. Ήμουν στο συνοικιακό σουπερμάρκετ όταν χτύπησε το τηλέφωνο. «Γεια σας, η Δέσποινα; Ο Μάγκνους είμαι, από το Σχολείο των Ξωτικών, το Elfschool, στην Ισλανδία. Έλαβα το μέιλ σας. Μπορείτε να κάνουμε τώρα τη συνέντευξη;».

Τώρα; Τι τώρα, πώς τώρα, αναρωτήθηκα ενώ ήδη είχα αιφνιδιαστεί βλέποντας τον τηλεφωνικό κωδικό +354 λίγο πριν ζητήσω μισό κιλό φέτα με το χαρτί προτεραιότητας στα χέρια. Ήταν σαν να είχα συνδεθεί ξαφνικά με ένα παράλληλο σύμπαν, κι αυτό είχε βαλθεί να μου φωνάζει: «Σταμάτησες να πιστεύεις στις νεράιδες; Τώρα θα δεις».

Αντί για φέτα, πετάω γρήγορα στο καλάθι ένα κόκκινο κρασί, γιατί τέλος πάντων, όπως έχει γράψει και ο Κωστής Παπαγιώργης, ο πότης «κυριεύεται από πληθωρική ικανότητα διάκρισης απίθανων αποχρώσεων -ειδικά εκεί που δεν υπάρχουν- λες και έχει προστεθεί ένας επιπλέον φλοιός στον εγκέφαλό του». Τον χρειαζόμουν οπωσδήποτε αυτόν τον επιπλέον φλοιό αφού τελικά θα μιλούσα σε λίγες ώρες με τον διευθυντή του Elfschool της Ισλανδίας. Ξαφνικά, η βιωμένη μου πραγματικότητα μού φαίνεται ανυπόφορα πεζή έτσι που την καταπίνουν λαίμαργα τα ρημαγμένα πεζοδρόμια μιας ψυχικά αποστραγγισμένης πόλης. Στην τελική, εκεί, στον απώτατο παγωμένο Βορρά της Ευρώπης, κάποιος ξυπνάει κάθε πρωί για να διευθύνει ένα… Σχολείο Ξωτικών.

Μια φιλία παλιά όσο οι Βίκινγκ

Ο Magnus Skarphedinsson είναι 66 ετών, με χιονισμένα μαλλιά και γένια, ένας αναμφισβήτητα «περίεργος άνθρωπος». Έχει σπουδάσει Ιστορία, Λαογραφία και Ανθρωπολογία στο Πανεπιστήμιο της Ισλανδίας, και σήμερα θεωρείται διεθνώς ως ο πιο διάσημος «Ξωτικολόγος», ή αν προτιμάτε «Ιεροκήρυκας Ξωτικών», της χώρας.

Magnus Skarphedinsson, ο διευθυντής του Σχολείου Ξωτικών του Ρέικιαβικ

Από τότε που υπάρχει αυτό το κομμάτι γης, η Ισλανδία, με τους απέραντους πάγους κάτω από τους οποίους διόλου μονότονα κοχλάζουν δεκάδες ενεργά ηφαίστεια, τα ξωτικά (Álfar) και οι «κρυμμένοι άνθρωποι» (Huldufólk) κατοικούν εκεί. Ή τουλάχιστον αυτό πιστεύει το 54% των Ισλανδών που ομνύει στην ύπαρξή τους. Δεν υπάρχει άλλη χώρα στον κόσμο με τέτοιο ποσοστό – είναι μόλις 1-3% στη Δύση. Ο θρύλος λέει πως οι πρώτοι Βίκινγκ ήρθαν στην Ισλανδία από τη Νορβηγία τον 9ο μ.Χ. αιώνα και είδαν τους «κρυμμένους ανθρώπους» γιατί ήταν προικισμένοι με μεταφυσικές ικανότητες.

Πριν την έλευση των Βίκινγκ, στη χώρα δεν κατοικούσαν άνθρωποι. Για να ξέρετε, δηλαδή, η Ισλανδία πρωτοκατοικήθηκε από ξωτικά. Οι Βίκινγκ «που ήταν ως επί το πλείστον βάρβαροι» (όπως λέει ο Μάγκνους) ήρθαν σε επαφή μαζί τους και επιδίωξαν να τα υποδουλώσουν. «Τα ξωτικά και οι κρυμμένοι άνθρωποι συνήθως ζουν σε πέτρες ή μεγάλους βράχους ή λόφους – και σε μια άλλη διάσταση. Οπότε έτρεξαν εκεί, και δεν μπορούσαν να τους βρουν. Υπήρχαν όμως και έξυπνοι Βίκινγκ, οι οποίοι έγιναν φίλοι μαζί τους και ωφελήθηκαν πολύ», μου εξηγεί.

