Categories: ΔΙΕΘΝΗ

Αφιέρωμα JFK: Aποκλειστική συνέντευξη με τoν George Lois

Μέχρι και σήμερα όλοι μου λένε «Τζορτζ είχες πολλά κότσια για να κάνεις τέτοια εξώφυλλα». Και σε όλους λέω ότι αυτός που είχε τα κότσια δεν ήμουν εγώ, αλλά ο διευθυντής του Esquire, o σπουδαίος Harold Hayes, που πήγε κόντρα στον συντηρητισμό βάζοντας στο περιοδικό του αυτά τα εξώφυλλα. Κάθε φορά που του έστελνα δουλειά μου του έλεγα «Χάρολντ, αυτό το εξώφυλλο θα μας βάλει σε μπελάδες» κι εκείνος γελούσε δυνατά, ικανοποιημένος.

Στο τεύχος Ιουνίου του 1964, υπήρχε ένα κεντρικό άρθρο από τον σπουδαίο με τίτλο «Ο Κένεντι χωρίς δάκρυα» (Kennedy without tears). Είχαν περάσει μόλις 7 μήνες από τη δολοφονία του Προέδρου και το έθνος κάθε άλλο παρά χωρίς δάκρυα ήταν. Ακόμη θρηνούσαμε. Γι’ αυτό και είπα στον Harold Hayes ότι το εξώφυλλο που θα έκανα θα είχε δάκρυα. Χρησιμοποιήσα μία συγκεκριμένη τεχνική ώστε η εικόνα να μοιάζει κάτι ανάμεσα σε φωτογραφία και σε πίνακα ζωγραφικής. Πρόσθεσα λίγα δάκρυα κάτω από το μάτι του και ένα χέρι να τα σκουπίζει. Κοιτώντας το, ο συμβολισμός είναι διπλός. Είναι ο Πρόεδρος που κλαίει ή ο αναγνώστης;

Όταν κυκλοφόρησε κανείς δεν το κριτίκαρε αρνητικά αλλά όλοι αποσβολώθηκαν. Ήταν μία δυνατή, μαζική και συνάμα προσωπική για τον καθένα υπενθύμιση αυτού του μεγάλου τραύματος του έθνους.

Εκείνες τις ημέρες με πήρε ο Andy Warhol τηλέφωνο και με τη χαρακτηριστική ψιλή φωνή του μου είπε «Τζορτζ είμαστε μαζεμένοι εδώ στο Factory και κλαίμε με αυτό το εξώφυλλο». Ακόμη και σήμερα, όποτε το κοιτάζω, νιώθω ένα κόμπο στο στομάχι μου. Αλλά τα πάντα σχετικά με τον Τζακ είναι πολύ λυπητερά…

Δε θέλω να ακούγομαι μελοδραματικός, αλλά η δολοφονία του JFK σηματοδότησε το τέλος της αθωότητας για τις ΗΠΑ. 

