«Το σινεμά είναι ο πιο γρήγορος ιχνηλάτης πραγματικοτήτων, μια ταχεία δύναμη αντίδρασης και ανάλυσης», είπε η Ελεονώρα Ορφανίδου, στην αρχή της εκδήλωσης για τα 3 χρόνια Δίκης της Χρυσής Αυγής, προλογίζοντας το βραβευμένο Red Hulk.
Σε 27 λεπτά και 28 δευτερόλεπτα βλέπει κανείς πως η νεοελληνική απόγνωση και η αγωνιώδης αναζήτηση ταυτότητας οδηγεί τον ήρωα από φανατικός οπαδός του Ολυμπιακού να γίνει εθνικιστής και δολοφόνος ενός μετανάστη. Ο κινηματογράφος συνάντησε την πραγματική ζωή όχι μόνο εξαιτίας της σκληρής ομοιότητας με αυτή, αλλά γιατί το ίδιο βράδυ που προβλήθηκε η ταινία στο Φεστιβάλ Δράμας, στο Κερατσίνι δολοφονήθηκε ο Παύλος Φύσσας με τον ίδιο τρόπο, μ’ ένα μαχαίρι στην καρδιά.
Το Ύποπτο Μούσι (σ.σ.: διαδικτυακό ψευδώνυμο) ξεκίνησε την συζήτηση: «Έπρεπε ένας Έλληνας να δολοφονηθεί για να κινητοποιηθούμε όλοι.» Η σύλληψη του δολοφόνου του Παύλου, ήταν καθοριστικής σημασίας, όπως ανέφερε αργότερα η Ελευθερία Τομπατζόγλου, μέλος της Πολιτικής Αγωγής και δικηγόρος της οικογένειας Φύσσα. «Αλλιώς θα ήμασταν ακόμη στο ίδιο σημείο με πριν το 2013» σημείωσε, σχολιάζοντας την καθυστέρηση 30 ετών για να φτάσει η Χρυσή Αυγή στο δικαστήριο, αλλά και τη μικρότερη καθυστέρηση στην έναρξη της δίκης, που εξηγείται από τον όγκο της δικογραφίας.
Αν κατέβαινε ο λαϊκός παράγοντας στους δρόμους μετά την δολοφονία του Παύλου Φύσσα, η κυβέρνηση Σαμαρά δεν θα είχε αναγκαστεί να βάλει χειροπέδες στους Χρυσαυγίτες, κατά τον Κώστα Παπαδάκη, δικηγόρο της Πολιτικής Αγωγής. Γιατί το κράτος δεν είδε ποτέ την Χρυσή Αυγή ως εχθρό, «ασχολούνταν μόνο με τους αριστερούς, με τον αντιεξουσιαστικό χώρο και την 17 Νοέμβρη». Η Χρυσή Αυγή δεν εκδιώχθηκε ποτέ και μετά την είσοδό της στο Κοινοβούλιο «τα μέλη της αποθρασύνθηκαν εντελώς.»
«Ήταν σαν να περίμεναν ότι δεν θα γίνει η δίκη», δήλωσε η Ελευθερία Κουμάντου, δημοσιογράφος και μέλος του GoldenDawnWatch, «κατέβαλαν συνεχώς προσπάθειες να καθυστερήσουν τις διαδικασίες, αλλά πλέον η έδρα απορρίπτει τα περισσότερα αιτήματα των συνηγόρων υπεράσπισης της Χ.Α., αντιλαμβανόμενη την προσχηματικότητά τους».
Τέτοια ήταν η αίσθηση ασυλίας που είχαν ώστε ο βουλευτής Σαχινίδης είπε «Αν δεν ήτανε η δίκη στη μέση, ούτε εκατό μέτρα από τα γραφεία μας δεν θα τολμούσαν να περάσουν.» Όπως σχολίασε ο Κώστας Παπαδάκης, «Ούτε χίλια δεν θα πλησιάζανε, γιατί ένα ολόκληρο κράτος έκλεινε τα μάτια, καθώς ήθελε να γίνεται εκτροπή της λαϊκής αγανάκτησης προς τη Χ.Α. και όχι προς την αριστερά».
«Τα ΜΜΕ αντέδρασαν αδιάφορα, χωρίς ουσιαστικά ρεπορτάζ. Αρκούνταν στα δελτία τύπου της αστυνομίας. Γι’ αυτό τις πρώτες ώρες της δολοφονίας του Φύσσα έλεγαν ότι πρόκειται για διαφωνία στο ποδόσφαιρο» ανέφερε η Ελευθερία Κουμάντου, δημοσιογράφος στο 9.84 και το Golden Dawn Watch, φέρνοντας ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα.
