Ξυπνάτε Σουλιωτόπουλα,
Σουλιώτισσες ξυπνάτε,
ζωστείτε πάλι τ΄άρματα
κι αλύπητα χτυπάτε!
Εχθροί καινούριοι πάτησαν
τα δοξασμένα μέρη,
φρουροί σταθείτε τους γκρεμούς
με το σπαθί στο χέρι!
Γκούγκλαρα «ποιήματα για την 25η Μαρτίου» και σε ένα παιδικό site στην υποενότητα Ποίηματα για την 25η Μαρτίου-για το νηπιαγωγείο υπήρχε, μεταξύ άλλων και το παραπάνω ποίημα.
Μου φάνηκε αστείο –αν όχι ενοχλητικό- ότι καλείται ένα νήπιο, δηλαδή ένα παιδάκι περίπου 5 ετών- να απαγγείλει ένα ποίημα και να καλεί –ποιους πια;- να ζωστούν πάλι τ’ άρματα και αλύπητα χτυπήσουν –ποιους τώρα;.
Μένει κάτι από τα ιστορικά γεγονότα στα παιδιά από τον τρόπο που γιορτάζονται οι εθνικές επέτειοι σήμερα; Αρκεί να ντύνονται τα πιτσιρίκια τσολιαδάκια και «Αμαλίες», να κουνούν σημαιάκια, να παρελαύνουν με στολές μπροστά στους επισήμους; Τι σχέση έχει όλο αυτό με τις συνθήκες που διαμορφώνονται στην Ελλάδα του σήμερα, όπου ελάχιστοι γνωρίζουν την ιστορία του τόπου ενώ παράλληλα βρίσκεται σε έξαρση ο εθνικισμός -φαινόμενα όχι άσχετα μεταξύ τους- ο οποίος πλέον εκπροσωπείται και στη Βουλή;
Η Popaganda δίνει βήμα σε τρεις γονείς και έναν εκπαιδευτικό που αντιτίθενται στον παραδοσιακό εορτασμό και θα ήθελαν κάτι διαφορετικό να συμβαίνει, κάτι που να έχει περισσότερο νόημα στο πλαίσιο, μάλιστα, της εκπαιδευτικής διαδικασίας, κάτι που στην τελική να αποτελεί μάθημα ιστορίας.
Ας δούμε πρώτα τι είναι αυτό που τους ενοχλεί.
Η Πόπη Δετοράκη είναι παιδοψυχίατρος και μητέρας ενός κοριτσιού 6 ετών «Θεωρώ ότι είναι παλαιομοδίτικος και αναχρονιστικός ο παραδοσιακός εορτασμός κι ότι στους καιρούς που ζούμε θρέφει κι αυτό το υπερ-πατριωτικό που έχει αναπτυχθεί. Η κόρη μου θα γίνει 6 σε λίγο και καλείται να απαγγείλει ένα ποίημα που δεν το καταλαβαίνει κιόλας. Καλείται να μάθει καμιά δεκαριά στίχους τύπου “Ελλάδα μου, πατρίδα μου, χώρα δοξασμένη, λεβεντογέννα, ηρώων πατρίδα και κάτι τέτοια”. Δεν υπήρχε ιδιαίτερος ειρμός σε αυτό το ποίημα και γι’ αυτό άλλως δυσκολεύτηκε να το μάθει. Κυρίως όμως είμαι αντίθετη με τις παρελάσεις, που τις θεωρώ ένα στρατιωτικό ισοδύναμο».
Κάπως αντίστοιχα απαντάει και η Γιολίνα Μπρούσαλη μητέρα δύο παιδιών, 5 και 8 χρονών όταν τη ζητάω να σχολιάσει τον τρόπο που γιορτάζονται στο σχολείο οι εθνικές επέτειοι «Διαδικαστικός, ξερός και τυποποιημένος. Μια ευκαιρία να μη γίνει μάθημα, να φύγουν όλοι νωρίτερα για τριήμερο και βασικά χωρίς να χρειάζεται να σκεφτούν και πάρα πολύ. Δεν είμαι μάλλον υπέρ των εθνικών γιορτών, των ποιημάτων και των μασκαρεμάτων. Είμαι όμως υπέρ της εκμάθησης της ιστορίας ενός λαού, του προβληματισμού απέναντι στα ιστορικά γεγονότα και του σεβασμού όλων των γεγονότων αυτών. Όχι, την ιστορική μνήμη δεν την ακυρώνω, δεν είναι κατά τη γνώμη μου πολυτέλεια, είναι απαραίτητη».
