Το Τέλος της Κρίσης, το Σύνδρομο Κατριβάνου και το Καλοκαίρι της Αδιαφορίας

Κατανοώ την έμφυτη ανθρώπινη ανάγκη για δικαίωση, την δικαιολογώ λίγο παραπάνω σε όσους ακριβώς έναν χρόνο πριν ψήφισαν ΝΑΙ (κι ακόμα περισσότερο σε όσους στρατεύθηκαν στο «Μένουμε Ευρώπη»), αλλά ας σταθούμε λίγο ψύχραιμοι κι ας δούμε τα virals της 5ης Ιουλίου του 2016, της πρώτης επετείου του «διχαστικού δημοψηφίσματος»: «Όλοι Μιλάνε για το Φόρεμα της Περιστέρας Μπατζιάνα», «ΟΧΙ στα ΝΑΙ τους» στον Λυκαβηττό και Μαχαιρίτσας με ελεύθερη είσοδο στην «αδούλωτη ΕΡΤ», «αποκαλύψεις Γκαλμπρέιθ» και φαντασιώσεις για ειδικά δικαστήρια (συν φυσικά τον υπέροχο δάσκαλο πολεμικών τεχνών που έριξε στο καναβάτσο τους Χρυσαγίτες βάζοντας σε όλους τα γυαλιά).

Ας αφήσουμε λοιπόν τις κορώνες κι ας συμφωνήσουμε στα μίνιμα. Το περσινό δημοψήφισμα, ακραία τζογαδόρικο και με απόλυτα παρελκυστικό ερώτημα, ένα πράγμα ρώτησε στην πραγματικότητα. Ούτε «ευρώ ή δραχμή;», ούτε «Ευρώπη ή Μικρά Ασία;», παρά μόνο «θέλετε Τσίπρα ή τους προηγούμενους;». Και η απάντηση ήταν Τσίπρας, καλώς ή κακώς πριν 5 μήνες είχε εκλεχθεί. Το ολοφάνερο σχέδιο ανατροπής του υποτίμησε το γεγονός ότι ο κόσμος έχει κι άλλη μια τάση: να υπερασπίζεται τις επιλογές του.

Κι εδώ είναι που για να συνεχίσουμε τη συζήτηση, πρέπει να πάρουμε ξανά τη μεγάλη απόφαση: θα συζητάμε για την πολιτική ηθικοπλαστικά ή με τον ρεαλιστικό κυνισμό που έχουν αυτοί που την εφαρμόζουν; Όσοι επιλέγουν το πρώτο, καλά θα κάνουν να μην τον συγχωρήσουν ποτέ – έβαλε την προσωπική του πολιτική επιβίωση πάνω από το «εθνικό συμφέρον» (όπως ο προηγούμενος δεν έκλεισε ποτέ την αξιολόγηση για να παραδώσει ασφυξία, ο προπροηγούμενος κτλ., στο παιχνίδι των συμψηφισμών είμαστε παγκόσμιοι πρωταθλητές). Όσοι επιλέγουν το δεύτερο και πάλι θα έπρεπε να είχαν δει το σαφές: ο Τσίπρας λέγοντας ψηφίστε ΟΧΙ για να «πετύχουμε καλύτερη συμφωνία» ουσιαστικά έκλεισε το μάτι στους Ευρωπαίους οδηγώντας τους στο αναπόφευκτο οφθαλμοφανές. Μόνο με αυτόν τον πρωθυπουργό, συν την «μεταρρυθμιστική κόπωση» μετά από 6 χρόνια Μνημόνιο, θα μπορούσαν να ψηφιστούν τα επόμενα μέτρα. Εκτός αν υπάρχει έστω ένας που νομίζει ότι θα είχε περάσει τόσο αναίμακτα οποιοσδήποτε άλλος κυβερνητικός σχηματισμός αυτά που πέρασε το ντουέτο ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ από τον περασμένο Ιούλιο και μετά. Για να φτάσουμε σήμερα σε συγχαρητήρια από τους Ευρωπαίους αξιωματούχους, ωδές στις «θυσίες του ελληνικού λαού», «η Ελλάδα η πλέον προστατευμένη από το BRexit» δια στόματος Ντάισελμπλουμ και σε άλλα τέτοια δροσερά.

Ο Αλέξης Τσίπρας στη Βουλή.

