Categories: ΡΕΠΟΡΤΑΖ

Ο Αόρατος Πειραιάς της Αστεγίας

Το ραντεβού μας δόθηκε στον σταθμό του ΗΣΑΠ, στην είσοδο του. Εκεί που στα πλαϊνά ενός περιπτέρου, κάτω από την τέντα του, στ’ αλήθεια μέσα του, φιλοξενείται το σπίτι ενός ανθρώπου που ξυπνάει και κοιμάται έξω. Πριν η κυκλοφορία παύσει στους δρόμους εξαιτίας της πανδημίας, μερικές στάσεις σε μια διαδρομή στον Πειραιά αναδεικνύουν τους θύλακες αστεγίας στο μεγάλο λιμάνι και την μικρή κοινωνία του, τα αυτοσχέδια καταλύματα που φανερώνουν ότι η συνθήκη αυτή δεν είναι παροδική αλλά μόνιμη. 

Η αστεγία σίγουρα δε γεννήθηκε από το μηδέν στα χρόνια της κρίσης. Εξίσου σίγουρα όμως, εκείνοι που συνδιαμορφώνουν το δίκτυο αλληλεγγύης «Αόρατος Πειραιάς» γνωρίζουν ότι είναι ένα ζήτημα που εντάθηκε ή κι εκτινάχθηκε στα χρόνια της κρίσης.

Τους άστεγους του Πειραιά, τουλάχιστον αυτούς που ήταν ορατοί, κάποτε τους μετρούσες στα δάχτυλα ενός χεριού. «Τους εντοπίζαμε, κυρίως στα παγκάκια, δεν ήταν τόσο οργανωμένοι όπως σήμερα. Η εικόνα της αστεγίας που συναντάμε πλέον μαρτυρά μια μακρόχρονη παραμονή στον δρόμο, υπάρχει μια υποτυπώδης οργάνωση της ζωής στα σημεία της διαδρομής». Η εικόνα άλλαξε δραματικά μετά το 2010. Μία ολόκληρη κοινότητα ανθρώπων χωρίς στέγη ζουν στο κέντρο της πόλης και στις προβλήτες του λιμανιού, ζουν κάτω από συνθήκες που αναγνωρίζονται ως «αστεγία» -χωρίς ρεύμα, σε προσωρινή στέγη, σε συνθήκες αδιανόητες για πολιτισμένες κοινωνίες. 

Η εικόνα της αστεγίας στον Πειραιά άλλαξε δραματικά μετά το 2010.

Καθώς περπατάμε, η δημοτική σύμβουλος με την κίνηση «Πειραιάς Για Όλους», Βάνα Μελά, εξηγεί ότι τα τέσσερα (κι ένα) σημεία στα οποία σταθήκαμε δεν είναι τα μοναδικά στα οποία εντοπίζονται οι άστεγοι του Πειραιά παρά επιλέχθηκαν συμβολικά. «Είναι όλα κεντρικά, αποτελούν όλα τους σε αυτή την τελευταία δεκαετία της κρίσης σταθερά σημεία αστεγίας, επιλέχθηκαν με πραγματισμό». Συναντά εδώ και χρόνια τα ίδια πρόσωπα σε αυτά τα σημεία, έχει παρατηρήσει ότι προστατεύουν τις θέσεις τους και περιχαρακώνονται σε αυτές. «Γι’ αυτό, τόσο εγώ προσωπικά όσο κι άλλοι που μοιράζονται μαζί μου αυτό τον προβληματισμό -την ανίχνευση της αστεγίας στον Πειραιά- δεν πιστεύουμε στην ανάλυση σύμφωνα με την οποία οι άστεγοι αποκτούν ένα είδος εθισμού σε αυτήν την κατάσταση και δεν μπορούν να υπάρξουν πλέον εντός ενός χώρου».  

