Την τελευταία μέρα του περασμένου Οκτώβρη, η αρμόδια αρχή διαχείρισης των δικαιωμάτων έρευνας και προσδιορισμού Περιοχών Οργανωμένης Ανάπτυξης Υπεράκτιων Αιολικών Πάρκων (ΠΟΑΥΑΠ), παρουσίασε το πολυσυζητημένο σχέδιο του Εθνικού Προγράμματος Ανάπτυξης Υπεράκτιων Αιολικών Πάρκων (ΕΠΑΥΑΠ), παρουσία του υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Θόδωρου Σκυλακάκη, της υφυπουργού, Αλεξάνδρας Σδούκου και του γενικού γραμματέα Ενέργειας και Ορυκτών Πρώτων Υλών, Αριστοτέλη Αϊβαλιώτη.
Όπως γνωστοποιήθηκε, το σχέδιο Εθνικού Προγράμματος Ανάπτυξης ΥΑΠ περιλαμβάνει 25 περιοχές, συνολικής έκτασης 2,712 τετραγωνικών χιλιόμετρων και εκτιμώμενης ελάχιστης ισχύος 12,4 GW. Συνολικά, 1.150 ανεμογεννήτριες, ύψους 280 μέτρων, σχεδιάζεται να τοποθετηθούν στις ελληνικές θάλασσες μέχρι το 2050, με την πλειοψηφία των έργων που θα αναπτυχθούν να είναι πλωτά υπεράκτια αιολικά, καθώς τα βάθη των ελληνικών θαλασσών -με ελάχιστες εξαιρέσεις- δεν προσφέρονται για έργα σταθερής έδρασης.
Δεδομένου όμως ότι η τεχνολογία των πλωτών αιολικών δεν έχει ακόμη σταθεροποιηθεί διεθνώς, αφού μόλις πρόσφατα έχει μπει στο στάδιο της βιομηχανοποίησης και ως εκ τούτου τα έργα είναι υψηλού κόστους, το ΥΠΕΝ εξετάζει την προώθηση κάποιων έργων ως πιλοτικών και διερευνά τη χρηματοδότησή τους από το Ταμείο απανθρακοποίησης των μη διασυνδεδεμένων νησιών που δίνει τη δυνατότητα επιδότησης έργων ενεργειακής μετάβασης.
Στόχος αυτού του σχεδιασμού είναι η Ελλάδα «να αποκτήσει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στην προώθηση νέων τεχνολογιών και εγχώρια τεχνογνωσία», καθώς και να αναπτύξει την απαραίτητη εφοδιαστική της αλυσίδα. Παράλληλα, σύμφωνα με τον υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας, «Με την ανακοίνωση του σχεδίου του Εθνικού Προγράμματος Ανάπτυξης Υπεράκτιων Αιολικών Πάρκων, κάνουμε ένα ακόμα σημαντικό βήμα για την επίτευξη των Εθνικών στόχων της ενεργειακής μετάβασης και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Η ανάπτυξη των συγκεκριμένων έργων αποτελεί εθνική προτεραιότητα, όχι μόνο γιατί θα συνδράμει αποφασιστικά στην ενεργειακή μας αυτονομία, αλλά και γιατί μας δίνει τη δυνατότητα να πραγματοποιήσουμε στο μέλλον και εξαγωγές πράσινης ενέργειας».
Όπως προσθέτει η υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, «Η υπεράκτια αιολική ενέργεια αποτελεί προτεραιότητα πανευρωπαϊκά, καθώς προβλέπεται ότι έως το 2050 το 35% της ηλεκτρικής ενέργειας στην Ε.Ε. μπορεί να παράγεται αμιγώς από υπεράκτιες πηγές. Παράλληλα, παρουσιάζει μια σειρά από οφέλη για τον εθνικό μας ενεργειακό κλάδο, την εθνική μας οικονομία αλλά και τις τοπικές κοινωνίες που θα φιλοξενούν ή θα γειτνιάζουν με έργα υπεράκτιας αιολικής ενέργειας».
