Νιώθω μια έλξη για τους συμβολισμούς. Τους αναζητώ επίμονα και σχεδόν πάντα είναι εκεί. Πηγαίνοντας στη συζήτηση για το Δημόσιο Χώρο, τη Δημόσια Τέχνη, τη Δημόσια Ζωή, που οργάνωσε ο οργανισμός πολιτισμού και ανάπτυξης ΝΕΟΝ του Δημήτρη Δασκαλόπουλου στο Φεστιβάλ Αθηνών, περπατώ ξανά στα χαλίκια της Πειραιώς 260. Στα σωθικά του Εργοστασίου Τσαούσογλου που μετά από μία ένδοξη επιχειρηματική πορεία, σίγησε, έγινε μια σκονισμένη συριστική παύλα στον αστικό ιστό. Μέχρι που οι τέχνες, οι σύγχρονες τέχνες, εισέβαλλαν στο εργοστάσιο και το ανάστησαν, το έκαναν προπύργιο του σύγχρονου πολιτισμού, έδρα του Φεστιβάλ Αθηνών.
Η σύγχρονη τέχνη έφερε ζωή, κόσμο, κι άλλο κόσμο, εναύσματα και αφορμές για δημιουργία, διάλογο, δημιούργησε έναν χώρο συνάντησης και προβληματισμού εκεί που υπήρχε κενό. Μια μήτρα. Σε αυτό το χώρο, στις αποθήκες όπου για δύο συνεχόμενες χρονιές ο Δημήτρης Παπαϊώννου παρουσίασε την Πρώτη Υλη, βρεθήκαμε το απόγευμα της Τρίτης 24 Ιουνίου για να μιλήσουμε για τη δημόσια τέχνη. Τη σύγχρονη τέχνη που μπορεί να γεμίσει τα κενά της πόλης, τις ασυνέχειες που ευνοούν την απομάκρυνση των πολιτών, την αποστροφή του πολίτη προς την πόλη. Στη συζήτηση που οργάνωσε ο ΝΕΟΝ η ιδέα της δημόσιας τέχνης πέρασε μέσα από το φίλτρο και το παράδειγμα του ΣΔΙΤ: Πώς το δημόσιο συνεργάζεται με το ιδιωτικό προς όφελος της πόλης, του πολίτη. Στη συζήτηση που οδήγησε σε πολλαπλές αστικές αφηγήσεις που κοιτούν στο μέλλον, συμμετείχαν οι Γιάννης Μπουτάρης, ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος, αλλά και η εκτελεστική διευθύντρια του Κέντρου Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος Ελλη Ανδριοπούλου, η διευθύντρια του Ιδρύματος Ωνάση Εφη Τσιότσιου και η διευθύντρια του ΝΕΟΝ Ελίνα Κουντούρη.
Τέχνη, για να αναπνέεις καλύτερα
«Ένα έργο τέχνης πρέπει να σε κάνει να αναπνέεις καλύτερα. Να θες κάτι περισσότερο». Ο Γιάννης Μπουτάρης, κάτι περισσότερο από ένας απλός Δήμαρχος στη δημόσια πρόσληψη, μιλάει για την πόλη του. Μια πόλη διάσπαρτη από «αγάλματα, προτομές. Μια πόλη με καλλιτεχνήματα άσχημα. Αφού καμιά φορά σκέφτομαι να τα συγκεντρώσουμε και να κάνουμε μια έκθεση κιτς», λέει. Σε μια πόλη με δύο Μουσεία Σύγχρονης Τέχνης (εκ των οποίων κανένα δεν έχει στέγη) και μια Μπιενάλε, ο Γιάννης Μπουτάρης ξέρει πως το στοίχημα πρέπει να κερδηθεί αλλού. Να έρθει κοντά στη σύγχρονη τέχνη όχι μόνο ο μυημένος, αλλά το ευρύ κοινό, όλοι πολίτες. Να τον πλησιάσει η τέχνη μέσα από το δημόσιο χώρο, αφού προηγουμένως όμως λυθούν προβλήματα και θέματα σημαντικά. «Εχω την πεποίθηση ότι δεν ξέρουμε να ζούμε σε πόλεις. Είμαστε χωριάτες, μας νοιάζει τι γίνεται μόνο μέχρι την αυλή μας. Εγώ τους λέω «πρέπει να καταλάβεις ότι ο δημόσιος χώρος είσαι εσύ». Και σε αυτή μπορεί να βοηθήσει η τέχνη. Αλλωστε πιστεύω ότι αυτό που έχει σημασία είναι η αισθητική, στη ζωή, στην καθημερινότητα, στον τρόπο που βιώνουμε τα πράγματα, στην αντίληψή μας».
