Στα τέλη της δεκαετίας του ’80, η ενωμένη Γιουγκοσλαβία υποδεχόταν άλλη μία «χρυσή γενιά» καλαθοσφαιριστών. Αυτή η γενιά αποτελούνταν από παίκτες νέους σε ηλικία και έδωσε την πρώτη της παράσταση στο Ολυμπιακό Τουρνουά των Ολυμπιακών Αγώνων του 1988 στη Σεούλ. Μπορεί ο μέσος όρος ηλικίας της ομάδας να ήταν αρκετά χαμηλός, όμως το ταλέντο ξεχείλιζε, με αποτέλεσμα η ομάδα να κατακτήσει το αργυρό μετάλλιο καθώς λύγισε μόνο στον τελικό της διοργάνωσης από την πανίσχυρη Σοβιετική Ένωση του Σαμπόνις, του Μαρτσουλιόνις και του Βολκόφ.
Δε θα ήταν όμως η μοναδική φορά που οι παίκτες αυτής της γενιάς θα βρίσκονταν μαζί στο παρκέ. Την ακριβώς επόμενη χρονιά κατέκτησαν το χρυσό μετάλλιο στο Ευρωμπάσκετ του Ζάγκρεμπ απέναντι στην ελληνική ομάδα, ενώ ανέβηκαν στην κορυφή του κόσμου το 1990 κατακτώντας την πρώτη θέση στο Μουντομπάσκετ της Αργεντινής. Αυτή ήταν και η τελευταία φορά που η Γιουγκοσλαβία παρουσιάστηκε ως ενιαία ομάδα σε Παγκόσμιο Πρωτάθλημα, με τις πολιτικές διαφορές και εντάσεις να έχουν ήδη κάνει την εμφάνιση τους.
Από εκείνη την ομάδα, δύο παίκτες είχαν ξεχωρίσει. Όχι μόνο για το αστείρευτο ταλέντο τους αλλά και για τη δυνατή φιλία που τους ένωνε. Ήταν ο «Μότσαρτ» του ευρωπαϊκού μπάσκετ Ντράζεν Πέτροβιτς και ο «γίγαντας» Βλάντε Ντίβατς. Δύο αδερφικοί φίλοι που ακολούθησαν την ίδια ονειρική διαδρομή, από τα γήπεδα μπάσκετ της Γιουγκοσλαβίας και τις μικρές εθνικές ομάδες μέχρι το μαγικό κόσμο του NBA. Ένας Κροάτης και ένας Σέρβος μαζί.
Μετά την κατάκτηση του Ευρωμπάσκετ του 1989, ο Ντράζεν και ο Βλάντε ανέβηκαν στο αεροπλάνο με προορισμό τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο Ντράζεν για να βρεθεί στο Πόρτλαντ δίπλα στον μεγάλο Κλάιντ Ντρέξλερ, και ο Βλάντε στο μαγευτικό Λος Άντζελες και τους Λέικερς του Μάτζικ Τζόνσον. Θα ζούσαν μαζί το όνειρο του NBA.
Σε αντίθεση όμως με τον Βλάντε που είχε πάρει τη θέση του βασικού σέντερ των Λέικερς, τα πράγματα για τον Ντράζεν δεν ήταν τόσο «ρόδινα». Από πρώτο βιολί της εθνικής Γιουγκοσλαβίας, της Ρεάλ και της Τσιμπόνα πιο πριν, έπρεπε να αποδεχθεί το ρόλο ενός συμπληρωματικού παίκτη στην ομάδα του Κλάιντ Ντρέξλερ. Ένας άνθρωπος ανταγωνιστικός και εγωιστής όπως ο Ντράζεν σε καμία περίπτωση δε θα μπορούσε ν’ αποδεχθεί αυτόν τον ρόλο.
Το επόμενο καλοκαίρι, μετά την πρώτη χρονιά των δύο στο NBA, η ομάδα της Γιουγκοσλαβίας βρέθηκε στα γήπεδα της Αργεντινής για το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα. Εκεί έδωσαν ακόμα μία παράσταση κατακτώντας το χρυσό μετάλλιο ενώ βρέθηκαν πιο πάνω από την πανίσχυρη Σοβιετική Ένωση και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Το κλίμα ευφορίας όμως των πανηγυρισμών ήρθε να διακόψει μία κίνηση του Ντίβατς, η οποία έμελλε να παίξει καθοριστικό ρόλο στις εξελίξεις που αφορούσαν την κατάσταση της ομάδας, σε εθνικό επίπεδο αλλά και στις σχέσεις του με τον Ντράζεν.
Το παιχνίδι μόλις είχε τελειώσει και οι πανηγυρισμοί είχαν ήδη ξεκινήσει όταν ένας Κροάτης εισήλθε στον αγωνιστικό χώρο με μία σημαία της Κροατίας. Τότε ο Ντίβατς του την άρπαξε από τα χέρια θέλοντας να δείξει ότι οι εθνικιστικές διαθέσεις δεν είχαν χώρο στη Γιουγκοσλαβία. Το γυαλί όμως είχε ραγίσει πολύ πριν το τουρνουά στο εσωτερικό της Γιουγκοσλαβίας και τέτοιες κινήσεις μόνο λάδι στη φωτιά του διχασμού έριχναν.