Τo σχέδιο προβλέπει την εγκατάσταση 800 MW συνολικά στην Κρήτη – 600 MW στο βορειοανατολικό τμήμα του νησιού μεταξύ Αγ. Νικολάου και Σητείας και 200 MW ανατολικά της Σητείας. Στο Νότιο Αιγαίο, η θαλάσσια περιοχή μεταξύ Κω και Ρόδου δύναται να φιλοξενήσει 550 MW, ενώ στο ΒΑ Αιγαίο στη θαλάσσια ζώνη Λέσβου-Σκύρου-Κύμης προβλέπεται η εγκατάσταση 300 MW.
Η υπεράκτια αιολική ισχύς των Κυκλάδων, παρά το υψηλό δυναμικό της, περιορίζεται λόγω τουριστικής ανάπτυξης και «πιθανολογούμενων κοινωνικών αντιδράσεων» στα 250 MW και στην περιοχή μεταξύ Σύρου και Νάξου, ενώ στο πλάνο των δυνητικών περιοχών τοποθετείται και το Ιόνιο που δεν ήταν στον αρχικό σχεδιασμό, καθώς δεν συγκαταλέγεται στις περιοχές υψηλού αιολικού δυναμικού. Στις προαναφερθείσες περιοχές δεν συμπεριλαμβάνεται η θαλάσσια περιοχή μεταξύ Έβρου-Σαμοθράκης, η οποία ορίζεται ως περιοχή ανάπτυξης πιλοτικών Έργων ΥΑΠ, σύμφωνα με το Ν. 4964/2022.
Ύστερα από τη Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ) που εκπόνησε η εταιρεία μελετών LDK, εφαρμόστηκαν συνολικά 20 κριτήρια αποκλεισμού, προκειμένου να διασφαλιστούν οι ευαίσθητες περιβαλλοντικά περιοχές και οι θαλάσσιες δραστηριότητες στον ελληνικό χώρο. Τα κριτήρια αυτά λαμβάνουν υπόψη, μεταξύ άλλων, ζητήματα εθνικής ασφάλειας και επιβατικής ναυσιπλοΐας, αεροδρόμια, ελάχιστη απόσταση από ακτογραμμή, περιοχές περιβαλλοντικής και πολιτιστικής σημασίας, τουριστικές δραστηριότητες, περιοχές υδατοκαλλιέργειας και άλλες χρήσεις.
Το σχέδιο του εθνικού προγράμματος και η στρατηγική μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων που παρέδωσε η ΕΔΕΥΕΠ στο υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, εγκρίθηκε με ΚΥΑ την οποία υπέγραψαν οι υπουργοί εννέα εμπλεκόμενων υπουργείων, και στη συνέχεια τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση. Αναμένεται να οριοθετηθούν με προεδρικό διάταγμα οι περιοχές ανάπτυξης, που θα αποτελούν τμήματα των θαλάσσιων περιοχών που εμπεριέχονται στο εθνικό πρόγραμμα και θα οριστούν οι όροι ανάπτυξης αιολικών πάρκων μέσα σε αυτές. Θα ακολουθήσουν οι έρευνες, διάρκειας 12 μηνών, για να εκκινήσει στη συνέχεια η διαδικασία των διαγωνισμών.
Το Επιμελητήριο Περιβάλλοντος και Βιωσιμότητος, το οποίο συμμετείχε στη διαβούλευση, καταγγέλλει ότι δόθηκε ελάχιστος χρόνος και ότι ο κλειστός χαρακτήρας της δεν επέτρεψε την αλληλεπίδραση μεταξύ των μετεχόντων σε αυτήν, κατά παράβαση της Σύμβασης του Aarhus.
Σε επιστολή του προς τη Διεύθυνση Περιβαλλοντικής Αδειοδότησης (ΔΙ.Π.Α.) του ΥΠΕΝ, τόνισε αρχικά πως το σχέδιο «εμφανίζει σοβαρές νομικές και ουσιαστικές πλημμέλειες και ελλείψεις, οι οποίες το καθιστούν απολύτως απρόσφορο και ακατάλληλο να εκπληρώσει τον σκοπό του, να επιτελέσει δηλαδή ένα περιβαλλοντικά βιώσιμο και αξιόπιστο πλαίσιο για τη χωροθέτηση μιας τόσο επισφαλούς για το θαλάσσιο περιβάλλον δραστηριότητας όπως είναι τα Υπεράκτια Αιολικά Πάρκα (ΥΑΠ)».
