Το αεροπλάνο σας έχει απογειωθεί εδώ και ώρα, κι ενώ ταξιδεύετε ανάμεσα στα σύννεφα ατενίζοντας το αέναο μετασχηματισμό τους, αλλάζει απότομα ρότα. Η «βουτιά», η αλλαγή ύψους, είναι τόσο βίαιη που νομίζετε πως πέφτει. Περνούν δεκαπέντε ατέλειωτα λεπτά προτού ο πιλότος ενημερώσει πως υπάρχει θέμα ασφαλείας και πρέπει να γίνει έκτακτη προσγείωση σε διαφορετικό προορισμό. Δεν γνωρίζετε ακόμα πως υπάρχουν πληροφορίες για βόμβα στο αεροπλάνο. Ένας επιβάτης γυρίζει προς το μέρος σας. Λέει κάτι ακαταλαβίστικα. Πως τον περιμένει η θανατική ποινή. Ένα μαχητικό αεροσκάφος MiG-29 εμφανίζεται έξω από το παράθυρο. «Συνοδεύει» το δικό σας. Αν δεν είχατε πανικοβληθεί μέχρι τώρα, αυτή είναι σίγουρα η στιγμή. Ο προαναφερόμενος επιβάτης βρίσκεται πλέον στα πρόθυρα κρίσης πανικού. Σηκώνεται, ανοίγει το ντουλάπι πάνω από τη θέση του και δίνει στη γυναίκα που κάθεται δίπλα του υπολογιστή και κινητό. Μάταια. Γιατί σε λίγο θα συλληφθούν κι οι δύο. Κάπως έτσι πρέπει να βίωσαν τα γεγονότα οι 126 επιβάτες της πτήσης FR4978 της Ryanair από την Αθήνα στο Βίλνιους της Λιθουανίας, που αναγκάστηκε να προσγειωθεί στο Μινσκ της Λευκορωσίας.
Σύμφωνα με τα κρατικά ΜΜΕ της Λευκορωσίας, ήταν ο ίδιος ο πρόεδρος της χώρας Αλεξάντερ Λουκασένκο που έδωσε την εντολή για την αναγκαστική προσγείωση. Ο πανικόβλητος επιβάτης δεν ήταν άλλος από τον δημοσιογράφο και ορκισμένο εχθρού του καθεστώτος Λουκασένκο Ρομάν Προτάσεβιτς, που συνελήφθη στο Μινσκ. Γύρισε πράγματι κι είπε στους συνεπιβάτες του ότι τον περιμένει η θανατική ποινή – η Λευκορωσία είναι η μοναδική ευρωπαϊκή χώρα που τη διατηρεί. Μαζί, συνελήφθη και η σύντροφός του Σοφία Σαπέγκα, κι έτσι ο υπολογιστής και το κινητό δεν «γλίτωσαν» από τις αρχές.
Η υπόθεση, βγαλμένη καρέ-καρέ από φιλμ νουάρ: Ξένοι πράκτορες πιθανόν παρακολουθούσαν τον Προτάσεβιτς καθώς εκείνος έκανε βόλτα σε κεντρικά σημεία της Αθήνας. Ίσως και στην Κρήτη, όπου κατέληξε για ολιγοήμερες διακοπές με τη σύντροφό του μετά το Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών, όπου κάλυψε τη συμμετοχή της αυτοεξόριστης στη Λιθουανία ηγέτιδας της λευκορωσικής αντιπολίτευσης Σβετλάνα Τιχανόφσκαγια. Ο δημοσιογράφος είχε διαπιστώσει ότι τον παρακολουθούσαν στο αεροδρόμιο της Αθήνας, θα έλεγε αργότερα στο Radio 4 του BBC ο φίλος και συνεργάτης του, Φράνακ Βιακόρκα. Ένας μυστηριώδης άνδρας φέρεται να τον πλησίασε εκεί. Προσπάθησε να φωτογραφίσει τα ταξιδιωτικά του έγγραφα. Στο αεροδρόμιο βρίσκονταν πράκτορες της λευκορωσικής KGB, κατά τον CEO της Ryanair Μάικλ Ο’Λίρι. Κάποιοι, μάλιστα, κατά τον αρχισυντάκτη του Nexta Ταντέους Γκικτσάν, επιβιβάστηκαν και στην πτήση.
