Ταξίδι στο Σεράγεβο. Είκοσι δύο χρόνια μετά το τέλος των 1348 ημερών πολιορκίας της πόλης. Μάρτης του 2017. Το βανάκι ξεκινά από το αεροδρόμιο για το κέντρο της πόλης, που επιμένει να κουβαλά -άραγε είναι μόνο μέσα στο κεφάλι μου;-, εντελώς ανεξήγητα, χωρίς την ελάχιστη «διαφήμιση», μια άφθαρτη μυθολογία -η απόσταση είναι μικρή, του τετάρτου, άντε του εικοσαλέπτου. Παραμένουν ορατές οι πληγές της; Καταχωνιάστηκαν; Πώς είναι οι άνθρωποι σήμερα; Νορμάλ; Η καθημερινότητά τους; Πώς έχει εξελιχτεί και πώς υπάρχει η αλλοτινή «Ιερουσαλήμ της Ευρώπης» και πιο πολυπολιτισμική και κοσμοπολίτικη πρωτεύουσα της πρώην Γιουγκοσλαβίας (με το παγκόσμιο παράδοξο να συνυπάρχουν δίπλα δίπλα τζαμιά, ορθόδοξοι και καθολικοί ναοί και συναγωγές) στη σημερινή συνθήκη, ξεχασμένη ολότελα απ΄τη διεθνή κοινότητα; Θυμάται τους 100.000 νεκρούς της; «Κόλλησε»; Προχώρησε καθόλου;
Πρώτη ορατή διαπίστωση: υπάρχει ένα νεόδημητο κομμάτι της πόλεως κοντά στο αεροδρόμιο. Είναι η νέα βάση των Σέρβων της Βοσνίας που εγκατέλειψαν το κέντρο, επειδή στην τελική μοιρασιά το Σεράγεβο έπεσε στο μουσουλμανικό τομέα. Πλέον το ιστορικό κέντρο, ένα αδιανόητο μιξ αρχιτεκτονικών στυλ, φοράει φανατικότερα μαντήλα και σπανιότερα ακόμη και νικάμπ –στο τετραήμερο είδα μία.
Ο οδηγός μας είναι γέννημα θρέμμα της πόλης και καπνίζει ασταμάτητα ενθαρρύνοντάς μας αν θέλουμε να κάνουμε το ίδιο (η πόλη, θα διαπιστώσω πολύ σύντομα πως είναι με διαφορά παγκόσμια πρωταθλήτρια στο κάπνισμα). Όσο οδηγάει σας τρελός με ξαφνικές σφήνες μάς συστήνεται. Έχει τελειώσει την Αρχιτεκτονική –αργότερα πληροφορηθήκαμε πως είναι γιος διακεκριμένου αρχιτέκτονα της χώρας και καθηγητή στο Πολυτεχνείο της πόλης. Το Σεράγεβο, αν και πρωτεύουσα έχει διαστάσεις, λίγο πολύ, μεγάλης κωμόπολης. Οι κάτοικοι με ένα τρόπο γνωρίζονται μεταξύ τους.
Ο συνομιλητής μου αναγκάζεται και βιοπορίζεται κάνοντας τον οδηγό σε ξένους. Ακούγεται αστείο, αλλά αυτή η βαλκανική μαύρη τρύπα κατακλύζεται από Ασιάτες, άραβες και Τούρκους τουρίστες.
Αναζητώντας στο Google λίγα στοιχεία για την πόλη και τη χώρα σήμερα, έπεσα πάνω στις εικόνες των εκτρόπων του 2014. Στην μαύρη απελπισία τους άνεργοι βόσνιοι πολίτες πυρπόλησαν δημόσιο κτήριο. Οι τραυματίες φτάσανε τους 150. Η ανεργία στη χώρα τη συγκεκριμένη χρονιά άγγιζε το 44%. Από το 2014 ως σήμερα, εν μέσω συνεχών ατελέσφορων summits με αξιωματούχους της Ε.Ε. και βαρύγδουπες υποσχέσεις των βόσνιων πολιτικών, η ανεργία, βάσει επίσημων στοιχείων, κρατά γερά: 42%. Η σπουδαγμένη νεολαία λακίζει απ΄τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη.
Τα ρεπορτάζ στον βαλκανικό τύπο –ο διεθνής αδιαφορεί για τη χώρα- σημειώνουν πως οι μεταρρυθμίσεις δεν γίνονται κι αν γίνονται αυτό συμβαίνει με ρυθμούς χελώνας. Η καραμέλα της ευρωπαϊκής ένταξης της χώρας είναι μια εκκρεμότητα που πολύ βολικά μετατοπίζεται από όλες τις μεριές αενάως στο μέλλον.