Γι’ αυτό ας μη γελιόμαστε, ουσιαστική κριτική «από τα δεξιά» δεν μπορεί να γίνει στον Τσίπρα. Απλά δεν μπορούν να την κάνουν όσοι έλεγαν «συμφωνία με κάθε κόστος», γιατί ακριβώς αυτό έγινε. Δυο τρία τζιν τόνικ μετά και θα έγραφα ότι πρέπει να τον ψηφίζουν κιόλας, ειδικά όσοι επιμένουν σε αυτήν την ουρανομήκη μπούρδα «δεν υφίσταται πια διαχωρισμός Αριστεράς – Δεξιάς». Κάπως έτσι περιοριστήκαμε να συζητάμε για τα φορέματα της Περιστέρας, μετατρέποντας τον δημόσιο διάλογο (ή τέλος πάντων αυτό το πράγμα που γίνεται στα σόσιαλ μίντια) σε ένα απέραντο επεισόδιο εκπομπής του Θέμου Αναστασιάδη.

Ένα χρόνο λοιπόν μετά το δημοψήφισμα, κατά τη γνώμη μου, τρία είναι τα σημαντικότερα σημεία προς παρατήρηση/ συζήτηση/ διάψευση:

α) Κανείς δε μιλάει πια για Κρίση. Το έχετε παρατηρήσει; Ούτε καν τα μίντια που τη γράφουνε με Κ κεφαλαίο, γιατί τραβάει το μάτι και πουλάει ως κόνσεπτ. Οι αλλαγές σε συνταξιοδοτικό-ασφαλιστικό επιβεβαίωσαν το τέλος της. Τσακισμένη από το There Is No Alternative μια κοινωνία (που είναι νέα ύβρις να λέμε ότι δεν πλήρωσε τα λάθη της με τη βίαιη φτωχοποίησή της), πλέον παραδέχεται ότι ζει μια νέα ζωή (και θα την κληροδοτήσει και στους αμέσως επόμενους). Στις συνθήκες, στις ευκαιρίες, θα έλεγα στα όνειρά της αν δεν είχαμε συμφωνήσει μερικές γραμμές πιο πάνω να είμαστε cool μακριά από συναισθηματισμούς. Την οριστική σφραγίδα στη νέα κατάσταση την έβαλε η «Πρώτη Φορά Αριστερά».

Τα «Παραιτηθείτε» και τα «Όχι στα Ναι τους» δεν ξέρεις αν είναι περισσότερο γραφικά ή άτοπα. Υπάρχει μια οριζόντια κούραση, μια οριζόντια απογοήτευση, μια σαφής επιστροφή στο ατομικό σε σχέση με το συλλογικό.

β) Έχετε κι εσείς την εντύπωση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι στην εξουσία πολύ περισσότερο από τον ενάμιση χρόνο που grosso modo κυβερνά; Ναι, ξέρω, έχουν συμβεί σημεία και τέρατα σε πολύ μικρό χρόνο, αλλά στ’ αλήθεια ο Τσίπρας δε μοιάζει με τον ταχυδακτυλουργό που απλά κληρονόμησε τον σάκο με τα παραδοσιακά gimmicks της ελληνικής πολιτικής και τα εφαρμόζει το ένα μετά το άλλο; Κι εδώ ξεκινά η κριτική «από τα αριστερά», η ουσιαστική – καμία σχέση με τη χαμηλής ποιότητας μικροπολιτική που κάνουν Κωνσταντοπούλου και Λαφαζάνης. Και είναι απέραντη. Όσο σοκαριστική είναι αυτή η αίσθηση που αποπνέει κάθε κίνηση του ΣΥΡΙΖΕϊκου σύμπαντος ότι από τις καρέκλες θα αποχωρήσουν μόνο οριζοντιωμένοι. Και δώστου «Κατρουγκαλιές», και δώστου «Πολλακιές», και φυσικά δώστου «Καμμενιές». Δεν υπάρχει αμφιβολία, δεν μπορεί να αποκλειστεί ότι ο Τσίπρας μέχρι και τετραετία μπορεί να βγάλει, επιδεικνύοντας την ίδια παχύδερμη ανεκτικότητα απέναντι στις κωλοτούμπες του. Ή βαφτίζοντάς τις «αυταπάτες», το ίδιο κάνει.