Θυμάμαι ότι επέστρεφα στο γραφείο μου μετά από lunch break. Περάσα έξω από το κατάστημα ενός φίλου μου ράφτη και κοιτάζοντας μέσα από τη βιτρίνα είδα τον κόσμο να κάνει σαν τρελός. Μπήκα μέσα, ρώτησα «τι συμβαίνει;» και όλοι μαζί μου είπαν κλαίγοντας ότι κάποιος είχε πυροβολήσει τον Πρόεδρο. Ξεπέρασα γρήγορα το αρχικό σοκ και έτρεξα πίσω στη διαφημιστική μου εταιρία για να ακυρώσω όλες τις καμπάνιες. Ένιωθα ότι θα ήταν μεγάλη ασέβεια από τη μεριά μας αν συνεχίζαμε. Έβαλα λοιπόν τους πάντες στο γραφείο να επικοινωνήσουν με όλους τους πελάτες μας για να τους ενημερώσουν ότι θα αποσύρουμε τις καμπάνιες τους. Λίγες ώρες μετά, μου τηλεφώνησε ο μανατζερ της αεροπορικής εταιρίας United Airlines για να μου πει ότι δε θέλουν να αποσύρουν τις διαφημίσεις τους. «Δεν ξέρω αν καταλαβαίνεις τι έγινε. Κάποιος πυροβόλησε τον Πρόεδρο!», του είπα. «Δεν τον πυροβόλησε απλώς, τον σκότωσε κιόλας. Έχουμε πάρτι εδώ!», μου είπε με την απαίσια redneck προφορά του. Το μόνο που μπορούσα να του απαντήσω ήταν «Άντε γαμήσου!». Δύο μέρες μετά, η εταιρία μου έχασε την καμπάνια της United Airlines, τέσσερα εκατομμύρια δολάρια εκείνη την εποχή. Πολλοί σήμερα δε θυμούνται ότι το 1964 στον αμερικανικό Νότο ακόμη κρεμούσαν τους Αφροαμερικανούς. Γι’ αυτό και δεν ήταν λίγοι αυτοί που εναντιώνονταν στον JFK, ο οποίος ενέπνεε τους νέους, ενέπνεε τους πάντες και πάλευε για τα ανθρώπινα δικαιώματα όλων των πολιτών.

Δε θέλω να ακούγομαι μελοδραματικός, αλλά η δολοφονία του JFK σηματοδότησε το τέλος της αθωότητας για τις ΗΠΑ. Υπήρξαν και άλλες δολοφονίες προέδρων παλιότερα, με σημαντικότερη του Λίνκολν, αλλά όταν ο Κένεντι ανέλαβε την προεδρία υπήρξε μία μεγάλη αλλαγή που την ένιωθες στον αέρα, δεν ξέρω πως να το εξηγήσω. Όλοι βρίσκονταν σε μία ανάταση γιατί ήταν χαρισματικός και πίστεψαν ότι ήθελε πράγματι να βοηθήσει όχι μόνο τη μεσαία τάξη, αλλά και τους φτωχούς Αμερικανούς. Οι προοδευτικοί σαν κι εμένα, είδαν στο πρόσωπό του την ελπίδα για αλλαγή. Γι’ αυτό και η δολοφονία του μας συγκλόνισε. Βέβαια, η κατάσταση θα χειροτέρευε κι άλλο αργότερα, με τις δολοφονίες του δόκτορ Κινγκ και του Μπόμπι Κένεντι.

Esquire, Ιουνίος 1964

Όταν έκανα το εξώφυλλο με τον JFK δε γνώριζα προσωπικά την οικογένεια Κένεντι. Λιγότερο από ένα χρόνο μετά, όμως, ήρθαμε πολύ κοντά με τον Μπόμπι, την εποχή που ήταν υποψήφιος για γερουσιαστής. Με πλησίασε για να αναλάβω τη διαφημιστική του καμπάνια, όταν ήταν υποψήφιος για γερουσιαστής στην πολιτεία της Νέας Υόρκης. Βλέποντάς τον να επιβιώνει μέσα από αυτή την προσωπική του τραγωδία και ταυτόχρονα να κατεβαίνει υποψήφιος, κέρδισε τον αμέριστο σεβασμό μου. Μία φορά που μιλούσε σε ένα πανεπιστήμιο – ήταν απίστευτα χαρισματικός με τους νέους – ένας φοιτητής τον ρώτησε «κύριε Κένεντι πιστεύετε ότι η δολοφονία του αδερφού σας ήταν αποτέλεσμα μιας μεγάλης συνωμοσίας; Μπορείτε να μας μιλήσετε γι’ αυτό;» Ο Μπόμπι πάγωσε και έφυγε από τη σκηνή. Έτρεξα κοντά του και τον ρώτησα αν ήθελε να ενημερώσω το κοινό ότι δε μπορεί να συνεχίσει. «Όχι», μου είπε και αμέσως σηκώθηκε και επέστρεψε στο μικρόφωνο.