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη καταγραφή για την αστεγία (2018) εκείνοι που αναζητούν μια γωνιά στους δρόμους του Πειραιά υπολογίζονται στους 400 με 440. Η Βάνα Μελά εξηγεί ότι αυτός ο αριθμός προκύπτει από το άθροισμα δύο κατηγοριών, οι 250 ζουν κυριολεκτικά στον δρόμο ενώ οι υπόλοιποι λαμβάνουν το Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα (πρώην ΚΕΑ), καταγράφονται ως άστεγοι και προστίθενται στην καταγραφή. «Αυτή τη στιγμή που μιλάμε, ο αριθμός αυτός ενδέχεται να είναι διαφορετικός. Άστεγοι μπορεί να έχουν μετακινηθεί, μπορεί να έχουν ενταχθεί προσωρινά στα προγράμματα που τους παρέχονται είτε από τον Δήμο είτε από την Unesco και μη τους βλέπουμε πλέον στο δρόμο. Αλλά θα ξαναβρεθούν σ’ αυτόν, αφού, τα προγράμματα αυτά έχουν συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα λειτουργίας. Οι αλλαγές στο σκηνικό της αστεγίας συχνά γίνονται απότομα. «Είναι πολύ πιθανό να συναντήσουμε τους ίδιους ανθρώπους σε καινούρια σημεία πια γιατί μπορεί να κουράστηκαν, ίσως να μην τους εξυπηρετεί πλέον το σημείο ή να εκδιώχθηκαν από αυτό. Παράλληλα, την καταγραφή αλλάζουν οι ασθένειες και οι θάνατοι στον δρόμο. Είναι ένας αριθμός μικρός στη βάση του πληθυσμού αλλά τεράστιος για την πόλη μας».  

Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη καταγραφή για την αστεγία (2018) εκείνοι που αναζητούν μια γωνιά στους δρόμους του Πειραιά υπολογίζονται στους 400 με 440.

Σταματάμε μπροστά από ένα αυτοσχέδιο, στρωμένο κρεβάτι και μια κατασκευή που φέρνει σε κομοδίνο, είναι κούτες καλυμμένες με σεντόνια και υφάσματα, όπως κάποια σπίτια τοποθετούν στα έπιπλά τους σεμέν. Φαίνεται ότι έξω, οι άνθρωποι προσπαθούν να φτιάξουν ένα «μέσα» με ό,τι έχουν. «Αυτός ο άνθρωπος έχει διαμορφώσει ένα σπιτικό, συνηθίζω να λέω με γλυκόπικρο τρόπο πως πρόκειται για έναν νοικοκύρη. Είναι δυνατόν να μη θέλει σπιτικό από την στιγμή που το αναζητά και το φτιάχνει έξω, κάτω από ένα στέγαστρο; Μήπως λοιπόν φταίει πιο πολύ το είδος του χώρου που του παρέχεται, όταν αυτό του παρέχεται; Είναι άλλο να κοιμάται περιστασιακά σε έναν χώρο ανοίκειο κι άλλο σε ένα μέρος που θα το έφτιαχνε όπως εκείνος θα ήθελε. Αυτή είναι μια προβληματική που διαπερνά πολύ την προσπάθειά μας, είναι ένα ζήτημα που θέλουμε να αποσαφηνιστεί κι εμείς οι ίδιοι να το κατανοήσουμε σε βάθος, έτσι πιστεύουμε ότι θα προκύψουν σκέψεις που θα οδηγήσουν και σε προτάσεις». Ο φωτογράφος Δημήτρης Βρανάς ήταν μαζί μας καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδρομής, προτείνε λοιπόν να περάσουμε κι από την οδό Ναυαρίνου, «βρίσκεται κι άλλος ένας πολύ οργανωμένος εκεί, έχει φτιάξει καλυβάκι κανονικό», όπως είπε. 

Έχουμε διαπιστώσει ότι οι άστεγοι διαφυλάσσουν πάσει θυσία το σημείο που έχουν επιλέξει, αυτός που ήρθε πρώτος το κρατάει και το διεκδικεί, αν έρθει κάποιος άλλος.

