Οι Αθηναίοι στο ντιβάνι

Η αδυναμία έκφρασης συναισθημάτων, ο ατομικισμός και οι κρίσεις πανικού στη σκηνή του (ψυχο)δράματος.

Δανάη Χορομίδου,  ψυχολόγος- ψυχοθεραπεύτρια, ειδικευόμενη στο ψυχόδραμα, συνεργάτης τους ΨΥ.Κ.Α.Π.(Ψυχοδραματικού Κέντρου Ανάπτυξης Προσωπικότητας)

Έρχονται όσοι δεν αντέχουν άλλο και θέλουν να νιώσουν καλύτερα. Έρχεσαι αντιμέτωπος με την ευθύνη του εαυτού σου, με πράγματα που τα απέδιδες σε άλλους και βλέπεις πώς μπορείς εσύ να αναλάβεις δράση είτε σε πράγματα που κάνουν άλλοι είτε σ’ αυτά που κάνεις εσύ. Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που θέλουν μια άμεση λύση, όταν όμως μπαίνουν στη διαδικασία, καταλαβαίνουν ότι δεν μπορώ να πάρω την ευθύνη για εκείνους. Εγώ είμαι μαζί τους, μόνο για να δουν τι θέλουν να επιλέξουν κάθε φορά.

Δεν έχουμε μάθει να εκφράζουμε οτιδήποτε, είτε ευχάριστο, είτε δυσάρεστο. Έχουμε απομονωθεί, ενώ ως παιδιά δεν είμαστε έτσι. Μετά σιγά-σιγά ‘κλείνεις’ όλο και περισσότερο, φτάνοντας σ’ ένα σημείο που έχεις αποξενωθεί απ’ τον εαυτό σου, δεν ξέρεις ποιος είσαι, γιατί κάνεις αυτό και δεν έχεις βρει τρόπο να εκφράζεις τις ανάγκες, την επικοινωνία, τον ίδιο σου τον εαυτό.

Στις ομάδες έρχονται περισσότερο όσοι θέλουν να συνδεθούν, να δουλέψουν θέματα με την επικοινωνία, το πώς σχετίζονται με άλλους ανθρώπους. Κάποιοι έρχονται επειδή είναι απελπισμένοι λόγω μιας ασθένειας, ενός ψυχικού προβλήματος που έχει χτυπήσει καμπανάκι, όπως κρίσεις πανικού που εμφανίζονται σε νέες ηλικίες -μου έλεγε ένα παιδί στην εφηβεία ότι έπαθε κρίση πανικού. Σε πιάνει τάση να λιποθυμήσεις, νιώθεις ταχυπαλμία, ιδρώνεις, με αποτέλεσμα να χάνεις την επαφή με τους γύρω.  Συνήθως, σχετίζεται με κάποιο ερέθισμα που ο καθένας το έχει συνδέσει σε κάτι που είναι ευαίσθητος. Κι όταν πρόκειται να το αντιμετωπίσεις, ήδη σ’ έχει πιάσει άγχος από πριν, οπότε το παθαίνεις. Ένα μέρος των κρίσεων πανικού είναι ότι φοβάσαι πως θα ξανασυμβεί, οπότε μετά μεγεθύνεται.

Υπάρχει μια τάση απομόνωσης, επιφυλακτικότητας και μεγάλης ψυχικής απόστασης. Ο καθένας λειτουργεί σαν μονάδα και νιώθει ασφάλεια μόνο έτσι, το να ανοιχτεί στους άλλους είναι πολύ δύσκολο. Ο ατομικισμός είναι φαινόμενο του καιρού μας, αλλά θ’ αρχίσουν να καταλαβαίνουν ότι τα πράγματα γίνονται καλύτερα μαζί. Είναι σαν να έχουν δεδομένο ότι οι άλλοι θα τους κοροϊδέψουν ή θα τους εκμεταλλευτούν και φοβούνται, γιατί όλο το σύστημα λειτουργεί μ’ αυτό τον τρόπο. Η αποστασιοποίηση ισχύει στις πιο τυπικές σχέσεις, επαγγελματικές, αλλά ακόμη και φιλικές. Πολλοί βάζουν μια μάσκα και δεν μιλούν γι’ αυτό που πραγματικά τους συμβαίνει. Υπάρχουν άνθρωποι με έναν ολόκληρο κύκλο φίλων και κανείς δεν ξέρει τι περνούν. Δείχνεις μια εικόνα και δεν θες να αφήσεις τον άλλον να δει πιο βαθιά, γιατί φοβάσαι. Απ’ την άλλη, φοβάσαι τον εαυτό σου, δεν μπορείς να αποδεχτείς τις δυσκολίες που αντιμετωπίζεις κι άρα, πώς θα το δουν κι οι άλλοι;