Το Μουντομπάσκετ της Αργεντινής αποτέλεσε την τελευταία παράσταση αυτής της «χρυσής γενιάς» καθώς την ακριβώς επόμενη χρονιά, στο Ευρωμπάσκετ της Ρώμης ο Ντράζεν απουσίαζε καθώς ήδη είχε ξεκινήσει ο Πόλεμος της Κροατίας ενώ η κυβέρνηση της Σλοβενίας, που μόλις είχε κηρύξει την ανεξαρτησία της, ζήτησε από τον Γιούρι Ζντοβτς να αποχωρήσει από την ομάδα. Από εκείνη τη στιγμή, οι αδερφικοί φίλοι Ντράζεν και Βλάντε έγιναν δύο εχθροί που μπήκε ανάμεσα τους ο εμφύλιος πόλεμος.
Η ξεχωριστή πορεία τους όμως παρέμεινε επιτυχημένη. Ο Ντράζεν μετά από ανταλλαγή βρέθηκε στο Νιου Τζέρσει και τους Νετς όπου έδειξε το ταλέντο του όντας MVP της ομάδας ενώ ο Βλάντε συνέχισε την επιτυχημένη πορεία του στους Λέικερς. Όλα αυτά μέχρι το 1993. Τότε που λίγες μέρες πριν την έναρξη του Ευρωμπάσκετ του Μονάχου, ο Ντράζεν έχασε άδοξα τη ζωή του σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα στην έξοδο προς το Ντέκεντορφ, πάνω στον αυτοκινητόδρομο Α9, που συνδέει τη Νυρεμβέργη με το Μόναχο. Έτσι απότομα διεκόπη η ζωή και η πορεία ίσως του σπουδαιότερου ευρωπαίου μπασκετμπολίστα.
Σε συνέντευξη του, ο Βλάντε Ντίβατς δήλωσε για το θάνατο του Ντράζεν ότι «Ηθελα να πάρω το πρώτο αεροπλάνο και να πάω στην Κροατία. Ηταν αδύνατον. Είδα την κηδεία από την τηλεόραση. Δάκρυσα στην θέα του Toni (Kukoc) και του Dino (Radja), να κουβαλάνε το φέρετρο του Drazen.
Υπάρχει ένα μαύρο σημείο μέσα μου, από τον θάνατο του Drazen. Μία ανοιχτή πληγή, που δεν θα κλείσει ποτέ. Είναι σα να έχασα έναν αδερφό μου. Ηταν αδερφική η σχέση μας. Ο Drazen έφυγε τόσο απρόσμενα και δεν προλάβαμε ποτέ να κάτσουμε κάτω και να τα βρούμε, όπως έγινε με τον Dino (Radja) και τον Toni (Kukoc). Αυτό θα με στοιχειώνει για πάντα».
Το 2010, το ESPN στα πλαίσια της σειράς αθλητικών ντοκιμαντέρ ESPN 30 for 30 έκανε αφιέρωμα σε αυτή τη δυνατή φιλία με τον Ντίβατς να επιστρέφει στο Ζάγκρεμπ μετά από 21 χρόνια, να εξιστορεί την κοινή τους πορεία και να μιλά για όλα όσα τους χώρισαν λέγοντας ότι «Για πάνω από δύο δεκαετίες μ’ έκαιγε μέσα μου όλο αυτό που έγινε με τον Drazen. Ήθελα να επισκεφθώ τον τάφο του. Ν’ αφήσω ένα λουλούδι. Να του μιλήσω. Να μιλήσω στην μητέρα του, στον αδερφό του. Να κλείσω τους παλιούς λογαριασμούς και ν’ ανοίξουμε νέα σελίδα».
Σε μία από τις τελευταίες σκηνές του ντοκιμαντέρ, ο Ντίβατς επισκέπτεται για πρώτη φορά τον τάφο του «Μότσαρτ» και ψελίζει «Είναι ωραία που σε ξαναβλέπω φίλε μου».
Η ιστορία αυτών των δύο φίλων δείχνει το μεγαλείο του αθλητισμού. Τις ανθρώπινες σχέσεις που μπορεί να δημιουργήσει και τα δυνατά συναισθήματα που έχει τη δυνατότητα να προκαλέσει. Όμως, όπως έχει πει και ο ίδιος ο Ντίβατς, χρειάζονται χρόνια για να δημιουργήσεις μια δυνατή φιλία αλλά ελάχιστα δευτερόλεπτα για να την καταστρέψεις. Αυτό ακριβώς συνέβη και σε αυτή την περίπτωση καθώς η πολιτική και ο εθνικισμός μπήκαν ανάμεσα σε δύο φίλους και τους διέλυσαν. Η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας ήταν ένα πολιτικό παιχνίδι πάνω στο οποίο πόνταραν πολλοί για το προσωπικό τους κέρδος, διαλύοντας ζωές. Κάποιοι βρέθηκαν στη φυλακή και άλλοι πέθαναν ξεχασμένοι από την ίδια την ιστορία.
Αυτό που έχει σημασία είναι ποτέ ξανά ένα έθνος να μην αντιμετωπίσει αυτού του είδους το διχασμό, την κόντρα και το μίσος για εθνικιστικούς σκοπούς. Η ιστορία του Ντράζεν και του Βλάντε είναι οδηγός για την αποφυγή παρόμοινων λαθών στο μέλλον.