Categories: ΔΙΕΘΝΗ

Ο Μπέτο Ο’Ρουρκ και η Τέχνη του να Κερδίζεις Χάνοντας

Ο χαρισματικός, όσο και ιδιαίτερος, κύριος Μπέτο Ο’Ρουρκ έχει το δίχως άλλο μια ενδιαφέρουσα προσωπική ιστορία. Tέταρτης γενιάς Ιρλανδοαμερικανός από το Ελ Πάσο, την πιο μεξικάνικη μεγαλούπολη του Τέξας, ακριβώς στα σύνορα με το Μεξικό, μπασίστας σε (μέτριο για να είμαστε απολύτως ειλικρινείς) πανκ συγκρότημα, διορθωτής σε εκδοτικό οίκο στο Μπρονξ, ιδιοκτήτης εταιρείας software στη γενέτειρά του, ακτιβιστής, δημοτικός σύμβουλος, μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων, και τελικά, φέτος, υποψήφιος για τη Γερουσία, αντίπαλος του πρώην προεδρικού υποψήφιου και καρικατούρας villain από κάποια ταινία της σειράς Austin Powers, Τεντ Κρουζ.

Παρά τη δέσμευση του να μην λάβει χρηματοδότηση από τα PAC (οργανισμοί που ουσιαστικά δίνουν τη δυνατότητα σε μεγάλες επιχειρήσεις να χρηματοδοτούν υποψηφίους υπερβαίνοντας τα αυστηρά όρια που διέπουν στις ΗΠΑ τις δωρεές προς πολιτικούς από φυσικά πρόσωπα), η καμπάνια του Μπέτο έσπασε κάθε ρεκόρ χρηματοδότησης, συγκεντρώνοντας 69 εκατομμύρια δολλάρια. Η προεκλογική του καμπάνια σχεδιάστηκε και στηρίχθηκε σχεδόν αποκλειστικά από εθελοντές, χωρίς την υποστήριξη επαγγελματιών της πολιτικής, πατώντας πάνω σε μια πραγματικά θετική και προοδευτική πλατφόρμα που αποτέλεσε τελικά έναν υπερμαραθώνιο συνεχών συγκεντρώσεων σε κάθε μια από τις 254 κομητείες της πολιτείας του Τέξας.

Και τελικά, στις προχθεσινές εκλογές, επιβεβαίωσε τις δημοσκοπήσεις των τελευταίων εβδομάδων που τον έφερναν πολύ κοντά στον αντίπαλό του, χάνοντας μεν από τον Κρουζ έχοντας συγκεντρώσει δε το (εντυπωσιακό για Δημοκρατικό στο Τέξας) 48,27% των ψήφων.

 

 

What’s next?

Συνήθως, στην αμερικάνικη πολιτική σκηνή, διάττοντες αστέρες όπως ο Μπέτο που, από ένας σχετικά άγνωστος congressman, μετατράπηκε μέσα σε λίγες εβδομάδες στη νέα μεγάλη ελπίδα του Δημοκρατικού κόμματος δεν έχουν παρά μία ευκαιρία να πετύχουν μια μεγάλη νίκη και να εδραιωθούν ως players στην κεντρική πολιτική σκηνή. Η ήττα στις εκλογές δεν είναι, συνήθως, κομμάτι αυτού του playbook. Αλλά, ίσως, για τον Μπέτο, αυτή η ήττα είναι μόνο η αρχή. Οι προεδρικές εκλογές του 2020 απέχουν μόλις 725 ημέρες και ήδη το #Beto2020 είναι από τα πιο δημοφιλή πολιτικά hashtags στα social media. (Σχεδόν) Το υιοθέτησε κι ο προπονητής των πρωταθλητών Warriors, Στιβ Κερ…

Σύμφωνοι, έχασε τις εκλογές για τη Γερουσία. Έχασε όμως με 2,6% διαφορά, ενώ ο Κρουζ την προηγούμενη φορά είχε κερδίσει με διαφορά που ξεπέρασε τους 14 πόντους. Και, ναι, ο Ο’Ρουρκ έσπασε τα ρεκόρ στο fundraising, αλλά κι ο Κρουζ, ένας από τους πιο γνωστούς πολιτικούς στις ΗΠΑ (όχι πάντα για τους σωστούς λόγους) δεν τα πήγε κι άσχημα.

