Ο πόλεμος στη Γάζα, ο οποίος πλησιάζει στον δέκατο μήνα του, έχει επισκιάσει αρκετούς πολέμους σε όλο τον κόσμο, εξαιτίας του μεγέθους του και της γενοκτονίας που τελείται. Περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο, ίσως, δεν έχουμε δώσει αρκετή προσοχή στον κτηνώδη εμφύλιο πόλεμο που μαίνεται αυτή τη στιγμή στο Σουδάν, τον οποίο τα ΜΜΕ έχουν σχεδόν αγνοήσει, με αποτέλεσμα, από τις 15 Απριλίου του 2023, όταν και ξεκίνησε, να μην γνωρίζουμε σε συστηματική βάση τους σκοτωμούς, τις καταστροφές, την ανθρωπιστική κρίση και τους εκτοπισμούς που βιώνει ο λαός αυτός.
Η βία στο Σουδάν είναι απόρροια της σύγκρουσης μεταξύ του σουδανικού στρατού, υπό την ηγεσία του Abdel Fattah Al-Burhan, και της πολιτοφυλακής Rapid Support Forces (RSF) υπό τον Mohamed Hamdan Dagalo, γνωστό και ως Hemedti. Μέχρι να ξεκινήσει ο πόλεμος, ο Dagalo ήταν ο αναπληρωτής του Burhan και συνεργάτης του στο πραξικόπημα κατά του πρώην προέδρου Omar Hassan Al-Bashir.
Η RSF ιδρύθηκε από τον Al-Bashir πριν από δέκα χρόνια και είχε στρατιωτική και υλικοτεχνική υποστήριξη από τις υπηρεσίες ασφαλείας του Σουδάν. Η πολιτοφυλακή έγινε ουσιαστικά ένα παράλληλο κράτος στο Σουδάν – ένα κράτος μέσα στο κράτος, με την έγκριση του ίδιου του Al-Burhan, για να διασφαλίσει την παραμονή του στην εξουσία. Οι διασυνδέσεις της RSF με ξένα κράτη αναπτύχθηκαν με στόχο τη διαίρεση του Σουδάν, που υποστηρίζεται από τις χώρες που υποστηρίζουν την πολιτοφυλακή. Ο λαός του Σουδάν δεν περίμενε ότι οι συγκρούσεις θα διαρκέσουν πολύ, πιστεύοντας ότι οι στρατηγοί της χώρας θα οδηγηθούν σε διάλογο για να καταλήξουν σε συμφωνία.
Ο ήχος όμως των βομβών, των μαχητικών αεροσκαφών και των πυροβολισμών δεν έχει σταματήσει μέχρι σήμερα. Στις αρχές του δεύτερου έτους του, ο πόλεμος πήρε μια νέα κατεύθυνση που αντανακλούσε την προφανή πλέον εξωτερική ανάμειξη στο Σουδάν. Τα όπλα, συμπεριλαμβανομένων των μη επανδρωμένων αεροσκαφών, παρέχονται στην RSF μέσω ενός καθορισμένου αεροδρομίου στην περιοχή Chad – πράγμα το οποίο δεν αποτελεί μυστικό, όπως και από την άλλη πλευρά οι στρατιωτικές σχέσεις του Στρατού με το Ιράν και τη Ρωσία.
Το Σουδάν έχει γίνει έτσι το επίκεντρο των διεθνών παρεμβάσεων λόγω του τεράστιου πλούτου του σε φυσικούς πόρους, των εκτεταμένων και εύφορων εδαφών του και του ποταμού Νείλου.
Το Σουδάν έχει μετατραπεί σε μια ανοιχτή αρένα για παγκόσμιες συγκρούσεις λόγω των αξιοζήλευτων φυσικών πόρων του. Η Ρωσία έχει επεκτείνει έντονα την παρουσία της στην Κεντρική και Δυτική Αφρική, ασκώντας πίεση στους Γάλλους στα ιστορικά τους προπύργια που έχουν καταληφθεί για περισσότερο από έναν αιώνα. Η επιρροή της Γαλλίας έχει εξασθενήσει σημαντικά στην περιοχή, η οποία θεωρείται από τις πλουσιότερες της Αφρικής όσον αφορά στους φυσικούς πόρους, ενώ η Ρωσία και η Κίνα φαίνεται να ανταγωνίζονται μεταξύ τους για την κυριαρχία τους εκεί.
