Βοστώνη, ΗΠΑ, 19 Ιανουαρίου 2017. Αυτό που στην καλύτερη περίπτωση έμοιαζε για τους περισσότερους με κακόγουστο αστείο θα γίνει πραγματικότητα στις 12 περίπου το μεσημέρι της Παρασκευής 20 Ιανουαρίου, όταν ο Ντόναλντ Τραμπ θα ορκιστεί ως ο νέος και 45ος Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών. Η παλαιότερη σύγχρονη δημοκρατία της νεότερης ιστορίας καθώς και η—ακόμα—ισχυρότερη οικονομικά, πολιτικά και εξοπλιστικά χώρα στον κόσμο ετοιμάζεται να αλλάξει πολιτικό κεφάλαιο, ως άμεση συνέπεια ενός εκλογικού αποτελέσματος που ελάχιστοι περίμεναν και ακόμα λιγότεροι κατάφεραν να προβλέψουν.
Η δαιδαλώδης διαδικασία παράδοσης και παραλαβής της εξουσίας από το επιτελείο του Προέδρου Ομπάμα σε εκείνο του Ντόναλντ Τραμπ παρουσίασε σημαντικές δυσκολίες, με βασικότερο αίτιο την υποβόσκουσα αντίληψη πως ο επερχόμενος Πρόεδρος, μπορεί μεν να έχει τη συνταγματική νομιμοποίηση, δεν έχει όμως την ηθική καθώς σε απόλυτο αριθμό ψήφων ηττήθηκε με διαφορά ανώτερη των τριών εκατομμυρίων. Στο παραπάνω έρχεται να προστεθεί το γεγονός πως ο Πρόεδρος Ομπάμα κλείνει τη θητεία του με τα ποσοστά αποδοχής του να είναι σε ιστορικά υψηλά, κάτι που προσθέτει ακόμα περισσότερη έμμεση πίεση στον διάδοχο του.
Για την Προεδρία του Ντόναλντ Τραμπ αναμένεται να γραφούν πολλές αναλύσεις και κριτικές. Κατά συνέπεια το παρόν κείμενο θα εστιάσει περισσότερο σε μια επιγραμματική ανάλυση και σύνοψη της Προεδρίας του Μπαράκ Ομπάμα και όσων πέρασαν από τα χέρια του ισχυρότερου ανθρώπου στον κόσμο τα τελευταία οκτώ χρόνια, τόσο εντός όσο και εκτός των ΗΠΑ.
Ένας μη επαγγελματίας πολιτικός.
Για να αντιληφθεί κανείς καλύτερα την Προεδρία του, θα πρέπει να αναλογιστεί ποιος ήταν ο άνθρωπος Μπάρακ Ομπάμα και πώς κατόρθωσε να ανέβει στο Προεδρικό αξίωμα. Γιός Κενυάτη και Αμερικανίδας, κάτοικος Χαβάης, έγχρωμος, με παράξενο—και ισλαμικό—όνομα. Οπωσδήποτε, μερικά χρόνια πριν από το 2008 πολύ δύσκολα θα μπορούσε κανείς να πει πως η εν λόγω περιγραφή θα αποτελούσε το προφίλ ενός Προέδρου των ΗΠΑ . Με την εκλογή του ο Ομπάμα κατόρθωσε το αδιανόητο, να γίνει ο πρώτος έγχρωμος και παράλληλα μη αμιγώς Αμερικανός Πρόεδρος των ΗΠΑ, επικρατώντας μάλιστα και της μεγάλης εσωκομματικής και συστημικής αντιπάλου του Χίλαρι Κλίντον, αλλά και του βετεράνου πολιτικού και ήρωα πολέμου για της ΗΠΑ, Τζον ΜακΚέιν. Με την ίδια άνεση κατόρθωσε να επικρατήσει και το 2012 επί του πιο προβεβλημένου στελέχους των Ρεπουμπλικάνων, Μιτ Ρόμνεη.
Ο Μπαράκ Ομπάμα έχτισε από νωρίς την πολιτική του καριέρα με διαφορετικό τρόπο από εκείνον που ακολουθούν οι «επαγγελματίες» της πολιτικής, εστιάζοντας στην οικοδόμηση άμεσων ανθρώπινων σχέσεων και τη δημιουργία κοινοτήτων. Το groundgame του—δηλαδή ο τρόπος με τον οποίον οργάνωσε την προεκλογική του εκστρατεία—έθεσε καινούργια και καινοτόμα στάνταρ πολιτικής επικοινωνίας καθώς βασίστηκε σε ελάχιστο αριθμό έμμισθων εργαζομένων, δίνοντας έτσι βάρος στην προσέλκυση εθελοντών. Είχα την ευκαιρία να συνομιλήσω με τον Μάρσαλ Γκανζ, πολιτικό προϊστάμενο στρατηγικού σχεδιασμού και των δύο προεκλογικών εκστρατειών του Ομπάμα και μπόρεσα να καταλάβω βαθύτερα τον χαρακτήρα που το επιτελείο κατόρθωσε να αποδώσει στην υποψηφιότητα του. Όπως είπε ο Μάρσαλ Γκανζ, «ο στόχος μας ήταν να επικοινωνήσουμε πως δεν πρόκειται για άλλη μια συνηθισμένη προεκλογική εκστρατεία, αλλά πως είμαστε ένα ολόκληρο κοινωνικό κίνημα, ένα πρωτοφανές φαινόμενο για την κοιμισμένη επί Προεδρίας Τζορτζ Μπους Αμερική. Αποφασίσαμε να βασιστούμε σε εθελοντές, καθώς θελήσαμε να δώσουν εκείνοι το προσωπικό τους στίγμα στον αγώνα μας, να αντιληφθούν πως η υποψηφιότητα του Ομπάμα αφορούσε άμεσα τη ζωή τους, να νιώσουν πως το κίνημα ανήκει σε εκείνους όσο και σ΄ εμάς, όπως παράλληλα και το οποιοδήποτε αποτέλεσμα που θα ερχόταν. Όπως η προσωπική ιστορία του Ομπάμα ήταν γεμάτη από αντιξοότητες, έτσι ήταν και η ιστορία του κάθε εθελοντή, με τη διαφορά πως ανταλλάσσοντάς τις μεταξύ μας αποκτήσαμε μια ενιαία ταυτότητα και κατεύθυνση. Αυτή η νοοτροπία ενέπνεε όλο και περισσότερους ανθρώπους που ποτέ πριν δεν είχαν συμμετάσχει ενεργά σε πολιτικές ή κομματικές διαδικασίες. Αυτό ήταν το μυστικό, ας πούμε, της επιτυχίας μας και αυτή η στρατηγική ήταν και εκείνη που ο ίδιος ο Μπαράκ επιθυμούσε να ακολουθήσουμε. Δώσαμε στον κόσμο ελπίδα, και τον βοηθήσαμε να πιστέψει πως ναι, μαζί μπορούμε»
Πράγματι, τα συνθήματα “Hope” και “Yes We Can” ήταν κάτι παραπάνω από επιτυχημένα—και όχι άδικα. Όμως η Προεδρία του Ομπάμα ήταν αναπόφευκτα αναντίστοιχη των προεκλογικών του υποσχέσεων και των στόχων που είχε θέσει. Στον αποχαιρετιστήριο λόγο που εκφώνησε στο Σικάγο, ο Ομπάμα ύψωσε τη φωνή του κατά τον δικό του απολογισμό λέγοντας “yes, we did” με τα πλήθη να παραληρούν. Η αλήθεια όμως είναι πως και ο ίδιος ακόμα φάνηκε να μην το πιστεύει, κυρίως ίσως, επειδή γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα πως δεν κατάφερε να πετύχει όσα ήλπιζε και σχεδίαζε.
Οι επιτυχίες
Το μεγαλύτερο παράσημο που φέρουν οι δύο θητείες του Ομπάμα αφορά την Αμερικανική οικονομία. Ανέλαβε στην αρχή της μεγαλύτερης οικονομικής κρίσης από το κραχ του 1929, τόσο σε εσωτερικό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο. Μετά από οκτώ χρόνια θητείας, οι πολιτικές που εκείνος και ο υπουργός οικονομικών Τζακ Λιού κατά κύριο λόγο σχεδίασαν έφεραν την Αμερικανική οικονομία πίσω σε ρυθμούς—πραγματικής—ανάπτυξης, προσθέτοντας συνεχώς νέες θέσεις εργασίας και αυξάνοντας παράλληλα το επίπεδο του κατώτατου μισθού. Σύμφωνα με τον οικονομολόγο και καθηγητή του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, Κένεθ Ρόγκοφ, η θετική του επιρροή στην ανάκαμψη της Αμερικανικής οικονομίας αρκεί για να χαρακτηριστεί ως ένας εκ των σπουδαιότερων Προέδρων των ΗΠΑ.
Μια εξίσου σημαντική—αν όχι περισσότερο—επιτυχία της Προεδρίας Ομπάμα ήταν η άνευ προηγουμένου πρόοδος στα κοινωνικά δικαιώματα τόσο του μέσου Αμερικάνου όσο και των μειονοτήτων, όπως σημειώνει επίσης ο ιστορικός την Νομικής Σχολής του ίδιου πανεπιστημίου, Κένεθ Μακ.. Ξεκινώντας με το προσωπικό «κόσμημα» της Προεδρίας του, την ψήφιση και εφαρμογή του “Obamacare”, ενός βελτιωμένου συστήματος κοινωνικής ασφάλισης το οποίο έδωσε απευθείας τη δυνατότητα σε παραπάνω από είκοσι εκατομμύρια πολίτες να αποκτήσουν προνόμια οικονομικής ιατρικής περίθαλψης. Το “Obamacare” ήταν μια από τις βασικότερες προεκλογικές του υποσχέσεις, η οποία μάλιστα πολεμήθηκε όσο καμία άλλη από τους Ρεπουμπλικάνους. Ενδεικτικό είναι το γεγονός πως η ανάληψη της Προεδρίας από τον Ντόναλντ Τραμπ θα σημάνει και την επικαιροποίηση της πρόσφατης απόφασης του Κογκρέσου—όπου πλέον οι Ρεπουμπλικάνοι υπέρ-αριθμούν—για την κατάργηση του συστήματος υγείας που θέσπισε ο Ομπάμα.
Επιπροσθέτως, η εποχή Ομπάμα σήμανε την απενοχοποίηση και προστασία των εκτρώσεων αλλά και τη θέσπιση του γάμου για ομόφυλα ζευγάρια, δύο βαθιά προοδευτικές τομές σε μια υπερσυντηρητική κοινωνία, όπως και είναι η Αμερικάνικη. Ο Ομπάμα ακολούθησε κοινωνικές πολιτικές εμπνευσμένες από το δρόμο που χάραξε πρώτη η Ευρωπαϊκή Ένωση. Σημαντική ήταν επίσης και η συνεισφορά του στη χάραξη μιας κοινής διεθνούς πολιτικής για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, με τη συνθήκη του Παρισιού να δίνει το στίγμα που ο κόσμος ως σύνολο θα πρέπει να ακολουθήσει για την προστασία του περιβάλλοντος.
Τέλος, ως σημαντικές επιτυχίες του λογίζονται η σύναψη της πυρηνικής συμφωνίας με το Ιράν, η διάσωση της Αμερικανικής αυτοκινητοβιομηχανίας καθώς και ο θάνατος του Οσάμα Μπιν Λάντεν.
Οι αποτυχίες
Η μεγαλύτερη αποτυχία του Ομπάμα είναι το γεγονός πως αποχωρεί αφήνοντας πίσω του μια περισσότερο διχασμένη Αμερική από εκείνη που βρήκε το 2009.Τα αποτελέσματα των πρόσφατων εκλογών δε θα μπορούσαν να επιβεβαιώσουν περισσότερο αυτήν την—ευρέως διαδεδομένη—αντίληψη, καθώς είναι εμφανές πως οι κοινωνικές, οικονομικές, ταξικές αλλά και φυλετικές διαφορές είναι εντονότερες από ποτέ άλλοτε.
Μελανό σημείο της Προεδρίας του είναι και τα αποτελέσματα επιλογών όσον αφορά την εξωτερική πολιτική που ακολούθησε. Προσπαθώντας να μείνει πιστός στο δόγμα της μη-ενεργούς παρέμβασης σε απομακρυσμένα σημεία του πλανήτη—μια άποψη που έβρισκε ιδιαίτερη στήριξη στο αμερικανικό κοινό μετά και την κύρηξη του πολέμου σε Αφγανιστάν και Ιράκ στα μέσα της προηγούμενής δεκαετίας—ο Μπαράκ Ομπάμα έδειξε ατολμία που του κόστισε, τόσο στη Λιβύη, όσο κυρίως, στη Συρία. Ο ίδιος θέλησε να υποβαθμίσει τον ρόλο των ΗΠΑ ως «παγκόσμιου σερίφη» αλλά η πραγματικότητα και έλλειψη πρωτοβουλίας από άλλα ισχυρά κράτη τον έφερε προ συνθηκών που δεν αντιμετώπισε όσο αποτελεσματικά ο ίδιος επιθυμούσε, όπως άλλωστε δήλωσε εσχάτως. Οι αστοχίες του στην εξωτερική πολιτική ενδυνάμωσαν παράλληλα τον Βλαντιμίρ Πούτιν, με τις εξελίξεις στην Ουκρανία να αποτελούν την επιτομή της σύγκρουσης των δύο δυνάμεων, ΗΠΑ και Ρωσίας.
Επίσης, όπως ο ίδιος παραδέχτηκε, οι ελπίδες του πως η Προεδρία του θα σημάνει τόσο το τέλος της αμιγώς κομματικής πολιτικής αντιπαράθεσης όσο και την αρχή μιας μετά-φυλετικής εποχής για τις ΗΠΑ αποδείχτηκαν εσφαλμένες. Η κομματική ταύτιση και αντιπαράθεση βρίσκεται σε ιστορικά υψηλά ποσοστά ενώ τα επί μέρους και εν συνόλω φυλετικά προβλήματα βρίσκονται πολύ μακριά από μια πιθανή επίλυση τους.
Σημαντική του αποτυχία ήταν βεβαίως και η ανικανότητα του να ελέγξει το λόμπι των όπλων και να θεσπίσει αυστηρότερους κανόνες για την αγορά και χρήση τους. Η N.R.A. (National Riffle Association) τον πολέμησε αδυσώπητα και στηριζόμενη από τους περισσότερους Ρεπουμπλικάνους κατόρθωσε να περιορίσει τη δυνατότητα του Ομπάμα να επιβάλει τους περιοριστικούς όρους που επιθυμούσε, παρά τα αλλεπάλληλα συμβάντα μαζικών πυροβολισμών σε σχολεία και πανεπιστήμια, όπου δεκάδες αθώοι και άοπλοι πολίτες βρήκαν φρικτό θάνατο, ανάμεσα τους πολλά παιδιά.
Τέλος, ως αποτυχία θεωρείται η άνευ προηγουμένου ενίσχυση του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, το όποιο εκτός πλέον από την Προεδρία, ελέγχει τόσο το Κογκρέσο όσο και τη Βουλή των Αντιπροσώπων, με τους Ρεπουμπλικάνους Κυβερνήτες να είναι παράλληλα σημαντικά περισσότεροι από τους Δημοκρατικούς.
Εν τέλει όμως, το πρόσημο είναι θετικό..
..γιατί το εγχείρημα ήταν εξ αρχής πολύ δύσκολο, αν όχι στα όρια του αδύνατου. Ο Μπαράκ Ομπάμα, τόσο λόγω των ιδεών του όσο και λόγω της κοσμοθεωρίας του θα μπορούσε να είναι εσαεί Πρωθυπουργός σε κάποιο κεντρικό κράτος της ΕΕ, της οποίας μάλιστα από την Ελλάδα πρόσφατα δήλωσε θερμός υποστηρικτής, χαρακτηρίζοντας τη ως την «ισχυρότερη πολιτική ένωση της σύγχρονης ιστορίας». Η Αμερικανική κοινωνία όμως απέχει έτη φωτός από τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές, γεγονός που καθιστά προοδευτικές τομές δύσκολες, πόσο μάλλον όταν αυτές έρχονται σε σύγκρουση με τις παραδόσεις, το θυμικό και τις πεποιθήσεις ενός πλειοψηφικά συντηρητικού, πολιτικά αποκομμένου και διχασμένου λαού. Όμως ο Ομπάμα προσπάθησε, και εν πολλοίς πέτυχε να αλλάξει εν μέρει το πρόσωπο της κοινωνίας που εκλέχθηκε να καθοδηγήσει.