Το σημαντικότερο όμως, ίσως, αποτέλεσμα της εξαντλητικής door to door εκστρατείας του σε κάθε γειτονιά του Τέξας δεν ήταν η μείωση της τελικής διαφοράς από τον Κρουζ, αλλά η ενίσχυση των Δημοκρατικών υποψηφίων και η αύξηση της προσέλευσης στις κάλπες συνολικά στην (βαμμένη στο ρεπουμπλικανί κόκκινο) πολιτεία του Τέξας.

 

 

Fuck the system

Το 2018, τόσο στις ΗΠΑ, όσο και στον υπόλοιπο κόσμο, το παιχνίδι της πολιτικής παίζεται πλέον με νέους, καμιά φορά ολότελα διαφορετικούς κανόνες. Ειδικά στις ΗΠΑ, που η συμμετοχή στις εκλογικές διαδικασίες είναι πολύ πιο χαλαρή από ότι στην Ευρώπη, τα δυο βασικά χαρίσματα που πρέπει να έχει ένας πολιτικός που στοχεύει ψηλά είναι τα εξής: α) να είναι καλός στο fundraising, για να μπορεί να υποστηρίξει σε επίπεδο logistics μια εθνική καμπάνια και β) να μπορεί να κινητοποιεί grassroots δυναμική, είτε σε επίπεδο προσέλκυσης εθελοντών και υποστηρικτών αλλά κυρίως στο να πείθει τους συνήθως απαθείς Αμερικανούς ψηφοφόρους να πάνε την Τρίτη των εκλογών και να ψηφίσουν.

Υπάρχει όμως και μια άλλη πολύ σημαντική παράμετρος. Στην μετά Τραμπ εποχή, οι υποψήφιοι που είναι (ή έστω θεωρούνται) αντισυστημικοί έχουν ένα πολύ σημαντικό αβαντάζ σε σχέση με τους establishment πολιτικούς. Κι ο Μπέτο, αν και είχε απαντήσει αρνητικά στην ερώτηση αν θα είναι υποψήφιος, στο Δημοκρατικό προεδρικό primary που θα ξεκινήσει σε περίπου ένα χρόνο από σήμερα θα έχει δυο πολύ σημαντικά πλεονεκτήματα σε σχέση με τους πιο γνωστούς ανταγωνιστές του για το δημοκρατικό χρίσμα: α) θα έχει άπειρο χρόνο να οργώσει κυριολεκτικά και τις 50 πολιτείες, όπως ακριβώς όργωσε το Τέξας, καθώς δεν θα έχει υποχρεώσεις στο Κονγκρέσο, β) θα είναι το απόλυτο outsider, σε ένα κόμμα που θα ψάχνει απεγνωσμένα τον υποψήφιο που θα ρίξει από τη θέση του προέδρου τον μεγαλύτερο πολιτικό outsider της ιστορίας των τελευταίων δεκαετιών στο Δυτικό κόσμο.

 

 

Οι υποψήφιοι που ακούγονται σήμερα για το Δημοκρατικό κόμμα έχουν όλοι σκελετούς στη ντουλάπα τους: ο Τζον Μπάιντεν, αντιπρόεδρος του Ομπάμα, θα είναι 68 ετών το 2020, ενώ ακόμα μεγαλύτερος θα είναι ο παρ’ολίγον υποψήφιος του 2016, Μπέρνι Σάντερς. Oι χαμηλότερου βεληνεκούς υποψήφιοι όπως η Λίζα Γουόρεν, η Καμάλα Χάρις και ο Κόρι Μπούκερ, είναι αμφίβολο αν μπορούν να σταθούν απέναντι στο αντίπαλο δέος του Ντόναλντ Τραμπ και να μη μετατραπούν σε σάκους του μποξ για τον Bully-In-Chief. 

Ο Μπέτο όμως έχει ένα πραγματικά εντυπωσιακό τρόπο να μιλά απλά και καθαρά, οραματικά αλλά και συναισθηματικά, είτε απευθύνεται σε ένα μικρό κοινό 20-30 ατόμων, είτε μιλάει σε ένα ολόκληρο γήπεδο. Κι όταν γίνεται ο στόχος προσωπικών επιθέσεων, έχει το χάρισμα να τις αποκρούει σχεδόν ανεπαίσθητα, με χάρη.

 

 

Όπως έγραψε ο Κάς Σάνσταιν για το Bloomberg: “He gives people a sense that he is on their side, not in their face”. Κι αυτό ακριβώς το χαρακτηριστικό είναι που τον κάνει τον ιδανικό υποψήφιο για την εποχή των social media, την εποχή του Τραμπ.

Γιάννης Μαυρογιώργος