Μichel, ma belle
“Έρχονται οι κομμουνισταί να μας κλέψουν τις πινακίδες” έγραψε ο σοφός Ξενοφών,
ψυχή τεθνεώτων χαρτοφυλακίων υπουργείου μεταφορών
και ένα οξυγόνοκολλημένο χαμόγελο ενώ κάνεις κούρσες για να φορτίσει η μπαταρία, άνθρωπε λίγε”
Θρούμπα
Σύρριζα στο ξύριζα, εύκολη πολιτική ορθοπεταλιά και κάπου στη γαλαρία ο κύριος Γκράμσι,
να μιλάει για την εποχή των τεράτων σε 58 μνηστήρες μυστήριους,
χαμπάρι αυτοί.
Έτσι αλλάζουν οι εποχές
Και όλα θα κυλούσαν φυσιολογικώς αν δεν ερωτοτροπούσε το αλάνι της Αμφιάλης με την μαχαίρα του τυφλού απέναντι.
– ένας Παύλος λιγότερος, μια καρδιά ο καθένας μας περσότερη,
ενάντια στο σκότος.
Οι επιτυχίες της χρονιάς
Μένεις ξύπνιος όλη νύχτα για να σταθείς τυχερός,
έλα όμως που ένας ριφλέκτορ βρίσκει τoν κονέκτορ
– ο πούστης.
Σπαγκάτ
Κοιτάζω ψηλά όλο ελπίδα,
να διασχίσει τον ορίζοντα το ανθρώπινο έλατο προσδοκώ,
με την Enya μου στις στιβαρές πλάτες του Τσακ.
– φάε σκατά Ζαν Κλοντ!
Λαδάκι στο καντηλάκι της Παναγίας της Χρυσάβγουλης
Θρεπτικά συστατικά και σχήμα ερωτύλον,
στα εύφορα λιβάδια της Μανωλάδας σφαίρες, αίμα και σιλικονάτες φράουλες
– με το ασύλληπτο δημοσιογραφικό ερώτημα να εκκρεμεί: που είχαν τα χέρια τους πριν τη συγκομιδή αυτοί οι οξαπωδώ.
Κάπου κι ο ποιητής χάνει το χιούμορ και την υπομονή του
Ξανθή σκανδιναβή, έκπτωτη άγγελος,
σε φούριες τους έβαλες, ένας λαός να σέρνεται πίσω από φιλάνθρωπα ρετάλια,
να σώσουν όλοι μαζί την πάρτη σου,
ευτυχώς εσύ, μπαλαμό,
θα κλωτσάς το τενεκεδάκι σου αμέριμνο μόλις την κάνουν οι βάρβαροι.
Αιθαλομίχλη στην Αγία Παρασκευή
Αστεγος Νιλς Χόλγκερσον, επαίτης Παραμυθάς, ρακένδυτη Φρουτοπία,
ζεστή φωλιά εκκολαπτόμενων ψήφων, μούχλα στο καμαμπέρ της ενημέρωσης,
“πονάει κεφάλι, κόψει κεφάλι” πρότεινε ο ιατρός,
να ζήσουμε να τη θυμόμαστε.
Αποχαιρετισμός στο Νέλσονα (εις νοηματικήν)
Πορώδες χείλος της ανυπαρξίας με ρουφάς,
πόσοι λαλούν και πόσοι χορεύουν,
γερμανικές ορδές στον άνεμο,
ζαβαρακατρανέμια δια ταύτα κι ένα πλανητάρχειο selfie στις πύλες.
Νότη να ένα κιτρινόμαυρο υποβρύχιο (mash up)
Ο αετός πεθαίνει στον αέρα,
μωρή αεκάρα αγαμήσου στης αγιασοφιάς το μπαουχάους,
θα σου φκιασω μακαρόνια με κιμά για να φας, Ακη ανοξείδωτε
– και μετά οι κακοί πήγαν φυλακή, Βίκυ μου.