Σεπτέμβρης 1988. Ως πρωτοετής του Φυσικού Αθηνών πήγα να δω πως μοιάζει η σχολή μου στη Σόλωνος. Η είσοδος του Παλαιού Χημείου, ή «Φυσικείου» όπως το λέγαμε, ήταν η πρώτη εικόνα που θα μου προκαλούσε ανάμεικτα συναισθήματα από τις πολλές που θα ακολουθούσαν.
Το νεοκλασικό του Ε. Τσίλλερ στη Σόλωνος και Μαυρομιχάλη σου έδινε την αίσθηση μεγαλείου με την αρχιτεκτονική του και μύριζε Ιστορία που την ένιωθε κανείς ανεβαίνοντας τα μαρμάρινα φθαρμένα σκαλιά του. Και τα δυο ήταν καλά κρυμμένα σε τόνους από αφίσες των πολιτικών παρατάξεων της εποχής και στους γραμμένους τοίχους με τα συνθήματα των νεολαιών.
Η τεράστια μαρμάρινη εσωτερική σκάλα μετά την πανύψηλη σιδερόφρακτη είσοδο σε οδηγούσε στο ΜΑΜΦ, το μεγάλο αμφιθέατρο του «Φυσικείου». Στο πλατύσκαλο της μαζεύονταν σε πηγαδάκια οι φοιτητές για να κλείσουν κάποιο ραντεβουδάκι ή να ανταλλάξουν σημειώσεις μαθημάτων, οι φοιτητοπατέρες για να προσελκύσουν τους «ψάρακες» και οι περαστικοί για να κάνουν ένα τσιγάρο και να βρουν κανα φιλαράκι για καφέ και ταβλάκι. Πλούσιοι ή φτωχοί, σπασίκλες ή μαγκάκια, δεξιοί, αριστεροί, αναρχικοί, ανένταχτοι, οικολόγοι, θρησκευόμενοι ή άθεοι, όλοι πέρασαν, στάθηκαν, συζήτησαν και σχολίασαν σε αυτό το πλατύσκαλο.
Εκεί ήταν και οι θρυλικοί πίνακες ανακοινώσεων με τις βαθμολογίες των μαθημάτων και των εργαστηρίων, και όλων των ειδών τις «διαφημίσεις» για σημειώσεις μαθημάτων, βιβλία διαφόρων ειδών, μουσικές και θεατρικές εκδηλώσεις ή πορείες διαμαρτυρίας και καταλήψεις. Το «μεγάλο αμφιθέατρο» ήταν πράγματι μεγάλο. Ξύλινα έδρανα καταφαγωμένα από τη φθορά του χρόνου και τις απροσεξίες των φοιτητών, σε έκαναν να σκεφτείς πως κάποτε θα ήταν ένα πανέμορφο αμφιθέατρο.
Παρά την κατάντια του από την έλλειψη συντήρησης, έβλεπες χαραγμένα πάνω του τα «σκονάκια», τα επαναστατικά συνθήματα και τις «καρδιές» των ανεκπλήρωτων πόθων των μόνιμα ερωτευμένων φοιτητών.
Έξω από την είσοδο του «μεγάλου αμφιθεάτρου» γίνονταν οι πιο βαρύγδουπες συζητήσεις, με θεματολογία από την επέκταση του καπιταλισμού στην υποσαχάρια Αφρική έως τις Μαύρες Τρύπες και τις Υπερσυμμετρικές Θεωρίες που θα έλυναν τα σύγχρονα προβλήματα της Φυσικής. Εκεί πάρθηκαν οι πιο σημαντικές αποφάσεις των φοιτητών για τη σχολή και ξεκίνησαν οι πιο έντονες διαφωνίες ανάμεσα στους κομματικοποιημένους νεολαίους, οι οποίες συνεχίζονταν με αμείωτη ένταση και μέσα στο ΜΑΜΦ όπου μερικές φορές δεν είχαν πολιτισμένη κατάληξη.
