24 Φεβρουαρίου 2022. Ημέρα και χρονολογία που γράφτηκαν στην Ιστορία. Ανεξίτηλα. Ξαφνικά τα διεθνή ειδησεογραφικά Μέσα προκάλεσαν ένα ακαριαίο, γενικευμένο, «μούδιασμα». Ένα παγκόσμιο σοκ. Η είδηση της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία «έσκασε» σαν κεραυνός εν αιθρία. Κι αμέσως κατέκλυσε -και στοίχειωσε- τα πάντα. Αναλυτές, με αντικείμενό τους τη Ρωσία, μιλούσαν για αιφνιδιασμό. Υπήρχαν εμπειρογνώμονες που έκαναν λόγο για ένα «προαναγγελθέν», εν πολλοίς, «ρωσικό έγκλημα». Άλλοι προέβλεψαν τότε μια «στρατιωτική επιχείρηση» ολίγων ημερών. Κάποιοι άλλοι διέβλεψαν έναν αργόσυρτο, μακρόσυρτο πόλεμο φθοράς. Είπαν «Ιδού το νέο Βιετνάμ» και «Ουκρανία = η ευρωπαϊκή Συρία».
Σήμερα, ακριβώς ένα χρόνο μετά την έναρξη αυτού του «κανονικού» πολέμου πεδίου, όχι στη μαύρη «τρύπα» της Μέσης Ανατολής, σταθερά θλιβερού θεάτρου επιβληθέντων έξωθεν πολέμων των μεγάλων δυτικών υπερδυνάμεων, αλλά για πρώτη φορά επί των -θεωρητικώς- ανέγγιχτων ευρωπαϊκών εδαφών από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο (με την εξαίρεση του αλησμόνητου «ιντερμέτζο» της αιματηρής τραγωδίας στην πρώην Γιουγκοσλαβία), ποιος εξ όλων επιβεβαιώνεται;
Ένα χρόνο μετά από την έναρξη ενός πολέμου, που στο παρελθόν θα φάνταζε δυστοπικό αποκύημα παράφρονα και που ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, κατά τη διήμερη συνεδρίαση της Γενικής Συνέλευσης του Οργανισμού, χαρακτήρισε «θλιβερό ορόσημο», καθώς στο διάβα του κατέστρεψε ένα πολύ σημαντικό μέρος των ουκρανικών υποδομών, δημιουργώντας κύμα προσφύγων και σοβαρότατα ζητήματα, πανευρωπαϊκώς, καταρχάς, στους τομείς της ενέργειας και της σίτισης, πού οδεύουμε; Γνωρίζουμε; Μπορούμε να προβλέψουμε;
Σε έναν νοερό διάλογο -θα τον έλεγες και θέατρο του παραλόγου, υποτιμώντας όμως βάναυσα τον Ιονέσκο- ο Βλαντιμίρ Πούτιν και ο Τζο Μπάιντεν, μέσω σχεδόν ταυτόχρονων διαγγελμάτων, ο ένας στη χώρα του, ο άλλος στην Πολωνία, παρουσίασαν τη δική τους εκδοχή, επιχειρώντας έναν άτυπο δημόσιο απολογισμό στο γύρισμα του χρόνου και αναγγέλλοντας το μέλλον. Κολαριστοί, σε δυο παράλληλα μονόπρακτα επίδειξης ισχύος, υπό τα φώτα των προβολέων -φωτορυθμικών, συνοδεία dj set ο Αμερικανός πρόεδρος-, την ώρα που «αθόρυβα» στο «μέτωπο» συνεχίζονται οι σφοδρές μάχες -την Τρίτη εκτυλίχθηκε νέο αιματηρό επεισόδιο στην ουκρανική Κρεμίνα-, οι δύο πρόεδροι επέρριψαν, σε υψηλούς τόνους, την ευθύνη για την έναρξη της σύρραξης στον άλλο.