Στις πρώτες συζητήσεις με ντόπιους μαθαίνω -και ζαλίζομαι- ακόμη μια παγκόσμια πρωτιά της χώρας: ο μουσουλμανικός τομέας, που είναι συντριπτικά ο μεγαλύτερος, έχει 14 πρωθυπουργούς και γύρω στα 14Ο υπουργεία. Η κεντρική εξουσία είνα δαιδαλώδης, κατακερματισμένη, αδύναμη.
Η καθημερινότητα ωστόσο ρολάρει μια χαρά, παρ’όλο που τα ίχνη του πολέμου παραμένουν ολοζώντανα στην καρδιά της -κτήρια γαζωμένα από οβίδες και σφαίρες κι εκατοντάδες μνήματα βόσνιων μουσουλμάνων.
Η πόλη έχει τα πάντα, ζωντανή νύχτα, πολύ, καλό, βαρύ και πάμφθηνο φαγητό, γλυκά που σε ζαλίζουν (παρόμοια με τα Πολίτικα), ποτό, δυνατή μουσική (όπου κι αν καθίσεις σού παίρνουν τα αυτιά τα εγχώρια ποπ σκυλάδικα, γιουροβιζιονικού τύπου άσματα και ό,τι παρήγαγαν τα ‘80’s αδιακρίτως). Αν βγεις λίγο πιο έξω από το κέντρο με το τραμ βρίσκεις παράνομα τσιγάρα και τα θλιβερά παζάρια των εξαθλιωμένων με 2-3 βιβλία, ρουχαλάκια και λούτρινα παιχνίδια.
Όσοι προφτάσαν το Σεράγεβο πριν τον πόλεμο το θυμούνται κοσμοπολίτικο. Υπήρχαν περισσότεροι Σέρβοι και Κροάτες απ’ότι σήμερα. Κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου εισέρρευσαν πολλοί μουσουλμάνοι και από γειτονικές χώρες και το ζύγι μπάταρε υπερβολικά προς τη μια πλευρά. Πίνοντας τον ένα καφέ μετά τον άλλο–ο βοσνιακός τούρκικος είναι ένα συγκλονιστικό χαρμάνι, σκάλες ανώτερο από οτιδήποτε έχουμε πιει ακόμη και σε αραβικές χώρες- και πιάνοντας την κουβέντα ακούω τις θηριωδίες που έχουν διαπράξει και οι Σέρβοι και οι Μουσουλμάνοι. Δεν το περιμένεις γεγονότα που συνέβησαν πριν 2 δεκαετίες να παραμένουν για τόσους πολλούς ακόμη νωπά.
Ο Νταμίρ Μαριάνοβιτς, από τις πιο προοδευτικές φωνές της χώρας, πρύτανης του International Burch University Sarajevo, επιστήμονας στο Institute for Genetic Engineering and Biotechnology, καθηγητής στο University of Sarajevo τα τελευταία 15 χρόνια και υπουργός Παιδείας, Επιστημών και Νεότητας από το 2012 μέχρι το 2013 στη συζήτηση που είχαμε παραδέχεται ότι η «εθνική και αστική δομή του ντόπιου πληθυσμού άλλαξε όντως πολύ, κυρίως κατά τη διάρκεια και μετά την τελευταία εμπόλεμη σύρραξη». Ακόμη και οι περισσότερες πρόσφατες τοπικές ευρωπαϊκές και διεθνείς συγκρούσεις «αφήσαν πάρα πολλές πληγές στην τρέχουσα πολιτική κατάσταση της περιοχής», προσθέτει.
Παρόλα αυτά, ο ίδιος ακόμη νιώθει «αυτό το πολυπολιτισμικό αίσθημα στον αέρα».«Αυτό το πνεύμα του Σεράγεβο θα επιζεί πάντα -υπογραμμίζει- ασχέτως της δομής που θα αποκτήσει σε σχέση με την εθνική ταυτότητα των κατοίκων της».
Θεωρεί ότι «ο κύριος θησαυρός» αυτού του γεωγραφικού κομματιού της ευρωπαϊκής ηπείρου πρέπει να είναι «αυτή η όμορφη πολιτιστική, εθνοτική και πληθυσμιακή ποικιλία», παρόλο που «δυστυχώς αυτός ο θησαυρός πολύ συχνά κακοποιείται στο πλαίσιο των πολιτικών παιχνιδιών.»