Περνάμε μέσα από τη Κεντρική Αγορά του Πειραιά, εδώ ο φωτογράφος γνωρίζει μερικούς καταστηματάρχες που βοηθάνε με ό,τι έχουν. Όταν κάποτε υπήρχαν και ταβέρνες στο σημείο, η βοήθεια που είχαν οι άστεγοι ήταν ακόμα μεγαλύτερη. «Έχουμε δει να τους δείχνουν με το δάχτυλο, με απορία και βδελυγμία πολλές φορές. Όμως έχουμε δει και τη συμπόνια, έχουμε συναντήσει κι αυτούς που τους προσφέρουν αγαθά απαραίτητα, νερό και φαγητό, ακόμα και καφέ ή ένα τσιγάρο με λίγη κουβέντα, το μεράκι που δεν μπορούν να έχουν. Υπάρχει σίγουρα κόσμος που είτε ως μονάδα είτε συμμετέχοντας σε κάποια μικρή ομάδα προσφέρει, βοηθώντας τους άστεγους να συντηρούνται καθημερινά». Όλες οι πιθανές αντιδράσεις απέναντι στην αστεγία απηχούν όλες τις πιθανές εκφάνσεις μιας κοινωνίας, όπως είναι και αυτή του Πειραιά, όπως συμπεραίνει η δημοτική σύμβουλος. 

Τι οδηγεί κάποιον στην αστεγία, ποιες ιδιαίτερες αλλά και κοινές συνθήκες τη διαμορφώνουν;

Κάθε σημείο της διαδρομής που διοργάνωνε ο Αόρατος Πειραιάς αντιστοιχούσε σε μια μορφή αστεγίας: τέσσερα σημεία, τέσσερα θέματα, τέσσερις ματιές.

Στα μέσα του Μάρτη, οι σκέψεις και οι προτάσεις γύρω από την αστεγία θα αποτελούσαν μέρος μιας συζήτησης εν κινήσει, σε μια διαδρομή όπως αυτή που κάναμε κι εμείς. Οι προβληματισμοί όσων συμμετέχουν στην ανάδειξη του Αόρατου Πειραιά, τα αγκάθια της αστεγίας και πως μπορούν αυτά να αφαιρεθούν θα εντοπίζονταν και θα αναπτύσσονταν με συνοδοιπόρους το περιοδικό ΣΧΕΔΙΑ που θα συνέβαλε με τις ζωντανές, αληθινές ιστορίες των ανθρώπων του, με street workers, με μέλη του ΚΕΘΕΑ-Νόστος και τις εμπειρίες τους από την δουλειά τους στον δρόμο. Εκλεγμένοι εκπρόσωποι του Δήμου Πειραιά θα άκουγαν και θα παρουσίαζαν λύσεις για την πόλη και τους ανθρώπους που τις έχουν ανάγκη, πανεπιστημιακοί καθηγητές θα βοηθούσαν όλους τους παραπάνω κι όσους ακολουθούσαν τη διαδρομή -την Πειραϊκή κοινωνία- να κατανοήσουν περισσότερο τις κοινωνικές και οικονομικές διαστάσεις του φαινομένου. Ένας χάρτης και η βοήθεια ξεναγών θα διευκόλυνε τις κουβέντες στην διαδρομή, θα οδηγούσε τον επισκέπτη – συμμετέχοντα σε ένα επόμενο σημείο, σε μια επόμενη κουβέντα και οπτική. Μόνο που οι εξελίξεις τους πρόλαβαν, η ανακοίνωση των πρώτων κρουσμάτων κορονοϊού στη χώρα και η γενικευμένη ανησυχία για το τι έρχεται οδήγησε στην αναβολή της εκδήλωσης, ακολουθώντας ένα ντόμινο πολλών άλλων αναβολών που έγιναν τον τελευταίο μήνα. 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η οδός Σωτήρος είναι πολυσύχναστη, κατ’ εξοχήν σημείο επαιτείας, δεν οργανώνεται σ’ αυτή ζωή στον δρόμο. «Δεν ξέρουμε αν αυτοί οι άνθρωποι είναι άστεγοι της περιοχής. Ίσως αναζητούν σε αυτόν τον δρόμο την επιβίωση, να βγάλουν ένα χαρτζιλίκι κι έπειτα να φύγουν για να κοιμηθούν αλλού, ίσως κάποιοι να έχουν και σπίτια». Οδηγούμαστε προς τη Μακράς Στοάς, εκεί που κοντά στα καταστήματα του δρόμου έχουν στηθεί κι άλλα σπιτικά εκτεθειμένα στις καιρικές συνθήκες. «Εδώ έχουμε διαπιστώσει ότι οι άστεγοι διαφυλάσσουν πάσει θυσία το σημείο που έχουν επιλέξει, αυτός που ήρθε πρώτος το κρατάει και το διεκδικεί, αν έρθει κάποιος άλλος. Την ίδια στιγμή, υπάρχουν ακόμα αυτοί που κοιμούνται στο παγκάκι κι εκείνοι που σε μια γωνία κάθονται ανακούρκουδα σκύβοντας το κεφάλι μέσα στα γόνατά τους. Έχω γείτονες που κοιμούνται στο ίδιο σημείο για χρόνια, το πρωί μαζεύουν το στρώμα και την κουβερτα τους επειδή έχουν βρει τη θέση τους σε μια είσοδο πολυκατοικίας και τη νύχτα επιστρέφουν. Όταν σκοτεινιάζει δεν βλέπουμε μόνο αυτούς που οργανώνονται με κάποιο τρόπο, αλλά τις πραγματικές διαστάσεις της αστεγίας. Η ώρα του ύπνου είναι η πιο ενδεικτική για να περπατήσει κανείς στον Πειραιά και να έχει εικόνα του αριθμού των αστέγων του». 