Οι ειδήσεις ωστόσο από τα προεδρικά διαγγέλματα είναι δύο. Η αναμενόμενη: οι ΗΠΑ ετοιμάζονται για την αποστολή του 32ου πακέτου πολέμου, ύψους 480 εκατομμυρίων δολαρίων, προς το Κίεβο (περιλαμβάνει πυρομαχικά, ρουκέτες, ραντάρ και συστήματα επικοινωνιών, αλλά όχι νέα τεχνολογία). Η σχεδόν προαλειφόμενη: η Ρωσία αποχωρεί από τη συνθήκη New START, που έχει υπογράψει με τις ΗΠΑ για τα πυρηνικά και τον περιορισμό των στρατηγικών πυρηνικών οπλοστασίων των δύο πλευρών.
Το μέλλον (μας), αβέβαιο. Κι όμως, στο βάθος, μια συνεπής στον εαυτό της, απόλυτα εγκρατής Κίνα, παρακολουθεί αποστασιοποιημένα τις εξελίξεις και τις κινήσεις και στα δυο στρατόπεδα. Ακόμη δεν έχει αρθρώσει την «δική» της λέξη.
«Αυτή τη στιγμή βιώνουμε το αποτέλεσμα της σύγκρουσης δύο καθεστώτων δύο χωρών, οι οποίες είναι βαθιά διεφθαρμένες. Αρχικά εκτιμούσα ότι θα είναι πολύ γρήγορη η επιχείρηση των Ρώσων και θα έβαζε γρήγορα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων την ουκρανική πλευρά. Αυτό δεν έγινε. Διαψεύστηκα, διότι υπήρξε μαζική στήριξη της Δύσης στην ουκρανική πλευρά και έδειξαν και οι Ουκρανοί ότι δεν είναι διατεθειμένοι, από την ώρα που ξεκίνησαν οι ρωσικοί αιφνιδιασμοί (από το 2014, που έχασαν την Κριμαία) να τα παραδώσουν όλα αμαχητί στην ρωσική πλευρά», σχολιάζει ο διεθνολόγος και στρατηγικός αναλυτής Βασίλης Κοψαχείλης.
«Οι λόγοι που δεν είχαμε μια γρήγορη στρατιωτική επιχείρηση έχουν να κάνουν, όπως προανέφερα, με την στήριξη της Ουκρανίας από τη Δύση, αν και το «στήριξη», το βάζω σε πολλά εισαγωγικά. Γιατί η Δύση ουσιαστικά χρησιμοποιεί ως λαγό αυτή τη στιγμή την Ουκρανία, κάτι που στο μέλλον θα το πληρώσει πάρα πολύ ακριβά η Ουκρανία. Κι αυτό, παρόλο που αποδείχθηκε ότι και στο ρωσικό επιτελείο και τη ρωσική πλευρά τα πράγματα δεν είναι όπως τα σχεδίαζαν. Οι Ρώσοι έχουνε πάρα πολλά κενά και στο στρατιωτικό επίπεδο», προσθέτει ο σύμβουλος εκτίμησης Γεωπολιτικών Κινδύνων.
«Αυτή τη στιγμή, πρέπει να επαναληφθεί, και το λέω επειδή γνωρίζω και τους δυο λαούς, αφού έχω δουλέψει για χρόνια στην περιοχή, βιώνουμε το αποτέλεσμα δυο καθεστώτων δυο χωρών, οι οποίες είναι βαθιά διεφθαρμένες. Και οι οποίες δυστυχώς βρέθηκαν σε πολεμική εμπλοκή μεταξύ τους. Από εκεί και πέρα έχουμε ένα χρόνο έναν πόλεμο φθοράς».