Στο μεταξύ, η επέκταση της Ρωσίας και της Κίνας στην Κεντρική και Δυτική Αφρική και τα συστηματικά μέτρα του Ρώσου προέδρου Vladimir Putin για τη δημιουργία ρωσικής στρατιωτικής βάσης στην Ερυθρά Θάλασσα, έχουν ωθήσει τις ΗΠΑ να αναδιατάξουν τη θέση τους στην Αφρική. Η Ουάσινγκτον έχει στραφεί στην Κένυα ως τη νέα πύλη της προς την Κεντρική και Ανατολική Αφρική, κατευθύνοντας το ένα «πόδι» της στο Σουδάν, την Αιθιοπία και τη Σομαλία και το άλλο στο στενό Bab Al-Mandab στην Ερυθρά Θάλασσα. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο η Αμερική πρότεινε στην Κένυα τον περασμένο μήνα να είναι ένας διακεκριμένος μη ΝΑΤΟϊκός σύμμαχος με στρατιωτική υποστήριξη για την κενυατική πολεμική αεροπορία, ενώ πρόσφερε τη δυνατότητα να καταστήσει το αρχηγείο της στην ανατολικοαφρικανική χώρα, ως την κύρια βάση στην περιοχή για τα αμερικανικά στρατεύματα.
Το Ιράν ενίσχυσε επίσης τη δύναμή του στην Ερυθρά Θάλασσα, καθώς ενδυνάμωσε την παρουσία του στο Σουδάν μέσω της υποστήριξης του σουδανικού στρατού, τον οποίο έχει προμηθεύσει με μη επανδρωμένα αεροσκάφη και άλλο εξοπλισμό. Το Σουδάν έχει γίνει έτσι το επίκεντρο των διεθνών παρεμβάσεων λόγω του τεράστιου πλούτου του σε φυσικούς πόρους, των εκτεταμένων και εύφορων εδαφών του και του ποταμού Νείλου. Όλα αυτά δελεάζουν την ξένη παρέμβαση που καραδοκεί σε περίπτωση που οι κρατικοί θεσμοί καταρρεύσουν, καθιστώντας ευκολότερη τη διάλυση του ίδιου του κράτους, τη διανομή των πόρων και την εγκατάσταση ενός εναλλακτικού καθεστώτος.
Ωστόσο, το πιο επικίνδυνο πράγμα σε αυτόν τον εμφύλιο πόλεμο, είναι ότι έχει δημιουργήσει έντονη πόλωση όχι μόνο μεταξύ του στρατού και της RSF αλλά και των πολιτικών ομάδων εντός της κοινωνίας των πολιτών, καθώς και των περιφερειακών παραγόντων που υποστηρίζουν τη μία ή την άλλη πλευρά. Οι δυνάμεις της κοινωνίας των πολιτών στο Σουδάν δεν έχουν παίξει κανένα αποτελεσματικό ρόλο για να σταματήσουν τον πόλεμο και να διατηρήσουν ένα ενιαίο μέτωπο. Αντιθέτως, είναι πολύ απασχολημένες με τις εσωτερικές συγκρούσεις μεταξύ τους.
Σύμφωνα με συντηρητική εκτίμηση του μη κερδοσκοπικού παρατηρητηρίου πολέμου ACLED, κατά τη διάρκεια του πολέμου έχουν σκοτωθεί 14.000 άμαχοι, ενώ, σύμφωνα με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR), υπάρχουν περίπου 10 εκατομμύρια εσωτερικά εκτοπισμένοι άνθρωποι στο Σουδάν, καθιστώντας το τη χώρα με «τον μεγαλύτερο εσωτερικά εκτοπισμένο πληθυσμό που έχει αναφερθεί ποτέ».