Με ισχυρή άποψη και για άναρχα γκράφιτι «που έχουν κάνει την πόλη πατσαβούρα» προτείνει ακόμη και να εκπαιδευτούν οι νέοι στα γκράφιτι, στον σχεδιασμό, στο μήνυμα, στην αστική αφήγηση.
Η δημόσια τέχνη είναι μια πράξη πολιτική
«Πότε επιτέλους θα γίνουμε ενεργοί πολίτες;» αναρωτήθηκε ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος, που με επιμονή έχτισε την επιχειρηματολογία του για το ρόλο της σύγχρονης τέχνης στο να καλυφθεί το δημόσιο κενό, να σπάσει η σιωπή του ελεύθερου χώρου.
Αφύπνιση, αντίδραση, κοινωνική χειραφέτηση, ελευθερία έκφρασης: Λέξεις που επέστρεφαν στην ομιλία του Δημήτρη Δασκαλόπουλου, σε ένα τολμηρό αλλά ρεαλιστικό αστικό μανιφέστο υπέρ του πολίτη: «Πιστεύω στη σύγχρονη τέχνη γιατί απευθύνεται όχι σε θεατές – θαυμαστές, αλλά σε πολίτες: Το εικαστικό μέσο προκαλεί μια αισθητική έκπληξη και αρθρώνει κριτικό λόγο, προκαλεί σε αφύπνιση, σε συνειδητοποίηση, ή ακόμα και σε αντίδραση. Αυτή η αμφίπλευρη δυναμική συνιστά κατά κάποιον τρόπο ένα εγχείρημα εκδημοκρατισμού της κοινωνίας. Η δημόσια τέχνη εκτίθεται στο δημόσιο χώρο όχι ως μνημείο, αλλά σαν οργανικό στοιχείο της καθημερινότητας, σαν μέσο αναβάθμισης του αστικού περιβάλλοντος. Θεωρώ ότι η δημόσια τέχνη αποτελεί μια πολιτική πράξη γιατί ενεργοποιεί το κοινό σε μια νέα μορφή επικοινωνίας και συμμετοχής, γιατί εμπλουτίζει την καθημερινότητα με την αισθητική εμπειρία και διαμορφώνει μια νέα σχέση με το καθημερινό περιβάλλον, καθιστώντας την τέχνη μέσο εκπαιδευτικής διαδικασίας, γιατί σπάζει τη σιωπή του δημόσιου κενού και προκαλεί το διάλογο ή και την αντιπαράθεση. Η δημόσια τέχνη αποτελεί για μας πολιτική δέσμευση ενάντια στην εξατομίκευση, την περιχαράκωση, τον κοινωνικό αποκλεισμό».
Το εικαστικό μέσο προκαλεί μια αισθητική έκπληξη και αρθρώνει κριτικό λόγο, προκαλεί σε αφύπνιση, σε συνειδητοποίηση, ή ακόμα και σε αντίδραση. Αυτή η αμφίπλευρη δυναμική συνιστά κατά κάποιον τρόπο ένα εγχείρημα εκδημοκρατισμού της κοινωνίας.
Ο δημόσιος χώρος σήμερα είναι καθρέπτης της κατακερματισμένης μας συλλογικότητας τόνισε, ενώ λίγο αργότερα η Ελίνα Κουντούρη, διευθύντρια του ΝΕΟΝ, μεταξύ άλλων «αποκάλυψε» πως οι παρεμβάσεις του ΝΕΟΝ δεν θα σταματήσουν στην Αθήνα, αλλά θα πάνε και στη Θεσσαλονίκη και σε άλλους χώρους. «Ο χώρος του ΝΕΟΝ είναι όλη η πόλη», τόνισε.
Ιf you build it they will come (not)
Renzo Piano, 566 εκατομμύρια ευρώ, πράσινες οροφές, κόσμος, ζωή, αλυσίδα τεχνών και γνώσης. Καθώς σε λιγότερο από έναν μήνα ολοκληρώνεται ο φέρων οργανισμός όλων των κτιρίων στο Κέντρο Πολιτισμού Σταύρος Νιάρχος και οι διερχόμενοι από την παραλιακή και τη Λεωφόρο Συγγρού βλέπουν να υψώνεται μπροστά τους ένα από μεγαλύτερα εργοτάξια πολιτισμού στην Ευρώπη, το Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος δηλώνει πως πέρα και πάνω από όλα επιθυμεί να γίνει το Κέντρο «σημείο συνάντησης όλης της πόλης». Η παρουσίαση της Ελλης Ανδριοπούλου για το Κέντρο, την στελέχωση και την παράδοσή του στο Δημόσιο, επέστρεφε ξανά και ξανά στο θέμα της «κατοίκησης», της χρήσης, της προσβασιμότητας, της συνεχούς ζωής μέσα σε αυτό.
