ΙΣΤΟΡΙΕΣ

«Δεν υπήρχαν θύματα, ήταν ηθοποιοί»: Η άνοδος και η πτώση του Νο1 Αμερικανού ακροδεξιού συνωμοσιολόγου Άλεξ Τζόουνς

Ένα χειμωνιάτικο πρωινό, ο 20χρονος Άνταμ Λάντζα πυροβολεί και σκοτώνει την ίδια του τη μάνα. Έπειτα παίρνει το αυτοκίνητό της και φθάνει στο Δημοτικό Σχολείο Σάντι Χουκ στο Νιουτάουν του Κονέκτικατ, πέντε μίλια μακριά. Το ρολόι δείχνει 9.30 το πρωί. Ο Λάντζα εξουδετερώνει το σύστημα ασφαλείας στην είσοδο του σχολείου με σφαίρες. Η διευθύντρια Ντον Χόχσπρανγκ και η σχολική ψυχολόγος Μαίρη Σέρλαχ βγαίνουν στην είσοδο να δουν τι συμβαίνει. Τους ακολουθεί η υποδιευθύντρια Ναταλί Χάμοντ. Σε λίγο, διευθύντρια και η ψυχολόγος πέφτουν νεκρές και η υποδιευθύντρια τραυματίζεται. Η αστυνομία καταφθάνει σε πέντε λεπτά. Ωστόσο, μέχρι τότε, ο Λάντζα έχει μπουκάρει σε δυο τάξεις κι έχει σκοτώσει 20 παιδιά και τέσσερις δασκάλες. Ο διαταραγμένος δολοφόνος θα αυτοκτονήσει στην τελευταία αίθουσα. Έντεκα λεπτά βγαλμένα από τους χειρότερους εφιάλτες της ανθρωπότητας ήταν αρκετά γι’ αυτό το αιματοκύλισμα.

Το ημερολόγιο έγραφε 14 Δεκεμβρίου 2012. Έξι γυναίκες και 20 παιδιά νεκρά, ο απολογισμός – δώδεκα κορίτσια και οκτώ αγόρια, όλα έξι και επτά χρονών.

Στις 15.15 το ίδιο μεσημέρι, ο τότε πρόεδρος Μπάρακ Ομπάμα κάνει δηλώσεις, εμφανώς ταραγμένος. «Θα ενώσουμε τις δυνάμεις μας και θα αναλάβουμε ουσιαστική δράση για να αποτρέψουμε τραγωδίες σαν κι αυτή, ανεξάρτητα από την πολιτική», θα δηλώσει. Οι σημαίες κυματίζουν μεσίστιες στον Λευκό Οίκο και τα δημόσια κτίρια. 

Το έθνος είχε συγκλονιστεί. Όλο; Όχι όλο. Τις αμέσως επόμενες ημέρες από την τραγωδία, κάποιοι θα αποφάσιζαν ότι αυτή δεν συνέβη ποτέ. Θύματα και θύτης ήταν ηθοποιοί, ισχυρίζονταν, και το σκηνικό στήθηκε από την ίδια την αμερικανική κυβέρνηση/το κίνημα κατά της οπλοκατοχής/τη «Νέα Τάξη Πραγμάτων», για να αλλάξουν τη νομοθεσία περί οπλοκατοχής.

Στο προπύργιο των οπαδών της οπλοκατοχής, το Τέξας, ένας 38χρονος τότε «influencer» θα αυτοανακηρυχθεί «σταυροφόρος» αυτής της αδιανόητης συνωμοσιολογίας: είναι ο ακροδεξιός Alex Jones που μέχρι πρόσφατα θα διέδιδε τερατώδη ψέματα από την πλατφόρμα του Infowars, ένα συνδυασμό διαδικτυακού ραδιοφώνου και βίντεο με πάνω από 8 εκατομμύρια κοινό.