Ο Προτάσεβιτς, πιτσιρικάς, είχε αποβληθεί από το σχολείο γιατί συμμετείχε στις διαδηλώσεις το 2011 – ναι, ο Λουκασένκο ήταν και τότε πρόεδρος, είναι πρόεδρος εδώ και 27 χρόνια. Πρώην αρχισυντάκτης του δημοσιογραφικού Telegram καναλιού Nexta, ο Προτάσεβιτς αυτοεξορίστηκε στη Λιθουανία το 2019. Το Nexta είναι κάτι σαν «κυβερνοδημοσιογραφία»: δεν έχει ιστοσελίδα, αλλά μόνο κανάλι στο Youtube και το Telegram – και έχει κρυπτογράφηση. Είναι ασαφές από πού χρηματοδοτείται. Σύμφωνα με το BBC, το Nexta διαδραμάτισε κομβικό ρόλο υπέρ της αντιπολίτευσης κατά τις εκλογές, οι οποίες κερδήθηκαν τελικά από τον Λουκασένκο αλλά υποστηρίζεται πως υπήρξε νοθεία. Το κανάλι κατάφερε μάλιστα να παρακάμψει το κυβερνητικό blackout στα ειδησεογραφικά μέσα.
Αφού κάλυψε από τη Λιθουανία τα γεγονότα της προεδρικών εκλογών του 2020, στον Προτάσεβιτς απαγγέλθηκαν κατηγορίες για τρομοκρατία και παρακίνηση σε ταραχές. Κατά το Foia Research, μια μη κερδοσκοπική πλατφόρμα που ερευνά κυρίως τις διασυνοριακές σχέσεις της ακροδεξιάς αναλύοντας και έγγραφα από τον Νόμο για την Ελευθερία της Πληροφορίας των ΗΠΑ, ο Προτάσεβιτς συνδέεται με την ακροδεξιά και παραστρατιωτικές ομάδες. Σήμερα, εργάζεται στο Telegram κανάλι Belamova. Κατέληξε να γράφει εκεί, μετά τη σύλληψη του blogger Ιγκόρ Λόσικ από τις λευκορωσικές αρχές τον Ιούνιο του 2020.
Είναι σαφές γιατί ο Προτάσεβιτς ήταν στο στόχαστρο του Λουκασένκο. Νεότερες πληροφορίες λένε ότι η «κρατική αεροπειρατεία» πιθανόν να στόχευε την Τιχανόφσκαγια, η οποία όμως άλλαξε την τελευταία στιγμή το πρόγραμμα της αναχώρησής της από την Αθήνα. Ο Λουκασένκο βέβαια επέμενε ότι υπήρχε πραγματικά πληροφορία για βόμβα.
ΗΠΑ και ΕΕ καταδίκασαν συλλήβδην το περιστατικό απειλώντας με κυρώσεις. Το ίδιο και ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ Γενς Στόλμπεργκ. Και σωστά. Εκτός αν η ανθρωπότητα επιθυμεί να επιστρέψει στην Άγρια Δύση, πρέπει να ακολουθούνται σύννομες διαδικασίες ακόμα και για τον χειρότερο εγκληματία του κόσμου. Όχι γκαγκστερικού τύπου πρακτικές, που θέτουν σε κίνδυνο πολίτες.
«Θα κάνουν κι άλλα καθεστώτα αεροπειρατείες», προειδοποιούσε μετά το περιστατικό της Ryanair το αμερικανικό Atlantic. «Εάν η Λευκορωσία τη γλιτώσει αβρόχοις ποσί, αυταρχικοί δικτάτορες ανά τον κόσμο θα έχουν ένα νέο εργαλείο καταπίεσης».