Για την πρόβλεψη που μπορεί να γίνει για το μέλλον αυτού του πολέμου, ο Βασίλης Κοψαχείλης εστιάζει καταρχάς σε ένα παράγοντα: «Έχουν όρια και οι μεν και οι δε. Ήδη η Δύση δείχνει ότι δεν έχει δυνατότητες και διάθεση να παράσχει μαζική στήριξη, όπως θα ήθελαν οι Ουκρανοί. Στο μεταξύ, οι δίαυλοι επικοινωνίας μεταξύ Αμερικανών και Ρώσων υπάρχουν. Δεν έχουν διαρραγεί. Πρόσφατα, λίγες ώρες πριν από την ξαφνική υποτίθεται επίσκεψη Μπάιντεν στην Ουκρανία, η ρωσική πλευρά είχε ενημερωθεί σχετικώς. Αλλά και οι Ρώσοι έχουν επίσης όρια. Δεν έχουν τους πόρους, δεν έχουν τα μέσα για να κάνουν μια επίθεση, η οποία θα ήταν και η καθοριστική εναντίον των Ουκρανών. Ως εκ τούτου, εκτιμώ ότι θα συνεχίσει αυτός ο πόλεμος και κάποια στιγμή θα αναγκαστούν να καθίσουν οι δυο μεριές σε ένα τραπέζι διαπραγματεύσεων, το οποίο θα έχει ήξεις-αφήξεις στην αρχή. Θα κάθονται, θα βρίσκουν σημεία που διαφωνούν, θα συνεχίζεται ο πόλεμος φθοράς. Θα ξανακάθονται. Αυτό θα τραβήξει σε βάθος χρόνου», προβλέπει ο διεθνολόγος, μη αποδεχόμενος ότι ο πόλεμος ξεκίνησε ακριβώς πριν από έναν χρόνο.
«Ο Πόλεμος δεν ξεκίνησε στις 24 Φεβρουαρίου. Ο πόλεμος ξεκίνησε το 2012, όταν οι Γερμανοί και οι Ρώσοι θέλανε να επιβάλουν τον Nord Stream 2 και είχαν και οι δυο ένα σχέδιο ενεργειακής εξάρτησης και κυριαρχίας στην Ε.Ε. Για να επιβάλλουν τον Nord Stream 2 έπρεπε να καταστούν ανενεργοί οι 4 βασικοί αγωγοί φυσικού αερίου, που διέρχονταν μέσω του ουκρανικού εδάφους. Βάλανε λοιπόν οι Γερμανοί τους καταδιεφθαρμένους Ουκρανούς και θα έλεγα και το πολιτικό τους σύστημα, να απαιτήσει από τους Ρώσους, έξω από κάθε σύμβαση που είχανε συνάψει, να πληρώσει περισσότερες αποζημιώσεις για τέλη διέλευσης. Οι Ρώσοι από την πλευρά τους είπαν “έχουμε ήδη συμβόλαια με ευρωπαϊκά κράτη για την προμήθεια φυσικού αερίου, σε συγκεκριμένες τιμές, και δεν μπορούμε να σας δίνουμε περισσότερα χρήματα για τέλη διέλευσης”, αλλά ήτανε κι αυτοί ήδη στο παιχνίδι. Γνωρίζανε οι Ρώσοι τι πρόκειται να γίνει. Αρχίσαν οι Ουκρανοί να πιέζουνε τους Ρώσους, έως ότου οι Ρώσοι εισέβαλαν και τους απέσπασαν την Κριμαία. Όντως, λοιπόν, η ιστορία ξεκίνησε από τη Δύση, όπως και οι προκλήσεις, βλέπε τη επέκταση του ΝΑΤΟ. Αλλά στο «παιχνίδι» ήτανε εξαρχής και οι Ρώσοι», υπογραμμίζει ο αναλυτής.
Η Ευρώπη από την δική της πλευρά «δεν έχει ούτε την διάθεση, ούτε το πολιτικό βάρος να παίξει ακόμα και ρόλο μεσολαβητή μεταξύ των δύο πλευρών για να λήξει ο πόλεμος. Αποδεικνύεται ότι είναι πολιτικός νάνος. Οι Ευρωπαίοι είναι απόντες στο θέμα το διατροφικό, στο θέμα των αλυσίδων εφοδιασμού, στο θέμα το πολιτικοστρατιωτικό, στο ενεργειακό. Δεν μπορούσαν να συμφωνήσουν ούτε σε μια φόρμουλα για το πώς θα τιμολογούνε την ενέργεια για να κατέβουνε τα κόστη στην Ε.Ε. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες είναι ανύπαρκτοι, σε όλη αυτή την κρίση. Κάποιες μεμονωμένες φωνές είναι μόνο για να σπάνε την μονοτονία της ανυπαρξίας», είναι ο αφορισμός του Βασίλη Κοψαχείλη, ο οποίος αποκαλεί «άχαρη τη δουλειά του διεθνολόγου, που βλέπει πίσω από το λόφο τα σύννεφα, όταν οι άλλοι βλέπουν ξαστεριά».