Η UNICEF αναφέρει πως τα 4 εκατομμύρια εξ αυτών είναι παιδιά. «Ο εκτοπισμός παιδιών συμβαδίζει με πολλές άλλες κρίσεις ως αποτέλεσμα του πολέμου», δήλωσε ο Mandeep O’Brien, εκπρόσωπος της UNICEF για το Σουδάν. «Τα παιδιά αντιμετωπίζουν ασθένειες, υποσιτισμό και πείνα και σχεδόν 8,9 εκατομμύρια βρίσκονται σε οξεία επισιτιστική ανασφάλεια». Ακόμα 2 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν καταφύγει σε γειτονικές χώρες. Το Chad και το Νότιο Σουδάν έχουν δεχθεί τον μεγαλύτερο αριθμό προσφύγων, ακολουθούμενα από την Αίγυπτο και την Αιθιοπία.
Το El Fasher, η τελευταία μεγάλη πόλη που ελέγχεται από την κυβέρνηση στην τεράστια δυτική περιοχή του Darfur, φιλοξενεί δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες που έχουν διαφύγει από τις βάναυσες επιθέσεις των RSF. Τους τελευταίους μήνες, οι άνθρωποι που ζουν στην πόλη έχουν υποστεί την ισχυρή πολιορκία των RSF, δεχόμενοι καθημερινά πυρά. Στις 10 Ιουνίου, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα ανακοίνωσαν ότι έκλεισαν το τελευταίο νοσοκομείο τους στην πόλη εξαιτίας των σφοδρών επιθέσεων των RSF. Στη βορειοδυτική περιοχή Amhara της Αιθιοπίας, η οποία συνορεύει με το Σουδάν και βιώνει τις συνέπειες της σύγκρουσης μεταξύ ανταρτών και κυβερνητικών δυνάμεων, περίπου 8.000 πρόσφυγες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τους καταυλισμούς του ΟΗΕ μετά από επανειλημμένες επιθέσεις, πυροβολισμούς και απαγωγές.
Ο μαζικός εκτοπισμός έχει καταστήσει την ανθρωπιστική κατάσταση έκτακτης ανάγκης του Σουδάν ακόμα πιο οξεία. Οι ανθρωπιστικές οργανώσεις κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, αναφέροντας ελλείψεις φαρμάκων, τροφίμων και καταλυμάτων, καθώς οι πληθυσμοί σε προσφυγικούς ή αυτοσχέδιους καταυλισμούς σε όλη τη χώρα συνεχίζουν να αυξάνονται.
Η Ολοκληρωμένη Ταξινόμηση Φάσης Επισιτιστικής Ασφάλειας (The Integrated Food Security Phase Classification), ένα εργαλείο που υποστηρίζεται από τον ΟΗΕ για την παρακολούθηση της παγκόσμιας πείνας, ανέφερε ότι 14 περιοχές με υψηλές συγκεντρώσεις εσωτερικά εκτοπισμένων κινδυνεύουν από λιμό. Ο Tom Perriello, ειδικός απεσταλμένος των ΗΠΑ στο Σουδάν, δήλωσε τον περασμένο μήνα ότι τμήματα του Σουδάν βρίσκονται σε λιμό και ότι ακόμα και σε ασφαλέστερα περιβάλλοντα, όπως τα στρατόπεδα προσφύγων στο ανατολικό Chad, η διεθνής κοινότητα είχε κάνει μια «αξιοθρήνητη δουλειά» για να περάσει η βοήθεια.
Εν μέσω απωλειών, εκτοπισμών και ανθρωπιστικής κρίσης, έρευνα του Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (HRW) έρχεται να τεκμηριώσει τη σοκαριστική επικράτηση της σεξουαλικής βίας στην Khartoum, κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου. Ένοπλοι της πολιτοφυλακής RSF, περιφέρονταν στην πρωτεύουσα του Σουδάν και βίαζαν ομαδικά «αμέτρητες» γυναίκες και κορίτσια, ορισμένα μόλις εννέα ετών, σύμφωνα με την έρευνα. Μάλιστα, ορισμένες επιθέσεις ήταν τόσο βίαιες, που γυναίκες και κορίτσια πέθαναν «λόγω της βίας που συνδέεται με την πράξη του βιασμού».
