Categories: ΔΙΕΘΝΗ

Ένα μήνα μετά το Μουντιάλ, η Βραζιλία πέρα από τα προφανή

Άρθρο μίας διχασμένης προσωπικότητας ή αλλιώς οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.

Κορόνα

 

Ας ξεκινήσουμε με το προφανές.

Σε μία από τις πιο ποδοσφαιρόφιλες χώρες του κόσμου ξέσπασε μαζική κοινωνική αναταραχή κατά την διάρκεια της προετοιμασίας του Παγκοσμίου Κυπέλλου Ποδοσφαίρου. Η κυβέρνηση της Βραζιλίας δαπάνησε περίπου 14 δισεκατομμύρια δολάρια για το φετινό τουρνουά, καθιστώντας το το πιο ακριβό Μουντιάλ στην ιστορία.

Μεγάλη μερίδα του λαού βλέπει την κυβέρνηση Ρούσεφ ως διεφθαρμένη. Οι βίαιες αντικυβερνητικές διαδηλώσεις που ξέσπασαν τον Ιούνιο του 2013 συνεχίστηκαν με αυξανόμενη δυναμική στην πορεία προς την ίδια την διοργάνωση.

Η εκστρατεία για την πάταξη της εγκληματικότητας στις παραγκουπόλεις ξεκίνησε το 2008 και είχαν καταγραφεί μόνο 8 δολοφονίες αστυνομικών σε πέντε χρόνια. Από την άλλη, η Διεθνής Αμνηστία ισχυρίζεται ότι οι αστυνομικές δυνάμεις είναι υπεύθυνες για περίπου 2.000 θανάτους το χρόνο χωρίς κανείς να μπορεί να υπολογίσει κατά πόσο ήταν αυτοί οι θάνατοι δικαιολογημένοι.

Οι Αρχές έχουν εκδιώξει χιλιάδες ανθρώπους από τις εστίες τους στην προσπάθειά τους να κάνουν το Ρίο πιο ελκυστικό στον μέσο τουρίστα και εκατοντάδες χιλιάδες διαδηλωτών βγήκαν επανειλημμένως στους δρόμους για να διαμαρτυρηθούν για τα ποσά που σπαταλώνται αντί να δαπανώνται για την εξομάλυνση των κοινωνικών ανισοτήτων.

Η πόλη των 6 εκατομμυρίων κατοίκων έχει μετατραπεί σε ένα τεράστιο εργοτάξιο και φυσικά η αναβάθμιση του Ρίο έρχεται με σκληρό αντίτιμο, καθώς εκτιμάται ότι τουλάχιστον 19.000 οικογένειες απομακρύνθηκαν από τα σπίτια τους, σε πολλές περιπτώσεις δια της βίας. Στην ουσία μιλάμε για μία κοινωνική εκκαθάριση στις χαμηλού εισοδήματος κοινότητες του Ρίο, πολλές εκ των οποίων ζουν στις φαβέλες όπου πραγματοποιούνται οι περισσότερες εξώσεις. Η λέξη “επανατοποθέτηση” χρησιμοποιείται μόνο όταν η διαδικασία είναι συναινετική, πράγμα εξαιρετικά σπάνιο στην προκειμένη.

Σε αυτή την χώρα, η έκφραση που χαρακτηρίζει αυτή την εποχή περισσότερο από κάθε άλλη το θυμικό του λαού είναι η εξής: “Mais ou menos” (i.e: more or less). Ό, τι ερώτηση και αν τους κάνεις είναι πολύ πιθανό να την ακούσεις. Είναι σαν μία άποψη που δεν εκφέρει και… τόση άποψη. Ένα αίσθημα σύγχυσης που προέρχεται από την σύγκρουση του πάθους και της αδιαφορίας ή της απογοήτευσης. Και φυσικά δεν θα βρεις πουθενά μεγαλύτερη συγκέντρωση αυτής της νοητικής αποξένωσης της κοινωνίας από ότι στις φαβέλες.

Τα γηπεδάκια ποδοσφαίρου που βλέπουμε συνήθως στα διαφημιστικά ουσιαστικά χρησιμοποιούνται ως επί το πλείστον για διακίνηση και χρήση ναρκωτικών. Η ανάδειξη και η άνοδος ενός σπουδαίου ποδοσφαιριστή από τις φαβέλες είναι ένας μύθος, καθώς ο μόνος διεθνής ποδοσφαιριστής της τελευταίας δεκαετίας που δεν προερχόταν από την μέση τάξη ήταν ο Adriano. Δεν λατρεύουν όλοι οι Βραζιλιάνοι το ποδόσφαιρο. Οι περισσότεροι ναι, όμως όχι όλοι. Ίσως, θα είχε νόημα να παραλληλιστεί με το μπάσκετ στις ΗΠΑ: ως μία διέξοδος δηλαδή που πρακτικά δεν είναι τέτοια για σχεδόν κανέναν, όμως έχει αναχθεί στη σφαίρα του συλλογικού υποσυνειδήτου.

Οι άνθρωποι ανησυχούν για τις κακές δημόσιες υπήρεσίες. Το ρεύμα έχει 60% φόρο, η τηλεφωνία 55%, το νερό 40% ενώ πρόσφατα αυξήθηκαν και οι τιμές των εισιτηρίων λόγω νέας φοροεπιδρομής.

Το πρόβλημα είναι ότι μετά από 6 δεκαετίες η μεγαλύτερη ποδοσφαιρική διοργάνωση του πλανήτη επέστρεψε στο πνευματικό της σπίτι και αντί αυτό να συνοδευτεί από μία μεγάλη γιορτή που όμοιά της δεν βλέπουμε συχνά οι Βραζιλιάνοι στάθηκαν μετέωροι και προβληματισμένοι σε εμφανή κατάσταση σύγχυσης.

 Στην επόμενη σελίδα, η Βρζιλία πέρα από τα προφανή, όπως τη βλέπει ένας κάτοικος του Ρίο.

Page: 1 2

Μάριος Μπουμπής