Πώς ωφελείσαι από τη φιλία με πλάσματα μιας άλλης διάστασης; Πιστεύεται ότι τα ξωτικά έχουν σώσει χιλιάδες ανθρώπους στη χώρα. Για παράδειγμα, φιλοξενώντας τους στα σπίτια τους ενώ είχαν χαθεί στο δάσος το καταχείμωνο, καθοδηγώντας τους να αποφύγουν κινδύνους, προσφέροντάς τους φαγητό ενώ πεινούσαν. 

Από μαρτυρίες, «διαπιστώνεται» ότι υπάρχουν δεκαέξι με δεκαοκτώ είδη ξωτικών. Τα μικρότερα, μόλις δυο-τρία εκατοστά, είναι τα «ξωτικά των λουλουδιών». Κι έχουν φτερά (η Τίνκερμπελ ζει στην Ισλανδία;). Υπάρχουν επίσης τα «ξωτικά των δέντρων», που είναι μεγαλύτερα. Έπειτα είναι τα «ξωτικά της φύσης», 25 με 60 εκατοστά, τα μεγαλύτερα από τα οποία είναι τα «ξωτικά των σπιτιών», τα hús alfár, 40 έως 90 εκατοστά. Και, τέλος, είναι οι «κρυμμένοι άνθρωποι», σε μέγεθος κανονικού ανθρώπου.

Στην Ισλανδία υπάρχει γενικά μακρά παράδοση για την «άλλη διάσταση». Εδώ μάλιστα μπορείτε να δείτε χάρτη της χώρας με τις αποικίες ξωτικών, φαντασμάτων, τρoλ και άλλων πλασμάτων. Και ξένοι όμως «ορθολογιστές» κάποτε παραστρατούν. Όταν η βρετανική διπλωματική αποστολή πούλησε το Hofoi, το σπίτι όπου διέμενε από το 1952 και όπου είχαν φιλοξενηθεί οι συναντήσεις Ρέιγκαν-Γκορμπατσόφ στη Σύνοδο του Ρέικιαβικ, ο τότε Βρετανός πρέσβης περιέλαβε επισήμως στους λόγους πώλησης ότι ήταν στοιχειωμένο.

1.400 «μάρτυρες» διηγούνται πώς συναντήθηκαν με ξωτικά

Από όταν ήταν φοιτητές, ο Μάγκνους και οι φίλοι του έκαναν έρευνα για παραφυσικά φαινόμενα. Επειδή λοιπόν πολλοί του ζητούσαν να διηγηθεί σχετικές ιστορίες, ίδρυσε πριν από περίπου 34 χρόνια το Σχολείο των Ξωτικών στο Ρέικιαβικ, όπου οι επισκέπτες της χώρας μαθαίνουν τα πάντα για τα πλάσματα της άλλης διάστασης. Το Σχολείο διοικείται από το Ινστιτούτο Παραφυσικής της Ισλανδίας, του οποίου ο συνομιλητής μου είναι συνιδρυτής.

Πιστεύει ο ίδιος ο Μάγκνους ότι υπάρχουν ξωτικά;

«Είναι πολύ δύσκολο να κάνεις έρευνα για τα ξωτικά γιατί ζουν σε άλλη διάσταση. Αλλά είναι μακράν το πιθανότερο ότι υπάρχουν. Έχω συναντήσει περισσότερους από 900 Ισλανδούς και 500 ξένους από 40 διαφορετικές χώρες που έχουν δει ξωτικά ή κρυμμένους ανθρώπους ή πνεύματα της φύσης».

Το μόνο κοινό μεταξύ αυτών των ανθρώπων, θα μου πει, είναι ότι έχουν πιο ανεπτυγμένη την 6η αίσθηση. Κάποιοι έχουν επισκεφθεί σπίτια ξωτικών, άλλοι είχαν φιλία ζωής μαζί τους.