Όταν ήταν υποψήφιος για τη γερουσία, το πιο γερό χαρτί των αντιπάλων του ήταν ότι δεν καταγόταν από τη Νέα Υόρκη. Η δική μου ιδέα λοιπόν για την καμπάνια του ήταν να έχει το σλόγκαν «ας βάλουμε τον Μπόμπι Κένεντι να δουλέψει για τη Νέα Υόρκη» (let’s put Bobby Kennedy work for New York). Και ο Μπόμπι χάρηκε πολύ γιατί κατάλαβε ότι το κόνσεπτ μου ήταν «ποιος χέστηκε που δεν ήταν από τη Νέα Υόρκη; Το θέμα είναι να δουλέψει γι’ αυτή». Και πράγματι, η ιδέα έπιασε.

Αυτό που έκανε τότε το Esquire δεν ήταν ούτε απλό ούτε εύκολο. Ήμασταν το μόνο Μέσο που εκδηλώθηκε από την πρώτη στιγμή κατά του πολέμου του Βιετνάμ, δεν περιμέναμε να σκοτωθούν χιλιάδες κόσμου για να το πούμε. Κανένα άλλο περιοδικό δε θα τολμούσε καν να κυκλοφορήσει ένα τεύχος και αυτό του Σεπτεμβρίου του 1965, στο οποίο υπήρχε ένα μεγάλο άρθρο για τα ινδάλματα των νέων της εποχής. Ανάμεσα σε όλα τα ονόματα ήταν και αυτά των τεσσάρων που χρησιμοποίησα για το εξώφυλλο, του Bob Dylan, του Malcolm X, του JFK και του Fidel Castro.

Πολλοί σήμερα δε θυμούνται ότι το 1964 στον αμερικανικό Νότο ακόμη κρεμούσαν τους Αφροαμερικανούς. Γι’ αυτό και δεν ήταν λίγοι αυτοί που εναντιώνονταν στον JFK, ο οποίος ενέπνεε τους νέους, ενέπνεε τους πάντες και πάλευε για τα ανθρώπινα δικαιώματα όλων των πολιτών.

Το ότι ο Malcolm X και ο Castro ήταν στο εξώφυλλο ενός περιοδικού, σχεδόν τρέλανε κάθε ρατσιστή στην Αμερική – και τότε υπήρχαν πολλοί. Όμως, ο Malcolm X στην πραγματικότητα ήταν ένας αληθινός πατριώτης. Και ο Castro ήταν ένας αληθινός επαναστάτης. Όταν κυκλοφόρησε το τεύχος, εξοργισμένοι γερουσιαστές έβγαζαν ολόκληρους λόγους κατά του Esquire!

Η εικόνα αυτών των τεσσάρων – αν προσέξεις, ο «σταυρός» που ενώνει τα πρόσωπά τους μοιάζει με σκόπευτρο τουφεκιού – έγινε κάτι σαν σύμβολο για τους νέους. Ο David Remnick, ο διευθυντής του New Yorker σήμερα, ακόμη μου λέει μερικές φορές ότι αυτή η εικόνα επηρέασε όσο λίγες την πολιτική στάση της γενιάς του.

Τον Απρίλιο του 1968 δολοφονήθηκε και ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, ένας από τους πιο σημαντικούς ανθρώπους στην ιστορία των ΗΠΑ. Ο τρόπος με τον οποίο κατάφερε να κερδίσει την εμπιστοσύνη του κόσμου στον αγώνα του υπέρ της ισότητας των πολιτών, ήταν απίστευτος. Ταυτόχρονα, όμως, ο δρ Κινγκ εκείνη την περίοδο ήταν πολύ προσεκτικός σε αυτά που έλεγε για τον πόλεμο του Βιετνάμ. Προσπαθούσε να κρατάει χαμηλούς τόνους, για να μην εκνευρίσει πάρα πολύ τον πρόεδρο Τζόνσον -που τα είχε σκατώσει στον πόλεμο – ώστε να μη στραφεί εναντίον του στον αγώνα για τα δικαιώματα των πολιτών. Ήταν ζήτημα τακτικής, και το καταλαβαίνω, αν και όταν κυκλοφόρησε το Esquire με τον Μοχάμεντ Άλι στο εξώφυλλο ως Άγιο Σεβαστιανό, ο δρ Κινγκ ήταν ο μόνος που επί της ουσίας βγήκε και τον υπερασπίστηκε, λέγοντας ότι ούτε ο Άλι, ούτε κανείς άλλος δε θα έπρεπε να πολεμάει στο Βιετνάμ.

