Πανδημία, Πολυτεχνείο, και Δημοκρατία το 2020

Ο κ. Δημήτρης Ψαρράς διατύπωσε στο άρθρο του «Η παγίδα του κ. Χρυσοχοΐδη», Εφημερίδα των Συντακτών, 13.11.2020, την άποψη ότι η αριστερά που καλεί στην πορεία του Πολυτεχνείου, με τήρηση υγειονομικών μέτρων, πέφτει στην παγίδα που της έστησε ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη. Ο κ. Ψαρράς παραδέχεται βεβαίως στο άρθρο του ότι η δεξιά παρουσιάζει μακρά δυσανεξία στον εορτασμό της μόνης αντιφασιστικής επετείου της χώρας, θυμίζοντάς μας ότι «οι κυβερνήσεις της Ν.Δ. εκδήλωσαν την απέχθειά τους για την επέτειο με σειρά απαγορεύσεων της πορείας. Πρώτη απαγόρευση το 1976, δεύτερη το 1980, με κόστος δύο νεκρούς από το όργιο της αστυνομικής βίας», καταλήγοντας: «Ασφαλώς αυτές τις μέρες νοσταλγεί ο κ. Χρυσοχοΐδης, ο οποίος θέλει πάση θυσία να ξεχαστεί το κεντροαριστερό του παρελθόν. Δεν πρέπει να του δοθεί η ευκαιρία».

Θα μπορούσε κανείς να ξεκινήσει με την απλή παρατήρηση ότι ο όρος «κεντροαριστερά» είναι κενός νοήματος όσον αφορά στην ιδεολογική του σήμανση, καθώς ορίζεται από την αντίφαση του να προσδοκάς φιλολαϊκές μεταρρυθμίσεις ενώ παράλληλα επιθυμείς τη συνέχιση του κοινωνικο-οικονομικού συστήματος που γεννά τις αβυσσαλέες ανισότητες. Όμως ο όρος «κεντροαριστερά» έχει πολιτικό νόημα, καθώς είναι πλέον γνωστότατο ότι το συγκεκριμένο ρεύμα ευθύνεται για την πολιτική καταβαράθρωση της αριστεράς γενικά: για το ότι ένα τεράστιο τμήμα των ψηφοφόρων στην Ελλάδα και παγκοσμίως νιώθει προδομένο εδώ και χρόνια από την αριστερά, έχοντας χάσει κάθε εμπιστοσύνη στα ημίμετρα κεντροαριστερών κυβερνήσεων και στο διαρκές σκύψιμο του κεφαλιού της κεντροαριστεράς στις επιταγές του κεφαλαίου. Οπότε ο κ. Χρυσοχοϊδης δεν έχει κανένα λόγο να θέλει να ξεχαστεί το κεντροαριστερό παρελθόν του, από το οποίο πολύ εύκολα και λογικά μπόρεσε να μεταβεί στο κεντροδεξιό παρόν του. Οι πανεύκολες μετατοπίσεις ενός οπορτουνιστή πολιτικού δεξιά ή αριστερά εντός του «κέντρου» είναι σύμπτωμα και μέτρο εξευτελισμού της σύγχρονης δημοκρατίας – δηλαδή, του βαθμού ταύτισης της δημοκρατίας με τα μεγάλα αντιλαϊκά συμφέροντα και την ιδεολογική τους ηγεμονία αντί της λειτουργίας της δημοκρατίας ως δημόσιας σφαίρας όπου θα αποκτούσαν συγκρότηση και θα έβρισκαν ουσιαστική έκφραση οι κοινωνικο-οικονομικοί ανταγωνισμοί που γεννά ο τρόπος παραγωγής και κοινωνικής αναπαραγωγής. Για μια τέτοια λειτουργία απαιτείται η καθοδηγητική παρουσία μιας αριστεράς με αυτόνομο λόγο, ικανής να σταθμίζει τις αντικειμενικές συνθήκες διεξαγωγής της πάλης της – για δίκαιη κατανομή του κοινά παραγόμενου πλούτου γενικά, και ως προς την υγειονομική κρίση και την παγίωση του τερατώδους αυταρχισμού που μας κυκλώνει ειδικά.