Η μοναξιά είναι ένας τρόπος να σ’ αφήνουν στην ησυχία σου και να μην συνδέεσαι. Έτσι, μπορείς να κρύβεσαι άνετα και να διατηρείς όλες τις νευρώσεις, ψυχώσεις και τα θέματά σου αντιμετωπίζοντάς τα μόνος, αλλά τουλάχιστον αισθάνεσαι ότι είσαι ασφαλής.

Στα προβλήματα των ζευγαριών κρύβεται στον καθένα κάποιο θέμα με τον εαυτό του και ουσιαστικά, η αποξένωση. Ενώ είμαστε μαζί, είμαστε αποξενωμένοι, το οποίο εκφράζεται μέσω τσακωμών και διαφωνιών ως προς τα παιδιά ή τα πράγματα. Το πρώτο αίτημα έχει να κάνει με το γιατί δεν τα βρίσκουμε μεταξύ μας. Ερχόμαστε για να τα βρούμε στις διαφωνίες, και από κάτω είναι τι βρίσκει ο καθένας με τον εαυτό του. Είναι λίγο δύσκολο.

Όταν αποφασίζουν να έρθουν, πολλές φορές, γίνεται για να δείξει ο ένας πόσο λάθος είναι ο άλλος. Περιμένουν να τους πω ποιος έχει δίκιο, ως διαιτητής. Μετά, αν κάνοντας σωστά τη δουλειά σου δεν πάρεις θέση και δεν μπεις σ’ αυτό, αρχίζουν και καταλαβαίνουν το δικό τους μερίδιο. Έχει υπάρξει περίπτωση, όπου είχαν πάει παλιότερα σε ψυχολόγο και ο άνδρας έλεγε ότι η γυναίκα του δεν θέλει να έρθει, γιατί ο τότε ψυχολόγος έπαιρνε το μέρος του. Δεν είναι αυτή η δουλειά μου.

 Οι δυσκολίες της ζωής, τα καθημερινά αδιέξοδα και ο ψυχικός πόνος αναζητούν διέξοδο στην ελπίδα για αλλαγή.

Αθηνά Μίχα, ψυχολόγος-ψυχοθεραπεύτρια στο Κοινοτικό Κέντρο Ψυχικής Υγείας Παγκρατίου ΓΝΑ «Ο Ευαγγελισμός»

Οι άνθρωποι που έρχονται είναι όλο και πιο εξοικειωμένοι, υπάρχουν όμως κι εκείνοι που θεωρούν ακόμα ότι είναι ταμπού. Οι νέοι είναι πιο εξοικειωμένοι με την ψυχοθεραπευτική διαδικασία και την έχουν πιο σωστά στο μυαλό τους απ’ ό, τι  οι μεγαλύτεροι.

Δεν έρχονται πάντα συνειδητοποιημένοι. Συνήθως, έρχονται κάτω από το βάρος, όχι μόνο συμπτωμάτων, αλλά και κάποιων προσωπικών καταστάσεων τις οποίες αισθάνονται αδιέξοδες. Ο πόνος και η δυσκολία τους φέρνει και ξαφνικά τους δίνεται διέξοδος. Αυτό που αρχικά φαίνεται αδιέξοδο, τους δίνει διέξοδο και έχουν να τη φτιάξουν εκείνοι με τις δικές τους δυνάμεις, με τη δική τους προσπάθεια. Υπάρχει εκείνος που φέρνει κι εκείνος που είναι ασθενής –ίσως, δύο σε ένα. Αυτός που υποφέρει κι αυτός που μπορεί να δράσει και ν’ αλλάξει την κατάσταση.

Δεν θέλουν μόνο να φύγει ο πόνος. Πολλές φορές ο πόνος μεγαλώνει με την ψυχοθεραπεία, γιατί αγγίζονται ακόμη πιο επώδυνα πράγματα. Είναι διαφορετικό όμως, να πονάς χωρίς λόγο και διαφορετικό με την ελπίδα ότι μπορεί να γίνει κάτι καλό στο τέλος. Αυτό γίνεται μέσα στην ψυχοθεραπεία. Γεννιέται η ελπίδα ότι μπορώ να είμαι και διαφορετικά.