Δεν χάνει παρόλα αυτά ο Μαριάνοβιτς την ελπίδα του ότι «αυτά τα διαφορετικά έθνη μπορούν να ζήσουν μαζί ειρηνικά». Με μια βασική προϋπόθεση: «Χωρίς τους σημερινούς αποκαλούμενους εθνικούς ηγέτες.» Τον ρωτάω τι άλλαξε κυρίως μετά τον πόλεμο. «Χρειάζεται να γραφτεί ολόκληρο βιβλίο για να περιγράψω τι άλλαξε προς το χειρότερο τα τελευταία 25 χρόνια, στον τρόπο ζωής, στις οικονομικές συνθήκες, στην ασφάλεια, στο περιβάλλον, στο σύστημα παιδείας. Δυστυχώς, βρισκόμαστε σε μια διαρκή μετάβαση σχεδόν εδώ και 25 χρόνια και φαίνεται πως ακόμη περιμένουμε για κάποιες αλλαγές από τη μια, που απ΄την άλλη τις φοβόμαστε.»
Είναι ο πλέον κατάλληλος για να μας πει την κατάσταση που επικρατεί στο εκπαιδευτικό σύστημα. «Δεν είναι πια επαρκές, λέει, με αποτέλεσμα να δημιουργεί γενιές με ανεπαρκή γνώση. Χωρίς σημαντικές μεταρρυθμίσεις (και στην Παιδεία) δεν θα είμαστε σε θέση να έχουμε την παραμικρή εξέλιξη είτε ως πόλη είτε ως κοινωνία. Αν θέλουμε να κάνουμε κάποια πρόοδο σε αυτή τη χώρα, πρέπει επιτέλους να πάψουμε να περιμένουμε κάποιον άλλο να λύσει τα προβλήματά μας και να αναλάβουν την ευθύνη της οι ντόπιοι πολιτικοί και η τοπική ακαδημαϊκή κοινότητα. Η Βοσνία επιζεί στου αιώνες και θα επιζήσει ξανά, ασχέτως του αν κάποιοι δικοί της ή γείτονες πολιτικοί ονειρεύονται άλλες λύσεις. Περιμένω όμως τις σημαντικές αλλαγές στο άμεσο μέλλον, οι οποίες θα είναι συνδεδεμένες με τις γεωπολιτικές αλλαγές που ζούμε αυτή τη στιγμή».
Υπάρχουν βεβαίως βαρίδια: «Το χρέος μας, συγκρινόμενο με της Ελλάδας, της Ισπανίας ή ακόμη και της Κροατίας, είναι τεράστιο. Επίσης, μια πολιτικά διχασμένη κοινωνία δεν είναι έτοιμη για οικονομικές βελτιώσεις. Όποτε έχουμε προσπαθήσει να αλλάξουμε κάτι και όποτε επιτυγχάνουμε σημαντικά αποτελέσματα, διεφθαρμένοι πολιτικοί, συχνά χειραγωγούμενοι από εξωτερικές πολιτικές πρωτοβουλίες σταματούν αυτές τις προσπάθειες διατηρώντας ένα μεταβατικό status quo.»
Η κόπωση είναι ορατή σε όλα τα επίπεδα. «Έχω την εντύπωση ότι και η Ε.Ε. και οι ΗΠΑ έχουν κουραστεί απ΄την Βοσνία. Το πολιτικό ενδιαφέρον του «δυτικού παράγοντα», που τις περισσότερες φορές ήταν διχασμένος σε ό,τι αφορά στην περιοχή, δεν είναι πια ορατό, όπως πριν από μια εικοσαετία. Από την άλλη, η Ρωσία, η Τουρκία και άλλες μη δυτικές χώρες δείχνουν ολοένα και περισσότερο ενδιαφέρον για αυτή την περιοχή, και ειδικότερα για τη Βοσνία Ερζεγοβίνη. Η Σαουδική Αραβία αγοράζει πολλά ακίνητα, ξενοδοχεία και διαμερίσματα, χωρίς να είναι ωστόσο ορατή η πρόθεση μιας σοβαρής βιομηχανικής επένδυσης.»