Στον Αγ. Παντελεήμονα τα μέσα έλεγαν ότι οι αγανακτισμένοι κάτοικοι είχαν βγει στους δρόμους γιατί οι μετανάστες τους κλέβουν και δεν μπορούν ν’ αφήσουν τα παιδιά τους ελεύθερα να παίξουν στην πλατεία. «Γιατί όμως μένουν αυτοί οι άνθρωποι εκεί; Δεν έγινε ποτέ ρεπορτάζ για την περιοχή, ούτε για το Α.Τ. και το πως λειτουργούσε» δήλωσε η δημοσιογράφος.
Μετά την δολοφονία Φύσσα, τα ΜΜΕ έπεσαν από τα σύννεφα, άρχισαν να βγάζουν στη δημοσιότητα ειδήσεις και έγγραφα. «Όμως, δεν ήταν λίγα τα ρεπορτάζ που λείαιναν τις γωνίες της ΧΑ, όπως με τον γάμο του Παναγιώταρου, τις χορευτικές ικανότητες του Κασιδιάρη ή τις στυλιστικές επιλογές των βουλευτών» συμπλήρωσε η Ελευθερία Κουμάντου. «Τους αντιμετώπισαν σαν αξιοπερίεργο, κουτσομπολιό, σόουμπιζ, χωρίς να μελετήσουν τι έκαναν. Όταν μαθεύτηκε τι έκαναν, δεν άσκησαν κανένα έλεγχο στην δίκη, δεν ασχολήθηκαν με την ουσία, αλλά με τα δρακόντεια μέτρα και τα επεισόδια.» Αν κάποιος στο μέλλον ψάξει τι γράφτηκε και παίχτηκε από τα ΜΜΕ για την δίκη, θα δει ότι τα περισσότερα δημοσιεύματα αφορούν στα επεισόδια που έγιναν κι όχι στο περιεχόμενο ή τις συνθήκες διεξαγωγής της δίκης.
«Η πολιτική βία δεν προκαλείται από θερμόαιμους οπαδούς, αλλά είναι δομικό στοιχείο δράσης της Χ.Α. και πραγματοποίησης του σκοπού της. Τα τάγματα εφόδου είναι ομάδες βίας που επιτίθενται σε όσους η ηγεσία της Χ.Α. θεωρεί αντίπαλους, όντας βασικός μοχλός άσκησης εξουσίας, μέσω της επίδειξης βίας», πρόσθεσε ο Κώστας Παπαδάκης.
Η δύναμή τους είναι όσο μια χελώνα έξω από το καβούκι της, όταν καταλαβαίνουν ότι δεν έχουν κάλυψη από το κράτος. Κώστας Παπαδάκης
«Δεν είναι αγωνιστές. Είναι δυνατόν το τρίτο κόμμα του κοινοβουλίου να μη μπορεί να μαζέψει πάνω από 200 άτομα όταν συλλαμβάνεται ο αρχηγός τους;» αναρωτήθηκε ο δικηγόρος. «Η δύναμή τους είναι όσο μια χελώνα έξω από το καβούκι της, όταν καταλαβαίνουν ότι δεν έχουν κάλυψη από το κράτος»
Το παραπεμπτικό βούλευμα διατυπώνει ότι η επίθεση κατά των αλιεργατών πραγματοποιήθηκε μετά από εντολή του Λαγού. «Αυτός που δίνει την εντολή για μια απόπειρα ανθρωποκτονίας δεν πρέπει να είναι κατηγορούμενος για ηθική αυτουργία; Ακόμη κι ένας πρωτοετής φοιτητής της Νομικής το ξέρει αυτό» σχολίασε ο Κώστας Παπαδάκης. «Δεν έχουμε κακουργηματική δίωξη στην δίκη, ενώ τα πραγματικά περιστατικά, που είναι τουλάχιστον τριάντα, διαπιστώνουν ότι διαπράχτηκαν αξιόποινες πράξεις.»
Πρόκειται για μια σοβαρή παράλειψη που δρα προς όφελος της Χρυσής Αυγής και περιορίζει την δίωξη στο αδίκημα της εγκληματικής οργάνωσης, ενώ το γεγονός ότι δεν διώκεται και ως τρομοκρατική οργάνωση αποτελεί δεύτερη παράλειψη. «Αυτό θα σήμαινε πολύ βαρύτερες ποινές αλλά και έναν ιδεολογικοπολιτικό στιγματισμό της οργάνωσης, αυτόν του τρομοκράτη, που φαίνεται ότι το κράτος τον επιφυλάσσει στο λεγόμενο άλλο άκρο -σε όποιον πετάει ένα γκαζάκι στα Εξάρχεια, σε Τούρκους και Κούρδους πολιτικούς αγωνιστές» πρόσθεσε ο δικηγόρος της Πολιτικής Αγωγής.
Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, όπως σχολίασε ο Κώστας Παπαδάκης, ήθελε να τους φυλακίσει πρόσκαιρα και να διαπραγματευτεί πολιτικά την προσχώρησή τους στο κόμμα. «Η δίκη διεξάγεται με πολύ λιγότερες κατηγορίες από αυτές που αντιστοιχούν στα στοιχεία της δικογραφίας.»
«Ένα κοινωνικό μέτωπο έκανε πολλή δουλειά, για πολλά χρόνια, προκειμένου η Χρυσή Αυγή να φτάσει στην Δικαιοσύνη» ανέφερε το Ύποπτο Μούσι, ενώ σύμφωνα με την Ελευθερία Τομπατζόγλου, η υπερασπιστική γραμμή των Χρυσαυγιτών στις τρεις μεγάλες υποθέσεις της δίκης καταρρίπτεται πλήρως.
Όσον αφορά την κατηγορία περί εγκληματικής οργάνωσης, ο Ηλίας Σταύρου, πρώην μέλος της Χρυσής Αυγής, έκανε μια καταλυτική μαρτυρία, γιατί περιέγραψε πλήρως τη δομή και τη λειτουργία της, με περιστατικά που άπτονται ακριβώς στο χαρακτηριστικό που αποδίδει ο νόμος σε μια εγκληματική οργάνωση. «Τα θύματα και οι αυτόπτες μάρτυρες, καθώς και άνθρωποι που είχαν μελετήσει την δράση τους, όπως ο Δ. Ψαρράς και πολιτικοί επιστήμονες που κατέδειξαν τον τρόπο δράσης αυτών των οργανώσεων, θα έρθουν και θα δέσουν με τα αναγνωστέα έγγραφα, μεγάλο κομμάτι των οποίων είναι στοιχεία που μας έχουν δώσει οι ίδιοι» λέει η Ελευθερία Τομπατζόγλου, αναφερόμενη σε βιντεοσκοπημένες δηλώσεις των μελών της ΧΑ αλλά και στην άρση του τηλεφωνικού απορρήτου που προσέφερε πολλά στοιχεία.
Το 30-40% των δικασίμων πραγματοποιείται στο Εφετείο, ενώ η πλειοψηφία στην αίθουσα των γυναικείων φυλακών Κορυδαλλού. «Είμαστε μια χώρα που μπορεί να λέγεται ευρωπαϊκή το 2018 ή μας πετάνε μπανάνες;» ρωτάει το Ύποπτο Μούσι την Ελευθερία Κουμάντου.
«Η δίκη ξεκίνησε στις γυναικείες φυλακές Κορυδαλλού. Μετά από πολλές διαμαρτυρίες και πιέσεις της Πολιτικής Αγωγής και της ίδιας της Μάγδας Φύσσα, μας δόθηκε το Εφετείο» απάντησε η δημοσιογράφος. «Τελευταία στιγμή μας ανακοίνωσαν που θα γίνει, η αίθουσα ήταν πάρα πολύ μικρή, δεν μπορούσες να μπεις μέσα αν το όνομά σου δεν ήταν στη λίστα των δικηγόρων, δημοσιογράφων κλπ, δεν υπήρχε δημόσιος χαρακτήρας της δίκης, ενώ οι υπεύθυνοι ήταν απροετοίμαστοι κι απρόθυμοι να λύσουν το πρόβλημα.»
Τον πρώτο χειμώνα της δίκης, όπως και φέτος, έπεφταν νερά μέσα στην αίθουσα, με αποτέλεσμα να διακοπεί η δίκη κι όταν έπεφτε χαλάζι, δεν ακούγονταν οι δηλώσεις των μαρτύρων. Το Εφετείο ήταν πιο αρμόδιος χώρος για μία δίκη τέτοιου μεγέθους, όμως εκεί υπήρχαν άλλα προβλήματα. «Η αστυνομία είχε αφήσει πολύ λίγες θέσεις για το κοινό και μόνο μία είσοδο και για χρυσαυγίτες και για αντιφασίστες. Ήταν μια εντελώς γηπεδική διαχείριση, μιας και οι αστυνομικοί συνόδευαν ξεχωριστά τις δύο πλευρές. Έμπαιναν πάντα πρώτοι οι Χρυσαυγίτες και οι αντιφασίστες έπρεπε να διασχίζουν τις θέσεις τους συνοδεία διμοιριών. Αυτό είχε πάντα μια ένταση, την οποία η έδρα δεν αντιμετώπιζε, αλλά διέκοπτε την διαδικασία», ανέφερε η Ελευθερία Κουμάντου, υπογραμμίζοντας το περιστατικό όπου ζήτησαν από τη Μάγδα Φύσσα να κάτσει στην πλευρά των Χρυσαυγιτών. Η επίθεση στην δικηγόρο Ευγενία Κουνιάκη αποτέλεσε άλλη μια απόδειξη της προκλητικής απραξίας των αστυνομικών.
