Categories: ΙΣΤΟΡΙΕΣ

Δύο γεννήσεις, ένας γάμος και μια κηδεία. Στην εποχή του κορονοϊού.

Σε μέρες πανδημίας, οι έξοδοι μας περιορίζονται σε αυτές που έχουν κριθεί αναγκαίες από την κυβέρνηση. Τις μετράμε με κωδικούς, sms κι εξοδόχαρτα. Οι (δια ζώσης τουλάχιστον) συναναστροφές μας περιορίζονται στους υπαλλήλους που εργάζονται αυτές τις μέρες έξω, στους φαρμακοποιούς και τους εργαζόμενους στα σούπερ μάρκετ, στους ανθρωπους με τους οποίους συγκατοικούμε. Αν υπάρχουν. 

Το κλισέ «η ζωή κρύβει εκπλήξεις» ήρθε να επιβεβαιωθεί σε μια συγκυρία που κανείς μπορούσε να φανταστεί, ούτε οι πιο απαισιόδοξοι, ούτε όσοι λίγοι είχαν πραγματικά απολαύσει και θυμούνταν ακόμα το Contagion του Στίβεν Σόντερμπεργκ. Η καθημερινότητα έχει συμπυκνωθεί στο «μέσα», όμως υπάρχουν υποχρεώσεις κι απρόοπτα που δεν αναβάλλονται παρά μόνο προσαρμόζονται.  

Ανάμεσα στους κωδικούς που στέλνουμε αυτές τις μέρες υπάρχει ο κωδικός 5 για «μετάβαση σε τελετή υπό τους όρους που προβλέπει ο νόμος ή μετάβαση διαζευγμένων γονέων ή γονέων που τελούν σε διάσταση που είναι αναγκαία για την διασφάλιση της επικοινωνίας γονέων και τέκνων σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις». 

Πάμε στο πρώτο σκέλος: Τελετή είναι προφανώς κι ένας γάμος.

Σε πολλά άρθρα που ενημερώνουν για όσα επιτρέπονται κι όσα αποφεύγονται/απαγορεύονται εν μέσω κορονοϊού, διαβάσαμε ότι οι θρησκευτικοί γάμοι έχουν διακοπεί προσωρινά, όπως αποφάσισε η Ιερά Σύνοδος, για ν’ αποφεύγεται ο συνωστισμός στους ναούς. Ωστόσο, από την Παρασκευή πριν την Καθαρά Δευτέρα, μέχρι και την Κυριακή του Πάσχα, η Εκκλησία δεν το τελεί έτσι κι αλλιώς το μυστήριο του γάμου λόγω της νηστείας της Σαρακοστής. 

Την προηγούμενη εβδομάδα και παρά την καθολική απαγόρευση της κυκλοφορίας, στη Θεσσαλονίκη παρατηρήθηκε ρεκόρ αιτήσεων για πολιτικό γάμο. Βάσει στοιχείων από το τμήμα δημοτολογίου, γραφείο πολιτικών γάμων του κεντρικού δήμου, από την 1η Μαρτίου, ως τις 23 του μήνα, είχαν κατατεθεί 57 αιτήσεις για έκδοση άδειας πολιτικού γάμου. Έναν χρόνο πριν και χωρίς να φανταζόμαστε την καραντίνα, από το ίδιο τμήμα είχαν εκδοθεί 85 εκδόσεις γάμων μέχρι τα τέλη του μήνα.

«Μας προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση ότι παρά την κρίση με τον κορονοϊό και παρά τις απαγορεύσεις, έχουν έρθει στο δημαρχείο και έχουν ζητήσει έκδοση άδειας για πολιτικό γάμο τόσα πολλά άτομα», δήλωσε στο Αθηναϊκό- Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο αντιδήμαρχος Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Γιώργος Αβαρλής στις 24/3. Σύμφωνα με τον αντιδήμαρχο, αρκετοί από αυτούς τους 57 που έχουν ζητήσει άδεια για να παντρευτούν στον δήμο Θεσσαλονίκης επιθυμούν να το πράξουν και, μάλιστα, σύντομα. Μέσα στον Απρίλιο είναι ήδη προγραμματισμένο να παντρευτούν άλλα 27 ζευγάρια. Τον περασμένο Απρίλιο το δημαρχείο τέλεσε 36 γάμους. 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η Ευστρατία και η ο Γιώργος είναι το ζευγάρι που είχε την «τιμή», όπως λένε, να είναι ο πρώτος πολιτικός γάμος στη Θεσσαλονίκη με τα νέα μέτρα και των περιορισμένο αριθμό ατόμων σε κάθε είδους συνάθροιση. Στην αίθουσα τελετών επιτρέπεται να παρευρίσκονται ο δήμαρχος, ο/η γραμματέας, οι γονείς, δύο μάρτυρες και το ζευγάρι φυσικά – δέκα άτομα στο σύνολο. «Δεν ήταν μια ευχάριστη εμπειρία, δεν είναι σίγουρα μια ωραία διαδικασία για ζευγάρια που δεν σκέφτονται να κάνουν θρησκευτικό γάμο αργότερα. Από την στιγμή που φτάσαμε στο δημαρχείο και για όση ώρα παραμείναμε σε αυτό υπήρχε ένα διαρκές άγχος στην ατμόσφαιρα, άκουγα “κάτσε εδώ, σήκω, πάρε αντισηπτικό, καθάρισε τις ταυτότητες”».