Σύμφωνα με το Επιμελητήριο, η προτεινόμενη ΣΜΠΕ έχει εκπονηθεί χωρίς να έχει προηγηθεί ο απαιτούμενος κατά τη σχετική ενωσιακή οδηγία Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός (ΘΧΣ), ο οποίος αποτελεί αναγκαίο προαπαιτούμενο για την κατανομή των διαφόρων χρήσεων στο θαλάσσιο χώρο, την πρόληψη και επίλυση των μεταξύ τους συγκρούσεων και, ιδίως, την ελαχιστοποίηση των αναπόφευκτων αρνητικών επιπτώσεων στο περιβάλλον.
Η Popaganda επικοινώνησε με τον δικηγόρο και μέλος Δ.Σ. του Επιμελητηρίου, Γεώργιο Χριστοφορίδη, ο οποίος διευκρίνισε πως, «Η προτεινόμενη ΣΜΠΕ όχι μόνο δεν αντιμετωπίζει τα ανωτέρω προβλήματα σε σχέση με τον ελληνικό θαλάσσιο χώρο, αλλά προσφεύγει και πάλι, όπως ακριβώς συνέβη και με το Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο των χερσαίων Α.Π.Ε., στην απολύτως αντιεπιστημονική μέθοδο της κατάταξης των θαλασσίων περιοχών της χώρας σε δύο μεγάλες γενικές κατηγορίες: Τις κατάλληλες για χωροθέτηση ΥΑΠ και τις εξαιρέσεις.
Με τη μέθοδο αυτή αποφεύγει ακριβώς αυτό που αποτελεί την πεμπτουσία κάθε Ειδικού Χωροταξικού Πλαισίου, δηλαδή την ενδελεχή μελέτη κάθε μιας περιοχής ξεχωριστά σε σχέση με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της, την ακτογραμμή, τη γεωδυναμική, τη βιοποικιλότητα, της φυσιογνωμία της παράκτιας χερσαίας ζώνης, δηλαδή όλα εκείνα τα στοιχεία με βάση τα οποία θα είναι στη συνέχεια σε θέση να προβεί στην επιστημονικά τεκμηριωμένη παράθεση των επιπτώσεων των ΥΑΠ επί των στοιχείων αυτών. Αντί τούτου, η ΣΜΠΕ περιορίζεται στη γενική αναφορά κάποιων αυτονόητων εξαιρέσεων (πυρήνες εθνικών δρυμών, σχέδια πόλεως, υγρότοποι Ramsar, περιοχές απόλυτες προστασίας της φύσης, αρχαιολογικοί χώροι κ.λπ.)».
Όπως εκτιμά το Επιμελητήριο, η απόσταση του ενός ναυτικού μιλίου από την ακτή, η οποία προβλέπεται για την εγκατάσταση ΥΑΠ στις θεωρούμενες ως κατάλληλες περιοχές, θα προκαλέσει την πλήρη αλλοίωση του μοναδικού θαλάσσιου τοπίου του Αιγαίου και Ιουνίου πελάγους, το οποίο βρίσκεται σε άμεση αλληλεξάρτηση με το παράκτιο οικιστικό και πολιτιστικό περιβάλλον της νησιωτικής και ηπειρωτικής χώρας.
Η Επιτροπή υπογραμμίζει ακόμη πως η αλληλεπίδραση των ΥΑΠ με τις λοιπές επιχειρηματικές θαλάσσιες δραστηριότητες (υδατοκαλλιέργειες, εξορύξεις, τουρισμός), δεν εξετάζεται επιστημονικά με την παράθεση συγκεκριμένων στοιχείων, μετρήσεων και εκτιμήσεων. «Απλώς παρατίθενται αφηγηματικά τα Ειδικά Χωροταξικά Πλαίσια που αφορούν τις δραστηριότητες αυτές χωρίς να επιχειρείται κανένας συσχετισμός μεταξύ τους», λέει ο κ. Γεώργιος Χριστοφορίδης.