Είναι δυνατόν κάποιος να μη θέλει σπιτικό από την στιγμή που το αναζητά και το φτιάχνει έξω, κάτω από ένα στέγαστρο; Μήπως λοιπόν φταίει πιο πολύ το είδος του χώρου που του παρέχεται, όταν αυτό του παρέχεται;

Αρκετοί άστεγοι είναι καθισμένοι κοντά σε έναν σκύλο ή μια γάτα, υποθέτει κανείς ότι μπορεί να είχαν κατοικίδιο σπίτι τους, ότι πρόκειται για μια συνήθεια που μετέφεραν στον δρόμο. Πλέον όμως, ένα ζώο αποτελεί συντροφιά τους, ακόμα και προστασία «Συναντώ συνέχεια μια γυναίκα ντυμένη με κομψά αλλά ταλαιπωρημένα από τον χρόνο ρούχα. Μαζί με τα απομεινάρια μιας άλλης ζωής σέρνει  κι ένα γατάκι στο σπίτι που του έχει φτιάξει, αν και δεν έχει σπίτι για τον εαυτό της. Είναι καπνίστρια και μπορεί να μου ζητήσει ένα τσιγάρο, είναι πολύ ευγενική και με λεπτούς τρόπους. Μοιάζει με φθαρμένη αρχόντισσα». 

Απέναντι από το Δημοτικό Θέατρο – κόσμημα για τον Πειραιά, στην πλατεία Κοραή, υπάρχει ένα κιόσκι στο οποίο εκείνη την ώρα φωτογραφίζεται μια παρέα εφήβων. Αυτή θα ήταν ακόμα μία στάση για συζήτηση την Κυριακή 15/3, γιατί, αν όχι πάνω στο πεζοδρόμιο του περιφήμου θεάτρου, στους γύρω δρόμους υπάρχουν άστεγοι που επιβεβαιώνουν τις έντονες αντιθέσεις των σύγχρονων πόλεων. 