Εκτός από τα μη αναμενόμενα άγχη που βίωσαν σε αυτή την πρωτόγνωρη για όλους μας περίοδο, οι δυο τους είχαν να απαντήσουν και στις ανησυχίες του περίγυρού τους. «Τις μέρες πριν τον γάμο, τα τηλέφωνα μας χτυπούσαν δύο και τρεις φορές μέσα σε ένα εικοσιτετράωρο, οι δικοί μας άνθρωποι ρωτούσαν αν και πώς θα γίνει ο γάμος, μας δημιουργήθηκαν τύψεις ενώ περιμέναμε να παντρευτούμε, σκεφτήκαμε ότι υπάρχει περίπτωση να εκθέτουμε αγαπημένα μας πρόσωπα σε κίνδυνο. Όσο για το δημαρχείο, κανείς δεν μας ενημέρωσε με δική του πρωτοβουλία για τη διαδικασία με τις τωρινές συνθήκες, τους καλούσαμε επί δύο ημέρες μέχρι που το σηκώσαν. Μας είπαν ότι δεν θα αναβληθεί ο γάμος και μας ενημέρωσαν με ποιο τρόπο θα πραγματοποιηθεί». 

Από την στιγμή που φτάσαμε στο δημαρχείο υπήρχε ένα διαρκές άγχος στην ατμόσφαιρα, άκουγα “κάτσε εδώ, σήκω, πάρε αντισηπτικό, καθάρισε τις ταυτότητες”.

Είτε ένα ζευγάρι τον επιλέξει για λόγους που αφορούν τα πιστεύω του είτε για  το χαμηλότερο οικονομικό του κόστος, ακόμα και για το γεγονός ότι είναι πιο εύκολο να βρεις ημερομηνία σε δημαρχείο παρά στην εκκλησία της ενορίας σου, ο πολιτικός γάμος είναι πιο συμπυκνωμένος χρονικά από τον θρησκευτικό. Όχι όμως και τόσο σύντομος όσο τελικά τον έζησε και τον περιγράφει η Ευστρατία. «Λόγω της πανδημίας και των μέτρων μας η διαδικασία ολοκληρώθηκε σε τέσσερα λεπτά, χρονομετρημένα. Από τη στιγμή που η κυβέρνηση δεν τους απαγόρευσε και το δημαρχείο της Θεσσαλονίκης δεν ακύρωσε τους προγραμματισμένους γάμους, δεν αναβάλλουμε κι εμείς τον δικό μας, είμαι και στον έβδομο μήνα της εγκυμοσύνης οπότε δεν έπαιρνε άλλη αναβολή. Φυσικά, το τραπέζι που είχαμε κανονίσει για μετά ακυρώθηκε, όπως και η τούρτα που είχαμε παραγγείλει». 