Μάλλον, βέβαια, στο Atlantic «διέφυγε» πως η Λευκορωσία δεν είναι η πρώτη χώρα που φέρεται να έπραξε κάτι τέτοιο. Πριν πέντε χρόνια από το αεροδρόμιο του Κιέβου στην Ουκρανία δόθηκε εντολή σε λευκορωσικό αεροσκάφος που είχε απογειωθεί από εκεί να επιστρέψει, χωρίς περαιτέρω διευκρινίσεις και με απειλές για αποστολή μαχητικών (όταν επέστρεψε, οι ουκρανικές αρχές απομάκρυναν Αρμένιο επιβάτη). Είναι όμως η Δύση που «δίδαξε» ακόμα νωρίτερα τέτοιου τύπου πρακτικές.
«Μιλάμε για ευρωπαϊκό αεροσκάφος, ευρωπαϊκής αεροπορικής εταιρείας, που πετούσε μεταξύ δύο πρωτευουσών της ΕΕ, οπότε πρόκειται για μια πράξη κρατικής αεροπειρατείας που δεν μπορεί να μείνει ατιμώρητη», δήλωνε πρόσφατα ο υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της Γαλλίας Κλεμάν Μπον στην τηλεόραση BFM, αναφερόμενος στο περιστατικό με το αεροσκάφος της Ryanair και τη Λευκορωσία.
Η έμφαση στη «γεωγραφία» του περιστατικού καταδεικνύει ίχνη μιας αποικιοκρατικής νοοτροπίας. Θα υπήρχε διαφορετική αντιμετώπιση αν το έδαφος και το αεροσκάφος, δεν ήταν ευρωπαϊκά, λοιπόν;
Κατά την περίοδο της αποικιοκρατίας, πάντως, το γαλλικό κράτος θα διέπραττε σε μη ευρωπαϊκό έδαφος αυτό που μελετητής ονόμασε «πρώτη αεροπειρατεία στην ιστορία». Σύμφωνα με το βιβλίο «The Algerian War, the Algerian Revolution», ήταν 21 Οκτωβρίου του 1956, και πέντε ηγετικές φυσιογνωμίες του κινήματος για την ανεξαρτησία της Αλγερίας -του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου (FLN)- συναντιόνταν στο Ραμπάτ του Μαρόκου με τον βασιλιά της χώρας Μοχάμεντ Ε’. Ήταν ο Μαΐτ Αχμέτ, ο Μπεν Μπάλα, ο Μπουντιάφ, ο Κίντερ και ο διανοούμενος Μουσταφά Λασεράτ. Η συνάντηση θα κρατούσε πολύ. Μία ακόμα συνάντηση είχε προγραμματιστεί για την επόμενη ημέρα στην Τυνησία, με τους ίδιους συμμετέχοντες, και επιπλέον τον πρόεδρο της Τυνησίας Χαμπίμπ Μπουργκουίμπα. Το θέμα δεν ήταν άλλο από την προώθηση του αγώνα της Αλγερίας για ανεξαρτησία.
Η Αλγερία ήταν ακόμα αποικία της Γαλλίας. Το Μαρόκο και η Τυνησία είχαν ανεξαρτητοποιηθεί λίγους μήνες πριν, τον Μάρτιο του 1956. Κι όσο κι αν ήθελαν για οικονομικούς λόγους να διατηρήσουν καλές σχέσεις με τη Γαλλία, οι δεσμοί με την Αλγερία ήταν πολύ στενοί, και οι ηγέτες επιδίωκαν μια λύση, για να είναι αρεστοί και στους λαούς τους, που ταυτίζονταν με τον αγώνα του γειτονικού τους κράτους. Λέγεται μάλιστα ότι ο επικεφαλής της μαροκινής κυβέρνησης Μπάρεκ Μπεκάι μόλις έφτασε στην Τυνησία δήλωσε: «Το Μαρόκο και η Τυνησία είναι τα φτερά του Μπαγκρέμπ (Βόρεια Αφρική). Όταν τα φτερά αφεθούν ελεύθερα, θα απελευθερωθεί και το σώμα».