Οι περισσότεροι από τους πολίτες της Βοσνίας Ερζεγοβίνης θα ήταν πολύ ευτυχείς, υποστηρίζει ο Μαριάνοβιτς, «αν γινόμασταν μέρος της Ε.Ε.Παρόλα αυτά, γνωρίζουμε ότι δεν συμμερίζονται όλα τα μέλη της αυτή την ιδέα.Θα πρέπει όμως να ξέρουν ότι μπουχτίσαμε πια από τα πάμπολλα πολιτικά πειράματα που “παίχτηκαν” από διάφορες διοικήσεις της Ε.Ε κι ότι στο προσεχές μέλλον μπορεί οι πολίτες της χώρας να αισθανθούν τόσο κορεσμένοι από τους Ευρωπαίους και τους Αμερικανούς που πιθανώς να αποφασίσουν να αναζητήσουν νέο πολιτικό σύμμαχο».
«Τα Βαλκάνια πάντα αντιμετωπίζονταν με τα στερεότυπα του εθνικισμού και των συγκρούσεων», σχολιάζει ο πρέσβης της Ελλάδας στη Βοσνία Ερζεγοβίνη κ.Γιώργος Ηλιόπουλος στην ελληνική πρεσβεία, που βρίσκεται στο αμιγώς ευρωπαϊκό κομμάτι του Σεράγεβο, παραπλεύρως του ποταμού Μiliatska, με τα κτήρια κοσμήματα που άφησε πίσω η Αυστροουγγαρία –δυστυχώς, το κτίσμα δεν είναι ιδιόκτητο. Η θέα είναι άπλετη προς το ιστορικό κέντρο και τους πέριξ λόφους. ”Επί Γιουγκοσλαβίας είχε καταφέρει τους εθνικισμούς να τους ρίξει κάτω απ΄το χαλί. Μετά τη διάλυση ξαναεμφανίστηκαν και εντονότερα”, προσθέτει.
Η νεότερη γενιά «όχι μόνο δεν έχει απαλλαγεί από τα στερεότυπα αυτά, αλλά τα στατιστικά νούμερα είναι εντυπωσιακά», επισημαίνει ο πρέσβης. «74% των μαθητών στα σχολεία δεν θέλουν να μοιράζονται τα θρανία τους με παιδιά άλλης εθνότητας. Αυτό είναι κάτι που επιδιώκουν οι πολιτικοί ηγέτες. Να εγκλωβίσουν και να μαντρώσουν τους ψηφοφόρους τους. Βεβαίως, είναι διαφορετικός ο τρόπος που αντιλαμβάνονται οι εθνότητες τα πράγματα, υπάρχουν συγκρουόμενα συμφέροντα. Κανένας δεν θέλει να βγει με το τουφέκι στον ώμο φυσικά. Αλλά οι πολιτικοί επενδύουν στην ένταση για ψηφοθηρικούς λόγους».
Εκτιμά ότι «δεν μπορείς να αποφύγεις το ενδεχόμενο ενός ατυχήματος» και ότι τα πράγματα θα κριθούν τελικά από το ποιοι θα επικρατήσουν στη χώρα τελικά. «Οι ψυχραιμότεροι ή οι ριζοσπαστικότεροι;»
Υπάρχει κάτι που να ενώνει τις τρεις εθνότητες, που συγκατοικούν στην ίδια χώρα; «Η ελπίδα για μια ευρωπαϊκή πορεία της Βοσνίας Ερζεγοβίνης. Αυτή είναι μια επιθυμία από κάτω που δεν συμμερίζονται οι πολιτικοί, παρόλο που δείχνουν το αντίθετο, διότι στο ενδεχόμενο της ευρωπαϊκής πορείας φοβούνται ότι θα χάσουν τον έλεγχο. Οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις θα σήμαιναν την απώλεια ψήφων».
Η Δύση που πάντοτε παρενέβαινε και «σ’ ένα βαθμό κι οι Βόσνιοι ήταν ανέκαθεν συνηθισμένοι στις παρεμβάσεις τρίτων», δεν φαίνεται να αναμειγνύεται σήμερα. «Οι εμφανέστερες παρεμβάσεις προέρχονται από τις Αραβικές χώρες του Κόλπου και την Τουρκία και αφορούν σε πολιτικές ενίσχυσης του θρησκευτικού συναισθήματος». Στην πόλη με χρήματα των Αράβων έχουν ανεγερθεί νέα τζαμιά, ενώ για μια περίοδο –πριν την πτώση της τιμής του πετρελαίου- επιδοτούνταν οι οικογένειες των Μουσουλμάνων με 100 δολάρια το μήνα για να φοράνε τα κορίτσια μαντήλα.
Η Ρωσία; «Δεν θέλει να χάσει αυτό που έχει. Διατηρεί ακόμη ερείσματα μεταξύ των Σέρβων και σε κάποιο βαθμό τους επηρεάζει.Δεν θα ήθελε η Σερβία να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ. Ο Ντόναλντ Τράμπ, από την άλλη, δεν έχει ανοίξει τα χαρτιά του για την περιοχή. Το παράδοξο είναι ότι οι Μουσουλμάνοι ήλπιζαν στην εκλογή της Κλίντον και οι Σέρβοι ήθελαν να εκλεγεί ο Τράμπ. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ δεν έχει δείξει πάντως ότι η περιοχή αποτελεί κέντρο του ενδιαφέροντός της».
Ποια εκτιμά ότι μπορεί να είναι η επόμενη μέρα της χώρας; Θα κατορθώσουν να επικρατήσουν οι ψυχραιμότεροι; «Όσοι κάνουν προβλέψεις πέφτουν έξω. Εάν καταφέρουν οι νέες γενιές να επικρατήσουν στην πολιτική τότε η πρόοδος είναι πολύ πιθανή. Εάν αποτύχουν να εκτοπίσουν τους παλιούς θα βαλτώσουν.Όταν έπεσε το Τείχος του Βερολίνου και άρχισαν οι μεταρρυθμίσεις στις ανατολικές οικονομίες, οι χώρες της πρώην Γιουγκοσλαβίας είχαν βυθιστεί στον πόλεμο. Επομένως, έχουν μείνει πίσω. Λόγου του πόνου και της ανασφάλειας του πολέμου δεν τόλμησαν να μεταρρυθμίσουν τις οικονομίες τους. Και σήμερα βρίσκονται πάρα πολύ πίσω”.
Το βιοτικό επίπεδο δεν είναι ιδιαίτερα καλό, σχολιάζει. «Υπάρχει φτώχεια, υπάρχει και εξωφρενικός πλούτος. Ως προς το κόστος της ζωής, οτιδήποτε εισαγόμενο έχει τιμές Αθήνας, ο,τιδήποτε παράγεται τοπικά είναι πάμφθηνο.Οι κοινωνικές διαφορές είναι τεράστιες. Όσοι έχουν σχέση με το δημόσιο είναι σε εξαιρετική κατάσταση, σε αντίθεση με τους υπόλοιπους εργαζομένους. ‘Ενας μέσος μισθός του δημοσίου υπαλλήλου είναι τρεις φορές ψηλότερος από του μέσου ιδιωτικού υπαλλήλου. Γι’αυτό και όλοι θέλουν να γίνουν δημόσιοι υπάλληλοι.»
Η ζωή της πόλης πώς μπορεί να περιγραφεί από ένα ξένο; «Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, γιατί η χώρα και η πολιτική της είναι ενδιαφέρουσες, αλλά δεν παύει να είναι ένα σχετικά μικρό μέρος με περιορισμένες δυνατότητες. Τα πάντα βρίσκονται μακριά, λόγω του πολύ κακού οδικού δικτύου και της απουσίας απευθείας αεροπορικών συνδέσεων. Είναι ωστόσο μια χώρα, με τεράστιες δυνατότητες, στον τομέα της ενέργειας, λόγω των ρεόντων υδάτων και τα δάση της είναι εκπληκτικά». Από τις βασικές πηγές εσόδων είναι η ξυλεία, το αλουμίνιο κι ο τουρισμός. Από το 2012 υπήρξε ένα boom στον ξενοδοχειακό κλάδο και στα χιονοδρομικά κέντρα.
Τον λαό της χώρας ο πρέσβης τον χαρακτηρίζει «εξαιρετικά ζεστό. Δυστυχώς όμως κουβαλάει ακόμα τα τραύματα του πολέμου. Φύγανε από τη χώρα και πολλά παιδιά. Το μέλλον του τόπου έτσι διακυβεύεται.»
Η Ντιάνα Μουγιάνοβιτς βρισκόταν στην Ελλάδα την περίοδο του Δημοψηφίσματος καλύπτοντας τις εξελίξεις για λογαριασμό του Αl Jazeera Βαλκανίων, με έδρα στο Σεράγεβο ένα γυάλινο πύργο- εμπορικό κέντρο, ο οποίος θα μπορούσε να βρίσκεται σε οποιαδήποτε ευρωπαϊκή πρωτεύουσα διαθέτοντας, υποκαταστήματα όλων των μεγάλων εταιριών, εστιατόρια και καφέ απ’όπου είναι όμως ανεξήγητα εξοβελισμένο το αλκοόλ. «Η Ελλάδα “παίζει” στο Αl Jazeera αρκετά και λόγω Μεταναστευτικού, αλλά πρώτα απ’όλα γιατί είμαστε κοντά. Είμαστε όλοι Βαλκάνια κι εμείς είμαστε το βαλκανικό παράρτημα του καναλιού», μου εξηγεί στο καφέ του τελευταίου ορόφου όπου μαζεύεται στα διαλείμματα του το προσωπικό του σταθμού.