Και στην Ουκρανία θα έρθουν οι Αμερικανοί κάποια στιγμή, αφότου έχουν γίνει αλοιφή οι δυο μεριές, και θα πουν: Ωραία, παίξατε; Τώρα pax americana και χωρίς να την πληρώνουμε.
Τι εννοεί; «Οι Αμερικανοί, ήδη το 2013, επί Ομπάμα, διαπίστωσαν ότι δεν τους βγαίνει η Αραβική Άνοιξη. Κι αλλάξαν την στρατηγική τους. Η νέα στρατηγική τους είναι “αποσυρόμαστε ως φυσική παρουσία από διάφορα θέατρα επιχειρήσεων, ώστε να μην ματώνουμε ούτε σε ανθρώπινες απώλειες, ούτε οικονομικά, και το κενό που θα αφήσουμε -γιατί ως συμφέροντα οι ΗΠΑ δεν αποχώρησαν ποτέ από τις χώρες αυτές, μόνο ως φυσική παρουσία αποχωρούν- θα έρθουνε να το καλύψουν κράτη-κοκοράκια. Κάποια στιγμή αυτά θα βρεθούν να έχουν ανταγωνιστικά συμφέροντα και θα αρχίσει ο ένας να τρώει τον άλλο”. Αυτό λέγεται στρατηγική κατατριβής δυνάμεων», επισημαίνει ο διεθνολόγος.
«Αυτή είναι η στρατηγική των ΗΠΑ από το 2013. Προφανώς, η εκτίμησή τους επαληθεύτηκε, γιατί από όπου αποχώρησαν οι Αμερικανοί μπήκαν άλλοι παίχτες στο παιχνίδι, μικροί, μεγάλοι. Κι άρχισαν μεταξύ τους να τρώγονται. Και στην Ουκρανία θα έρθουν οι Αμερικανοί κάποια στιγμή, αφότου έχουν γίνει αλοιφή οι δυο μεριές, διότι ακόμα δεν έχουν γίνει αλοιφή, και θα πουν: Ωραία, παίξατε; Τώρα pax americana και χωρίς να την πληρώνουμε».
Αυτή τη στρατηγική, «οι μόνοι που την έχουν διαγνώσει, γι’ αυτό κάνουν πολύ προσεκτικές κινήσεις», είναι οι Κινέζοι, υποστηρίζει ο συνομιλητής μας. «Πιστεύω, κάποια στιγμή αυτή η ιστορία θα φτάσει σε μια κατάσταση, μεταξύ των δυο μεγάλων παιχτών, Κίνας και ΗΠΑ, και θα ξεκαθαριστεί», προβλέπει. «Θα ξεκαθαρίσουν τους λογαριασμούς τους όχι στο γήινο περιβάλλον, γιατί τα οπλικά συστήματα πλέον έχουν γίνει εξαιρετικά επικίνδυνα και οι πόλεμοι έχουν πολιτική λογική. Αν πάψει να υπάρχει ο άνθρωπος δεν έχουν νόημα και οι πόλεμοι και η πολιτική λογική. Τα όπλα έχουν γίνει πολύ επικίνδυνα. Για αυτό επενδύουν και οι ΗΠΑ και η Κίνα τρελά σε οπλικά συστήματα, βάσεις κ.ο.κ στο διάστημα. Ώστε το παιχνίδι να κριθεί σε θέματα τεχνολογίας και πολιτικής και στρατιωτικής κυριαρχίας στο διάστημα».
Στο διάστημα, καταλήγει ο Βασίλης Κοψαχείλης θα κριθεί το παιχνίδι. «Εκεί τελειώνει κι αυτή η κρίση που συζητάμε με την ανάδειξη μιας νέας δύναμης που θα προκύψει την επόμενη μέρα. Αυτή η νέα δύναμη μπορεί να μην είναι ούτε καν οι ΗΠΑ, ούτε καν η Κίνα. Να είναι μια τρίτη δύναμη, η οποία να έχει ανακάμψει όταν η Κίνα και οι ΗΠΑ θα αναλώνονται σε μια απευθείας σύγκρουση. Σας πήγα όμως πολύ μακριά».
