Categories: ΡΕΠΟΡΤΑΖ

Είναι Πολλά Αυτά Που Κρίνονται Στη Δίκη Της Χρυσής Αυγής

«Ομάδα οργανωμένη με κράνη και δοκάρια κυνηγούσε αλλοδαπούς», «Ακόμα και από τα λεωφορεία τους κατέβαζαν και τους χτύπαγαν», «Κάθε Σάββατο βράδυ γίνονταν πογκρόμ», «Η καρδιά της Χρυσής Αυγής είναι τάγμα εφόδου», «Ήταν περήφανοι και μπορούσαν να μιλάνε για τους φούρνους του Άουσβιτς», «Ο ένας κρατούσε και οι άλλοι χτυπούσαν».

Ακόμα κι αν δεν γνωρίζατε τίποτα μέχρι τώρα για τη δίκη της ΧΑ, μόνο οι τίτλοι του παρατηρητηρίου που παρακολουθεί καθημερινά την εξέλιξη της θα σας βοηθήσουν να καταλάβετε πολλά σχετικά με τις κατηγορίες για τις οποίες καλούνται να λογοδοτήσουν αρχηγός, στελέχη και μέλη της οργάνωσης. Οι παραπάνω είναι μόνο μερικοί από τους τίτλους που προκύπτουν από τις καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας σε μια δικαστική υπόθεση που θα έπρεπε να ξεκινήσει πολύ πριν το 2015 αν αναλογιστούμε ότι έχουν καταγραφεί επιθέσεις ρατσισμού και μισαλλοδοξίας της ΧΑ ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’90. 

Κομμάτι των αποφάσεων της Πανελλαδικής και Διεθνούς Αντιφασιστικής Συνάντησης που πραγματοποιήθηκε στις 5-6 Οκτώβρη 2013 στην Αθήνα, η πρωτοβουλία για την Πολιτική Αγωγή του Αντιφασιστικού Κινήματος ξεκίνησε από μια ομάδα δικηγόρων ενεργών στην ΚΕΕΡΦΑ (Κίνηση Ενωμένοι Ενάντια στο Ρατσισμό και τη Φασιστική Απειλή).

Καθώς λοιπόν οι συμμετέχοντες της πρωτοβουλίας Jail Golden Dawn αποφάσισαν να αγωνιστούν για την εξάρθρωση της ΧΑ όχι μόνο στους δρόμους αλλά και στις δικαστικές αίθουσες με τη δίωξη που ξεκίνησε μετά από μια δολοφονία, στις 5 Σεπτεμβρίου 2017 θα πραγματοποιηθεί η 176η δικάσιμος. Εκτός του αδικήματος περί εγκληματικής οργάνωσης, η εξέταση μαρτύρων για τρεις υποθέσεις κακουργημάτων -την ανθρωποκτονία του Παύλου Φύσσα, την απόπειρα ανθρωποκτονίας κατά του Αιγύπτιου αλιεργάτη Αμπουζίντ Εμπάρακ και την απόπειρα ανθρωποκτονίας κατά συνδικαλιστών του ΠΑΜΕ στο Πέραμα- έχει ολοκληρωθεί. Έχουν εξεταστεί πάνω από 100 και εκκρεμεί η εξέταση περίπου 20 από τον αρχικό κατάλογο των μαρτύρων κατηγορίας.