«Ιf you build it they will come, λέει μια έκφραση. Εμείς στο Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος δεν πιστεύουμε σε αυτό. Πρέπει να προκαλέσουμε την προσοχή, την συμμετοχή του κοινού. Και το κάνουμε με δύο τρόπους: Προσκαλούμε τους πολίτες μέσα στο εργοτάξιο με τις δράσεις που γίνονται στο Κέντρο Επισκεπτών και ταυτόχρονα τους συναντούμε στην πόλη με την Οπερα της Βαλίτσας από τη Λυρική και τις δράσεις της Future Library» εξήγησε η εκτελεστική διευθύντρια του Κέντρου Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος.
Η καρδιά μας να χτυπήσει ξανά στο κέντρο της Αθήνας
Φανταστείτε έναν αστικό περίπατο, που συνδέει πλατείες, μουσεία, μνημεία, γειτονιές της πόλης, μια διαδοχική σκυταλοδρομία εμπειριών, δράσεων, πραγματικής ζωής μέσα στην πόλη. Αυτό μας προέτρεψε να κάνουμε η διευθύντρια του Ιδρύματος Ωνάση Εφη Τσιότσιου αναφερόμενη στο Rethink Athens, το έργο ανασυγκρότησης του κέντρου της Αθήνας με άξονα την Πανεπιστημίου. Και πρόσθεσε: «Τώρα ακριβώς προσφέρονται οι συνθήκες για την περιβαλλοντική και τη λειτουργική ανασύνθεση του κέντρου της πόλης, με δυναμικές ενέργειες που δεν θα συντηρήσουν λίγο ακόμα τη φθορά του, αλλά θα αλλάξουν την πορεία των πραγμάτων. Το μεγάλο ενδιαφέρον των πολιτών, μικρών και μεγάλων ομάδων πρωτοβουλίας, Κοινωφελών Ιδρυμάτων και της ίδιας της Πολιτείας -στις διάφορες κλίμακες της εξουσίας της-, για τη σημερινή Αθήνα και ιδίως για το κέντρο της, αποδεικνύει ότι το κάλεσμα του Rethink Athens «να ξανασκεφτούμε την Αθήνα», δεν ήταν μόνο επίκαιρο αλλά και επιτακτικό».
Να ακουμπήσουν τα συναισθήματα μας
«Ένα έργο τέχνης παίρνει επιπλέον αξία όταν ενισχύεται η δημόσια διάστασή του» υπογράμμισε η διευθύντρια του ΝΕΟΝ Ελίνα Κουντούρη. Και ταυτόχρονα ο δημόσιος χώρος ενεργοποιείται, κοινωνικοποιείται μέσω της τέχνης. Η περίπτωση της έκθεσης A Thousand Doors στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη (ολοκληρώνεται στις 30 Ιουνίου), απέδειξε τα παραπάνω επιχειρήματα, σε μια έκθεση πιλότο, που βοήθησε στην ανάδειξη του δημόσιου, στην συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών, στην ισχυρή ανταπόκριση των εθελοντών και όλα αυτά και με έναν καθαρά εκπαιδευτικό προσανατολισμό.
«Ο NEON θεμελιώθηκε πάνω στη βαθιά ριζωμένη πεποίθηση ότι η σύγχρονη τέχνη μπορεί να αφυπνίσει και ν’ απελευθερώσει ανθρώπινες δυνατότητες με βαθείς και μοναδικούς τρόπους» τόνισε η διευθύντρια του οργανισμού. «Με δημοκρατικούς τρόπους, ένα προνόμιο των πολλών. Και νομίζω ότι το ίδιο μπορεί να λεχθεί για όλες τις καλλιτεχνικές μορφές. Είτε μιλάμε για την κλασσική κληρονομιά μας, τα μουσεία και τις γκαλερί μας, το θέατρό μας ή τις παραστατικές τέχνες ή την κινηματογραφική μας βιομηχανία, είναι σαφές ότι ο πολιτισμός είναι σημαντικός για μας επειδή προκαλεί μια απόκριση. Προκαλείται μια αντίδραση. Μια ατομική αντίδραση, αλλά και μια αντίδραση από την κοινωνία πάνω στο πώς καλλιτεχνικές πρακτικές, μουσεία και ιδρύματα αντιπροσωπεύουν χώρους όπου ανταλλάσσονται ιδέες, απόψεις και εμπειρίες και δεν μαθαίνονται απλώς. Ακουμπάνε τα συναισθήματά μας με τρόπο που εμπλουτίζει τις ζωές μας.»
Όπως το είπε ο Γιάννης Μπουτάρης εξαρχής – να αναπνεύσουμε καλύτερα…