Η νέμεση για την ύβρη που είχε αναμφισβήτητα διαπραχθεί ήρθε μία ολόκληρη δεκαετία μετά την τραγωδία. Μόλις στις 10 Νοεμβρίου, αμερικανικό δικαστήριο αποφάσισε ότι ο Τζόουνς θα πληρώσει 473 εκατ. δολ. αποζημίωση με χαρακτήρα ποινής, πέρα από το σχεδόν 1 δισ. δολ. που είχε ήδη εκδικαστεί τον προηγούμενο μήνα ότι πρέπει να καταβάλει σε συγγενείς των νεκρών για συκοφαντική δυσφήμιση. Εκκρεμεί να οριστεί το πρόστιμο σε μια ακόμα δίκη.

«Οι γονείς υποκρίνονται, τα παιδιά τους δεν είναι νεκρά»

Πώς ξεκίνησε και κλιμακώθηκε όμως αυτό το απίστευτο hoax;

Ο Τζόουνς ισχυριζόταν επανειλημμένα μέσα από την πλατφόρμα του ότι το Σάντι Χουκ ήταν «ψέμα… οι γονείς υποκρίνονταν… είναι το πιο ψεύτικο πράγμα που έχει υπάρξει». 

«Τον τελευταίο ενάμιση μήνα δεν έχω βγει να πω ότι πρόκειται για ένα ξεκάθαρα σκηνοθετημένο γεγονός», θα έλεγε ο Τζόουνς στο κοινό τους στις 27 Ιανουαρίου 2013. «Δυστυχώς, έχουν αρχίσει να βγαίνουν στο φως αποδείξεις που δείχνουν ολοένα και περισσότερο προς αυτή την κατεύθυνση».

Το 2015 θα τους έλεγε: «Το Σάντι Χουκ είναι φτιαχτό, εντελώς ψεύτικο, με ηθοποιούς. Στην αρχή, δεν μπορούσα να το πιστέψω. Ήξερα ότι είχαν εκεί ηθοποιούς, ξεκάθαρα, αλλά νόμιζα ότι είχαν σκοτώσει κάποια αληθινά παιδιά, κι αυτό δείχνει πόσο τολμηροί είναι, ότι ξεκάθαρα χρησιμοποίησαν ηθοποιούς».

Τον προηγούμενο χρόνο, είχε δημοσιεύσει ένα άρθρο με τίτλο «Το FBI λέει ότι δεν σκοτώθηκε κανείς στο Σάντι Χουκ».

Ο Τζόουνς δεν περιοριζόταν στο να εκστομίζει χυδαία ψέματα. Ανάμεσα στους τακτικούς προσκεκλημένους στην εκπομπή του ήταν ένας άντρας ονόματι Βόλφγκανγκ Χάλμπιγκ, που συστηνόταν ως συνταξιοδοτημένος «ειδικός ασφαλείας σχολείων». Για αρκετά χρόνια λοιπόν αυτός εμφανιζόταν στο Newtown μαζί με τηλεοπτικό συνεργείο του Infowars, απαιτώντας να δει τις αυτοψίες και να ξεθαφτούν οι νεκροί. Για ένα νεκρό παιδάκι μάλιστα, τον  Αβιέλ Ρίτσμαν, ο Χάλμπιγκ είχει διαδώσει ότι ζούσε στο Newtown με άλλο όνομα πια και υποτίθεται το είχε επανειλημμένως «ταυτοποιήσει» στο Διαδίκτυο.

Απλώς, προσπαθήστε να φανταστείτε πώς θα ήταν να βρίσκεστε σε βαρύ πένθος και επιπλέον να έχετε να αντιμετωπίσετε ένα τσούρμο επικίνδυνων παραφρόνων που διαδίδουν ότι θρηνείτε ψεύτικο και σας απειλούν.

Ένα παράδειγμα: Η οικογένεια του μικρότερου από τα θύματα, του 6χρονου Νόα Πότσνερ, λάμβανε τηλεφωνήματα και email μίσους, που τους έλεγαν ότι η μαζική δολοφονία δεν συνέβη ποτέ, ενώ φωτογραφίες του γιου τους, κάποτε με πορνογραφικό και αντισημιτικό περιεχόμενο, πλημμύριζαν το Διαδίκτυο. Κάτω από τις φωτογραφίες του παιδιού του που ανέβασε ο πατέρας του Νόα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, συνωμοσιολόγοι τον βομβάρδιζαν με σχόλια του τύπου «ανύπαρκτο παιδί», «δεν πέθανε», «γ@μημένε ψεύτη».