Προκαλώντας φυσικά υπαρξιακή κρίση στο «αριστεροχώρι» (είτε έχει ειπωθεί η φράση, είτε όχι παραμένει υπαρκτή ως έννοια). Τα Νέα μίλησαν πολύ εύστοχα για «σύνδρομο Κατριβάνου» καλύπτοντας την πρόσφατη αξιοπρεπέστατη παραίτησή της βουλευτίνας (αναρωτιέμαι αν έχουν παραμείνει πολλά αντίστοιχου αναστήματος στελέχη στον ΣΥΡΙΖΑ). Είναι αυτή η κατάσταση που προκάλεσε π.χ. την συγκινητική παραίτηση της ομάδας των «Ενθεμάτων» της Αυγής, που έχει αναγκάσει πολλά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ (ακόμα και κυβερνητικά) να είναι πιο σιωπηλά κι από το ΟΑΚΑ μετά από buzzer beater του Σπανούλη, που έχει τραυματίσει ανεπανόρθωτα τη συνείδηση όσων πίστεψαν στην άνοδο της Αριστεράς, και όχι κατ’ ανάγκην του ΣΥΡΙΖΑ, στην εξουσία. Και τη βλέπουν να εφαρμόζεται με Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου, άντε και μερικές ζαβολίτσες π.χ. στη συμφωνία με την Cosco για να φαινόμαστε ανυπάκουοι. Το σύνδρομο είναι ακριβώς αυτός ο εγκλωβισμός ανάμεσα σε εκείνους που εφαρμόζουν πολιτική λιτότητας με «βαριά καρδιά» (insert ηχητικό «κοινού που στενοχωριέται») και στους Θατσερικούς που περιμένουν στη γωνία.

γ) Σε τελική ανάλυση αυτό που είναι πραγματικά ασυγχώρητο στον ΣΥΡΙΖΑ είναι η παντελής απουσία σχεδίου. Σε κάθε φάση αυτής της αέναης διαπραγμάτευσης. Ένα αόριστο «δίκιο», κάτι πασιφιστικά για την «Ευρώπη των Λαών», λίγο μαστίγιο (Βαρουφάκης) που έγινε εσπευσμένα καρότο (Τσακαλώτος-Δραγασάκης-Χουλιαράκης), μια πολιτική ενός μόνιμου damage control χωρίς κάποια υποψία προοπτικής, πόσω μάλλον αριστερόστροφης. Και μια προσπάθεια καλλιέργειας κλίματος success story, το ίδιο παραπλανητικού σαν το αντίστοιχο του Σαμαρά το 2014. Παρότι γύρω το BRexit, ο Μπέρνι Σάντερς, ο Ντόναλντ Τραμπ είναι ενδείξεις ενός κόσμου που αλλάζει (όχι απαραίτητα προς το καλύτερο), οι άνθρωποι δεν αντιλαμβάνονται γιατί πρέπει η ζωή τους να εντάσσεται σε μια ρότα βελτίωσης της «ανταγωνιστικότητας» από την οποία επωφελείται αυστηρά το 1%.

Ίσως έπρεπε να τα περάσουμε όλα αυτά. Ακόμα και το «διχαστικό δημοψήφισμα» (φυσικά, ο διχασμός δε φύτρωσε ξαφνικά περυσι τον Ιούνιο αλλά θέριευε σταδιακά όλα αυτά τα χρόνια, με υποδειγματική συνεισφορά των μίντια). Για να γειωθούν οι αυταπάτες που λέει και ο πρωθυπουργός μας. Πλέον, μετά την έξαρση των τελευταίων χρόνων, την πόλωση ταΐζουν όσοι βγάζουν μεροκάματο ή έχουν συγκεκριμένα ψυχικά προβλήματα. Τα «Παραιτηθείτε» και τα «Όχι στα Ναι τους» δεν ξέρεις αν είναι περισσότερο γραφικά ή άτοπα. Υπάρχει μια οριζόντια κούραση, μια οριζόντια απογοήτευση, μια σαφής επιστροφή στο ατομικό σε σχέση με το συλλογικό.

Περάσαμε από το «καλοκαίρι του διχασμού», στο «καλοκαίρι της αδιαφορίας», ακολουθεί το «καλοκαίρι της παραίτησης». Ενώ θα μπορούσαμε να φτάσουμε στο «καλοκαίρι της συμφωνίας», μιας και τώρα που χαλάρωσαν οι κραυγές γίνεται σαφές ότι μάλλον δε διαφωνούμε και τόσο όσο νομίζαμε…

Παναγιώτης Μένεγος

Share
Published by
Παναγιώτης Μένεγος