Από την στιγμή που η πραγματικότητα ξεπέρασε κάθε φαντασία, ένας πολιτικός γάμος μπορεί να περιμένει. Ή τουλάχιστον, είναι πιο εύκολο, σε σχέση με ένα άλλο χαρμόσυνο γεγονός που καμία πανδημία κι έκτακτη συνθήκη δεν μπορεί να εμποδίσει. Η γέννηση ενός παιδιού είναι άλλωστε ένα γεγονός που αναμένεις σε μια ορισμένη ημερομηνία και ως γονιός καλείσαι να προετοιμαστείς μήνες πριν γι΄αυτή. Η Κ. γέννησε πριν λίγες μέρες με καισαρική,  περιορισμοί θα υπήρχαν  έτσι κι αλλιώς αφού δεν επιτρέπεται ούτως η άλλως σε κάποιον να βρίσκεται στην αίθουσα του χειρουργείου. «Ο μόνος που μπορούσε να είναι δίπλα μου όλες τις ημέρες της παραμονής μου στο μαιευτήριο ήταν ο σύζυγός μου, με χαρτί γιατρού και μια ειδική άδεια που του επιτρέπει να μπαινοβγαίνει στο νοσοκομείο, χωρίς να έχει δικαίωμα να μεταβιβάσει αυτή την άδεια σε κάποιον άλλο συγγενή μου. Για αυτούς τους περιορισμούς μας ενημέρωσε ο γυναικολόγος μου μια μέρα νωρίτερα. Η αλήθεια είναι ότι τον ερχομό του νέου μέλους της οικογένειά μας τον είχαμε φανταστεί διαφορετικά, με όλους τους αγαπημένους μας ανθρώπους τριγύρω μας, ιδανικά θα θέλαμε να μοιραστούμε τη χαρά μας μαζί τους. Από την άλλη, ήμασταν πάρα πολύ χαλαροί στο δωμάτιο. Δεδομένου ότι δεν είχε καθόλου κόσμο, βρήκαμε χρόνο για να ξεκουραστούμε τις ώρες που κοιμόταν το μωρό. Οπότε κοιμηθήκαμε κι εμείς πάρα πολύ μετά από καιρό». 

Η αλήθεια είναι ότι τον ερχομό του νέου μέλους της οικογένειά μας τον είχαμε φανταστεί διαφορετικά, με όλους τους αγαπημένους μας ανθρώπους τριγύρω μας, ιδανικά θα θέλαμε να μοιραστούμε τη χαρά μας μαζί τους. 

Το πρώτο βράδυ παραμονής της στο μαιευτήριο, η Κ. άκουσε να κυκλοφορεί η φήμη ότι δεν θα επιτρέπονται καθόλου οι συνοδοί στα δωμάτια. «Εκεί πάγωσα, δεν μπορούσα να φανταστώ να είμαι μόνη μου στο δωμάτιο με ένα νεογέννητο και με τους πόνους του χειρουργείου που δεν μου επέτρεπαν ούτε να σηκωθώ από το κρεβάτι. Σκεφτόμουν πως δεν θα μπορούσα να θηλάσω, να αυτοεξυπηρετήθω και είχα στρεσαριστεί πολύ. Στο μαιευτήριο επικρατούσε ένα κλίμα φόβου καθως μας είχαν ενημερώσει ότι βρέθηκε κρούσμα στο ιατρικό προσωπικό τις προηγούμενες ημέρες. Βέβαια όλοι ήταν πολύ προσεκτικοί τηρώντας τα προβλεπόμενα μέτρα, δίνοντας μας την αίσθηση ασφάλειας και καθησυχάζοντας μας. Ευτυχώς την επόμενη μέρα, η φήμη για την απαγόρευση του ενός και μοναδικού  συνοδού που επιτρέπεται διαψεύστηκε».

O Π. έχει ξαναβρεθεί σε μαιευτήριο πριν δύο χρόνια, για τη γέννηση του πρώτου του παιδιού, το σκηνικό που περιέβαλε αυτή τη μοναδική για τον ίδιο στιγμή τότε ήτανπολύ διαφορετικό σε σχέση με αυτό που αντίκρυσε πριν δύο εβδομάδες. «Εκεί που γινόταν πανηγύρι, με την οικογένεια και τους συγγενείς να πηγαινοέρχονται, τώρα σε όλο το πλαίσιο των εξετάσεων και των προγεννητικών ελέγχων μόνο η έγκυος επιτρεπόταν να μπει στο κτίριο έπειτα από θερμομέτρηση, ο συνοδός μένει έξω, στο προαύλιο. Στον δε τοκετό επιτρέπεται να παρευρεθεί  μόνο ένας συνοδός που μπαίνει μαζί με την έγκυο και βγαίνει με το εξιτήριο, τέσσερις μέρες μετά. Δεν δεχτήκαμε καμία επίσκεψη κι εγώ ως συνοδός με βραχιολάκι δεν βγήκα ούτε μέχρι το πεζοδρόμιο. Οι μάσκες, τα γάντια και οι θερμομετρήσεις έγιναν ρουτίνα. Όμως, κάτω από αυτές τις συνθήκες, είχαμε την ησυχία μας». 