Πολλές φορές, ζητάνε μόνο την ελπίδα, γιατί ζουν δύσκολες καταστάσεις. Αφενός, γεννάει την ελπίδα και αφετέρου, τους δίνει τη δυνατότητα να σκεφτούν τον εαυτό τους, να τον προβάλλουν στο μέλλον διαφορετικά από αυτό που το παρόν τους λέει ότι είναι.

Κάθε άνθρωπος που έρχεται, μέσα του λέει μακάρι να υπήρχε άμεση λύση και το μαγικό ραβδάκι. Γρήγορα όμως, καταλαβαίνει ότι κάθε αλλαγή παίρνει χρόνο. Δεν μπορείς να αλλάξεις εύκολα ό, τι έχει χτιστεί χρόνια. Εγώ τουλάχιστον, δουλεύω μ’ έναν τρόπο όπου αυτή  η δράση εκ μέρους του να μην γίνει τραυματική, γιατί ναι μεν φέρει στοιχεία δύσκολα, αλλά να μην γίνει ακόμη ένα τραύμα, όπως αυτά που έχει βιώσει ο καθένας στη ζωή του.

Υπάρχουν άνθρωποι που δεν θέλουν να συνεχίσουν ή για κάποιο λόγο σταματάνε μετά από καιρό ή από την αρχή. Δεν τους δίνεται αυτό που ζητάνε, εν ολίγοις δεν συμφωνούμε στο τι μπορούμε να κάνουμε εμείς κι εκείνοι, έτσι η συνεργασία μας δεν συνεχίζει. Σε κάθε περίπτωση, αυτός ο άνθρωπος φεύγει κι έχει όλο τον σεβασμό μας. Είτε συνεχίζει είτε όχι, είναι δικαίωμά του.

Η ζωή τους προβληματίζει και στρέφονται στην ψυχοθεραπεία. Είτε είναι συμπτώματα, είτε κάποια γεγονότα, φτάνει κάποια στιγμή που δεν είναι ευχαριστημένοι απ’ τη ζωή τους, όπως είναι διευθετημένα τα πράγματα. Κάποιες φορές, υπάρχουν όντως πράγματα που τους δυσκολεύουν κι άλλες,  δεν μπορούν να αναγνωρίσουν ότι τα έχουν καταφέρει. Κάποιοι -για να μην λέμε μόνο τα καλά- έρχονται με φαντασίωση, προσδοκία, φέρνοντας μόνο την αδυναμία τους, μόνο την ανημπόρια τους στον ειδικό. Αν μείνουν σ’ αυτή, δεν μιλάμε για ψυχοθεραπεία. Αυτή η διαδικασία θέλει δύο παρόντες που να μπορούν να επικοινωνούν με κάποιο τρόπο, είναι μια συναλλαγή, μια συνάντηση. Αλλιώς, δεν υφίσταται, δεν λειτουργεί αν δεν γίνει συνάντηση, αν ο θεραπευτής δεν στραφεί στον άλλο κι ο άλλος στον θεραπευτή. Είναι μια πολύ σημαντική συνάντηση και για εμάς και για τους ανθρώπους που έρχονται.

Η διαδικασία αυτονόμησης και διαφοροποίησης του κάθε ανθρώπου από την οικογένειά του είναι ένας σημαντικός λόγος και μια μακρά διαδικασία που δεν έχει να κάνει μόνο με τα γεγονότα ζωής, αν παντρευτεί και κάνει τη δική του οικογένεια ή αν δουλεύει. Ευνοούν την αυτονόμηση και τη διαφοροποίησή του, αλλά όχι μόνο αυτοί.  Σ’ όλη μας τη ζωή βρίσκουμε θέσεις για τους εαυτούς μας και τους γονείς μας που να χωράει και η αγάπη κι ο σεβασμός. Κάποιες φορές, αυτή η διαδικασία ούτε καν αρχίζει, με αποτέλεσμα να δημιουργεί περιπέτειες στη ζωή των νέων ανθρώπων. Αλλά, δεν είναι μια στιγμή, είναι μια ολόκληρη ζωή που έχει να κάνει μ’ αυτό.

Page: 1 2 3

Παναγιώτα Κοντοδήμα

Share
Published by
Παναγιώτα Κοντοδήμα