Στην ίδια κατεύθυνση κινείται και η Ειδική Έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου «Ενέργεια από υπεράκτιες ανανεώσιμες πηγές στην ΕΕ» (2023), γνωστοποιώντας πως η ΠΟΑΥΑΠ δεν έχει εκτιμήσει επαρκώς τις ενδεχόμενες περιβαλλοντικές επιπτώσεις της επέκτασης των ΥΑΠ που πρότεινε στη στρατηγική της. Η Έκθεση διαπιστώνει ότι πολυάριθμες περιβαλλοντικές πτυχές που συνδέονται με την σχεδιαζόμενη ανάπτυξη των ΥΑΠ δεν έχουν ακόμη αναγνωρισθεί και το δυνητικά σημαντικό περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα στη θαλάσσια ζωή δεν έχει συνεκτιμηθεί ικανοποιητικά.
Μεταξύ των αρνητικών επιπτώσεων περιλαμβάνονται οι μεταβολές της ποιότητας των υδάτων λόγω της έκλυσης ρύπων, τα φαινόμενα εκτοπισμού των ειδών λόγω του υποθαλάσσιου θορύβου από τις εγκαταστάσεις ΥΑΠ – τόσο στη φάση κατασκευής όσο και στη φάση λειτουργίας τους-, η απώλεια ή υποβάθμιση οικοτόπων, οι μεταβολές στα πρότυπα αποδημίας λόγω μεταβολών στο ηλεκτρομαγνητικό πεδίο, ο εκτοπισμός ειδών (ορνιθοπανίδας και θαλασσίων ειδών), η μεταβολή στη δομή του πληθυσμού τους κ.λπ. «Ο αντίκτυπος των ΥΑΠ στο θαλάσσιο περιβάλλον πρέπει πάντως, σύμφωνα με την Έκθεση, να συνεκτιμηθεί και σε σχέση με τις προς το παρόν άγνωστες συνέπειες της κλιματικής αλλαγής στο θαλάσσιο περιβάλλον, οι οποίες θα έχουν επιπτώσεις στη θαλάσσια βιοποικιλότητα και στα οικοσυστήματα», τονίζει ο κ. Χριστοφορίδης.
Επίσης, σύμφωνα με το Επιμελητήριο, δεν εξετάζεται ο μεγάλος κίνδυνος που θα αντιμετωπίσει ο τομέας της αλιείας, ο οποίος πλήττεται ήδη σοβαρά στη χώρα μας – τόσο από την υποβάθμιση του θαλασσίου περιβάλλοντος όσο και από την υπερβολική ανάπτυξη των υδατοκαλλιεργειών. «Η εγκατάσταση των ΥΑΠ συνεπάγεται τον χωρικό αποκλεισμό των αλιέων από τις αντίστοιχες περιοχές και την περαιτέρω συρρίκνωση του ελάχιστου χώρου που τους απομένει για την άσκηση της δραστηριότητάς τους».
Αναφερόμενος στις επιπτώσεις των ΥΑΠ στη βιοποικιλότητα, ο δικηγόρος κάνει λόγο για «γενικές και αόριστες αναφορές στους κινδύνους που αντιμετωπίζουν τα θαλάσσια είδη και η ορνιθοπανίδα», οι οποίοι «εκτιμώνται με βάση στοιχεία που αφορούν αντίστοιχα είδη που ενδημούν στη Βόρεια και Βαλτική Θάλασσα, όπου οι συνθήκες είναι προδήλως διαφορετικές. Ειδικά ως προς τον αργυροπελεκάνο, τον ασημόγλαρο, τον νανόγλαρο και πολλά άλλα είδη, ο κίνδυνος πρόσκρουσης και εκτόπισης δεν έχει αξιολογηθεί καν για τον απλούστατο λόγο ότι δεν υπάρχουν σχετικά διαθέσιμα στοιχεία».