Μου συστήνει την Βοσνία Ερζεγοβίνη «ως μια χώρα που πάντα ήταν κομμάτι μιας αυτοκρατορίας: της Οθωμανικής, της Αυστροουγγαρίας, της Γιουγκοσλαβίας. Η ιστορία μας πάντα ήταν συνυφασμένη και με τους γείτονές μας. Όταν διαλύθηκε η Γιουγκοσλαβία τα συμφέροντα κάθε λαού σε κάθε χώρα ήταν διαφορετικά. Σήμερα έχουμε 134 υπουργεία. Δεν είναι καλό. Το μέλλον μας είναι ένα –υπογραμμίζει- η ένταξή μας στην Ε.Ε. Είναι το μοναδικό μέλλον που μπορεί να προσφέρει και στους τρεις λαούς κάτι και στην Οικονομία. Κάθε χρόνο φεύγουν 80 χιλιάδες παιδιά για το εξωτερικό. Είναι οι πιο ικανοί και μορφωμένοι. Πίσω μένουν όσοι έχουν να προσφέρουν τα λιγότερα. Κάτι πρέπει ν’ αλλάξει».
Πρώτος προορισμός στο φυλλορρόημα είναι η Γερμανία: «Πολλοί πατεράδες επί Γιουγκοσλαβίας δούλευαν στη Γερμανία ως εργάτες και ξαναπήγαν πρόσφυγες και κατά τη διάρκεια του πολέμου. Υπάρχουν δεσμοί με τη χώρα».
Στο Σεράγεβο μπορείς και ζεις καλά; «Ζει καλά αυτός που έχει δουλειά και καλό μισθό. Οι νέοι δεν μπορούν να βρουν στη χώρα δουλειά. Η ανεργία είναι μεγαλύτερη από ό,τι στην Ελλάδα. Στο Σεράγεβο όλα λάμπουν, αλλά αν φύγεις και πας παραέξω, σε χωριά ή σε μικρότερες πόλεις, θα δεις μια άλλη κατάσταση. Το κράτος είναι βυθισμένο στο χρέος και βρίσκεται υπό την κηδεμονία του ΔΝΤ.Ελπίζω η Ε.Ε να μπορέσει να κάνει κάτι και για εμάς τους πολίτες και επιπλέον να υποχρεώσει τις κυβερνήσεις να δουλέψουν».
Η χώρα, με πληροφορεί, προτού ξαναμπεί στο στούντιο του Αl Jazeera για το δελτίο ειδήσεων, έχει κάνει μερικά βήματα προς την Ε.Ε., αλλά «ξαναμπήκαμε σε νέα πολιτική κρίση, που δεν έχει σχέση με την ενταξιακή μας πορεία». Φέτος ( 2017) κλείνει η δεκαετία από το δικαστήριο της Χάγης και το δικαίωμα προσφυγής κατά των Σέρβων και των εγκλημάτων που διέπραξαν. «Η νέα προσφυγή έγινε την τελευταία στιγμή δημιουργώντας νέες εντάσεις. Πρέπει να σταματήσουμε να ζούμε στο παρελθόν. Δεν μας αφήνουν, όμως. Οι πολιτικοί συνεχώς αναμοχλεύουν τα πάθη και τις διαφορές μεταξύ των εθνοτήτων. Δεν μας αφήνουν να πάμε μπροστά ή τη στιγμή που κάνουμε ένα βήμα μας γυρνάνε πίσω».
Ο Μάρκο, 31 ετών, Σέρβος και γέννημα θρέμμα της πόλης, είναι ένας από τους χιλιάδες ανέργους της. Πώς τη βγάζει; «Ασχολούμαι λίγο με τα κτήματα και τα ζώα της οικογένειας. Δεν θέλω να φύγω από τη χώρα μου. Ζω με τους γονείς μου. Όσοι έχουν σπουδάσει φεύγουν. Κάθε χρόνο φεύγουν 80 χιλιάδες παιδιά για το εξωτερικό εδώ!Η ζωή μπορεί να είναι νορμάλ πια στο Σεράγεβο. Αλλά οι Σέρβοι δεν μπορούν πια να βρουν εύκολα δουλειά.»
