«Στο Ημερολόγιο ενός Ανέργου βρίσκονται φωνές που ποικίλλουν, από τον ψίθυρο έως την κραυγή, οι φωνές όλων όσων αποτελούν, ούτως ή άλλως, τα νούμερα μιας στρεβλής στατιστικής. Διαβάζοντας, άκουγα την φωνή της Εύας από τη Χίο, εξαπατημένης από τον εργοδότη της, να αναζητά μια ανύπαρκτη νομοθεσία υπέρ του εργαζόμενου. Του Γιώργου, που ένιωσε να δολοφονείται όταν απολύθηκε. Του 37χρονου που έφυγε για το Τορόντο και βρέθηκε αντιμέτωπος με το ρατσισμό των Ελλήνων του Καναδά. Aκόμη κι όταν ένας φίλος γράφει με χιούμορ “δεν βρίσκω δουλειά ούτε στην επιφάνεια εργασίας”, η απογοήτευση κι η απελπισία της ανεργίας είναι παρούσες», σχολιάζει η Υρώ Καζάρα, άνεργη, καθισμένη στην αριστερή πλευρά ενός ασυνήθιστα μεγάλου πάνελ παρουσίασης βιβλίου, στην αυλή του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων.
Καθότι συντονιστής της συζήτησης και επιμελητής του βιβλίου, ο Χριστόφορος Κάσδαγλης βρισκόταν στη μέση. «Είναι προφανές πως η ανεργία είναι ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα της εποχής μας. Αυτό που δεν είναι προφανές είναι γιατί το πολιτικό σύστημα δεν το αντιλαμβάνεται ως τέτοιο. Μπορεί να το αντιλαμβάνεται ως ένα σοβαρό θέμα υπό την έννοια των αριθμών και του πολιτικού μάρκετινγκ, αλλά δεν αντιλαμβάνεται το βάθος, την κρισιμότητά του και το επείγον του πράγματος. Προσωπικά τρελαίνομαι όταν βλέπω ότι η ζωή συνεχίζεται σαν μη συμβαίνει τίποτα», σχολίασε με πικρία. Το Ημερολόγιο ενός Ανέργου είναι η αναλογική συνέχεια ενός ψηφιακού εγχειρήματος, του ιστοτόπου imerologioanergou.gr που δημιουργήθηκε με πρωτοβουλία του Χριστόφορου Κάσδαγλη. Πάνω από 500 ιστορίες απόλυσης, ανεργίας κι επισφάλειας φιλοξενούνται στο site. Πίσω από κάθε μία στέκεται ένας άνθρωπος. Αλλά μπροστά από κάθε μία ορθώνεται μια αφοριστική μιντιακή στατιστική που καταδικάζει τους ανθρώπους στην αφάνεια, τους τιτλοφορεί «ποσοστό ανεργίας 2014» και «άνεργος υπ’αριθμόν 1.500.000», τους μετουσιώνει σε νούμερα και πίνακες. Το Ημερολόγιο είναι, εκτός από μια ευκαιρία αποφόρτισης και ψυχοθεραπείας για τον ίδιο τον άνεργο, ένας τρόπος αντίστασης σε αυτού του είδους τη λογική. Και ακριβώς γι΄αυτό το λόγο, το βράδυ της περασμένης Πέμπτης ήρθαμε κατά πρόσωπο με ένα ξεχωριστό πάνελ όχι διανοούμενων αλλά απολυμένων, οι ιστορίες των οποίων φιλοξενούνται στο βιβλίο.
«Όταν διάβασα στο μήνυμα του κυρίου Κάσδαγλη τη συμμετοχή μου στο βιβλίο κι έφτασε στα χέρια μου για να το μελετήσω, με έπιασαν τα κλάματα. Η καρδιά μου πήγε να σπάσει, το στομάχι μου ήταν χάλια. Και εκεί διαπίστωσα πόσο εύθραυστη ήταν η ισορροπία μέσα μου. Ότι δεν είμαι ήρεμη ακόμη και ότι δεν ξέρω αν θα ξαναβρώ αυτό που ήμουν πριν από τις απολύσεις, τους συμβιβασμούς, την ανοχή τόσο απάνθρωπων συμπεριφορών και καταστάσεων. Και σκέφτηκα πώς είναι όταν βγαίνεις από ένα κέντρο απεξάρτησης, αλλά πάντα τρέμεις στην ιδέα ότι μπορεί να ξανακυλήσεις. Κάπως έτσι νιώθω σχεδόν κάθε μέρα μετά. Το βιβλίο αυτό είμαι σίγουρη ότι κάποιοι δεν θα μπορέσουν να το ακουμπήσουν ούτε να το σηκώσουν, από ενοχές και τύψεις. Αυτό το βιβλίο ζεματάει, έχει μέσα πολλή ενέργεια, συσσωρευμένη αδικία και πολλαπλές κρίσεις πανικού». Διαπίστωση της Σοφίας Πολίτου-Βερβέρη, μουσικού που απολύθηκε γιατί –μεταξύ άλλων- της ζητήθηκε να «αλλάξει και λουκ».