Όσα μου λέει προφανώς προσκρούουν στον ορθολογισμό. «Είναι μια πραγματικότητα που δεν έχει ακόμα ερευνηθεί από την επιστήμη. Τα περισσότερα πράγματα σε αυτό τον κόσμο παραμένουν ανεξήγητα», ισχυρίζεται. Είναι έξαλλος με τους επιστήμονες. Θεωρεί πως είναι φοβερά προκατειλημμένοι. «Είναι τρελό. Συχνά νιώθω σαν να ζω στον 15ο αιώνα. Ποτέ δεν υπήρχαν περισσότεροι επιστήμονες και τόση λίγη έρευνα γι’ αυτά τα φαινόμενα».

«Χάνουμε τα ξωτικά μας με γρήγορους ρυθμούς!»

Γιατί όμως κυρίως στην Ισλανδία υπάρχει τόσο μεγάλο ποσοστό ανθρώπων που πιστεύουν στα ξωτικά;. 

Γιατί ο Διαφωτισμός, που «καθάρισε τον κόσμο από τις ανοησίες και τους κανόνες της θρησκείας», αλλά και από τους μύθους, δεν ήρθε ποτέ εδώ, είναι η εκδοχή του Μάγκνους. Κι αυτό γιατί από το 900 έως το 1900, η Ισλανδία λόγω γεωγραφικής θέσης ήταν απομονωμένη. «Όμως ο Διαφωτισμός είναι εδώ τώρα, και είναι αποτελεσματικός: Εξαφανίζει τα ξωτικά! Χάνουμε τα ξωτικά μας με γρήγορους ρυθμούς, ακόμα όμως υπάρχουν». 

Ο Μάγκνους δεν υποτιμά τον Διαφωτισμό. Θεωρεί ότι σε κοινωνικό επίπεδο είχε καταλυτικά θετική επίδραση. Με πάει πίσω σε μια πολύ σκοτεινή εποχή της χώρας. Στην Ισλανδία από το 1200 έως το 1900 περίπου, το 1% ήταν η κυρίαρχη τάξη, βασιλιάδες, παπάδες, κρατικοί αξιωματούχοι, το 4-5% ήταν γαιοκτήμονες και εκείνοι που η χώρα ανήκε στην οικογένειά τους και το 92-93% ήταν εργάτες που δεν τους ανήκε τίποτα – ούτε η ίδια τους η ζωή. Η Εκκλησία λοιπόν έλεγε στην πλειοψηφία πως αυτή η κοινωνική διαστρωμάτωση είναι θέλημα Θεού. Δεν μπορούσες να ερωτευτείς στην Ισλανδία αν δεν είχες παντρευτεί, μου λέει ο Μάγκνους. Δεν μπορούσες να κάνεις σεξ αν δεν είχες παντρευτεί. Και δεν μπορούσες να παντρευτείς αν δεν είχες δικό σου κτήμα.

«Είχαμε μόνο 6.700 φάρμες στην Ισλανδία, οπότε επίσημα μόνο 6.700 άνθρωποι μπορούσαν να κάνουν σεξ. Ευτυχώς, έκαναν πολλοί περισσότεροι, αλλιώς θα είχαμε εξαφανιστεί». Αν ήσουν εργάτης, χρειαζόσουν άδεια από τον γαιοκτήμονα για να κάνεις παιδιά. «Ίσως η πιο σκοτεινή περίοδος της Ισλανδίας ήταν ο 17ος αιώνας, όταν οι περισσότερες γυναίκες που έμεναν έγκυοι καταδικάζονταν να πνιγούν στην Αγία Λίμνη».

Από αυτή την ερεβώδη σαν τους ατέρμονους σκανδιναβικούς χειμώνες εποχή επιβίωσαν ευτυχώς μόνο τα ξωτικά. Και είναι ακόμα πιο εκπληκτικό ότι επιβίωσαν αυτά, πολύ περισσότερο από τη θρησκευτική πίστη, αφού λιγότεροι από τους μισούς Ισλανδούς πιστεύουν στον θεό.

«Σας ξορκίζω, απλώς μην ανατινάξετε αυτό τον βράχο»

Τελικά επηρεάζουν τα ξωτικά την καθημερινότητα των Ισλανδών;

Όχι ιδιαίτερα, μου λέει ο Μάγκνους. Γιατί ζουν στη φύση και όχι μαζί με τους ανθρώπους. Αν είσαι στη φύση, μπορεί να βρίσκεσαι μια ανάσα μακριά τους. «Υπάρχει όμως μια παράδοση στην Ισλανδία, να μην ανατινάζεις τους βράχους και τους λόφους όπου κατοικούν. Θα ξεσήκωνε φοβερές αντιδράσεις ένας πολιτικός στην Ισλανδία που θα έλεγε ότι τα ξωτικά και οι κρυμμένοι άνθρωποι είναι ανοησίες. Δεν θα επανεκλεγόταν ποτέ εδώ».  

Το 2015, μεταδιδόταν στα διεθνή δίκτυα ότι στην Ισλανδία είχαν μετακινήσει έναν βράχο 70 τόνων ο οποίος θεωρούνταν εκκλησία ξωτικών, για να μην τον καταστρέψουν αφού από εκεί θα διερχόταν ένας νέος δρόμος. Οι εργασίες είχαν σταματήσει ενάμιση χρόνο μέχρι τότε, οπότε μια κάτοικος δήλωσε πως στα ξωτικά είχε δοθεί αρκετός χρόνος για να προετοιμάσουν την μεταφορά της εκκλησίας τους, και τώρα ήταν χαρούμενα. Σε μια άλλη περίπτωση, το 2016, οι αρχές αναγκάστηκαν να αποκαταστήσουν και να καθαρίσουν βράχο που θεωρούνταν σπίτι της Λαίδης Ξωτικού (Álfkonusteinn), αφού κάποιοι εργάτες τον είχαν απερίσκεπτα θάψει κάτω από χώμα καθώς καθάριζαν τον δρόμο από κατολίσθηση. Το θάψιμο του βράχου είχαν ακολουθήσει πολλά ανεξήγητα φαινόμενα: ένας εργάτης τραυματίστηκε, το ποτάμι πλημμύρισε τον δρόμο, έγιναν νέες κατολισθήσεις λάσπης, μια από τις μπουλντόζες χάλασε κι ένας ρεπόρτερ βούλιαξε στη λάσπη.

«Έχουμε πολλά τέτοια παραδείγματα εδώ. Ο αδελφός μου ήταν υπουργός πριν 20 χρόνια και πάντοτε μου έλεγε πως αν μια κατασκευαστική εταιρεία σχεδίαζε έργα σε περιοχή όπου οι ντόπιοι έλεγαν πως υπήρχαν ξωτικά, πάντοτε μα πάντοτε άλλαζε ο σχεδιασμός για να μη γίνει εκεί το έργο», μου εξηγεί ο Μάγκνους.

Οι ξένες εταιρείες πώς αντιδρούσαν στην προσαρμογή των πλάνων με βάση τον παράγοντα «ξωτικά»;

«Αν ήταν ξένοι, θεωρούσαν ότι είμαστε τρελοί!»

Και αν δεν άλλαζαν τα σχέδια; «Τότε όλα πήγαιναν στραβά. Όλα, όμως. Δεν μπορεί να ήταν τόσο σύμπτωση». Εργατικά ατυχήματα, απεργίες, ξαφνικές θεομηνίες, χαλασμένα μηχανήματα. «Οι ειδικοί της κυβέρνησης υπολόγισαν ότι το κόστος για να περάσει ένα έργο από μέρη όπου τους είχαν πει ότι κατοικούν ξωτικά και κρυμμένοι άνθρωποι και να ανατινάξουν εκεί βράχους και λόφους ήταν τριπλάσιο ή τετραπλάσιο από ό,τι σε άλλα μέρη. Γιατί όλα πήγαιναν στραβά».

Επιστήμονες και κυβερνητικοί αξιωματούχοι, ακόμα κι αν δεν πιστεύουν στα ξωτικά, μου εξηγεί ο Μάγκνους, λένε: «Κοίτα, δεν ξέρουμε τι υπάρχει σε αυτές τις πέτρες, αλλά όπου σας έχουν πει οι ντόπιοι ότι έχουν δει ξωτικά, μην μπλέξετε, γιατί το κόστος εκτοξεύεται κατακόρυφα. Δεν έχουμε άποψη, απλώς μην ανατινάξετε αυτόν τον βράχο».

Σκέφτομαι ότι η ισλανδική παράδοση των ξωτικών θυμίζει κατά τι την Αρχαία Ελλάδα, τότε που οι νόμοι της φυσικής δεν ήταν γνωστοί, κι οι άνθρωποι είχαν θεοποιήσει τα στοιχεία της φύσης. Και στους δύο αυτούς πολιτισμούς, ο άνθρωπος θεωρείται αναπόσπαστο μέρος της φύσης. Ακόμα και το αγαπημένο παιδί της Ισλανδίας, η τραγουδίστρια Μπιόρκ, είχε απαντήσει ερωτώμενη εάν πιστεύει σε νεράιδες και ξωτικά: «Πιστεύουμε ότι η φύση είναι πολύ πιο ισχυρή από τον άνθρωπο». Και μάλλον το νιώθεις αυτό πολύ στη χώρα όπου μπορεί να παρασυρθείς συχνά από τον θυελλώδη άνεμο ή να χαθείς σε εκτάσεις στερεοποιημένης λάβας.