Σε απογραφή που έγινε πριν από τρία χρόνια ο σερβικός πληθυσμός είναι μόλις το 5%. «Ήταν 165 χιλιάδες. Σήμερα είναι μόλις 10 χιλιάδες. Το 90% μέσα στο Σεράγεβο είναι Μουσουλμάνοι. Έχει μουσουλμανοποιηθείη πόλη. Έχει πάρα πολλά τζαμιά και πολλοί άραβες επενδύουν και μένουν εδώ. Πριν τον πόλεμο δεν απασχολούσε κανέναν η θρησκεία σου. Σήμερα με το όνομά σου σε έχουν καταχωρήσει. Παλιά υπήρχαν και πολλοί μεικτοί γάμοι. Σήμερα είναι ελάχιστοι. Πιο εύκολα μια Σέρβα θα παντρευτεί βεβαίως μουσουλμάνο από μια Μουσουλμάνα Σέρβο.»
Ο Σέρβοι φύγαν είτε για πόλεις του σερβικού τομέα είτε για τη νέα πόλη που χτίστηκε στην πεδίαδα κοντά στο αεροδρόμιο μετά το ‘95. «Στην εργασία μπορεί να συνυπάρχουμε, αλλά μίσος υπάρχει. Δεν θέλει πολύ για να ανάψει η φιτιλιά Στα Βαλκάνια αρκεί μια φιτιλιά. Ας ελπίσουμε ότι τα παλιά πάθη θα τελειώσουν. Αν κι οι πολιτικοί δεν μας αφήνουν». Με παροτρύνει να δω στα portal τους με τι πάθος και μένος λογομαχούν οι δυο πλευρές. «Μαζί με τους πολιτικούς και οι οικογένειες περνάνε το δηλητήριο στις νεότερες».
Τη Γιουγκοσλαβία τη νοσταλγεί κανείς; «Μόνο οι μεγαλύτεροι, παρόλο που και σήμερα όλα τα λεφτά του κρατικού προϋπολογισμού πηγαίνουν στους δημόσιους υπάλληλους. Έχουμε πολλή γραφειοκρατία, πολλά υπουργεία, πάρα πολλούς δημόσιους υπαλλήλους. Μόνο στο σερβικό τομέα είναι γύρω στους 20 χιλιάδες. Με το χρέος δεν μπορεί να υπάρξει στη χώρα ανάπτυξη. Οι περισσότεροι ακόμη σπουδάζουν Νομικά και Οικονομικά κι αυτό εντείνει την ανεργία.» Ο Μάρκο εκτιμά ότι η Βοσνία μπορεί να βρίσκεται ή να θέλει αν βρίσκεται στο δρόμο για την Ε.Ε. αλλά «όλοι βλέπουμε ότι δεν τα πηγαίνει καλά. Και δεν ξέρω αν η Ε.Ε. θα μας κάνει καλό».
O Ηλίας Ασρέμπ (ο πατέρας του είναι Σύρος, η μητέρα Ελληνίδα) σπουδάζει Οικονομικά στο Sarajevo School of Science and Tecknology. «Επέλεξα να έρθω Bοσνία Ερζεγοβίνη και να σπουδάσω επειδή το συγκεκριμένο ιδιωτικό πανεπιστήμιο συνεργάζεται με το Πανεπιστήμιο του Μπάκινγκχαμ. Θέλω να συνεχίσω με master στην Αγγλία» ,εξηγεί. Η ζωή για έναν φοιτητή στο Σεράγεβο «μοιάζει με τη ζωή σε μια μικρή πόλη της Ελλάδας. Διαθέτει όμως οτιδήποτε χρειάζεται ένας πολίτης, γιατί είναι πρωτεύουσα. Η χώρα είναι βαλκανική και πολύ κοντά στην Ελλάδα, δεν έχει πολύ μεγάλη διαφορά στα χαρακτηριστικά. Ούτε τα φαγητά διαφέρουν κι ο ξένος φοιτητής αντιμετωπίζεται πολύ ωραία. Παίζει ρόλο και το γεγονός ότι ο κόσμος είναι πολύ φιλόξενος».