Στην Στοά του Πύργου Πειραιά, στην Ακτή Μιαούλη θα μαγείρευε η κοινωνική κουζίνα από την Αλληλεγγύη Πειραιά, τον «Άλλο άνθρωπο» και τον ΚοιΣΠΕ ΠΛΩΡΗ. Εκεί βρίσκεται κι ο Όμιλος για την UNESCO Πειραιά και Νήσων που παρέχει υπηρεσίες φροντίδας στους άστεγους, «πολλοί μπαινοβγαίνουν μέσα στην ημέρα, θα κάνουν ένα μπάνιο, θα ξεκουραστούν και θα κοιμηθούν αν έχουν ενταχθεί στο πρόγραμμα». Κάτω από το κτίριο της UNESCO, δίπλα στα ΚΕΠ, έχει δημιουργηθεί ένα «ιδιότυπο σαλόνι», όπως μοιάζει στα μάτια της Βάνας Μελά, «συναθροίζονται εδώ, είναι φίλοι και κάθονται σαν να βρίσκονται στο σαλόνι τους».

Πράγματι, ήταν μια εικόνα ασυνήθιστη, που μαρτυρούσε οικειότητα. 

Τι οδηγεί κάποιον στην αστεγία, ποιες ιδιαίτερες αλλά και κοινές συνθήκες τη διαμορφώνουν; Κάθε σημείο της διαδρομής που είχε οριστεί αντιστοιχεί σε μια μορφή αστεγίας: τέσσερα θέματα, τέσσερις ματιές, τέσσερις πυρήνες ελεύθερης κουβέντας με εισηγήσεις «και συμμετοχή όσων αγαπούν, θέλουν και επιλέγουν να μην γυρίζουν το βλέμμα τους αλλού όταν συναντούν κάτι που τους δυσκολεύει. Αυτή η μικρή καμπάνια δεν αξίζει να περιορίζεται έξω από το φυσικό της περιβάλλον». Η άτυπη αστεγία, η τοξικοεξάρτηση, τα κοινωνικοοικονομικά αίτια και η ψυχική ασθένεια φαίνεται να είναι τα αίτια, η αρχή, του κοινωνικού  αποκλεισμού, μερικές φορές και το αποτέλεσμά του. 

«Συναθροίζονται εδώ, είναι φίλοι και κάθονται σαν να βρίσκονται στο σαλόνι τους». Ένα ιδιότυπο σαλόνι σε ένα κεντρικό σημείο του Πειραιά.

«Διαφυλάσσουν πάσει θυσία το σημείο που έχουν επιλέξει, αυτός που ήρθε πρώτος το κρατάει και το διεκδικεί αν έρθει κάποιος άλλος»

Το ρεπορτάζ για τη διαδρομή πάγωσε μια μέρα πριν η καθημερινότητα αρχίσει να κατεβάζει σταδιακά ρολά. Σκοπεύαμε να το δημοσιεύσουμε μόλις η πόλη έμπαινε στους κανονικούς της ρυθμούς και η διαδρομή είχε νέα ημερομηνία, η ειρωνεία της ζωής είναι ότι αυτοί οι άνθρωποι, οι άστεγοι του Πειραιά θα βρίσκονταν ακόμα στα σημεία τους. Όμως οι εξελίξεις στην προβλήτα του λιμανιού μας πρόλαβαν… 

Στις 24 Μαρτίου υπήρξε μια καταγγελία ότι η λιμενική αστυνομία του Πειραιά εκδίωξε 150 περίπου άστεγους από τις πύλες Ε8-Ε9 του λιμανιού του Πειραιά, παίρνοντας τους ταυτόχρονα τα ελάχιστα ατομικά είδη που τους προστατεύουν στη διαβίωση τους στον δρόμο.  Με ελάχιστη επαφή με την κοινωνία, η κοινότητα αστέγων ήταν σχετικά ασφαλής σε ένα λιμάνι χωρίς επιβάτες, χωρίς τουρίστες χωρίς επαφή με το κοινό. «Πριν μερικούς μήνες, όταν μία ομάδα νέων και λιγότερο νέων φίλων ξεκινούσε το εγχείρημα “Αόρατος Πειραιάς”με κέντρο την κάθε τύπου αστεγία, όταν πριν μόλις τρεις εβδομάδες ήμασταν έτοιμοι για ένα μπαράζ δράσεων στην πόλη, ούτε που μας πέρναγε από το μυαλό αυτό που μας συμβαίνει σήμερα. Οι δύο εκατοντάδες άστεγοι της πόλης βρέθηκαν εγκαταλειμμένοι στο λιμάνι, με κρούσματα της πανδημίας ανάμεσά τους, χωρίς συσσίτια, χωρίς ρούχα, ενώ όλοι εμείς ήμασταν αποκλεισμένοι μπροστά στις οθόνες μας», περιγράφει ο επικεφαλής της δημοτικής κίνησης «Πειραιάς για Όλους», Νίκος Μπελαβίλας