Ο Δ.Σ. πατέρας ενός αγοριού 5 χρονών κι ενός κοριτσιού στα 7 θεωρεί καθήκον του να εξηγεί στα παιδιά τι είναι αυτό που μαθαίνουν στο σχολείο την ημέρα της σχολικής γιορτής «Όταν μιλάμε για εθνικές γιορτές και σχολικούς εορτασμούς, οι διαστάσεις της υπερβολής μοιάζουν σχεδόν αδύνατο να μην ενεργοποιηθούν: Ένα ποίημα, κάποιοι στίχοι ενός τραγουδιού, ακόμα και μία αφήγηση θα τις ενεργοποιήσουν. Προσωπικά, δεν είμαι υπέρ μιας μόνιμης υπερβολής, αλλά ενός διαλόγου μέσα στο μάθημα. Κυρίως όμως, όλες οι απόπειρες, όσο χλιαρές ή υπερβολικές κι αν είναι, μένουν ανολοκλήρωτες εάν δεν υπάρξει μια τριβή τους και εκτός σχολείου. Θέλω δηλαδή να πω, ότι οι μαθητές χρειάζεται να έχουν και εξωσχολικά πλαίσια, τα οποία να τους δίνουν την δυνατότητα να συζητήσουν αυτά που άκουσαν στην εκάστοτε γιορτή.
Παράδειγμα: Όταν η κόρη μου άκουσε για πρώτη φορά την εξιστόρηση της επανάστασης του 1821, σχεδόν αμέσως ταύτισε τους Τούρκους με το κακό και με ρώτησε με ειλικρινή απορία: “Γιατί οι Τούρκοι είναι τόσο κακοί;”. Χρειάστηκε λοιπόν μια απλουστευτική, λόγω της ηλικίας της, συζήτηση στο σπίτι για να μάθει ότι δεν υπάρχουν στην ζωή κάποιοι απολύτως κακοί λαοί, αλλά κάθε λαός, ακόμα και ο ελληνικός, έχει και καλούς και κακούς ανθρώπους. Ήταν μέσω του διαλόγου όπου έμαθε να προσπαθεί να μην δίνει μονοσήμαντα νοήματα. Το αν πέρασε και εγκαθιδρύθηκε το αποτέλεσμα της κουβέντας μας, θα το δείξει το μέλλον της».
Και πώς χειρίζονται το ότι τα παιδιά τους καλούν να πάρουν μέρος στις καθιερωμένες σχολικές γιορτές; Η Πόπη λέει «Η κόρη μου θα πάρει μέρος στη γιορτή του νηπιαγωγείου, που θα είναι κλειστή, δηλαδή δε θα παραβρεθούν γονείς. Όταν θα πάει δημοτικό δε θα της απαγορεύσω να πάρει μέρος στη γιορτή γιατί θα ένιωθα ότι μπορεί εκείνη να αισθανόταν περίεργα και να μην κατανοούσε γιατί δεν της το επιτρέπω. Δε θα έφτανα μέχρι εκεί γιατί είναι κάτι που θα το έκανε μαζί με τους συμμαθητές της και δε θα ήθελα να τη βγάλω εκτός. Ίσως επειδή τελικά δε δίνω και τόση σημασία σε όλο αυτό, είτε συμμετάσχει είτε όχι δε βρίσκω ότι έχει κάποιο ιδιαίτερο νόημα κι έτσι δε θέλω να δημιουργήσω περαιτέρω θέμα» και η Γιολίνα συμπληρώνει «Η Χλόη είναι 5 και ο Βάλτερ είναι 8. Η μικρή πάει σε σχολείο που «απέχει» από τις εθνικές γιορτές και τον μεγάλο τον πήρα τηλέφωνο πριν δέκα λεπτά να μου πει ακριβώς τι έκαναν σήμερα. Μου είπε ότι ήταν «φανταστικά» γιατί η κυρία Βίκη τους εξήγησε στην τάξη τι γιορτάζουμε σήμερα (στο σήμερα παρακαλώ να σημειωθεί 23 Μαρτίου ε, υπολογίστε πόσες μέρες χαμένες) και μετά κατέβηκαν όλοι κάτω, έκατσαν γύρω από το πιάνο, και τραγούδησαν τραγούδια σχετικά. Εντάξει, ήπια αντιμετώπιση και όχι, δεν είπα να μη συμμετέχει ο γιος μου σε αυτό. Παρόλα αυτά θα είχα θέμα με την παρέλαση, αν μου τύχει και τα παιδιά θέλουν να συμμετάσχουν θα πρέπει να γίνει συζήτηση πολύ σοβαρή».