Στο Πανεπιστήμιό του φοιτούν παιδιά από χώρες της πρώην Γιουγκοσλαβίας, Αμερικανοί (παιδιά διπλωματών ή στρατιωτικών) Τούρκοι και Κουβεϊτιανοί. Πριν τον πόλεμο υπήρχαν πάρα πολλοί έλληνες φοιτητές, ειδικά για τις γυμναστικές ακαδημίες, γιατί αναγνωρίζονταν τα πτυχεία από το ΔΙΚΑΤΣΑ. Σήμερα είναι μόλις 3 οι ‘Ελληνες, υπολογίζοντας σε αυτούς και τον ίδιο. Δυο φίλοι του από τη Δανία επέλεξαν να κάνουν στο κρατικό πανεπιστήμιο του Σεράγεβο μεταπτυχειακό για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, ένας τομέας πολύ δημοφιλής στο συγκεκριμένο Ίδρυμα.
‘Ενα επιπλέον πλεονέκτημα των σπουδών στο Σεράγεβο είναι το κόστος. «Τα πάντα είναι 2 φορές φτηνότερα από την Ελλάδα». Φέρνει ως παράδειγμα τα ενοίκια: «Ένα καλό δυάρι έχει 150 ευρώ. Με 250 με 300 ευρώ περνάει κανείς πολύ καλά σε αυτή τη χώρα». Αναζητώντας προορισμό θερινών διακοπών στην Ελλάδα ανακάλυψε ότι για 10 μέρες στη Ζάκυνθο και την Κέρκυρα («δυο νησιά που αγαπάνε πολύ οι Βόσνιοι») το κόστος με μετακινήσεις και διαμονή είναι 170 ευρώ! Στα ταξιδιωτικά γραφεία ωστόσο περισσότερο διαφημίζονται οι πτήσεις προς τα Εμιράτα, τη Σαουδική Αραβία, το Κουβέιτ και το Ιράν.
Στην καθημερινότητά του ο ίδιος δεν βλέπει την έχθρα μεταξύ των Βόσνιων μουσουλμάνων και των Σέρβων. «Ο θείος μου έχει μια εταιρεία στην οποία εργάζονται μαζί και οι δυο εθνότητες, δεν υπάρχει πρόβλημα. Στο Σεράγεβο είναι έντονο το μουσουλμανικό στοιχείο αλλά ο κόσμος δεν είναι αυτός που θα δεις στις αραβικές χώρες. Χιτζάμπ φοράει πολύ μικρό ποσοστό γυναικών. Στους 375 φοιτητές του Πανεπιστημίου μου μόνο τρεις κοπέλες φοράνε μαντήλα.»
Παρατηρεί ότι υπάρχουν πολλοί Τούρκοι στην χώρα, που ασκούν μεγάλη επιρροή στην στροφή προς το Ισλάμ. «Αλλά η γλώσσα και η συμπεριφορά είναι μία. Δεν υπάρχει Βόσνιος μουσουλμάνος, Σέρβος και Κροάτης, παρ’όλο που οι Σέρβοι έχουν τα δικά τους θρησκευτικά έθιμα και οι Βόσνιοι τις δικές τους θρησκευτικές γιορτές.»
Στο αεροδρόμιο, για την transit πτήση προς Κωνσταντινούπολη, που θα με φέρει τελικά στην Αθήνα γνωρίζω την Μάγια. Είναι 23 χρονών Σέρβα και ετοιμάζεται με πανικό και ενθουσιασμό ταυτόχρονα, σε μια ισορροπία τρόμου, για το παρθενικό ταξίδι της στο Άμπου Ντάμπι. Δεν ξέρει τι συνθήκες θα συναντήσει εκεί. Δεν ξέρει ούτε τον τρόπο που θα την αξιοποιήσουν. Οι εναλλακτικές είναι ο ξενοδοχειακός τομέας ή σερβιτόρα σε εστιατόριο. Στο Σεράγεβο ήταν άνεργη. Μου περιέγραψε, βουρκωμένη, περιμένοντας μαζί και στο αεροδρόμιο της Κωνσταντινούπολης την επόμενη πτήση μας, τη σπαρακτική σκηνή του αποχωρισμού της με τον πατέρα και τον αγαπημένο της. Το «διαβατήριό» της για το ταξίδι στο Άμπου Ντάμπι είναι τα άπταιστα αγγλικά . Στις πρώτες φράσεις που ανταλλάξαμε πίστεψα πως είναι Αμερικάνα. Έχει γεννηθεί στο Σεράγεβο, αλλά προτού επιστρέψει σ’ αυτό, έζησε για χρόνια με την οικογένειά της στις ΗΠΑ. Είναι ένα από τα χιλιάδες παιδιά της Βοσνίας Ερζεγοβίνης που τα καλύτερα τους χρόνια θα τα ζήσουν μακριά της.