«Όμως δεν παραλύσαμε: ο “Αόρατος Πειραιάς”, η έμπειρη πλέον παρέα των βασικών συντελεστών, έστησε μέσα από συνεχείς τηλε-επικοινωνίες και συσκέψεις ένα σχέδιο κρίσης. Mε συλλογή τροφίμων, με κουζίνα από τα σπουδαία παιδιά του προγράμματος ΚΕΘΕΑ-Νόστος, σε συνεχή επικοινωνία και συνεργασία με την κοινωφελή δημοτική ΚΟΔΕΠ, με ενεργοποίηση της γραμματείας του “Πειραιάς για Όλους” για τον συντονισμό και το μοίρασμα των γευμάτων. Προχωρήσαμε σε παρεμβάσεις στην ΕΛΑΣ και στο Λιμενικό για την ανθρώπινη συμπεριφορά που απαιτείται στο λιμάνι παράλληλα με την τήρηση των μέτρων προστασίας αυτές τις μέρες. Ο στόχος είναι αυτή η κατάσταση να τελειώσει, ο Δήμος Πειραιά έχει πλέον άμεση υποχρέωση να λύσει το πρόβλημα της στέγασης των ανήμπορων αυτών συμπολιτών μας». 

Η άτυπη αστεγία, η τοξικοεξάρτηση, τα κοινωνικοοικονομικά αίτια και ψυχική ασθένεια φαίνεται να τα αίτια, η αρχή, οι λόγοι, μερικές φορές και το αποτέλεσμα του κοινωνικού αποκλεισμού.

Κατά τον ίδιο, αυτή η εκδίωξη μπορεί να αποτελέσει ευκαιρία, μια αφορμή για οριστική λύση στο ζήτημα της αστεγίας που θα ξεπερνά το όριο της φιλανθρωπίας, μια λύση όχι μόνο για το σήμερα αλλά και για την επόμενη μέρα, «για έναν μόνιμο αξιόπιστο δημοτικό μηχανισμό που θα στηρίζει και θα καλύπτει τις βασικές ανθρώπινες ανάγκες αυτών των ανθρώπων: τη στέγη, την τροφή, την υγεία, σωματική και ψυχική. Εμείς συνεχίζουμε και αντέχουμε. Πρώτα-πρώτα για όσους έχουν ανάγκη», καταλήγει ο Νίκος Μπελαβίλας. 

Πώς μπορεί να βοηθηθεί ο κάθε μορφής άστεγος ώστε να ζει με μεγαλύτερη ασφάλεια και σε καλύτερες συνθήκες, προκειμένου να φύγει από την πιθανή αφάνεια και να βρει στέγη; Τι κάνει και τι δεν κάνει η Πολιτεία, o Δήμος, η κοινωνία των πολιτών, οι ΜΚΟ;  Πρόκειται για σημαντικά ερωτήματα που αναζητούν απαντήσεις και ιδέες για πράξεις, κατά τους συντελεστές της διαδρομής που δεν πραγματοποιήθηκε. Είναι όσα θέλουν να απαντηθούν μόλις η ζωή για όλους μας επιστρέψει στο «έξω», εκεί που κάποιοι δηλαδή διαβιώνουν μόνιμα και σε επισφάλεια. 

Ζωή Παρασίδη

Η Ζωή Παρασίδη γεννήθηκε τον Αύγουστο του 1990 στην Αθήνα. Σπούδασε στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου και από το 2009 εργάζεται ως δημοσιογράφος.

Share
Published by
Ζωή Παρασίδη