Από αριστερά: τεύχος Σεπτεμβρίου 1965 & τεύχος Οκτωβρίου 1968

Όταν, λοιπόν, δολοφονήθηκε, ένιωθες ότι τα πάντα κινούνται σε τεντωμένο σχοινί. Ο στρατός ήταν έτοιμος να επέμβει και να καταπνίξει βίαια τις αντιδράσεις των Αφροαμερικανών. Αυτός που ηρέμησε τα πνεύματα ήταν ο Μπόμπι Κένεντι. Και μετά από περίπου 9 εβδομάδες δολοφονήθηκε και αυτός. Δεν ξέραμε τι μας συνέβαινε. Ήταν σαν απανωτές γροθιές.

Λίγες ημέρες μετά τη δολοφονία του Μπόμπι σκέφτηκα την ιδέα για το εξώφυλλο του τεύχους Οκτωβρίου του 1968. Ήθελα να τοποθετήσω και τους τρεις, να στέκονται κάπως σαν «άγιοι» στο νεκροταφείο Άρλιγκτον (σ.σ. το ιστορικό νεκροταφείο πεσόντων Αμερικανών). Δεν ήταν καθόλου εύκολο τεχνικά. Έπρεπε να βρω κατάλληλες φωτογραφίες και των τριών, με δυνατό φωτισμό υπό σωστή γωνία και μετά έπρεπε να βρω τρία μοντέλα που είχαν τις ίδιες διαστάσεις με τους τρεις, να τους πάω στο νεκροταφείο, να τους φωτογραφίσω την κατάλληλη ώρα και μετά να προσθέσω τα κεφάλια. Όλο αυτό πολύ πριν από το photoshop…

Όλοι μου έλεγαν ότι το συγκεκριμένο εξώφυλλο ήταν σαν γροθιά στο στομάχι τους. Ο κόσμος λάτρεψε την εικόνα και ταυτόχρονα δε μπορούσε να την κοιτάξει. Ήταν σαν να σηματοδοτούσε το τέλος του Καλού στην Αμερική.

Οι δολοφονίες αυτών των τριών ανδρών λάβωσαν την Αμερική ανεπανόρθωτα. Ακόμη και σήμερα δεν έχουμε συνέλθει. Αν δε δολοφονούνταν, δε θα είχε υπάρξει πολιτικά ο Νίξον. Πιθανότατα ούτε ο Ρέιγκαν. Ίσως ούτε καν ο Μπους. Ο χαμός τους άλλαξε τον ρου της Ιστορίας μας προς το χειρότερο. Ακόμη πληρώνουμε τις συνέπειες.

Τα εξώφυλλα του (Ελληνοαμερικάνου) George Lois βρίσκονται στη μόνιμη συλλογή του MoMA. Περισσότερες πληροφορίες για τον – κατά πολλούς καλύτερο art director στην ιστορία των περιοδικών – θα βρείτε εδώ

Θεοδόσης Μίχος

Ο Θεοδόσης Μίχος γεννήθηκε στον Βόλο το 1979. Ζει στο κέντρο της Αθήνας από το 1998. Εργάζεται ως δημοσιογράφος (είναι συνιδρυτής της Popaganda) και ραδιοφωνικός παραγωγός (καθημερινά 8-10πμ στον Best 92.6). Είναι συγγραφέας των βιβλίων Κράτα το σόου (2016) και Η Αλκμήνη και οι άλλοι (2020).

Share
Published by
Θεοδόσης Μίχος