Οι γαλλικές αρχές όμως ήταν έξαλλες με αυτές τις συναντήσεις. Και κάπως έτσι, φρόντισαν ώστε οι εκπρόσωποι του αλγερινού εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος να μην μπορέσουν ποτέ να συμμετέχουν στη δεύτερη συνάντηση. Οι πέντε Αλγερινοί επιβιβάστηκαν σε πτήση μαροκινού επιβατικού αεροσκάφους από το Ραμπάτ για την Τυνησία, όμως οι γαλλικές μυστικές υπηρεσίες έστειλαν μαχητικά αεροσκάφη να ανακατευθύνουν το αεροπλάνο, αναγκάζοντάς το να προσγειωθεί στην Αλγερία. Οι Αλγερινοί συνελήφθησαν, εν μέσω σφοδρών αντιδράσεων από τις «αδελφές» χώρες. Το Μαρόκο μάλιστα απέσυρε τον πρεσβευτή του από το Παρίσι.
H Αλγερία απέκτησε την ανεξαρτησία της το 1962, μετά από επτά χρόνια πολέμου και σχεδόν έναν αιώνα αποικιοκρατίας. Ο Αχμέντ Μπεν Μπάλα, στη φυλακή μέχρι τότε, θα γινόταν ο πρώτος πρόεδρος της χώρας.
Κι αυτή είναι μια ιστορία για το πώς ένα δυτικό κράτος εγκαινίασε μια πρακτική που σίγουρα μόνο δημοκρατική δεν μπορεί να χαρακτηριστεί.
Ήταν 7 Οκτωβρίου 1985, και τέσσερις βαριά οπλισμένοι Παλαιστίνιοι καταλάμβαναν με πειρατεία το ιταλικό κρουαζιερόπλοιο Achille Lauro, έξω από την ακτή της Αλεξάνδρειας, στην Αίγυπτο. Ευτυχώς, εκατοντάδες επιβάτες ήταν εκτός εκείνη την ώρα, για να εξερευνήσουν το Κάιρο, όμως 80 είχαν παραμείνει στο πλοίο μαζί με τα 320 μέλη του πληρώματος. Και ήταν πλέον όμηροι. Οι πειρατές, μέλη του Μετώπου για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης – PLF (που είχε «αποσχιστεί» από την Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης του Γιάσερ Αραφάτ), απαιτούν την άμεση απελευθέρωση 50 Παλαιστινίων μαχητών από τις φυλακές του Ισραήλ. Απειλούν πως διαφορετικά θα σκοτώσουν τους έντεκα Αμερικανούς που βρίσκονται στο πλοίο. Και ύστερα, και τους Βρετανούς. Την επόμενη ημέρα, θα σκοτώσουν τον 69χρονο Αμερικανοεβραίο Λέον Κλινγκχόφερ, που ήταν καθηλωμένος σε αναπηρική καρέκλα μετά από εγκεφαλικό.
Ο Αραφάτ καταδικάζει την πειρατεία και μεσολαβεί μαζί με Αιγύπτιους αξιωματούχους για την εκτόνωση της κρίσης. Η προσπάθεια έχει αποτέλεσμα. Στις 9 Οκτωβρίου, οι πειρατές παραδίδονται στις αιγυπτιακές αρχές και απελευθερώνουν τους ομήρους, έχοντας πάρει την υπόσχεση πως οι ίδιοι θα μεταφερθούν σε ασφαλή προορισμό.