«Το Ημερολόγιο αυτό που κατάφερε ήταν να σπάσει ένα ταμπού που εγώ το συγκρίνω με το θύμα του βιασμού. Όπως το θύμα του βιασμού κάποια στιγμή σκέφτεται στο πίσω μέρος του μυαλού του “Mήπως φταίω κι εγώ; Μήπως προκάλεσα αυτόν που με βίασε; Μήπως έκανα κάτι στραβό;” έτσι κι ο άνεργος. Αυτό το πράγμα το κουβαλάς μέσα στη νύχτα. Το κουβαλάς όταν βλέπεις τα παιδιά σου και δεν μπορείς να τους πάρεις κάτι. Βγαίνεις μια βόλτα και δεν μπορείς να τους πάρεις μια σοκολάτα. H ανεργία όταν τη ζεις παύει να είναι νούμερα, παύει να είναι στατιστικές, είναι πολλές ανθρώπινες ιστορίες. Είναι αυτό που στην πραγματικότητα μας κάνανε. Έκαναν ζημιά. Έκαναν ζημιά στους γύρω μας, ζημιά στα παιδιά μας. Ζημιά για πάρα πολύ καιρό. Κι όταν πάψουμε αντιμετωπίζουμε αυτό που μας συμβαίνει σαν στατιστική, τότε μόνο θα αρχίσει να υπάρχει φως στο τούνελ», είπε ο Ανδρέας Παναγόπουλος, δημοσιογράφος επί 20 χρόνια, πλέον σε καθεστώς απλήρωτης εργασίας, έχοντας δει τα παιδιά του να ανοίγουν τον κουμπαρά τους για να βγει το εβδομαδιαίο σούπερ μάρκετ.
«Μέσα στα σχολεία η ανεργία φαίνεται πολύ σκληρά. Το συσσίτιο για παράδειγμα. Είναι πολύ σκληρό ανάμεσα στα τετράδια, τα μολύβια, τις προσθέσεις και τις αφαιρέσεις, το παιδί, το παιδί μου, το παιδί σου, να σηκώνει το χέρι του και να σου λέει «κυρία, ήρθε η ώρα για το φαγητό;». Τί θα κάνεις; Θα πεις ναι, μπορείς να πάρεις δέκα λεπτά διάλειμμα και να πάρεις το φαγητό σου» περιγράφει η Αγγελική Τασούλα, δασκάλα στο δημοτικό, εργαζόμενη πια, αλλά αλληλέγγυος. Αφού απολογήθηκε για το τρέμουλο και το κλάμα της, συνέχισε. «Φεύγει λοιπόν ο μαθητής και μετά από δέκα λεπτά έρχεται με το μπολ. Γεμάτο. Το βάζει στη τσάντα του. Αντιστροφή ρόλων. Αντί μάνα και πατέρας να προσφέρουν το μεσημέρι ένα ζεστό πιάτο φαγητό, πάει ο μαθητής φαγητό στο σπίτι. Γαμώ την κοινωνία μου. Και γαμώ τη δημοκρατία σας. Εδώ μέσα είναι οι ζωές ανθρώπων, κι αν αφήσετε τη φαντασία σας θα ακούσετε τις φωνές αυτών των ανθρώπων, που λένε ότι εγώ δεν είμαι ο αριθμός 1.500.000, είμαι ο Άρης, ο Νίκος, η Αγγελική, έχω ταυτότητα, έχω ύπαρξη, είμαι εδώ. Θες να με καταλάβεις; Θα το διαβάσεις. Θες να με ακούσεις; Θα το διαβάσεις».
Άλλωστε,όπως εύστοχα είχε πει κι ο Χριστόφορος Κάσδαγλης σε προηγούμενη συνέντευξή του στην Popaganda, «για τον κάθε άνεργο το ποσοστό ανεργίας δεν είναι 30%, είναι 100%». Ίσως το Ημερολόγιο ενός Ανέργου να συνοψίζει ακριβώς αυτή τη δήλωση, να είναι η απαρχή ενός νέου λογοτεχνικού είδους που ο ίδιος αρέσκεται να αποκαλεί «λογοτεχνία της ανάγκης». Πάντως σίγουρα δεν πρόκειται για βιβλίο παραλίας. Είναι ένα – παρά το περιστασιακό χιουμοράκι του – βαρύ βιβλίο. Αλλά δεν πειράζει. Βαριές είναι κι οι εποχές.
Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη.