Οι ειδήσεις μίλησαν για τον αγγελοπρόσωπο Χρίστο Δεπασκουάλ απ’ την Κω: «Ο Χρίστος Δεπασκουάλ τραυματίστηκε την Παρασκευή 31 Μαΐου 2019 ,σε σύγκρουση που είχε το μηχανάκι που οδηγούσε, με ένα ποδήλατο που οδηγούσε μια 29χρονη Βελγίδα. Αρχικά ο Χρίστος μεταφέρθηκε στο Νοσοκομείο Ρόδου, όπου χειρουργήθηκε στο κεφάλι. Στην συνέχεια μεταφέρθηκε, στην εντατική του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Ηρακλείου.» Το μόνο που είδα απ’ το ατύχημα ήταν το αποτύπωμα του αίματος που χύθηκε απ’ το κρανίο του Χρίστου. Ένας άνθρωπος αιμορράγησε στους δρόμους. Είναι σαν κάποιος να θυσιάζεται στην σκληρή εποχή που ζούμε και που διψάει για αίμα νεαρών παιδιών, ποιός ξέρει κυβερνημένη από ποιά σατανική αιμοδιψή δύναμη. Και θα ρθουν κι άλλες τέτοιες θυσίες. Είναι το λάθος, κι ο ανθρώπινος εγωισμός, πως είμαστε όλοι παντοδύναμοι, ενώ δεν είμαστε και αν ζούμε κάποιοι ακόμη , νομίζω πως σ’ ένα μικρό αλλά υπολογίσιμο ποσοστό, το οφείλουμε στην τύχη. Φροντίζουμε για την πρόοδο μας και επαιρόμαστε γι’ αυτήν. Τυφλωνόμαστε και νομίζουμε πως ο χρόνος δεν θα τελειώσει ποτέ και υιοθετούμε οδικές συμπεριφορές σαν να έχουμε κατακτήσει κάποια αιωνιότητα ή έστω σαν να ‘χουμε εξασφαλίσει την μακροβιότητα μας. Δεν είναι όμως έτσι. Και όπως λέει και ο Ιωάννης Δαμασκηνός στην νεκρώσιμη ακολουθία , «μία ροπή και ταύτα πάντα θάνατος διαδέχεται».
Την είδηση την έμαθα απ’ το διαδίκτυο και μετά διάβαζα τα μηνύματα του αδερφού του Χρίστου στο προφίλ του στο Facebook σαν ιατρικά ανακοινωθέντα. Πολύ συγκρατημένα όλα τους. Συγκρατημένη αισιοδοξία και φοβισμένη απαισιοδοξία. Ύστερα κάποιοι φίλοι μου έδειχναν φωτογραφίες του Χρίστου στα κινητά τους και, Θεέ μου, μπορεί και να μην είχα δει πιο γλυκό νέο απ’ αυτόν. Κρεμόμουν απ’ τις αναρτήσεις του αδερφού του 22χρονου Χρίστου. Υπήρχε κάτι ετοιμόρροπο και σπαραξικάρδιο. Κι αυτό δεν ήταν άλλο απ’ τις μεταπτώσεις, τις εκλάμψεις και τα σκοτεινιάσματα στην υγεία αυτού του αγγέλου. Τίποτα δεν ήταν σταθερά ελπιδοφόρο. Υπήρχε μια λακωνικότητα στα ανακοινωθέντα του αδερφού, σαν ένας πεισιθάνατος υπαινιγμός, σαν ένα στενόχωρο σφάλισμα των ματιών, πως όλα βαίνουν κακώς με τον τραυματία. Απ’ την άλλη έβλεπα αναρτήσεις άλλων χρηστών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και αναθαρρούσα. Η προσπάθεια ήταν κοινή, κινούμασταν με άμυνα μας την άρνηση των αληθινών γεγονότων για να ψυχώσουμε μια ελπίδα πτερόεσσα και να την στείλουμε σαν προσευχή στον θεό για τον άγγελο που μας έστειλε στην γη να συνεχίσει να είναι ανάμεσα μας. Φυσικά και το θέμα ήταν talk of the town. Όμως μπορούσες να βασιστείς μόνο στις αναρτήσεις του αδερφού του Χρίστου επενδύοντας στην φερεγγυότητα τους. Ο Αντρέας, αυτό είναι το όνομα του αδερφού, ήταν αυτός που είχε πια επωμιστεί τη ζωογόνηση της ελπίδας και απ’ την άλλη και κατά διαστήματα τη συρρίκνωση της ζωτικότητας της. Ήταν ο μαντατοφόρος μας. Και κάθε του μήνυμα στο Facebook το εξετάζαμε σαν οι επαΐοντες του λόγου τα λογοτεχνικά έργα. Πάντοτε έφτανε εκείνη η αποφράδα στιγμή που νιώθαμε όλοι πως πηγαίναμε για ήττα. Κι ύστερα ένα άλλο πιο χαρούμενο μήνυμα έσκαγε στις οθόνες μας και βγαίναμε απ’ το σπίτι σαν έτοιμοι να προϋπαντήσουμε τον μικρό μας άγγελο Χρίστο.