Σύμφωνα με την Οδηγία 2001/42 (Παράρτημα Ι), η ΣΜΠΕ επιβάλλεται να περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τον εντοπισμό και την αξιολόγηση συγκεκριμένων σημαντικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων του Προγράμματος καθώς και τα προβλεπόμενα μέτρα για την πρόληψη, τον περιορισμό και, ει δυνατόν, την εξουδετέρωσή τους. «Η ΣΜΠΕ εκτιμά, όλως αορίστως, ότι από την εφαρμογή του ενδέχεται να προκύψουν σημαντικές επιπτώσεις σε 89 προστατευόμενες περιοχές του δικτύου Natura 2000. Αντί, όμως, να εκτιμήσει η ίδια τις επιπτώσεις αυτές, όπως οφείλει, μεταθέτει την εκτίμηση και αξιολόγησή τους στο κατώτερο επίπεδο της εκπόνησης Μελετών Ειδικής Οικολογικής Αξιολόγησης (ΜΕΟΑ).
Η κατάρτιση όμως των ΜΕΟΑ προϋποθέτει και δεν υποκαθιστά την κατά την Οδηγία υποχρέωση θέσπισης στόχων και μέτρων διατήρησης των περιοχών Natura, οι οποίες πρέπει να εξετάζονται καθ’ εαυτές και ανεξάρτητα από οποιαδήποτε μελλοντική δραστηριότητα. Και τούτο διότι από τους στόχους και τα μέτρα διατήρησης που θα καθοριστούν για κάθε περιοχή Natura θα εξαρτηθεί αν και ποιες δραστηριότητες μπορούν να λάβουν χώρα και υπό ποιες προϋποθέσεις μέσα στις περιοχές αυτές», καταλήγει το Επιμελητήριο.
«Εσφαλμένη στον πυρήνα της, που δεν επιδέχεται βελτίωση και πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της» θεωρεί τη ΣΜΠΕ του ΠΟΥΑΥΠ και η Κίνηση για την Προστασία των Νησίδων. Οπως επισημαίνει μεταξύ άλλων, ορίζονται υπερβολικά μικρές αποστάσεις των προτεινόμενων ΠΟΑΥΑΠ από τις ακτές, ειδικά σε σύγκριση με τους κανονισμούς και τις καλές πρακτικές που ισχύουν σε επίπεδο Ε.Ε.
Παράλληλα, με ομόφωνο ψήφισμα, το Δημοτικό Συμβούλιο Κεντρικής Κέρκυρας και Διαποντίων Νήσων, εξέφρασε την κάθετη αντίθεσή του στα σχέδια δημιουργίας Περιοχής Ανάπτυξης Υπεράκτιων Αιολικών Πάρκων (ΠΟΑΥΑΠ) στα Διαπόντια.
Αντίστοιχα, το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου Ικαρίας με ομόφωνη απόφαση σε έκτακτη συνεδρίασή του εξέφρασε την αντίθεσή του στην επιχειρούμενη εγκατάσταση αιολικών με την χωροθέτηση ΠΟΑΥΑΠ σε δύο περιοχές στο Ικάριο πέλαγος, η πρώτη έκτασης 181 τετραγωνικών χιλιόμετρων, ισχύος 905 MW, και η δεύτερη έκτασης 171 τ. χλμ, ισχύος 855 MW, ενώ απαιτεί την εξαίρεση της θαλάσσιας περιοχής της Ικαρίας από κάθε μελλοντική εγκατάσταση υπεράκτιων αιολικών σταθμών. Στο παρελθόν, με σειρά ομόφωνων αποφάσεων των δημοτικών της συμβουλίων, το νησί έχει απορρίψει το σχέδιο για 110 χερσαίες ανεμογεννήτριες ισχύος 330 MW στην οροσειρά της Ικαρίας από το 2011 μέχρι σήμερα.
Τέλος, η περιφέρεια Κρήτης προγραμματίζει να εξετάσει και να εκφράσει άποψη επί της ΣΜΠΕ της ΕΠΑΥΑΠ, στο πλαίσιο μονοθεματικής συνεδρίασης της Επιτροπής Περιβάλλοντος και Χωροταξίας, την Παρασκευή 8 Δεκεμβρίου στην Αντιπεριφέρεια Ηρακλείου στη Περιφέρεια Κρήτης.