«Πριν ένα χρόνο ξεκίνησε κάτι που για πολλούς έμοιαζε αδιανόητο. Ένας νέος διακρατικός πόλεμος στην Ευρώπη. Το αποτέλεσμα της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία. Ένας πόλεμος που όχι μόνο έγινε πραγματικότητα, αλλά διαρκεί ήδη ένα χρόνο και κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με βεβαιότητα το τέλος του. Οι επιπτώσεις αυτής της σύγκρουσης είναι πάρα πολλές και αφορούν διαφόρους τομείς από την αποτελεσματικότητα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ μέχρι και την τιμή των σιτηρών. Θα αναδείξουμε τρεις βασικές διαστάσεις», σημειώνει για την Popaganda ο Ειδικός σε θέματα ασφαλείας, διεθνολόγος Άκης Καρατράντος.
«Η πρώτη είναι η αντίσταση της Ουκρανίας. Πολλοί αναλυτές, κάτι που είδαμε και στον δημόσιο διάλογο στην Ελλάδα, είχαν υποτιμήσει την Ουκρανία και τον Πρόεδρο της, αλλά και τη διάθεση της Δύσης να την υποστηρίξει. Αυτός ήταν ο λόγος που προέβλεπαν ένα Ρωσικό Blitzkrieg που θα οδηγούσε στην κατάρρευση της Ουκρανίας και στην αντικατάσταση της Κυβέρνησης -η περίφημη από- ναζιστικοποίηση. Η πραγματικότητα όμως ήταν ριζικά διαφορετική, και η Ουκρανία όχι μόνο άντεξε την επίθεση, αλλά το καλοκαίρι του 2022 έτρεξε και μία αρκετά επιτυχημένη αντεπίθεση φέρνοντας τη Ρωσία σε δύσκολη θέση. Τα περιορισμένα κέρδη της Ρωσίας έχουν έρθει με ένα υψηλό κόστος στο πεδίο και αυτός είναι ένας σοβαρός δείκτης για την μελλοντική εξέλιξη του πολέμου», επισημαίνει ο ειδικός.
Η απειλή από τον επεκτατικό ολοκληρωτισμό της Ρωσίας καθίσταται η σημαντικότερη απειλή για την διεθνή ειρήνη. Μία απειλή που έχει και τη διάσταση της πιθανής χρήσης πυρηνικών όπλων. Είναι ένα πισωγύρισμα χειρότερο και από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου.
«Η δεύτερη διάσταση αφορά στην ενιαία στάση και στην αντίδραση της Δύσης», προσθέτει. «Στην αρχή του πολέμου υπήρχαν ορισμένες προσεγγίσεις που υποστήριζαν πως η Δύση, λόγω των σχέσεων που είχαν ορισμένες χώρες με τη Ρωσία στον ενεργειακό και στον οικονομικό τομέα, δεν θα μπορούσε να κρατήσει μία ενιαία και σκληρή στάση. Αυτές οι προσεγγίσεις διαψεύστηκαν. Μετά από ένα χρόνο η Δύση εξακολουθεί να έχει ενιαία στάση και να στηρίζει την Ουκρανία, περνώντας σταδιακά σε μία νέα φάση εξοπλισμού της. Οι ΗΠΑ, αλλά και το Ηνωμένο Βασίλειο, σε μία ιδιαίτερη στιγμή παρέμβασης μετά το BREXIT, είναι οι δύο χώρες που πρωτοστάτησαν στην υποστήριξη της Ουκρανίας, αλλά όχι και οι μόνες. Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί η Γερμανία», συνεχίζει ο Άκης Καρατράντος, η οποία, εκτός όλων των άλλων, προχωρά και σε ένα εξαιρετικά μεγάλο εξοπλιστικό πρόγραμμα, αλλάζοντας μία παράδοση δεκαετιών και επιστρέφοντας ουσιαστικά και στον στρατιωτικό τομέα. Η πιο χαρακτηριστική όμως εξέλιξη στην πλευρά της Δύσης είναι η ενίσχυση του ρόλου του ΝΑΤΟ, κάτι που αποδεικνύεται και από την αίτηση ένταξης της Σουηδίας και της Φινλανδίας. Το ΝΑΤΟ λοιπόν παραμένει ο βασικός πυλώνας της Ευρωατλαντικής ασφάλειας».