Την εξερεύνηση του «Φυσικείου» την έκανα σε μια από τις πολλές καταλήψεις που έγιναν εκείνη την περίοδο για τα θέματα της παιδείας, για τα προγράμματα σπουδών ή για λόγους που δεν θυμάμαι πια. Καταλήψεις «ήρεμες» χωρίς σπασίματα και κλεψιές αλλά με μπόλικο αλκοόλ και τσιγάρο. Το πιο ενδιαφέρον όμως στις καταλήψεις ήταν οι ανταλλαγές απόψεων για το πως πάει ο κόσμος, για το που πάει η Φυσική και για το πώς θα πλησιάσουμε κανένα όμορφο κορίτσι στη Νομική ή στο ΦΠΨ, που ήταν παραδοσιακά οι χώροι που κυκλοφορούσαν οι νέοι επιστήμονες του «Φυσικείου».
Η εξερεύνηση δεν είχε τίποτα συναρπαστικό. Απλά μου έδειξε τους τεράστιους ανεκμετάλλευτους χώρους αυτού του εντυπωσιακού κτιρίου. Στους πάνω ορόφους υπήρχαν εργαστήρια ενώ στο ισόγειο λειτουργούσε μηχανουργείο! Από διάφορους διαδρόμους μπορούσες να περάσεις στην πίσω πλευρά του κτιρίου (στην Ναυαρίνου) όπου λειτουργούσαν τμήματα του Χημείου.
Απέναντι από το «Φυσικείο» ήταν ένα καφενείο του οποίου οι τοίχοι ήταν πολύ σοφοί αφού άκουγαν για πολλά χρόνια τις συζητήσεις και τις έντονες αντιπαραθέσεις των θαμώνων. Οι θαμώνες προσπαθούσαν να δαμάσουν τα πάθη τους, να αποκτήσουν εμπειρίες και κατανόηση του περίπλοκου κόσμου που ζούσαν, αλλά ειδικά στον συγκεκριμένο χώρο ειδικεύονταν στην επιχειρηματολογία για την προάσπιση της γνώμης τους – που δεν περιείχε και πολύ γνώση λόγω ηλικίας, αλλά την οποία υποστήριζαν με πολύ πάθος και ένταση. Ευτυχώς το σκάκι, το τάβλι και η πρέφα λειτουργούσαν κατευναστικά, όπως και οι ωραίες παρουσίες και τα δροσερά χαμόγελα.
Το «Φυσικείο» όμως ήταν και στο κέντρο του κόσμου. Μια δρασκελιά από τα Εξάρχεια ή το Κολωνάκι (διαλέγεις και παίρνεις) αλλά και από τη Σκουφά, Ιπποκράτους και Μασσαλίας με τα πολλά μπαράκια-στέκια. Το πρωί, η πίκρα της βρώμικης (γεμάτης από το καυσαέριο της προ αμόλυβδης εποχής) και πολύβουης Αθήνας που σε απέτρεπε να πας και που σε έκανε να φύγεις όσο πιο γρήγορα μπορούσες. Και το βραδάκι, η γλύκα του σούρουπου, όταν η πόλη έριχνε ρυθμούς και οι φοιτητές γέμιζαν τα καφέ και λίγο αργότερα τα μπαράκια. Η ένταση της μέρας έπεφτε, η ένταση της μουσικής ανέβαινε, και οι αμπελοφιλοσοφίες, τα πειράγματα, τα γέλια έπαιρναν τη θέση που τους άξιζε.
Μα ότι και αν κάναμε και ότι και αν λέγαμε, καταλήγαμε πάντα να συζητάμε για το γλυκόπικρο της καθημερινότητας μας.
Σήμερα στο κτίριο του παλαιού Χημείου λειτουργεί η νέα βιβλιοθήκη της Νομικής Σχολής της Αθήνας.