Κάπως έτσι, οι πειρατές επιβιβάζονται σε αεροσκάφος της Egypt Air στις 9 Οκτωβρίου, μαζί με τον Παλαιστίνιο Αμπού Αμπάς που συμμετείχε στη διαπραγμάτευση, έναν αξιωματούχο της ΟΑΠ και Αιγύπτιους. Κι ενώ πετούν νότια της Κρήτης με κατεύθυνση προς την Τυνησία, αμερικανικά μαχητικά ζώνουν το αεροσκάφος. Η εντολή ήταν σαφής. Και είχε δοθεί από τον ίδιο τον Αμερικανό πρόεδρο Ρόναλντ Ρέιγκαν. Η Τυνησία δεν δίνει άδεια προσγείωσης. Το ίδιο και η Αθήνα. Τα μαχητικά «οδηγούν» το αεροσκάφος, αναγκάζοντάς το να προσγειωθεί στην αμερικανική βάση Σιγκονέλα στη Σικελία. Οι Παλαιστίνιοι πειρατές συλλαμβάνονται και καταδικάζονται από ιταλικό δικαστήριο σε πολυετή φυλάκιση.
Ο Παλαιστίνιος Αμπού Αμπάς, που θεωρήθηκε ο «εγκέφαλος» της επιχείρησης, διέφυγε και καταδικάστηκε ερήμην. Έχει ενδιαφέρον ότι τελικά συνελήφθη από τις αμερικανικές δυνάμεις στο Ιράκ 18 χρόνια μετά, τον Απρίλιο του 2003, και πέθανε στη φυλακή περίπου ένα χρόνο αργότερα.
Όταν η Ευρώπη εξανάγκασε σε προσγείωση ολόκληρο προεδρικό αεροσκάφος
Ήταν 2 Ιουλίου του 2013, και ο πρόεδρος της Βολιβίας Έβο Μοράλες επέστρεφε στη χώρα του μετά από ένα συνέδριο κρατών-παραγωγών φυσικού αερίου στη Ρωσία. Το προεδρικό αεροσκάφος απογειώθηκε κανονικά από τη Μόσχα, όμως σε λίγο θα συνέβαινε το αδιανόητο. Η Γαλλία και η Πορτογαλία θα αναιρούσαν την άδεια να διέλθει από τον εναέριο χώρο τους. Αργότερα, ο Βολιβιανός αντιπρόεδρος Αλβάρο Γκαρσία θα έλεγε πως το ίδιο είχαν κάνει και η Ιταλία με την Ισπανία. Το αεροσκάφος του Μοράλες θα αναγκαζόταν να προσγειωθεί στη Βιέννη (Αυστρία). Ο Μοράλες «απήχθη από τον ιμπεριαλισμό», θα συνόψιζε ο Γκαρσία. Η «δικαιολογία» που ψέλλισαν οι ευρωπαϊκές χώρες ήταν πως υπήρχε υποψία ότι στο αεροσκάφος επέβαινε ο πρώην πράκτορας της αμερικανικής Υπηρεσίας Εθνικής Ασφαλείας που είχε αποκαλύψει τη μαζική παρακολούθηση τηλεφωνικών συνδιαλέξεων Αμερικανών, ο Έντουαρντ Σνόουντεν. Οι Αυστριακοί θα απαιτούσαν ανενδοίαστα έρευνα στο αεροσκάφος του Βολιβιανού προέδρου.
Κατά «διαβολική σύμπτωση», το περιστατικό συνέβη μία ημέρα αφότου ο Μοράλες είχε δηλώσει σε συνέντευξή του στο ρωσικό κανάλι RT ότι η Βολιβία θα εξέταζε το ενδεχόμενο να παρέχει άσυλο στον Σνόουντεν, εφόσον γινόταν σχετικό αίτημα.
