Πριν λίγες μέρες είδε το φως της δημοσιότητας η υπόθεση φοροδιαφυγής του προέδρου της Μπάγερν Μονάχου Ούλι Χένες καθώς και η επιβολή ποινής φυλάκισης τρισήμιση ετών για φοροδιαφυγή 28,5 εκατομμυρίων ευρώ και για ύπαρξη κρυφών λογαριασμών στην Ελβετία. Το ποσό αυτό προέκυψε μετά από δική του παραδοχή αλλά και έρευνες που είχαν ξεκινήσει προς αυτή την κατεύθυνση αναδιαμορφώνοντας το αρχικό ποσό των 3,5 εκατομμυρίων. Η είδηση ως έχει από μόνη της, θα μπορούσε να περάσει στα «ψιλά» χωρίς περαιτέρω σχολιασμό, αν δε ληφθεί υπόψη το όλο πλαίσιο, αλλά και η –μεγάλη- αντιπαραβολή της με την ελληνική πραγματικότητα.
Ο Χένες, που είχε δώσει ήδη 6 εκ. ευρώ για μη καταβεβλημένους φόρους και που υπολόγιζε σε διευθέτηση της κατάστασης βάσει ενός μέτρου που όριζε τη μη απαγγελία κατηγοριών με την παράλληλη καταβολή προστίμου, με την προϋπόθεση της εκούσιας αποκάλυψης της φοροδιαφυγής, αποδέχθηκε την απόφαση χωρίς να ασκήσει έφεση κάτι που σημαίνει ότι θα εκτίσει 3,5 χρόνια σε κάποια γερμανική φυλακή. Το δικαστήριο δεν δέχτηκε το ελαφρυντικό της ομολογίας θεωρώντας ότι δεν έγινε εξαρχής, ούτε αυτοβούλως αλλά προέκυψε έπειτα από κατάθεση εφοριακού λειτουργού και ως αποτέλεσμα των ερευνών που είχαν ξεκινήσει και ήταν ζήτημα χρόνου να φτάσουν στο όνομα του Χένες. Ο τελευταίος, θα υποστεί την ποινή της φυλάκισης, καθώς αυτό «ταιριάζει στην αντίληψή του περί εντιμότητας, αξιοπρέπειας και προσωπικής ευθύνης», δηλώνοντας ότι είναι άξιος της μοίρας του ενώ όπως αναμενόταν παραιτήθηκε από πρόεδρος της βαυαρικής ομάδας. Στον απόηχο της υπόθεσης, δημιουργήθηκε κύμα ομολογιών ανώνυμων φοροφυγάδων που είτε παραδειγματίστηκαν από την ομολογία του πρώην προέδρου, είτε αναλογίστηκαν τις αντίστοιχες συνέπειες και την αμεσότητα των διωκτικών αρχών.
Η σύγκριση προφανώς είναι αναπόφευκτη. Στο αντίστοιχο πλαίσιο, κάποιους μήνες πριν, ο… «δικός μας» Μάκης Ψωμιάδης με πλήθος αποκαλύψεων για τα στημένα παιχνίδια και κοινό μυστικό (;) τις παράνομες επιχειρήσεις του, δήλωνε αθώος, «καθαρός παράγοντας» και άξιος να τον κρίνει μόνο ο Θεός.
Έτερο χαρακτηριστικό παράδειγμα αποποίησης προσωπικών ευθυνών, εμπαιγμού του θεσμού της Δικαιοσύνης και προκλητικού θράσους, με έντονη πολιτική χροιά, η υπόθεση Τσοχατζόπουλου που μέχρι τέλους επέμενε να δηλώνει αθώος επικαλούμενος σκευωρίες, παραποιήσεις και πλεκτάνες εις βάρος του. Ειδικά σε ό,τι αφορά το πολιτικό πεδίο, που είναι ο κατεξοχήν χώρος ανάληψης ευθυνών, οι περιπτώσεις που απαριθμούνται στο παραπάνω πλαίσιο είναι πραγματικά εντυπωσιακές.
Σκοπός βέβαια δεν είναι να καθαγιαστεί η προσωπικότητα του Χένες, ούτε να καταλήξουμε σε μια ακόμα αφοριστική γενίκευση για το υπόβαθρο της Ελλάδας, τη νοοτροπία του Έλληνα και το διεφθαρμένο σύστημα ενώ στον αντίποδα, την υπεροχή της Γερμανίας και τους άμεμπτους θεσμούς της. Είναι όμως γεγονός ότι κάποιες υποθέσεις σαν κι αυτές, αφυπνίζουν το αίσθημα Δικαιοσύνης που μπορεί να (μην) υπάρχει και δημιουργούν αναπόδραστα σκέψεις για το πόσο διαφορετική θα μπορούσε να είναι η καθημερινότητά μας, με εμποτισμένη την διαφορετική πρόσληψη των πραγμάτων και των εννοιών που –πιστεύουμε ότι- χαρακτηρίζουν την εθνική μας ταυτότητα. Την ίδια στιγμή που ο Υπουργός Υγείας της χώρας γίνεται περίγελως στο Imperial του Λονδίνου από φοιτητές λόγω της πολιτικής και της προσωπικότητάς του, με φαιδρά παρατράγουδα, ας θυμηθούμε ότι πέρα από Έλληνες είμαστε και Ευρωπαίοι και ότι αυτό δεν είναι κακό. Αντιθέτως, είναι δυνατό να γεννά τις αντίστοιχες αξιώσεις για την πολυπόθητη αλλαγή. Όπου τουλάχιστον αυτή είναι θεμιτή, εκτός από αναγκαία.