Η αστυνομία συνέλαβε μια άνεργη σερβιτόρα με την κατηγορία ότι εκτόξευε απειλές θανάτου κατά της οικογένειας Πότσνερ. Ένας άντρας φυλακίστηκε γιατί είχε πραγματοποιήσει ενοχλητικά τηλεφωνήματα στο σπίτι και το γραφείο του γιατρού που υπέγραψε τις αναφορές του ιατροδικαστή για τα θύματα του Σάντι Χουκ. Ένας άλλος άντρας καταδικάστηκε γιατί έκλεβε πινακίδες εις μνήμην των θυμάτων από παιδικές χαρές. Αργότερα καλούσε τις οικογένειες των θυμάτων και τους έλεγε ότι δεν θα πρέπει να τους ενοχλεί αφού τα παιδιά τους… δεν υπήρξαν ποτέ. Σε έναν αγώνα δρόμου αφιερωμένο στη μνήμη των θυμάτων, θα συλλαμβανόταν άντρας που κόλλησε στο μέτωπο της μικρότερης αδελφής ενός από τα θύματα μια φωτογραφία και απαιτούσε να μάθει αν η αδελφή της πέθανε πραγματικά. Στα μνημόσυνα για τα θύματα, αυτοκίνητα της αστυνομίας βρίσκονταν διακριτικά έξω από την εκκλησία για να προστατεύσουν τους παριστάμενους από επίδοξους ταραξίες.

Ένα βασίλειο του τρόμου χτισμένο με το «μυστρί» των social media

Τα περιστατικά δεν έχουν τέλος. Οι περισσότερες οικογένειες που θρηνούσαν κάποιο θύμα από τη μαζική εκείνη δολοφονία έκλεισαν ή κλείδωσαν τους λογαριασμούς τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και αφαίρεσαν τους τηλεφωνικούς τους αριθμούς από τον χρυσό οδηγό. Κάποιοι μετακόμισαν.

Μάλιστα, στο βιβλίο της Ελίζαμπεθ Ουίλιαμσον «Αμερικανική Τραγωδία: Η Μάχη για την Αλήθεια», η συγγραφέας ισχυρίζεται ότι ναι μεν ένας παράφρων δολοφόνος ήταν υπεύθυνος για την τραγωδία, αλλά το Facebook και η Google μέσω Youtube ήταν υπεύθυνοι για τον τρόμο που βίωσαν έπειτα οι συγγενείς των θυμάτων. Γιατί μέσα από εκεί οργανώθηκαν αυτές οι ομάδες και πολλαπλασιάστηκαν οι απειλές.

Προς επίρρωση των ισχυρισμών της Ουίλιαμσον, ο Ρο Κάνα, μέλος του Κογκρέσου, στο βιβλίο του «Αξιοπρέπεια στην Ψηφιακή Εποχή» αναφέρει πως ένα εσωτερικό έγγραφο του Facebook υπολόγισε ότι «το 64% όλων όσων γίνονται μέλη κάποιας εξτρεμιστικής ομάδας [στην πλατφόρμα] είναι εξαιτίας των προτάσεών μας». Με τις προτάσεις να βασίζονται στον αλγόριθμο.

Το σίγουρο είναι ότι οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης απέτυχαν σε τρομακτικό βαθμό να περιορίσουν αυτές τις χυδαίες επιθέσεις στους συγγενείς των νεκρών. Η αποτυχία ήταν τέτοια, που τον Ιούλιο του 2018 οι γονείς του νεκρού Νόα δημοσίευσαν ανοιχτή επιστολή προς τον επικεφαλής CEO του Facebook Μαρκ Ζούκεμπεργκ.