Η τελευταία ανάρτηση που έκανε ο Γιώργος για τον άτυχο αδερφό του έγραφε πως «σήμερα θα πραγματοποιηθεί το εγκεφαλικό τεστ και η μάχη του Χρίστου μας ξεκινάει και φτάνει στο μεγαλύτερο σημείο της. Ένα περίπλοκο τεστ το οποίο ίσως χρειαστεί και να συνεχιστεί και σε δεύτερο μέρος. Νιώθω ότι ο Χρίστος δεν θα χρειαστεί καν να μπει σ αυτό. Θετική σκέψη και μια προσευχή. Ο Χρίστος μας παραμένει σταθερός και ΔΥΝΑΤΌΣ”. Μετά όλα πάγωσαν. Δεν υπήρχαν νεότερα και στο μυαλό όλων μας άρχισε να κερδίζει έδαφος η σκέψη ενός επικείμενου θανάτου του Χρίστου. Οι υπόλοιποι χρήστες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και ιδιαίτερα του Facebook, στο οποίο είμαι εγγεγραμμένος και εγώ, εξέφραζαν μια πιο πολύ ευχητική αισιοδοξία σαν κεκαλυμμένη επίγνωση του επερχόμενου μοιραίου. Ξορκίσματα του κακού ενώ όλοι περιμέναμε να ανακοινωθεί η τελευτή με μια αντίρροπη ασθενική πίστη ότι ίσως να ήταν όλα fake news. Πέθανε ο Χρίστος μας και άρχισαν να φωτίζουν οι οθόνες από φωτογραφίες με κεράκια απ’ όλο τον κόσμο στις αναρτήσεις του. Όταν διασταυρώθηκε η πικρή αλήθεια θυμάμαι πως ανεπαίσθητα με το δάχτυλο μου πίεσα την επιφάνεια του τραπεζιού σαν να έγραφα ΧΡΙΣΤΟΣ με την λιπαρότητα του δέρματος μου αντί μελάνης. Ήταν επίκληση στο πνεύμα του μέσα στον παραλογισμό του πένθους. Ήθελα να τον νιώσω παρόντα. Σαν να αποζητούσα την νέα υπόσταση του, αυτή του αγγέλου. Ύστερα έμπαινα στα ειδησεογραφικά σάιτ να μάθω για την τύχη του λειψάνου του. Σάμπως δεν ήταν άγιος; Γιατί ο Χρίστος έμενε στην ιδιόκτητη πολυκατοικία μας και ήθελα να τον κλάψω, να μάθω αν θα τον κλαίγαμε. Ελάχιστη απότιση τιμής στο πιο γλυκό παιδί. Κ’ ύστερα από μια ανεξέλεγκτη βαρυθυμία -σαν απονενοημένο scroll down και up στα προφίλ των φίλων μου- να ζω την ανημποριά μου στην νεκρεγερσία του Χρίστου. Να μπορούσαμε λέει όλοι με την αγάπη μας να νικούσαμε τον θάνατο. Να νικούσαμε την απουσία και την στέρηση.
Διάβασα σ’ ένα άρθρο στο ίντερνετ ότι τα όργανα του Χρίστου έγιναν δωρεά για άλλους που τα χρειαζόντουσαν. Η καρδιά του ταξίδεψε στο Ωνάσειο, τα νεφρά στην Αθήνα, το ήπαρ στη Θεσ/νίκη, οι πνεύμονες στη Βιέννη. Οι κερατοειδείς χιτώνες έμειναν στο Ηράκλειο. Ξέρω πως όλοι έχουμε βιώματα κι απ’ άλλους θανάτους μέσα στο διαδίκτυο. Προσωπικά δεν θα ξεχάσω εκείνον την προσωπικής μου φίλης Λουκίας Ρικάκη. Ή και ανθρώπων που δεν ήξερα, μα έπειτα απ’ τους βασανιστικούς τους θανάτους, αισθάνθηκα τους πόνους τους σαν να ‘τανε δικοί μου. Ας αναφέρω το παράδειγμα του Ζακ Κωστόπουλου, της Ελένης Τοπαλούδη και του Βαγγέλη Γιακουμάκη. Δεν θέλω να είμαι αφοριστικός για την διαμεσολάβηση της βιομηχανίας της εικόνας και την κατηγορία για ελάττωση της άμεσης σχέσης μας με του τεθνεώτες και το συμβάν του θανάτου. Το άλγος του πένθους είναι αναπόφευκτο και η ουσία είναι τί κουβαλάμε μέσα μας. Και ακριβώς το αντίθετο της κατηγορίας είναι που συμβαίνει. Ερχόμαστε σε επαφή με τον θάνατο καθημερινά. Προσωπικά ποτέ δεν τον συνήθισα. Πάντοτε λυπάμαι το ίδιο γι’ αυτούς που θα μου λείψουν. Είτε είμαι παρών στην κηδεία τους είτε όχι. Αισθάνομαι πως μέσα απ’ όλα αυτά ασκούμαι στην ιδέα του τέλους και της φθαρτότητας του δικού μου σαρκίου. Αντίο γλυκέ μας άγγελε. Αντίο γλυκό μου αγόρι. Θα σε θυμόμαστε για πάντα. Και θα είμαστε κοντά σου στον τελευταίο ασπασμό.