Για τα βλαστοκύτταρα, ενώ στο πρώτο μας παιδί τα είχα πάει στην Ακαδημία Αθηνών για φύλαξη, τώρα δεν μπορούσα να βρω κούριερ, λόγω φόρτου εργασίας δεν μπορούσε να κάνει αυθημερόν παράδοση. Ταξί δεν δεχόταν να τα μεταφέρει γιατί είναι υγειονομικό υλικό. Ζήτησα τελικά από έναν φίλο να με βοηθήσει.

Η άφιξη ενός παιδιού γέννησης είναι ένα χαρούμενο γεγονός μεν, με αρκετή χαρτούρα δε. Όπως και προ κορονοϊού, το ληξιαρχείο εντός του μαιευτηρίου λειτουργεί, πλέον οι γονείς κάνουν απευθείας την αίτηση για το επίδομα γέννησης εκεί. Οι απαραίτητες διαδικασίες δεν τελειώνουν όμως εκεί. «Τη ληξιαρχική πράξη και το ΑΜΚΑ του παιδιού πρέπει να τα εκδώσεις σε ΚΕΠ . Εκεί αρχίζει άλλο “μπλέξιμο”, πρέπει να κλείσεις ραντεβού, δεν σε βάζουν μέσα φυσικά αλλά σε εξυπηρετούν μια χαρά. Όσο για το επίδομα γέννας από τον ασφαλιστικό φορέα μητέρας, δεν δέχονται να πας τα χαρτιά μετά την απαγόρευση κυκλοφορίας, γι΄αυτό, μπαίνεις στο e-ΕΦΚΑ, δηλώνεις τι θες να κάνεις, σου απαντούν ηλεκτρονικά, όμως χρειάζεται να τα στείλεις όλα με φυσικό τρόπο, δηλαδή με κούριερ. Από τα έντυπα που ζητάνε, τα μισά πρέπει να τα εκτυπώσεις -αν δεν έχεις εκτυπωτή σπίτι και μέχρι πριν λίγο εκτύπωνες στη δουλειά, την πάτησες- και τα άλλα μισά να τα ζητήσεις με φυσικό τρόπο από ΚΕΠ. Όσο για τα βλαστοκύτταρα, ενώ το 2018 είχα πάει στην Ακαδημία Αθηνών για φύλαξη, τώρα δεν μπορούσα να βρω κούριερ, λόγω φόρτου εργασίας δεν μπορούσε να κάνει αυθημερόν παράδοση. Ταξί δεν δεχόταν να τα μεταφέρει γιατί είναι υγειονομικό υλικό. Ζήτησα τελικά από έναν φίλο να με βοηθήσει μεταφέροντάς τα, πριν την απαγόρευση κυκλοφορίας. Τα διαδικαστικά μιας γέννησης εξακολουθούν να γίνονται, μόνο που οι απαγορεύσεις μας βάζουν μερικά εμπόδια». 

Περιμένοντας ένα παιδί, άραγε ένα ζευγάρι στρεσάρεται διπλά με την εμφάνιση των πρώτων κρουσμάτων στη χώρα; «Εμείς είχαμε έναν πολύ χαλαρό γιατρό ο οποίος ξαφνικά έγινε πολύ αυστηρός, άρχισε να μας λέει διάφορα “μη”. Αλλά αν αγχωθεί η μητέρα θα δεινοπαθεί το μωρό. Οπότε παραμείναμε ψύχραιμοι». Μέρες ηλιόλουστες σαν αυτές που διανύουμε, ο Π. θα έκανε υπό άλλες συνθήκες μια βόλτα με το νέο μέλος της οικογένειας του έξω, από τις ελάχιστες εξόδους που κάνουν συνήθως τα νεογέννητα. «Έτσι κι αλλιώς θα μέναμε μέσα τις πρώτες μέρες, οπότε δεν βιώνουμε τόσο δραματικά την καραντίνα. Με τη γέννηση ενός παιδιού ξεχνάς εντελώς τι γίνεται έξω, ενώ, η ηρεμία που είχαμε ήδη από το μαιευτήριο ήταν φανταστική». 

Συγγενείς και φίλοι δεν κινούνται πλέον στα ανθοπωλεία που βρίσκονται πάντα πλησίον ενός μαιευτηρίου, ούτε και εκείνοι που οι κοντινοί που δίνουν λίγο χρόνο στις μητέρες να επιστρέψουν σπίτι μπορούν να ζητήσουν να τις επισκεφτούν πλέον προκειμένου να πλησιάσουν διακριτικά πάνω από την κούνια. «Ακόμα και πριν τα μέτρα για την κυκλοφορία, οι δικοί μας κοντινοί άνθρωποι δεν ήθελαν έτσι κι αλλιώς να μας επισκεφθούν, έδειξαν και δείχνουν υπευθυνότητα και κατανόηση. Η επικοινωνία μας κι η επαφή τους με το μωρό έχει περάσει στα social μας ζητάνε φωτογραφίες και κάνουμε video chat μαζί τους». 