Δεν υπάρχει το αντιφασιστικό κοινό πια στην δίκη. Ελευθερία Κουμάντου
Οι συνήγοροι της Χρυσής Αυγής μισθοδοτούνται από την Βουλή των Ελλήνων ως επιστημονικοί συνεργάτες των βουλευτών που σημαίνει ότι βρίσκονται πολύ κοντά ιδεολογικά με την οργάνωση. «Όταν κατέθεταν μετανάστες, ρωτούσαν πράγματα όπως “Αφού είσαι φτωχός μετανάστης γιατί έκανες κι άλλα παιδιά;” Ακόμη, ρώτησαν μία φοιτήτρια αν την τρομάζουν περισσότερο τα μαδέρια που κρατούν οι Χρυσαυγίτες ή τα μαδέρια που κρατούν αναρχικοί ή κομμουνιστές στις πορείες» ανέφερε η Ελευθερία Τομπατζόγλου, σχολιάζοντας και την τακτική εκφοβισμού που γιγαντώθηκε με τους προστατευόμενους μάρτυρες, τους οποίους αποκαλούσαν με το όνομά τους μέσα στην αίθουσα προσπαθώντας να δείξουν ότι ξέρουν ποιοι είναι.
Πρωτοφανή συγκάλυψη της Χρυσής Αυγής από την αστυνομία παρατηρεί η Ελευθερία Τομπατζόγλου στην δολοφονία Φύσσα, ενώ στις περισσότερες περιπτώσεις η συγκάλυψη γινόταν αργότερα. Όταν η αστυνομία απέστειλε έγγραφο με τις ομάδες ΔΙΑΣ και τα περιπολικά που επιλήφθηκαν του περιστατικού, είχε ξεχάσει να συμπεριλάβει το περιπολικό που διενήργησε την σύλληψη του Ρουπακιά.
Ο δολοφόνος στο περιπολικό ομολόγησε απευθείας την πράξη του, λέγοντας «Εγώ το έκανα. Είμαι δικός σας, μην το πείτε». Στα πλαίσια της ασυλίας και του κλίματος που επικρατούσε, «είχε την απόλυτη πεποίθηση ότι μπορεί να σκοτώσει έναν άνθρωπο δημόσια και να έχει συγκάλυψη από την αστυνομία, λέγοντας ότι είναι Χρυσαυγίτης», σημείωσε η δικηγόρος.
Θα περίμενε κανείς οι αστυνομικοί που συνέλαβαν τον δράστη να είναι οι πρώτοι που θα καταθέσουν. «Όμως τους εξαφάνισαν!» είπε ο Κώστας Παπαδάκης. «Θα είχε μάθει όλος ο κόσμος από την πρώτη στιγμή ότι ο δράστης ομολόγησε, αλλά ο αστυνομικός που τον συνέλαβε εμφανίστηκε στην δικογραφία 6 μήνες μετά.»
Όταν μια φοιτήτρια, αυτόπτης μάρτυρας της δολοφονίας, κλήθηκε να αναγνωρίσει τους δεκαοχτώ Χρυσαυγίτες, ξαναβρέθηκε αντιμέτωπη με όλους αυτούς κι ο ένας την απείλησε: «Έλα έξω να σου πω τι θα θυμηθείς από εκείνο το βράδυ». Σε άλλο περιστατικό, Χρυσαυγίτης δικηγόρος χαστούκισε μία κοπέλα από το κοινό, στον κοινόχρηστο διάδρομο του Κορυδαλλού που οδηγεί στις τουαλέτες. Αποδομώντας ιδεολογικοπολιτικά την Χρυσή Αυγή καταλαβαίνει κανείς ότι ενώ αυτοπαρουσιάζεται κατά του κατεστημένου, είναι ο μεγαλύτερος εχθρός των θυμάτων του κατεστημένου, όπως οι μετανάστες, ανέφερε ο δικηγόρος.
«Τώρα αυτά έχουν ομαλοποιηθεί, όμως δεν υπάρχει το αντιφασιστικό κοινό πια στην δίκη. Το λέω ως παράπονο, ως παρατηρητής, δημοσιογράφος και πολίτης. Αυτό το παιχνίδι το έχουμε αφήσει έξω από την διαδικασία σκέψης μας. Αυτοί οι άνθρωποι χρειάζονται την στήριξή μας. Τα θύματα δεν φτάνει να δικαιωθούν μόνο στην αίθουσα του δικαστηρίου, αλλά και στη κοινωνία», σημείωσε η Ελευθερία Κουμάντου, «για να νιώθει και η έδρα ότι βλέπουμε τι κάνει».
Αυτή είναι η μεγαλύτερη δίκη μετά τη μεταπολίτευση. Το πως θα είναι η επόμενη μέρα μετά την απόφαση, εξαρτάται από ολόκληρη την κοινωνία.