Η τρίτη διάσταση είναι αυτή των απειλών για τη διεθνή ασφάλεια, προσθέτει ο διεθνολόγος. «Μετά από δύο δεκαετίες κυριαρχίας της απειλής της διεθνούς τρομοκρατίας, η απειλή από τον επεκτατικό ολοκληρωτισμό της Ρωσίας καθίσταται η σημαντικότερη απειλή για την διεθνή ειρήνη. Μία απειλή που έχει και τη διάσταση της πιθανής χρήσης πυρηνικών όπλων. Είναι ένα πισωγύρισμα χειρότερο και από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου, καθώς η Ρωσία του Πούτιν δεν είναι μία χώρα που λειτουργεί με όρους ορθολογισμού και βλέπει μία σύγκρουση με τη Δύση ως παίγνιο μηδενικού αθροίσματος. Απτό παράδειγμα της συμπεριφοράς της Ρωσίας στο θέμα των πυρηνικών αποτελεί η αναστολή της εφαρμογής της συνθήκης New START. Ένα ζήτημα που συνδέεται με την κατοχή πυρηνικών όπλων από ανελεύθερα καθεστώτα».
«Αυτή τη στιγμή δεν διαφαίνεται το τέλος του πολέμου σε σύντομο χρονικό διάστημα», συνοψίζει ο Άκης Καρατράντος. «Η ενισχυμένη από τη Δύση Ουκρανία θα επιδιώξει να πετύχει την ήττα της Ρωσίας, η οποία θέλει να καταφύγει σε συνομιλίες έχοντας συγκεκριμένα εδαφικά οφέλη. Βασική παράμετρος που δεν πρέπει βεβαίως σε όλα αυτά να ξεχνάμε είναι η τρομερή καταστροφή των υποδομών της Ουκρανίας».
«Κατά την κυρίαρχη στη Δύση προσέγγιση, ο πόλεμος στην Ουκρανία ξεκίνησε πριν από ένα χρόνο (ο πόλεμος του Πούτιν, όπως αρέσκονται να τον αναφέρουν τα ΜΜΕ και οι πολιτικές ελίτ). Για κοινωνίες εθισμένες στο Χόλυγουντ και στο Νetflix, η εξιστόρηση αυτή φαντάζει απολύτως λογική. Η ιστορική πραγματικότητα φυσικά είναι πολύ πιο σύνθετη και πολύ διαφορετική», σχολιάζει στην Popaganda ο καθηγητής του ΑΠΘ και συγγραφέας του βιβλίου «Η Ελλάδα και ο Ελληνισμός στην Μετααμερικανική Εποχή-Μετά την Ουκρανία, τι;» (εκδ.Τόπος ) Θέμης Τζήμας.
«Ο πόλεμος στην Ουκρανία ξεκίνησε πριν από 9 χρόνια, το 2014, με μια επιχείρηση αλλαγής καθεστώτος, η οποία υπήρξε απολύτως πετυχημένη», υπογραμμίζει. «Οι ΗΠΑ και η ΕΕ, με τη γνωστή μας κυρία Μέρκελ σε πρωταγωνιστικό ρόλο σε ό,τι αφορά την ΕΕ, πρώτα εκβίασαν τον τότε φιλορώσο πρόεδρο Γιανουκόβιτς να υπογράψει μια συμφωνία σύνδεσης με την Ε.Ε. και όταν εκείνος αρνήθηκε (λόγω εν πολλοίς και των ρωσικών αντίρροπων πιέσεων) τον ανέτρεψαν πραξικοπηματικώ τω τρόπω. Η Βικτόρια “fuck the EU” Νούλαντ, εκλεκτό στέλεχος του βαθέος κράτους των ΗΠΑ έχει πολλά να μας πει επ’ αυτού. Η αλλαγή καθεστώτος, το πραξικόπημα και οι βιαιότητες που ακολούθησαν με πρωταγωνιστές ναζιστικές ομάδες του Κιέβου, έβαλαν φωτιά στο κέντρο της Ευρώπης. Οι ΗΠΑ γνώριζαν ότι μια ελεγχόμενη από αυτές Ουκρανία θα αποτελούσε αιτία πολέμου για τη Ρωσία και παρόλα αυτά προχώρησαν στην πλέον τυχοδιωκτική τους ενέργεια, με στόχο να πνίξουν τη Ρωσία ως σύμμαχο της Κίνας και να προωθήσουν μια αποσοβιετοποίηση Νο. 2».