Οι συνωμοσιολόγοι -έγραφαν- εμφανίστηκαν στο Facebook αμέσως μετά τη σφαγή και προέτρεπαν τον κόσμο να ξεσηκωθεί «για να ανακαλύψει την αλήθεια». «Αυτοί οι ισχυρισμοί και τα καλέσματα σε δράση διαδόθηκαν στο Facebook σαν πυρκαγιά και, παρά τις παραινέσεις μας, προστατεύτηκαν από το Facebook», σημείωναν.

Και συνέχιζαν: «Μπορεί όροι όπως ‘ψευδείς ειδήσεις’ ή ‘περιθωριακές συνωμοσιολογικές ομάδες’ να ακούγονται σχετικά ανώδυνα, αλλά επιτρέψτε μας να σας δώσουμε μια ιδέα για τις συνέπειες από το να αφήνετε την πλατφόρμα σας να συνεχίζει να λειτουργεί ως όργανο διάδοσης μίσους. Έχουμε υποστεί διαδικτυακή, τηλεφωνική και διά ζώσης παρενόχληση, προπηλακισμούς και απειλές εναντίον της ζωής μας. Μάλιστα, μία από τους υβριστές μας φυλακίστηκε γιατί διατύπωνε βάσιμες απειλές κατά της ζωής μας και παραδέχθηκε στη δίκη ότι το έκανε γιατί πίστεψε σε διαδικτυακό περιεχόμενο δημιουργημένο από αυτές τις ‘περιθωριακές ομάδες’. Για να προστατέψουμε τους εαυτούς μας και τα παιδιά μας που ζουν ακόμα, αλλάξαμε τόπο διαμονής αρκετές φορές. Αυτές οι ομάδες χρησιμοποιούν μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να μας ‘κυνηγήσουν,’ αναρτώντας τη διεύθυνση και βίντεο από το σπίτι μας στο Διαδίκτυο. Προς το παρόν, ζούμε κρυβόμενοι. Και δεν είμαστε οι μόνοι που έχουμε αυτή την εμπειρία, καθώς πολλές άλλες οικογένειες που έχουν χάσει τους δικούς τους σε μαζικές δολοφονίες και άλλες τραγωδίες έχουν αναφέρει το ίδιο συνεχιζόμενο βασανιστήριο».

Τραμπ & Τζόουνς: Κύλησε ο τέντζερης και βρήκε το καπάκι

Κι αν πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης ήταν ο άνεμος που έκανε την πυρκαγιά να εξαπλωθεί, η εκλογή Τραμπ στον Λευκό Οίκο ήταν ο τυφώνας που την κατέστησε ανεξέλεγκτη. Γιατί ήταν τότε που ο Alex Jones και οι «ακόλουθοί» του «ξέφυγαν» εντελώς.

Καταρχάς, όπως σημείωναν οι Λος Άντζελες Times, τόσο ο Τραμπ, όσο και ο σύμβουλός του για την εθνική ασφάλεια Μάικλ Φλιν ήταν ανοιχτά θαυμαστές του Infowars, κι αυτό ενώ ο Τζόουνς διέδιδε ήδη για χρόνια τα τερατώδη ψέματα για το Σάντι Χουκ. Ο επονομαζόμενος και Νο1 συνωμοσιολόγος των ΗΠΑ μάλιστα θα πληροφορούσε τους ακροατές του ότι είχε δεχθεί τηλεφώνημα από τον Τραμπ την επομένη της εκλογής του τελευταίου στην αμερικανική προεδρία. «Θέλω να σου μιλήσω και να ευχαριστήσω εσένα και το κοινό σου. Θα έρθω μέσα στις επόμενες εβδομάδες για να τους ευχαριστήσω», θα του έλεγε ο Τραμπ. 

«Ο Τζόουνς τώρα βρίσκεται σε μια μοναδική θέση: για πρώτη φορά στην καριέρα του έχει πολιτική συγγένεια και ίδιο κοινό με έναν υποψήφιο μεγάλου κόμματος», έγραφε το Jacobin λίγο πριν την εκλογή Τραμπ. Ήδη από το 2015, ο Τζόουνς είχε υπολογίσει ότι το 90% του κοινού του στηρίζει Τραμπ. Μάλιστα, μια μελέτη του Harvard Berkman Klein Center συμπέρανε ότι πριν τις αμερικανικές εκλογές του 2016, το Infowars ήταν η 13η πιο κοινοποιημένη πηγή στο Twitter από τους τότε υποστηρικτές του Τραμπ.