Το παρόν κείμενο επιχειρεί να παρουσιάσει κατά το δυνατόν αντικειμενικά την πραγματικότητα, όμως δεν παύει να αποτελεί κείμενο γνώμης. Σύμφωνα λοιπόν με αυτή, ο Πρόεδρος Ομπάμα ήταν ένας επιτυχημένος Πρόεδρος τόσο για τις ΗΠΑ όσο και για τον υπόλοιπο πλανήτη. Η υποψηφιότητα του έδωσε όραμα σε εκατομμύρια αποπροσανατολισμένους Αμερικάνους—και μη—πολίτες, ενώ ο ίδιος γνώρισε υψηλότατα ποσοστά αποδοχής στις περισσότερες γωνιές του Δυτικού Κόσμου για τη διαφορετικότητα που η προσωπικότητα αλλά και οι πολιτικές του κατάφεραν να εκπέμψουν από την πρώτη στιγμή. Όπως συχνά-πυκνά ακούει κανείς από τον απλό κόσμο στις ΗΠΑ, ο Πρόεδρος Ομπάμα έδωσε στον κόσμο την εντύπωση πως ο Λευκός Οίκος δεν ανήκε μόνο στον ίδιο, αλλά στον Αμερικανικό λαό. Ξεπερνώντας λοιπόν τη ζυγαριά θετικών και αρνητικών, η οποία έτσι κι αλλιώς τείνει να γέρνει προς τα πρώτα, ο Ομπάμα ήταν επιτυχημένος ως προς το πώς ο ίδιος καθόρισε την Προεδρία των ΗΠΑ, εμπνέοντας παράλληλα εκατομμύρια ανθρώπους ανά την υφήλιο. Ο Πρόεδρος Ομπάμα προσπάθησε να φέρει τους πολίτες πιο κοντά στα κέντρα της εξουσίας, ενώ απέδωσε στο υψηλότερο αξίωμα στον κόσμο τις αξίες της ευθύνης, της ταπεινότητας, του πολιτικού αλλά και ανθρώπινου θάρρους και της αποφασιστικότητας. Κυρίως όμως, ο Πρόεδρος Ομπάμα έδωσε στον θεσμό της Προεδρίας των ΗΠΑ ανθρώπινη διάσταση και ξεχώρισε γιατί προσάρμοσε την Προεδρία στην προσωπικότητα του, τα βιώματα του και την ιδεολογία του, αντί να αφήσει την Προεδρία να τον καθορίσει. Μέσα απ’ όλες τις αντικειμενικές δυσκολίες που μπορεί να έχει η δυσκολότερη δουλειά του κόσμου—τις οποίες εμείς λογικά ούτε καν μπορούμε να φανταστούμε, άρα καλό θα ήταν να είμαστε και σχετικά επιφυλακτικοί στην κριτική μας—και τηρουμένων των αναλογιών του αξιώματος αλλά και του εγχώριου και διεθνούς πολιτικού χώρου, ο Μπαράκ Ομπάμα κατάφερε να παραμείνει τίμιος, κυρίως απέναντι στον εαυτό του.
Αντί αμιγώς δημοσιογραφικού επιλόγου, ένας προσωπικός
Ήμουν μαθητής λυκείου και παρακολουθούσα τις εξελίξεις ζωντανά το βράδυ που ο Πρόεδρος Ομπάμα επικράτησε του Τζον ΜακΚέιν. Οκτώ χρόνια μετά, το τέλος με βρίσκει—σε μια απερίγραπτα τυχερή ζαριά—στους ίδιους διαδρόμους και συνοικίες που ο Ομπάμα γυρνούσε πριν καν ίσως σκεφτεί πως μπορεί κάποια στιγμή μπορεί να γινόταν Πρόεδρος των ΗΠΑ.
Αν λοιπόν πρέπει να μείνει ένα μόνο πράγμα από αυτά τα οκτώ χρόνια, τότε τόσο για εμένα όσο και σίγουρα για πάρα πολλούς άλλους, δε μπορεί να είναι κάτι άλλο από την πεποίθηση πως δεν είναι οι συνθήκες στις οποίες μπορεί κανείς να βρεθεί αυτές που εν τέλει θα καθορίσουν τον ίδιο και την εξέλιξη του, αλλά το πώς εκείνος θα τις διαχειριστεί και θα τις ανταπεξέλθει σύμφωνα με την πορεία και τους στόχους που έχει θέσει, σύμφωνα με όσα πιστεύει.
Όπως ο Μπαράκ Ομπάμα γράφει στο βιβλίο του Το Θράσος Της Ελπίδας, ως Γερουσιαστής του Ιλινόι ακόμα, «αυτό που ο κόσμος αντιλαμβάνεται και αυτό από το οποίο εμπνέεται είναι οι αξίες. Οι αξίες έχουν όλη τη σημασία.»
Πρωτίστως για τις αξίες λοιπόν, κι έπειτα για ο,τιδήποτε άλλο, εκατομμύρια πολίτες απ’ όλο τον κόσμο, η πλειοψηφία τους ίσως, απόψε ευχαριστούν τον 44ο Πρόεδρο των ΗΠΑ, ο οποίος από αύριο θα ανήκει πια στην Ιστορία.