Οι μαρτυρίες γυναικών και κοριτσιών φανερώνουν ότι πολλές απήχθησαν, βασανίστηκαν και φυλακίστηκαν ως σκλάβες του σεξ, ενώ μητέρες βιάστηκαν στην προσπάθειά τους να προστατεύσουν τις κόρες τους. Ορισμένα κορίτσια είπαν στους μαχητές της RSF ότι ήταν παντρεμένες και όχι παρθένες σε μια προσπάθεια να αποφύγουν τις επιθέσεις. «Οι RSF βίασαν, βίασαν ομαδικά και ανάγκασαν σε γάμο αμέτρητες γυναίκες και κορίτσια σε κατοικημένες περιοχές της πρωτεύουσας του Σουδάν», δήλωσε η Laetitia Bader, διευθύντρια της HRW για το Κέρας της Αφρικής.
Από την έρευνα καταγράφηκαν τουλάχιστον 262 επιζώσες σεξουαλικής βίας, ηλικίας μεταξύ εννέα και 60 ετών. Σε αρκετές περιπτώσεις, εθελόντριες έκτακτης ανάγκης βιάστηκαν οι ίδιες από μαχητές της RSF καθώς προσπαθούσαν να βοηθήσουν επιζώσες σεξουαλικής βίας, όπως αναφέρει η έκθεση. Μια 20χρονη γυναίκα είπε στους ερευνητές: «Κοιμόμουν με ένα μαχαίρι κάτω από το μαξιλάρι μου για μήνες υπό το φόβο των επιδρομών που οδηγούν σε βιασμούς από την RSF. Δεν είναι πια ασφαλές να είσαι γυναίκα που ζει στο Χαρτούμ υπό την κυριαρχία της RSF».
Τουλάχιστον τέσσερις γυναίκες και κορίτσια πέθαναν από τα τραύματά τους μετά από πράξεις βιασμού, ενώ πολλές άλλες χρειάστηκαν νοσοκομειακή περίθαλψη, αναφέρει η έκθεση. Μια έφηβη κοπέλα πυροβολήθηκε στον μηρό αφού βιάστηκε από μια ομάδα στρατιωτών της RSF και πέθανε στο νοσοκομείο «από βαριά αιμορραγία που προκλήθηκε από τις σφαίρες».
Η έκθεση κατηγορεί επίσης τους στρατιώτες των Σουδανικών Ενόπλων Δυνάμεων (SAF) για σεξουαλική βία κατά του λαού του Χαρτούμ. Αν και λιγότερες περιπτώσεις αποδόθηκαν στον κρατικό στρατό, οι ερευνητές κατέγραψαν μια «έξαρση» των περιπτώσεων στις αρχές του 2024. Σύμφωνα με την έκθεση, άνδρες και αγόρια έχουν επίσης βιαστεί, μεταξύ άλλων και κατά τη διάρκεια κράτησης.
Η HRW δήλωσε ότι τόσο η RSF όσο και ο στρατός (SAF) είχαν εμποδίσει την πρόσβαση των επιζώντων σε κρίσιμη επείγουσα υγειονομική περίθαλψη και είχαν επιτεθεί σε εργαζόμενους στον τομέα της υγείας, γεγονός που συνιστά έγκλημα πολέμου. Τόνισε ότι η SAF «περιόριζε εσκεμμένα τις ανθρωπιστικές προμήθειες», συμπεριλαμβανομένων των ιατρικών προμηθειών, επιβάλλοντας de facto αποκλεισμό της βοήθειας που εισέρχεται σε περιοχές του Χαρτούμ που ελέγχονται από τις RSF από τον Οκτώβριο. Καμία από τις δύο πλευρές, προστίθεται στην έκθεση, δεν είχε λάβει «ουσιαστικά μέτρα» για να αποτρέψει τις δυνάμεις της από το να διαπράττουν βιασμούς ή να επιτίθενται σε εργαζόμενους στον τομέα της υγείας, ή ακόμα και για να διερευνήσει ανεξάρτητα και με διαφάνεια τα εγκλήματα που διαπράττουν οι δυνάμεις τους.