Σίγουρα δεν εξεπλάγη λοιπόν κανείς που ο Τζόουνς ήταν από τους κύριους προπαγανδιστές του «Μεγάλου Ψέματος», της θεωρίας που ήθελε να έχει γίνει νοθεία στις εκλογές του 2020 που έχασε ο Τραμπ. Ούτε που ο βασιλιάς των fake news ήταν έξω από το Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου την ημέρα της εισβολής σε αυτό, αφού είχε ήδη προηγουμένως οργώσει τη χώρα για να μεταδώσει την οργή για την «εκλογική απάτη» (Η συμμετοχή του στα γεγονότα ελέγχεται από ομοσπονδιακή επιτροπή).

«Ο πιο παρανοϊκός Αμερικανός»

Φυσικά, ο Άλεξ Τζόουνς δεν είχε καταπιαστεί μόνο με το Σάντι Χουκ. Δεν ονομάστηκε τυχαία «ο πιο παρανοϊκός άνθρωπος στην Αμερική» από το Rolling Stone και «βασιλιάς της συνωμοσίας» από το CNN. Κουβαλούσε το μαγικό σακούλι με τις θεωρίες συνωμοσίας και κάθε φορά έβγαζε και μία από μέσα. Έχει ισχυριστεί ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ διαθέτει ένα «κλιματικό όπλο» και ότι ο τυφώνας του 2013 που σκότωσε αρκετούς και τραυμάτισε περισσότερους από 200 ανθρώπους είχε προκληθεί σκόπιμα. Έλεγε επίσης ότι υπάρχει μια μυστική επιχείρηση χημικού πολέμου για να γίνουν οι άνθρωποι ομοφυλόφιλοι ώστε να μην κάνουν παιδιά και ότι οι περισσότεροι βάτραχοι στις ΗΠΑ είναι γκέι γιατί υπάρχει κάποιο χημικό στο νερό. Επίσης, ότι η Χίλαρι Κλίντον διευθύνει κύκλωμα παιδόφιλων μέσα από μια… πιτσαρία.

Δεν είναι τυχαίο ότι σύμφωνα με το Southern Poverty Law Center, που παρακολουθεί εξτρεμιστικές ομάδες, ο βομβιστής του Μαραθωνίου της Βοστώνης Tamerlan Tsarnaev ήταν ακροατής του Τζόουνς. 

Και όπως κάθε επιτυχημένος συνωμοσιολόγος, ο Alex Jones ανακάτευε μέσα στα τερατώδη ψέματά του και μερικές αλήθειες, όπως για παράδειγμα για τις συνέπειες των γενετικά τροποποιημένων τροφίμων και τα συστήματα παρακολούθησης της Εθνικής Υπηρεσίας Ασφαλείας NSA, για να ακουστεί πιστευτός.

Ποιο «οικοσύστημα» παράγει τέτοια «παράσιτα»;

Το 2022, ο Alex Jones πήρε τελικά αυτό που του άξιζε, με τα δικαστήρια να αποφαίνονται για την ενοχή του και να του επιβάλλουν δυσθεώρητα πρόστιμα – που ωστόσο δεν μπορούν να αντισταθμίσουν την ψυχική οδύνη που προκάλεσε.

Στο δικαστήριο, ο Τζόουνς παραδέχθηκε τελικά ότι έγινε η μαζική δολοφονία, αλλά αρνήθηκε να ζητήσει συγγνώμη από τις οικογένειες κατά την κατάθεσή του.

Όπως δήλωσε συνήγορος των κατηγόρων, η δικαστική απόφαση «εξυπηρετεί στο να ενισχυθεί το μήνυμα στη συγκεκριμένη περίπτωση: αυτοί που κερδοσκοπούν από ψέματα που στοχεύουν αθώους θα βρεθούν αντιμέτωποι με τη δικαιοσύνη».