Τελετή είναι και μια κηδεία, γιατί «όλα στη ζωή είναι» σύμφωνα με ένα άλλο επιβεβαιωμένο κλισέ. Ο Β. διατηρεί τα τελευταία 22 χρόνια γραφείο τελετών στο Παγκράτι κι αυτήν την στιγμή προσφέρει τις υπηρεσίες του κάτω από ειδικές συνθήκες. «Όταν πρόκειται για μολυσματικό περιστατικό, τελειώνουμε με τις γραφειοκρατικές διαδικασίες, παραλαμβάνουμε τη σορό και πάμε απευθείας προς ταφή, συνοδεία ενός συγγενή. Στην περίπτωση της καύσης, ενώ παλιότερα απαγορευόταν σε ανθρώπους με βηματοδότες, πλέον γίνεται παρά την υπάρξη πλαστικού αφού ένα μολυσματικό περιστατικό μεταφέρεται σε σάκο ο οποίος δεν ανοίγεται σε καμία περίπτωση, ο ιός θεωρείται ενεργός ακόμα και τρεις ώρες μετά θάνατο του σώματος». 

Στην κηδεία μπορούν να παρευρεθούν μόνο οι άμεσοι συγγενείς που σύμφωνα με τις οδηγίες φτάνουν πλέον τα πέντε άτομα εντός της εκκλησίας. «Αν ξέρεις τον παπά ή τον ψάλτη σου βάζει και έκτο άτομο, όλο ο υπόλοιπος κόσμος που θα παρευρεθεί -αν παρευρεθεί- μένει απ’ έξω. Το φέρετρο δεν ανοίγεται πλέον και εξαρτάται από την ενορία και την αρχιεπισκοπή στην οποία υπάγεται αν θα διαβαστεί το μολυσματικό περιστατικό, σε ένα εκκλησάκι ελάχιστων τετραγωνικών αυτό δεν είναι εφικτό. Η ευχή δίνεται πάνω από τον τάφο, η εξόδιος ακολουθία γίνεται σύντομα εκεί πλέον». 

Το κόστος της τελετής διαμορφώνεται πλέον απ’ άλλους παράγοντες. «Η παραλαβή μιας σορού είναι πάντα από τρία άτομα του γραφείου οι οποίοι πρέπει να φοράνε στολές που κοστίζουν από 20 έως 120 ευρώ. Αν πρόκειται για μολυσματικό περιστατικό απαιτούνται ειδικοί σάκοι για την παραλαβή. Έπειτα το αυτοκίνητο πρέπει να πάει για απολύμανση, οι οι στολές πετιούνται και θα αγοραστούν άλλες. Μαζί με τα γάντια και τις μάσκες κι αν πούμε ότι αγοράζουμε μια στολή των 30 ευρώ, αυτά τα εξοδα φτάνουν στα 150 με 200 ευρώ. Δεν υπάρχει ταφή μολυσματικού περιστατικού που να μην ξεκινάει από 1500 ευρώ, πρόκειται για τιμή που θεωρείται οικονομική». 

Το φέρετρο δεν ανοίγεται πλέον και εξαρτάται από την ενορία και την αρχιεπισκοπή στην οποία υπάγεται αν θα διαβαστεί το μολυσματικό περιστατικό, σε ένα εκκλησάκι ελάχιστων τετραγωνικών αυτό δεν είναι εφικτό. 

Εκτός όμως από το τρέχον κόστος του θανάτου, εκείνοι που θα αναγκαστούν αυτές τις μέρες να βρεθούν σε  ένα γραφείο τελετών έχουν να σκεφτούν κι άλλα πράγματα πέρα και μέσα στο πένθος τους. «Έρχονται με γάντια κι αν δεν έχουν, τους δίνουμε εμείς, κάθονται σε απόσταση και οι περισσότεροι δείχνουν επιφυλακτικοί και δύσπιστοι για έναν χώρο που δεν γνωρίζουν, για το κατά πόσο έχει απολυμανθεί. Από εκεί που το γραφείο μου μύριζε βανίλια, πλέον, μυρίζει αντισηπτικό. Παράλληλα, οι συγγενείς του θανόντα, -είτε έφυγε από τον ιό είτε όχι- αποφεύγουν να ενημερώνουν τους υπόλοιπους, τους πιο μακρινούς, για την κηδεία προκειμένου να μη τους φέρουν σε δύσκολη θέση, για να μη σκεφτεί κανείς πως αν δεν πάει η οικογένεια θα παρεξηγηθεί, αυτό είναι κάτι που συζητάμε καθημερινά». 