Βολιβιανοί και Αυστριακοί αξιωματούχοι διαβεβαίωσαν πως ο Σνόουντεν δεν βρισκόταν στο αεροσκάφος. Φυσικά και δεν βρισκόταν. Ένας πρόεδρος κράτους δεν θα μπορούσε να είναι τόσο ανόητος ώστε να έχει προβεί σε τέτοια ενέργεια. Κατά τον υπουργό Άμυνας της Βολιβίας Ρούμπεν Σααβέντρα, που επέβαινε στην πτήση, η Ευρώπη λειτούργησε ως όργανο για αυτή την «εχθρική πράξη του υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ». Αργότερα, η Γαλλία θα απολογούνταν για το περιστατικό.
Η αναγκαστική προσγείωση του αεροπλάνου του Μοράλες «ήταν μια πράξη αεροπειρατείας και κρατικής τρομοκρατίας», θα έγραφε ο βραβευμένος δημοσιογράφος Τζον Πίλτζερ.
Μετά από δεκατέσσερις ώρες παραμονής στο αεροδρόμιο της Βιέννης και μια συνέντευξη Τύπου τα μεσάνυχτα, ο Μοράλες αναχώρησε για τη Βολιβία το επόμενο πρωί.
Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ Μπαν Κι Μουν θα δήλωνε ξεκάθαρα πως τέτοια περιστατικά δεν πρέπει να επαναληφθούν στο μέλλον και θα υπενθύμιζε ότι οι αρχηγοί κρατών και τα αεροσκάφη τους απολαμβάνουν ασυλία και έχουν το απαραβίαστο.
Το αεροπλάνο του Μοράλες δεν αναγκάστηκε σε προσγείωση από μαχητικά, αλλά επειδή δεν του δόθηκαν οι σχετικές άδειες. Επίσης, δεν επέβαιναν σε αυτό πολίτες. Επέβαινε όμως ο «πρώτος πολίτης» κυρίαρχης χώρας – και η βασική αρχή είναι ίδια με το περιστατικό της πτήσης της Ryanair. Δεν ξέρουμε βέβαια αν περισσότερο «ενοχλητικός» για τη Δύση ήταν ο Σνόουντεν ή ο ίδιος ο Βολιβιανός πρόεδρος.
Ποιες θα ήταν οι αντιδράσεις αν κάτι τέτοιο συνέβαινε σε προεδρικό αεροσκάφος των ΗΠΑ, της Γερμανίας ή της Γαλλίας;
«Εάν ένα στρατιωτικό αεροσκάφος σε πλησιάσει -και σου δώσει εντολή- υπακούς… Δεν έχεις άλλη επιλογή από το να ακολουθήσεις τις εντολές…» θα έλεγε πιλότος στο BBC με αφορμή το περιστατικό με την πτήση της Ryanair. Ξαφνικά, όλο το σχέδιο πτήσης είναι στον αέρα και οι πιλότοι αγωνιούν γιατί δεν γνωρίζουν «γιατί και τι συμβαίνει, προς τα πού πετούν, πώς είναι το αεροδρόμιο, ο καιρός εκεί…» κάτι που καθιστά την κατάσταση εξόχως επικίνδυνη για επιβάτες και πλήρωμα.
Δεν πρόκειται λοιπόν για «ανώδυνη» ενέργεια. Αναφερόμενο στο περιστατικό με την πτήση FR4978 της Ryanair, το Atlantic συμπέραινε ότι στέλνει ένα μήνυμα σε αντιφρονούντες και εξόριστους: «Δεν είσαι ασφαλής. Δεν είσαι ποτέ ασφαλής. Ούτε όταν ζεις σε δημοκρατία. Ούτε όταν έχεις πολιτικό άσυλο. Ούτε όταν είσαι επιβάτης σε πτήση πολιτικού αεροσκάφους, χιλιάδες πόδια πάνω από την επιφάνεια της Γης». Πόσο διαφορετικό τελικά ήταν το μήνυμα που έστελνε η Δύση στον Σνόουντεν ή οι Γάλλοι στους Αλγερινούς μαχητές της ανεξαρτησίας; Θα σταματήσει άραγε ποτέ η διεθνής κοινότητα να υπερασπίζεται νομιμότητα και δικαιώματα α-λα καρτ;