Σύμφωνα τουλάχιστον με όσα κατέθεσαν οι μάρτυρες και την αίτηση πτώχευσης της εταιρείας του, ο Τζόουνς έβγαζε εκατομμύρια τουλάχιστον έως το 2018 (από το 2015 έως το 2018, η εκπομπή του φέρεται να είχε ετήσια έσοδα 53 εκατ. δολ.), όταν μετά τη δημόσια κατακραυγή το Facebook, το YouTube και το Spotify αφαίρεσαν το σόου του Τζόουνς από τις πλατφόρμες τους.

Η εταιρεία του Τζόουνς, Free Speech Systems LLC φέρει επίσης ευθύνη σύμφωνα με την ετυμηγορία. Κατέθεσε αίτηση για πτώχευση τον περασμένο Ιούλιο.

Ο Alex Jones αποτελεί σίγουρα το κορυφαίο παράδειγμα για το πώς τα fake news, διογκούμενα μέσα από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και υποστηριζόμενα από συγκεκριμένο πολιτικό χώρο – συνηθέστερα από την ακροδεξιά – μπορούν να καταστρέψουν ζωές και να διαρρήξουν τον κοινωνικό ιστό.

Ωστόσο, δεν είναι ο πρώτος συνωμοσιολόγος, και σίγουρα δεν θα είναι ο τελευταίος.

Ο δημόσιος διάλογος για το πώς μπορούν να περιοριστούν τα fake news είναι σε εξέλιξη. Μόνο λύση δεν αποτελεί το να εμπιστευτούμε τους ζάμπλουτους ιδιοκτήτες πλατφορμών κοινωνικής δικτύωσης για να ρυθμίσουν το ζήτημα (δεν μπορεί μια χούφτα ανθρώπων, ιδίως με τόσο μεγάλα συμφέροντα, να ορίσει τι πρέπει να θεωρείται αλήθεια). Ίσως καταρχάς θα πρέπει να περιοριστεί το κέρδος από την συλλογή των προσωπικών δεδομένων.  

Έπειτα, ο Τζόουνς αλίευε ακροατές από ένα τεράστιο κοινό που πλέον δεν εμπιστεύεται τα mainstream ΜΜΕ. Αν τα κυρίαρχα ΜΜΕ ήταν πιο αξιόπιστα, ο Τζόουνς δεν θα έβρισκε τόση «πελατεία». Για παράδειγμα, ο Τζορτζ Μπους ο πρεσβύτερος και ο Ντικ Τσένεϊ είπαν τερατώδη ψέματα για την ύπαρξη όπλων μαζικής καταστροφής που άλλαξαν την πορεία της ανθρωπότητας, αλλά δεν λογοδότησαν γι’ αυτό, επισημαίνει το Jacobin. «Ο διευθυντής της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών Τζέιμς Κλάπερ είπε στο Κογκρέσο, έχοντας ορκιστεί, ότι η NSA δεν συνέλεγε τα δεδομένα εκατομμυρίων Αμερικανών το 2013. Οι αποκαλύψεις του Έντουαρντ Σνόουντεν δεν άφησαν αμφιβολία ότι επρόκειτο για ψευδορκία, αλλά ο Κλάπερ δεν έπαθε τίποτα. Εννιά χρόνια αργότερα, ο Τζέιμς Κλάπερ λαμβάνει ακόμα προσκλήσεις από το CNN σαν αξιόπιστη πηγή ειδικών αναλύσεων για τις τελευταίες εξελίξεις», συμπληρώνει το περιοδικό.  

Και καταλήγει: «Τίποτε από αυτά δεν σημαίνει ότι ο Τζόουνς θα πρέπει να τη γλιτώσει για την κόλαση στην οποία υπέβαλε τις οικογένειες του Σάντι Χουκ. Απλώς ρίχνει λίγο φως στο οικοσύστημα μέσα στο οποίο ένα παράσιτο σαν τον Τζόουνς μπορεί να ευδοκιμήσει».

Δέσποινα Παπαγεωργίου

Share
Published by
Δέσποινα Παπαγεωργίου