Ο κ. Ψαρράς γράφει στο άρθρο του: «Όσο βαρύ κι αν είναι το συμβολικό φορτίο της επετείου, τίποτα δεν έχει μεγαλύτερη αξία από την περιφρούρηση της ανθρώπινης ζωής. Από αυτή την άποψη, η επιλογή της πολιτικής σύγκρουσης γι’ αυτό το ζήτημα ευνοεί εκείνους που ούτως ή άλλως επιχειρούσαν πάντοτε να υποβαθμίσουν τη σημασία της εξέγερσης και εκθέτει εκείνους που επιμένουν να αγνοούν την τραγική σημερινή κατάσταση. Ποιο είναι άραγε το πολιτικό μήνυμα της φετινής επετείου που εκπέμπουν εκείνοι που επιμένουν να προσκαλούν στην εκδήλωση; Μα απλά και μόνο το αίτημα να πραγματοποιηθεί η εκδήλωση και να μην περάσει η απαγόρευση. Αλλά η Αριστερά δεν κερδίζει από τον φετιχισμό των επετείων και οι αγώνες της δεν είναι απλές ασκήσεις μνήμης.»

Το ότι ο κ. Ψαρράς αναγνωρίζει μόνο ως «συμβολικό» το «φορτίο της επετείου» είναι τραγικό σφάλμα – σφάλμα το οποίο και συρρικνώνει τους πολυδιάστατους αγώνες της αριστεράς και τους τοποθετεί στο παρελθόν: σε μια μυθική δεκαετία του ’70 όπου οι άνθρωποι ήταν γενναίοι και ικανοί να αναμετρηθούν με τον (χουντικό) αυταρχισμό. Η δεκαετία του ’70 παρουσιάζεται ως μυθική γενικότερα, και εκτός ελληνικού πλαισίου, σε αφηγήματα που πάντα μας λένε να αποδεχόμαστε την τωρινή κατάσταση πραγμάτων. Το ίδιο ακούγαμε για χρόνια από τον συστημικό φεμινισμό: ότι η εποχή των μεγάλων εξεγερσιακών διεκδικήσεων πέρασε, ήταν η μαγική στιγμή του ’70, και πλέον θα λύνει τα προβλήματα το κράτος. Φυσικά, η ιστορία απέδειξε ότι κάθε άλλο παρά αυτή ήταν η αλήθεια: κανένα κράτος δεν έλυσε τα προβλήματα της ανισότητας, και οι φεμινιστικοί αγώνες συνεχίζονται, όχι φετιχιστικά ως προς το παρελθόν αλλά επί της ουσίας.

Πρώτον, ο κ. Ψαρράς θα όφειλε να εξηγήσει άρα με ποια λογική το Πολυτεχνείο έχει απλά συμβολικό πρόσημο. Ποιος από τους αγώνες τους οποίους αγκάλιασαν οι αγωνίστριες και αγωνιστές του Πολυτεχνείου έχει λήξει; Έχει λήξει ο αγώνας υπέρ της δημοκρατίας, όταν έχουμε πλήθος ερευνών που αποδεικνύουν τη ρήξη του νέο-φιλελευθερισμού με τη δημοκρατία; Από το 2000, ακόμη και ερευνητές ήπιων τόνων όπως ο Colin Crouch, ερμηνεύουν τη πολιτικό μας συγκείμενο ως μετα-δημοκρατία! Συστήνω, επίσης, και ενδεικτικά, τη μελέτη Η καταστροφή του δήμου: Η λαθραία επανάσταση του νεοφιλελευθερισμού της Wendy Brown (μετάφραση Σώτη Τριανταφύλλου) και το ντοκιμαντέρ του 2018 της Astra Taylor, What is democracy? [Τι είναι η δημοκρατία;]  Ελπίζω ότι δεν χρειάζεται να αναφερθώ στην προφανή μη δικαίωση των αγώνων για «ψωμί, παιδεία, ελευθερία». Δεν είναι λοιπόν άσκηση μνήμης οι αγώνες που εκπροσωπεί το Πολυτεχνείο στο εδώ-και-τώρα. Κάτι που γνωρίζουμε πολύ καλά όσοι και όσες ζήσαμε και κινδυνεύσαμε από τον πανικό που προκάλεσε, εντελώς αναίτια, η επίθεση της αστυνομίας με αύρα (κανόνι νερού, ιδιαιτέρως επικίνδυνο) και δακρυγόνα στους διαδηλωτές έξω από το Εφετείο λεπτά μετά την ανακοίνωση καταδίκης της Χρυσής Αυγής. Αμέσως μετά, η δεξιά, φορώντας τον μανδύα «κέντρο», έσπευσε να ρίξει εκ νέου στη δημόσια σφαίρα την θεωρία των δύο άκρων. Ο πόλεμος της κυβέρνησης στην πορεία του Πολυτεχνείου είναι το πέρασμα από τη θεωρία στην πράξη.