Πώς θα έπρεπε δηλαδή να γίνονται οι γιορτές στο πλαίσιο του σχολείου; Η Πόπη ξέρει ότι «θα ήθελα σίγουρα κάτι διαφορετικό. Θα προτιμούσα να γίνονται οι σχολικές γιορτές με άλλο τρόπο. Μου ήρθε στο μυαλό μια νηπιαγωγός που γνωρίζω, η οποία προσπαθώντας να εξηγήσει στα παιδιά το προσφυγικό, αυτό που συμβαίνει τώρα, τους έφερε φωτογραφίες των προσφύγων της μικρασιατικής καταστροφής. Το βρήκα πολύ ζωντανό όλο αυτό καθώς συνδέει το παρόν με το παρελθόν και γίνεται κατανοητό ότι και πολλοί από τους δικούς μας προγόνους έχουν πάρει πρόσφυγες. Θα ήθελα λοιπόν οι σχολικές να γίνονται με πιο σύγχρονο τρόπο. Αυτό που σίγουρα θέλω να καταργηθούν είναι οι παρελάσεις».
Δεν υπάρχει όμως μόνο η θεωρία αλλά και η πράξη. Ο κ. Πέτρος Χαραβιτσίδης είναι ο διευθυντής του 132ου δημοτικού Αθηνών στη Γκράβα, ενός σχολείου που εδώ και χρόνια έχει αποδείξει ότι παρακολουθεί και συμμετέχει στις αλλαγές της κοινωνίας με το αντίστοιχο τίμημα –θυμίζω εδώ ότι η πρώην διευθύντριά του Στέλλα Πρωτονοτάριου δικάστηκε και τελικά αθωώθηκε γιατί παραχωρούσε αίθουσα του σχολείου προκειμένου παιδιά μεταναστών να διδάσκονται τη μητρική τους γλώσσα. Στο συγκεκριμένο λοιπόν σχολείο οι γιορτές είναι αφορμή για να επικεντρωθούν οι μαθητές στην καλλιέργεια αξιών όπως είναι η ειρήνη, η αλληλεγγύη, η συνεργασία και η αλληλοβοήθεια, να αναγνωρίσουν κοινά στοιχεία με αντίστοιχα γεγονότα που συμβαίνουν στις μέρες μας, να τα αναδείξουν και να προχωρήσουν σε συγκρίσεις, να συμμετέχουν όλοι αξιοποιώντας τις δυνατότητες τους αλλά και τον ιδιαίτερο πολιτισμό που μπορεί να μεταφέρουν, να προσπαθήσουν να ερμηνεύσουν τη θέση του “άλλου”, του “αντιπάλου” στον πόλεμο και στο να δοθεί έμφαση στην καθημερινή ζωή κατά τη διάρκεια του πολέμου και στη δυστυχία που αυτός προκαλεί.
Και πώς γίνεται αυτό πρακτικά; Για παράδειγμα σε παλιότερη γιορτή με αφορμή την 28η Οκτωβρίου τα παιδιά δεν απήγγειλαν «Των εχθρών τα φουσάτα περάσαν» αλλά δούλεψαν με ποιήματα όπως το «Στους Γερμανούς φαντάρους» του Μπέρτολτ Μπρεχτ και στίχους από τις «33 ημέρες» του Νικηφόρου Βρεττάκου. Ο κ. Χαραβιτσίδης εξηγεί ότι το γεγονός ότι πάνω από τους μισούς μαθητές είναι παιδιά μεταναστών είναι η αφορμή αλλά όχι η αιτία για τον εκσυγχρονισμό των γιορτών στο συγκεκριμένο σχολείο «Αυτό που θέλουμε είναι η διαδικασία να είναι γόνιμη για τα παιδιά και να τα κινητοποιεί και ο στόχος μας είναι να καλλιεργήσουμε αξίες πανανθρώπινες και σχετικές με την ελευθερία, την αλληλεγγύη, την αγάπη, τη συναδέλφωση των λαών, αξίες οι οποίες αφορούν τους ανθρώπους διαχρονικά. Δεν μας ενδιαφέρουν οι εθνικιστικές κορώνες αντιθέτως θέλουμε να αμβλύνουμε τη λογική της ανωτερότητας και της προνομιακής μεταχείρισης μιας εθνικής ταυτότητας».
Κι αυτό που μόλις έθιξε ο κ. Χαραβιτσίδης, περί πολυπολιτισμικότητας στο σύγχρονο ελληνικό σχολείο θίγει και η Γιολίνα δίνοντας του έναν χιουμοριστικό, αλλά ταυτόχρονα ρεαλιστικό, τόνο: «θέλω να καταγγείλω εντελώς προσωπικά και υποκειμενικά την 28η Οκτωβρίου, γιατί ο μπαμπάς των παιδιών είναι Ιταλός και εντάξει κόφτε το επιτέλους το κορόιδο Μουσολίνι κανείς σας δε θα μείνει γιατί όχι μόνο έμεινε, αλλά άντε μην πω και τι άλλο έκανε»