Οι στολισμοί, τα λουλούδια, τα στεφάνια, οι άνθιμοι σταυροί δεν χρησιμοποιούνται αυτές τις μέρες. Οι κηδείες βρίσκονται σε κατάσταση αναγκαστικής λιτότητας, δεν ακολουθεί ο καφές και η μάζωξη για τα συλλυπητήρια. «Παρατηρώ ότι υπάρχουν κι εκείνοι που ανακουφίζονται αυτές τις μέρες από τη στιγμή που τα κυλικεία σε όλα τα νεκροταφεία είναι κλειστά και ο κόσμος που δεν μπορούσε να ανταποκριθεί οικονομικά σε αυτό το κάλεσμα δεν είναι υποχρεωμένος να το κάνει. Εκείνοι όμως που δεν έχουν οικονομικό πρόβλημα στενοχωριούνται, όπως η τελετή που έχω αύριο και η οικογένεια είναι δυσαρεστημένη με τα μέτρα, πέθανε ένας άνθρωπος που είχε βοηθήσει πολλούς στη γειτονιά του και οι συγγενείς με ρωτούσαν αν θα μπορούν να δεχτούν κόσμο. Με έβαλαν να κολλήσω κηδειόσημα ενώ δεν υπάρχει λόγος και πιστεύουν ότι περιμένουν 50 ατομα, πέντε που θα μπουν στην εκκλησια και 45 που θα μείνουν απ’ έξω δηλάδη. Από τη στιγμή που όλοι όσοι θα παρευρεθούν σε μια κηδεία πρέπει να έχουν άδεια μετακίνησης, κάποιοι φοβούνται και να έρθουν, μην έχουν κάνει λάθος στον κωδικό, μην τους γράψουν τελικά. Η μεγαλύτερη κηδεία που είδα αυτές τις μερες ήταν με 17 άτομα συνολικά, αριθμός πολύ μικρός για την κηδεία ενός νέου ανθρώπου». 

Ένα γραφείο τελετών στην Πάτρα έγινε είδηση όταν γνωστοποίησε πως θα δίνεται η δυνατότητα από το γραφείο τους σε όσους δεν θα μπορούν να παραστούν σε μία εξόδιο ακολουθία να την παρακολουθήσουν από το σπίτι τους, μέσω live streaming, κάτι που γίνεται ήδη σε Ιταλία και Γαλλία. «Ο ηλικιωμένος συγγενής του θανόντα δεν θα το χρησιμοποιήσει, προς το παρόν τουλάχιστον. Δεν το βρίσκω κακή ιδέα, πράγματα που θεωρουνται παράξενα ακόμα στην Ελλάδα είναι ήδη διαδομένα στο εξωτερικό». 


Στις μέρες του κορονοϊού καμία ροτόντα δεν τσουγκρίζει στην υγεία των νεόνυμφων, κανένα κυλικείο μαιευτήριου δεν γεμίζει από ευδιάθετους συγγενείς, ενώ εκείνοι που θα παρηγορήσουν ο ένας τον άλλον σε μια δύσκολη στιγμή είναι μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού. Τόσο στη χαρά όσο και στην λύπη, αυτές τις μέρες επιβάλλονται οι αποστάσεις. «Ακόμα και σε μια στιγμή πένθους ο κόσμος φαίνεται να έχει εναρμονιστεί πλήρως στις συνθήκες. Το πιο “τραβηγμένο” που είδα, η μεγαλύτερη κίνηση παρηγοριάς, ήταν να ακουμπήσει ο ένας συγγενής τον άλλον με το χέρι του στιγμιαία, ένα άγγιγμα στον ώμο. Κι αυτό έγινε από απόσταση στην οποία δεν είμαστε συνηθισμένοι». 

Ζωή Παρασίδη

Η Ζωή Παρασίδη γεννήθηκε τον Αύγουστο του 1990 στην Αθήνα. Σπούδασε στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου και από το 2009 εργάζεται ως δημοσιογράφος.