Η δίκη ξεκίνησε στις 20 Απριλίου 2015 στο Α’ Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων, στη δικαστική αίθουσα των γυναικείων φυλακών Κορυδαλλού. Οι κατηγορούμενοι είναι 69, εκ των οποίων οι 18 είναι οι – εκλεγμένοι τον Ιούνη του 2012 – βουλευτές της Χρυσής Αυγής που κατηγορούνται για διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης. 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Θανάσης Καμπαγιάννης, δικηγόρος και μέλος της πολιτικής αγωγής του αντιφασιστικού κινήματος στη δίκη της Χρυσής Αυγής, μετά τον κύκλο των συνεκδικαζόμενων υποθέσεων, επιλέγει σαν πιο σημαντικές μαρτυρίες τις καταθέσεις ανθρώπων που κατέγραψαν, ο καθένας με τον δικό του τρόπο, την άνοδο του εγχώριου Νεο-ναζισμού.  «Οι καταθέσεις του σκηνοθέτη Κωνσταντίνου Γεωργούση και η κατάθεση του δημοσιογράφου Γιάννη Παπαδόπουλου ήταν αποκαλυπτικές σε σχέση με τη δράση της Χ. Α στον Άγιο Παντελεήμονα. Είναι δύο άνθρωποι που είχαν μεταβεί στην περιοχή προκειμένου να κάνουν ντοκιμαντέρ και ρεπορτάζ παρατήρησης και άρα είχαν μια διαρκή εικόνα, αφού έμειναν για αρκετό διάστημα στην πλατεία της περιοχής. Οι καταθέσεις τους ήταν αποκαλυπτικές σε σχέση με την δράση ομάδων κρούσης της ΧΑ στην περιοχή και σε σχέση με την ηγετική παρουσία του Παναγιώταρου. Παράλληλα, η κατάθεση του δημοσιογράφου Γιάννη Μπασκάκη ήταν πολύ αποκαλυπτική σε σχέση με τον ρόλο της ηγεσίας στην τέλεση των εγκληματικών πράξεων». 


Μάλιστα, το ντοκιμαντέρ του Κωνσταντίνου Γεωργούση έχει τον τίτλο “The Cleaners”, θέλοντας να δώσει  καθαρά την εικόνα των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων της ΧΑ. «Όλες οι μαρτυρίες των ανθρώπων που κατέθεσαν συνεισέφεραν στην στοιχειοθέτηση του κατηγορητηρίου, τόσο από την άποψη της αξιοπιστίας των μαρτύρων όσο και από την άποψη του τι κόμισαν. Είναι σημαντικό δηλαδή το γεγονός ότι κατέθεσαν κάποιοι ανεξάρτητοι παρατηρητές οι οποίοι μετέβησαν στην περιοχή και άρα έδωσαν την εικόνα των επιθέσεων των ομάδων κρούσης της ΧΑ σε βάρος μεταναστών».

Όσον αφορά την στάση των συνηγόρων υπεράσπισης, το σχόλιο του δικηγορού αφορά την υπερασπιστική τακτική που έχουν επιλέξει οι ίδιοι οι κατηγορούμενοι, μια στάση αμετανόητη, όπως εξηγεί. «Δεν υπάρχει καμία μετάνοια όσον αφορά τις επιθέσεις από την πλευρά της ΧΑ και από την πλευρά των κατηγορούμενων, είναι μια στάση στην πραγματικότητα που προσπαθεί να μετατρέψει τα θύματα σε θύτες και κατηγορούμενους. Ερωτήσεις από την πλευρά της υπεράσπισης όπως για παράδειγμα το αν “ένα τζαμί έχει άδεια για να λειτουργεί” αποσκοπούν στο να δικαιολογήσει τον εμπρησμού του τζαμιού. Μια ερώτηση για το αν “οι μετανάστες έχουν χαρτιά” αποσκοπεί στο να υποστηρίξει ότι επειδή ακριβώς δεν είχαν χαρτιά οι μετανάστες έπρεπε να γίνουν θύματα επιθέσεων και με αυτό τον τρόπο να εξαναγκαστούν να αποχωρήσουν από την ελληνική επικράτεια. Αυτού του τύπου οι ερωτήσεις στην πραγματικότητα δείχνουν το πόσο αμετανόητοι είναι οι κατηγορούμενοι και το πόσο πολύ επιδιώκουν, ακόμα και μέσα στη δικαστική αίθουσα, να δικαιώσουν τις εγκληματικές τους πράξεις».