Κατά την κυρίαρχη στη Δύση προσέγγιση, ο πόλεμος στην Ουκρανία ξεκίνησε πριν από ένα χρόνο. Για κοινωνίες εθισμένες στο Χόλυγουντ και στο Νetflix, η εξιστόρηση αυτή φαντάζει απολύτως λογική. Η ιστορική πραγματικότητα φυσικά είναι πολύ πιο σύνθετη και πολύ διαφορετική.
Ο πόλεμος ξέσπασε το 2014, επαναλαμβάνει ο καθηγητής του ΑΠΘ, «πάγωσε προσωρινώς και ξεπάγωσε εκκωφαντικά, όταν το ΝΑΤΟ αρνήθηκε να δώσει εγγυήσεις μη περαιτέρω επέκτασής του, το Νοέμβριο του 2021. Η ρωσική «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» αποτελεί την πλέον πρόσφατη κλιμάκωση αυτού του πολέμου, ο οποίος διεξάγεται σήμερα με επίκεντρο την Ουκρανία (αργότερα ίσως «μετακομίσει» στην Ταϊβάν) και έχει ως στρατηγικό επίδικο το αν θα εγκλωβιστούμε σε έναν αμερικανοκεντρικό κόσμο ή θα μεταβούμε σε έναν (για ένα διάστημα τουλάχιστον) πολυκεντρικό κόσμο. Δεν βρισκόμαστε εν μέσω πολέμου δια αντιπροσώπων, ούτε εν μέσω Ψυχρού Πολέμου Νο 2. Βρισκόμαστε εν μέσω παγκοσμίου πολέμου, με άμεση συμμετοχή ΗΠΑ και Ρωσίας, ο οποίος διεξάγεται ακόμα με ελεγχόμενο και όχι κατακλυσμιαίο τρόπο».
Στο λεγόμενο «ρολόι της αποκάλυψης», αυτό δηλαδή το οποίο μετράει πόσο κοντά βρισκόμαστε σε πυρηνική σύγκρουση, η ώρα δείχνει 90 δευτερόλεπτα πριν από το τέλος του κόσμου, υποστηρίζει ο Θέμης Τζήμας. «Ανοησίες, θα μου πείτε! Κανείς δεν είναι τόσο ηλίθιος. Πιθανότατα αυτή η προσέγγιση θα αποδειχτεί ορθή. Παρεμπιπτόντως και βεβαίως, κανείς δε μετρά πόσο κοντά είμαστε στη χρήση μικρών πυρηνικών όπλων ή βιολογικών ή χημικών. Ωστόσο, ακόμα και αν όντως η στοιχειώδης λογική επιβίωσης είναι πιο πιθανό να επιβεβαιωθεί παρά να αναιρεθεί, ως πότε θα δεχόμαστε να παίζουμε με το τέλος του ανθρώπινου πολιτισμο ύ, επειδή οι πολιτικές και οικονομικές ηγεσίες της Δύσης θέλουν να πνίξουν κάθε αντίπαλο και ανταγωνιστή τους; Γιατί πρέπει να θυσιάσουμε την όποια ευημερία, δημοκρατία και ελευθεροτυπία μας έχει μείνει χωρίς καν να ερωτόμαστε;».
«Μπορούμε να πούμε πολλά για τη Ρωσία, αλλά μέχρι σήμερα δεν έχουμε δει βάσεις της, ούτε στο Μεξικό, ούτε στον Καναδά», καταλήγει ο καθηγητής και αναλυτής. «Μέχρι αυτό να συμβεί, έχουμε κάθε υποχρέωση να απαιτούμε να μείνουν οι ΗΠΑ τόσο μακριά από τη Ρωσία και την Κίνα, όσο και οι τελευταίες από τις ΗΠΑ. Έτσι θα ζήσουν περισσότεροι Ουκρανοί και θα διασωθεί ό,τι σώζεται από την παρακμάζουσα ήπειρό μας».