Δεύτερον, ο κ. Ψαρράς δεν μας λέει τίποτε για το αν, και πώς, λαμβάνει χώρα «η περιφρούρηση της ανθρώπινης ζωής» από την κυβερνώσα δεξιά. Δεν μας λέει καν τι εννοεί με τη λέξη «ζωή» – είναι βιολογικός ή κοινωνικός ο ορισμός στο κείμενό του; Σε κάθε περίπτωση, το άρθρο δεν αναφέρεται στα αιτήματα της αριστεράς που, αντιμετωπίζοντας ακριβώς την πανδημία στις υγειονομικές και πολιτικές της διαστάσεις, διεκδικεί δημόσιο σύστημα υγείας και στήριξη του ηρωϊκού προσωπικού των νοσοκομείων, μαζικά τεστ στον πληθυσμό και επιλεκτική καραντίνα αντί για καταστροφικά, οριζόντια lockdown, ασφαλή και περισσότερα μέσα μαζικής μεταφοράς, επιτήρηση των εργασιακών χώρων που δεν μπορούν να λειτουργήσουν με τηλε-εργασία – πολλοί από αυτούς εσωτερικοί, όπως τα εργοστάσια, και επικίνδυνοι άρα για τους εργαζόμενους, και ειδικά τους εργαζόμενους/ες της εργατικής τάξης. Ποιος είπε στον κ. Ψαρρά ότι αυτά τα αιτήματα θα έλειπαν από μία απολύτως σύγχρονη πορεία του Πολυτεχνείου συντονισμένη με τις τεράστιες προκλήσεις της εποχής μας;

Ο κ. Χρυσοχοϊδης δεν έχει κανένα λόγο να θέλει να ξεχαστεί το κεντροαριστερό παρελθόν του, από το οποίο πολύ εύκολα και λογικά μπόρεσε να μεταβεί στο κεντροδεξιό παρόν του. Οι πανεύκολες μετατοπίσεις ενός οπορτουνιστή πολιτικού δεξιά ή αριστερά εντός του «κέντρου» είναι σύμπτωμα και μέτρο εξευτελισμού της σύγχρονης δημοκρατίας.

Ο κόσμος, σε όλες τις χώρες του κόσμου κατά την πανδημία, ΔΕΝ σταμάτησε να μάχεται στον δρόμο – είτε ενάντια στον ρατσισμό (ΗΠΑ) είτε ενάντια στην πατριαρχία (Πολωνία), για να δούμε δύο παραδείγματα. Ο κόσμος στο δρόμο κατηγορείται για διασπορά του ιού, χωρίς διάκριση για το αν λαμβάνει τις προφυλάξεις ή όχι. Η πρόσφατη μελέτη του Παν/μιου του Stanford θέλησε να δείξει την διασπορά του ιού από μαζικές εκδηλώσεις αρνητών της μάσκας και της απόστασης, γι’ αυτό επικεντρώθηκε στις συγκεντρώσεις των δεξιών οπαδών του Τραμπ [Η μελέτη με τίτλο “the Effects of Large Group Meetings on the Spread of Covid-19: The Case of Trump Rallies” δημοσιεύτηκε στις 30.10.2020. Δείτε και αυτή τη γενικότερη μελέτη από Σεπτέμβριο 2020,  (υπό κρίση) και αυτό το άρθρο]. Ας βάλουμε στην άκρη το ότι ο ιός μεταδίδεται σε εσωτερικούς χώρους κυρίως, με παρατεταμένη επαφή – και το καλοκαίρι και τους προηγούμενους μήνες είδαμε όλοι τιγκαρισμένα μπαρ, εκκλησίες, σχολικές τάξεις, κι εμπορικά κέντρα, και μόνο τώρα την κυβέρνηση του τουριστικού «είμαστε Covid-free» να αντιδρά πανικόβλητη χωρίς να έχει μεριμνήσει για εναλλακτικούς τρόπους λειτουργίας των δημόσιων σχολείων έστω. Υπάρχει επιστημονική μελέτη που αποδεικνύει ότι ο ιός μεταδίδεται σε ανοιχτό, εξωτερικό χώρο από ανθρώπους με μάσκα, εφοδιασμένων με αντισηπτικά, που δεν μιλούν μεταξύ τους, που δεν φωνάζουν αλλά κρατούν πλακάτ με τα αιτήματά τους, σε δύο μέτρα απόσταση ο καθένας; Αν υπάρχει τέτοια έρευνα, δεν θα ήταν δημοκρατικό να παρουσιαστεί σε ένα διάγγελμα προς τους πολίτες ώστε να υπάρξει ευρεία συναίνεση; Δεν θα κατοχύρωνε αυτό την κυβέρνηση έτσι ώστε να μην χρειαζόταν η απαγόρευση της πορείας – που υπονοείται ως πορεία ανεύθυνων, αντικοινωνικών ηλιθίων, ανίκανων να τηρήσουν αποστάσεις και αρνητών της μάσκας;