Πεποίθηση του Θανάση Καμπαγιάννη είναι πως τα κυρίαρχα μέσα μαζικής ενημέρωσης δεν ασχολούνται όσο οφείλουν με τη δίκη, αφού «είναι μια δίκη ιστορική, δίκη μοναδική στα ευρωπαϊκά χρονικά αφού είναι η πρώτη φορά μετά τα τέλη του Β’ παγκοσμίου πολέμου που μια ναζιστική οργάνωση -η οποία μάλιστα έχει εκλεγμένους βουλευτές- κάθεται στο εδώλιο του κατηγορουμένου, άρα από αυτή την άποψη κρίνω πως τα κυρίαρχα μέσα μαζικής ενημέρωσης δε δίνουν τον χώρο και την κάλυψη που αναλογεί σε αυτή τη δίκη. Έχω την εντύπωση πως έχει να κάνει με τις με τις πολιτικές και ιδεολογικές τους προτεραιότητες. Όμως, υπάρχουν μέσα τα οποία καλύπτουν συστηματικά τη δίκη ενώ με τη βοήθεια του Golden Dawn Watch μπορεί όποιος θέλει να βρει συγκεντρωμένα στοιχεία και κείμενα δημοσιογραφικά ώστε να παρακολουθεί τη συγκεκριμένη δίκη».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Παρότι δεν έχει λάβει τη δημοσιότητα που της αναλογεί, φαίνεται πως υπήρξαν άτομα που απομακρύνθηκαν από την οργάνωση  μετά την εκκίνηση της ποινικής δίωξης, γεγονός που προκύπτει από τον ίδιο τον κατάλογο των μαρτύρων. «Υπάρχουν πρώην μέλη της ΧΑ τα οποία πρόκειται να έρθουν να καταθέσουν, κάποιοι από αυτούς μάλιστα και επώνυμα, χωρίς το καθεστώς του προστατευόμενου μάρτυρα». Όσον αφορά το αν υπάρχουν ψηφοφόροι οι οποίοι έχουν εγκαταλείψει την ΧΑ «είναι προφανές ότι μετά την έναρξη της ποινικής δίωξης αυτό που συνέβη είναι ότι μπήκε ένα ταβάνι στην άνοδο της ΧΑ και στην πολιτική της επιρροή. Από τα εκλογικά της αποτελέσματα, φαίνεται να έχει υπάρξει μια αλλαγή του εκλογικού της κοινού, σήμερα είναι λιγότερο «αντισυστημικό», έχει περιοριστεί ο αριθμός ψηφοφόρων της στα αστικά κέντρα, είναι περισσότερο ακροδεξιό θα έλεγε κανείς με βάση τα εκλογικά αποτελέσματα».

Είναι όμως δυνατόν να θέτουμε στην ποινική δίωξη το αίτημα της πολιτικής αντιμετώπισης του φασισμού; «Η πολιτική αντιμετώπιση του φασισμού δεν είναι δυνατόν να κριθεί μέσα σε μία δικαστική αίθουσα εντός της οποίας δικάζονται συγκεκριμένα εγκλήματα, πράξεις, η ηγεσία της ΧΑ που καθοδήγησε και άρα αυτό είναι το ποινικό περιεχόμενο το οποίο περιμένουμε από τη δίκη: Την καταδίκη των κατηγορουμένων για αυτά που διώκονται».


Κατά τον δικηγόρο, η ΧΑ θα μπορούσε να έχει αντιμετωπιστεί χωρίς τη χρήση του άρθρου 187 περί εγκληματικής οργάνωσης αλλά μέσα από την καταστολή κάθε μίας από τις εγκληματικές πράξεις που τέλεσαν τα μέλη της και της ηθικής αυτουργίας των ηγετών της. «Θα μπορούσε να έχει αντιμετωπιστεί πολλά χρόνια πριν, ήδη από το 1998 και την απόπειρα δολοφονίας του τότε φοιτητή Δημήτρη Κουσουρή αλλά και μια σειρά από άλλες εγκληματικές πράξεις. Θα μπορούσε να έχει υπάρξει μια πολύ βαρύτερη καταστολή και πολύ ευρύτερη ποινική δίωξη εκτός από αυτή των φυσικών αυτουργών των συγκεκριμένων πράξεων. Φτάσαμε στην πραγματικότητα στο 2013, όταν σε μια φάση πολιτικής κρίσης πλέον και το πολιτικό σύστημα αλλά και η δικαστική εξουσία  κινήθηκαν σε βάρος της ΧΑ χρησιμοποιώντας το συγκεκριμένο άρθρο».