Αντίθετα, η νεότερη και σύγχρονη δυτική φιλοσοφία τοποθετεί τον άνθρωπο απέναντι στη φύση, ως κάτι ξεχωριστό από αυτή, την οποία πρέπει να υποτάξει. Και σε αυτή τη φιλοσοφία ανιχνεύεται η αιτία του σημερινού περιβαλλοντικού προβλήματος.

Το πιο πολύτιμο λοιπόν που μας διδάσκει η ισλανδική παράδοση των ξωτικών, είναι ο σεβασμός στη φύση. Όχι τυχαία, η Ισλανδία είναι η δεύτερη πιο φιλική προς το περιβάλλον χώρα μετά τη Φινλανδία.

Οι «κρυμμένοι άνθρωποι» φτιάχνουν βαλίτσες Παραμονή Πρωτοχρονιάς

Τα ξωτικά, γενικά, δεν αλλάζουν συνήθειες κατά περίσταση. Αν και η παράδοση λέει πως αν σταθείς την παραμονή των Χριστουγέννων σε κάποιο σταυροδρόμι, θα τα προσελκύσεις. Δεν πρέπει επουδενί όμως να πάρεις δώρα αν σου προσφέρουν, γιατί φέρνει ατυχία. Τα Χριστούγεννα, στην Ισλανδία «επιστρατεύονται» μόνο τα Yule-Lads, οι δικοί τους «Αη-Βασίληδες» που επισκέπτονται τα σπίτια από τις 13 μέχρι τις 24 Δεκεμβρίου και φέρνουν δώρα στα παιδιά.

«Αλλά οι κρυμμένοι άνθρωποι και τα ξωτικά συνήθως φεύγουν για άλλα μέρη την παραμονή της Πρωτοχρονιάς», μου λέει ο Μάγκνους. «Έχουμε μάρτυρες που τους έχουν δει να μετακομίζουν μεταφέροντας τις αποσκευές τους».

«Γιατί την Παραμονή της Πρωτοχρονιάς;».

«Ιδέα δεν έχουμε. Είναι απλώς η παράδοση». 

Το γιορτάζουν εκείνο το βράδυ στην Ισλανδία. Ανάβουν φωτιές και χορεύουν σαν ξωτικά. Αρκετοί Ισλανδοί, δε, αφήνουν αναμμένα κεριά μπροστά στα σπίτια τους. Για να βοηθήσουν τα ξωτικά να βρουν τον δρόμο τους. Γιατί, πάνω από όλα, αυτή η σχέση είναι σχέση αμοιβαιότητας.

Μετά από όλη την κουβέντα με τον Μάγκνους, δεν πείστηκα ότι τα ξωτικά επιβιώνουν ακόμα στην Ισλανδία μόνο χάρη στην καθυστερημένη έλευση του Διαφωτισμού. Σε τελική ανάλυση, ακόμα και στις χώρες του Διαφωτισμού ένα μεγάλο ποσοστό πιστεύει σε μια άλλη αόρατη δύναμη: τον Θεό.

Εκείνο που αντιλαμβάνομαι είναι ότι η «μη Διαφωτισμένη επαρκώς» Ισλανδία σέβεται μακράν περισσότερο τη φύση. Και ότι μια καθημερινότητα δύσκολη λόγω ακραίου κλίματος ή, παλαιότερα, λόγω τεράστιων κοινωνικών ανισοτήτων χρειάζεται λίγη μαγεία όπως ο ταξιδιώτης της ερήμου το νερό.

Για τους «στεγνούς» ορθολογιστές, ο Κωστής Παπαγιώργης ίσως έλεγε ότι «η πεζότητα ζει τη σκωπτική της έξαρση φτύνοντας ψηλά». Οι υπόλοιποι, μπορούμε να αφήσουμε ένα κερί αναμμένο την παραμονή του νέου χρόνου, μήπως βρει λίγη χαμένη μαγεία τον δρόμο της πίσω στη ζωή μας.

Δέσποινα Παπαγεωργίου

Share
Published by
Δέσποινα Παπαγεωργίου