Το ότι η κυβέρνηση δεν παρέχει τέτοια ενημέρωση δείχνει ακριβώς ότι στόχος της απαγόρευσης που είδαμε το βράδυ της 14ης Νοέμβρη στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης -και που φέρει μόνο την υπογραφή του αρχηγού της αστυνομίας και όχι του υπουργικού συμβουλίου – δεν είναι η προστασία των πολιτών αλλά (α) η επίδειξη πυγμής και ισχύος από την ιδεολογική δεξιά, (β) η επιβολή, χωρίς αναμενόμενη αντίσταση, της λογικής «αποφασίζομεν και διατάσσομεν» – δηλαδή η μετατροπή της επιβολής σε αποδοχή, (γ) η υποβάθμιση του ελληνικού λαού σε άβουλη και αδαή μάζα, χωρίς ιδίαν κρίση ως προς τα επιστημονικά δεδομένα και ως προς την επικινδυνότητα που παρουσιάζουν συγκεκριμένες, διακριτές συνθήκες για τη διασπορά του ιού. Όταν έχουμε αστυνομικούς που βγάζουν σέλφι με πολίτες γονατισμένους πίσω τους, στο πιο πρόσφατο πογκρόμ στο Μετσόβιο, είναι δυνατόν ο κ. Ψαρράς να ισχυρίζεται ότι το Πολυτεχνείο έχει συμβολικό χαρακτήρα; Τη στιγμή που ακόμη και η Ευρωπαϊκή Ένωση «προειδοποιεί για ‘τον κίνδυνο κατάχρησης εξουσίας’ από τα κράτη στο πλαίσιο των μέτρων για την αντιμετώπιση της Covid-19» και προβαίνει σε ψήφισμα, έχει το Πολυτεχνείο 2020 συμβολική σημασία;

Είμαστε πέρα από το συμβολικό, αγαπητέ κ. Ψαρρά. Τα σύμβολα είναι πολυτέλεια για εποχές πολύ διαφορετικές από τη δική μας. Το κρεσέντο αστυνομικής βίας επί Νέας Δημοκρατίας (δεν ξεχνάμε το προηγούμενο, ασφαλώς) δεν είναι συμβολικό – εκτελείται επί σαρκός, κρανίων, κοκάλων και ψυχισμών ανθρώπων. Τα τιμωρητικά πρόστιμα μαζικού εκφοβισμού ενός ήδη πτωχοποιημένου λαού δεν είναι συμβολικά. Η κίνηση του κρατικού μηχανισμού ενάντια σε οργανώσεις και φυσικά πρόσωπα για «διέγερση σε ανυπακοή» δεν είναι συμβολική. Αντίθετα, συνιστά περιστολή της συνταγματικά κατοχυρωμένης ελευθερίας του λόγου, και μία ιλιγγιώδη συρρίκνωση της δημόσιας σφαίρας. Όσο για την αντι-συνταγματικότητα της απαγόρευσης, ναι, ακούμε τους/τις νομικούς.

Και στις συνθήκες αυτές, η αριστερά που βλέπει το Πολυτεχνείο ως σύμβολο δεν είναι αριστερά, αλλά ένα ανήμπορο φάντασμα που δεν δύναται να δράσει στην πραγματική ζωή – δηλαδή στις αντικειμενικές συνθήκες που συναρθρώνει η πανδημία και οι συνεχιζόμενοι αγώνες για κοινωνική, οικονομική, και υγειονομική δικαιοσύνη. Το δράμα μας είναι ότι δεν έχουμε, στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία μας, κόμματα που να ηγηθούν της αριστεράς ως πρακτικής της καθημερινής ζωής και ως κινήματος. Το ΚΚΕ, ο Σύριζα, το Μέρα25, παρά την αντίστασή τους στον κυβερνητικό αυταρχισμό και τα πειράματα βιοπολιτικής εξουσίας, αδυνατούν να οργανώσουν από κοινού μία πορεία με λαϊκή συμμετοχή αλλά και με υγειονομική ασφάλεια. Κρίνουν άραγε ότι δεν είναι σε θέση να ηγηθούν και να καθοδηγήσουν; Το Νοέμβρη του 2020, ως πολίτες που κατανοούμε την πολιτική σημασία του Πολυτεχνείου για το σήμερα, ως πολίτες που πειθαρχούμε στην περικοπή ατομικών ελευθεριών για το κοινό υγειονομικό καλό, είμαστε απροστάτευτες και απροστάτευτοι στον δημόσιο χώρο από τα κόμματα του αριστερού τόξου που ψηφίσαμε στη βουλή – και αυτό είναι μια αλήθεια που πρέπει να κοιτάξουμε πλέον κατάματα και πριν είναι αργά για τη δημοκρατία.

Άντζελα Δημητρακάκη

Share
Published by
Άντζελα Δημητρακάκη