Ο νομικός που έχει εκφράσει και δημόσια την αντίθεσή του στους τρομονόμους, τόσο στο άρθρο 187 όσο και στο 187Α περί τρομοκρατίας -η χρήση του οποίου έχει συζητηθεί έντονα το τελευταίο διάστημα, αναφέρει «ότι η άσκηση της ποινικής δίωξης υπήρξε εξαιρετικά σφιχτή και η κατηγορία για την ένταξη σε εγκληματική οργάνωση στην συγκεκριμένη δίκη συνδέεται αποκλειστικά με την τέλεση συγκεκριμένων εγκληματικών πράξεων και όχι με βάση ακροβατισμούς δικονομικούς και νομικούς, που έχουμε δει σε άλλες υποθέσεις που της επικαιρότητας, όπως αυτή του Τάσου Θεοφίλου ή της Ηριάννας Β.Λ.».

Όπως αναφέρει η διακήρυξη για την πολιτική αγωγή του αντιφασιστικού κινήματος στη δίκη της Χρυσής Αυγής, «η κυβέρνηση, η αστυνομία, τα δικαστήρια, όλοι οι “θεσμοί”, ανέχτηκαν κραυγαλέα – όταν δεν ενίσχυαν – τη δράση των νεοναζί μέχρι και το βράδυ της δολοφονίας του Παύλου. Η κρατική απραξία μπροστά στη ρατσιστική δολοφονία του Σαχζάτ Λουκμάν στις 17/01/2013 στα Πετράλωνα από μέλη της Χρυσής Αυγής, η ανυπαρξία συλλήψεων ακόμα και μετά τη δολοφονική επίθεση σε συνδικαλιστές του ΠΑΜΕ στο Πέραμα, αλλά και η υπογραφή της υπουργικής απόφασης για την τακτική χρηματοδότηση του “κόμματος” από τον Υπουργό Εσωτερικών Γιάννη Μιχελάκη με ημερομηνία 6 Σεπτεμβρίου 2013, δείχνουν ανάγλυφα τις πραγματικές διαθέσεις των θεσμικών παραγόντων. Μόνον ο φόβος της αντιφασιστικής έκρηξης, στο μέσο των μαζικών απεργιακών κινητοποιήσεων των εργαζόμενων, ανάγκασε την κυβέρνηση να αλλάξει πορεία».

Έτσι και για τον δικηγόρο Θανάση Καμπαγιάννη, η ίδια η κίνηση της ποινικής δίωξης είναι αποτέλεσμα της δράσης του αντιφασιστικού κινήματος μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα και του αντιφασιστικού ξεσηκωμού που ακολούθησε όταν κόσμος βγήκε στο δρόμο απαιτώντας να σταματήσει η ασυλία που απολάμβανε η συγκεκριμένη οργάνωση στην τέλεση εγκληματικών πράξεων, αφού η σύσταση της σαν φυτώριο εθνικοσοσιαλιστών από τον Νίκο Μιχολιάκο συνέβη το 1980, ενώ το 1985 ιδρύθηκε σαν πολιτικός σχηματισμός που άρχισε να εκφράζει τις ακραίες και βίαιες απόψεις του έξω από κλειστά δωμάτια, βγαίνοντας στους δρόμους. «Είναι προφανές ότι η δράση του αντιφασιστικού κινήματος είχε και έχει επίπτωση στην συγκεκριμένη ποινική δίωξη. Θεωρώ ότι αυτό που μπορεί να κάνει σήμερα το αντιφασιστικό κίνημα είναι με την παρουσία του στην ίδια τη δική αλλά και μέσα από τις αντιφασιστικές κινητοποιήσεις να συνεχίσει να ασκεί την απαιτούμενη πίεση προκειμένου οι κρατικοί μηχανισμοί να μην πισωγυρίσουν σε μια κατάσταση που υπήρχε πριν από τον Σεπτέμβρη του 2013, μια κατάσταση ασυλίας και ασυδοσίας της συγκεκριμένης οργάνωσης στην τέλεση εγκληματικών πράξεων».

Ζωή Παρασίδη

Η Ζωή Παρασίδη γεννήθηκε τον Αύγουστο του 1990 στην Αθήνα. Σπούδασε στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου και από το 2009 εργάζεται ως δημοσιογράφος.