“Κυρίες και Κύριοι Καλησπέρα σας. Θα ήθελα να ξεκινήσω αυτό το δελτίο με μια έκτακτη είδηση – Είμαι λεσβία, πάμφτωχη και κινδυνεύω να πεθάνω από μίσος”
Κάπως έτσι φανταζόμουν τις τηλε-περσόνες να εκφωνούν τα δελτία των ειδήσεων σε ένα παράλληλο σύμπαν.Ετσι! από καθαρό καπρίτσιο — για να σπάσει κάπως η μονοτονία, να τα παίξουν οι σημειολόγοι και να καούν τα μυαλά του Ουμπέρτο Έκο. Να όμως που οι παράλληλες πραγματικότητες επικοινωνούν – και τα όρια ανάμεσα στο εφικτό και το ανέφικτο γκρεμίζονται (και ξαναχτίζονται) ακατάπαυστα.
Στο δικό μας σύμπαν λοιπόν τα δελτία ειδήσεων έσπασαν το όριο της μακάβριας πρωτοπορίας. Μέσα σε λίγες μέρες τρία — φαινομενικά άσχετα – θανατικά επεισόδια — προσγειώθηκαν στην οθόνη του παρόντος –και δέθηκαν μεταξύ τους σαν ένα σημειωτικό γαϊτανάκι.
H αυτοκτονία του Ιταλού gay φοιτητή.
Η επέτειος του τραγικού θανάτου του Πιερ Πάολο Παζολίνι.
Η εν ψυχρώ εκτέλεση των δυο νεαρών μελών-πορτιέρηδων-μπράβων της χρυσής αυγής.
Και οι τρεις βίαιοι θάνατοι οδήγησαν σε τρεις ξεχωριστές αποκαλύψεις – ένα δημόσιο outing, ένα καλλιτεχνικό όραμα και ένα πολιτικό δράμα. Γράφω αυτό το κείμενο για να επισημάνω τον παράξενο (αλλά εξόφθαλμο) συνδετικό τους κρίκο: Αν βάλεις αυτές τις ιστορίες δίπλα δίπλα – σαν να τα κομμάτια ενός παζλ — θα δεις να σχηματίζεται η επίλυση ενός τρίτου δολοφονικού μυστηρίου που δένει την πολιτική με το σεξ και το σεξ με τη βία..
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή όμως…
Η αυτοκτονία του κατατρεγμένου φοιτητή ώθησε τον Έλληνα reporter του Alpha να παραδεχτεί ότι το ο τρόπος που λες τα νέα – η μορφή της ενημέρωσης – η δημόσια διαβούλευση του τι σημαίνει ‘είδηση” – σηματοδοτεί από μόνο του μια μορφή βίας.
Μπορεί να περάσεις μια ζωή αποκαλύπτοντας τις ταυτότητες δολοφόνων – άλλα αν αρνείσαι να μιλήσεις για τη βία που συνοδεύει την ερωτική σου ταυτότητα θα αναπαράγεις διαρκώς το κίνητρο του εγκλήματος. Η αποσιώπηση συμμετέχει σε ένα κλίμα ασφυξίας, καταπίεσης και αυτο-καταστροφής. Οι δημοκρατίες γνώσης – τα θεάματα της πληροφορίας – οι ‘ελευθερίες’ αυτο-έκφρασης’ μπορούν άνετα να αποκρύψουν ένα σκοτεινό βασίλειο ψέματος, ανισοτήτων και βαρβαρότητας. Οι δημοσιογραφικοί αστέρες, οι δημόσιοι διανοούμενοι, οι πολιτικοί, οι καλλιτέχνες, τα celebrity, οι λεφτάδες που διακηρύσσουν ότι η ‘προσωπική’ τους σχέση με την ομοφυλοφιλία δεν αφορά κανέναν – δεν διαπράττουν απλά ένα τεράστιο λογικό ατόπημα – συμμετέχουν σε μια πράξη βίας. Παραγνωρίζοντας ότι το χτίσιμο, η απόλαυση και η εμπειρία ενός ‘προσώπου’ συνιστά το πεδίο μιας μάχης — δυσχεραίνουν τους όρους διεξαγωγής αυτής της μάχης
Πως να νικήσεις μια μάχη που δεν αναγνωρίζεις ότι υφίσταται;
Πρόκειται για μια μάχη ενάντια σε τετριμμένες και νόμιμες μορφές συμπεριφοράς: η προσβολή, η απομόνωση, το ρεζίλεμα, ο εκφοβισμός, η περιθωριοποίηση είναι συνθήκες ρουτίνας για πολλούς συμπολίτες μας– εξίσου τετριμμένα είναι: η απόλυση από τη δουλειά σου -ή αδυναμία να βρεις μία-επειδή το αφεντικό ή ο πελάτης δεν γουστάρει τον τρόπο που κουνάς τον κώλο σου (είμαι businessman και το κέφι μου θα κάνω), ο ενδο-οικογενειακός ψυχικός εκβιασμός (βάζεις σε κίνδυνο τη ζωή του μπαμπά σου με αυτό που είσαι), ο ευνουχισμός της σημασίας της έννοιας της αξιοπρέπειας (οι άντρες δεν επιτρέπεται να κλαίνε, να φοράν φούστες, να περπατάνε στη γη σαν αστροναύτες). Όλα αυτά τα νόμιμα και ωραία στάζουν αίμα που χύθηκε, χύνεται και θα χύνεται αν εξακολουθούμε να νομίζουμε ότι όλα είναι όπως φαίνονται. Αν εξακολουθούμε δηλαδή να νομίζουμε ότι ο νεαρός δημοσιογράφος με τη γραβάτα έχει μια χαρούμενη γυναίκα και δυο παιδιά να τον περιμένουν σπίτι – και όχι μερικά αντί-καταθλιπτικά και μια συλλογή από στολές μπαλέτου στη ντουλάπα του.
Αυτό το είδος της αποκάλυψης μέσα στην αποκάλυψη επιτέλεσε και ο κινηματογράφος του Παζολίνι. Ειδικά όταν μίλησε για το ναζισμό ως ερωτική πρακτική. Η τελευταία του ταινία Σαλό: 120 μέρες στα Σόδομα θα μπορούσε επίσης να διαβαστεί σαν ένα παράτυπο δελτίο ειδήσεων:οι ναζιστές στην ταινία και τα βασανιστήρια στα οποία υποβάλλουν τα θύματά τους είναι τόσο γκραν-γκινιόλ όσο το σπλάτερ-glam της επικαιρότητας. Οι ναζί στην ταινία έχουν κάτι το ¨έκτακτο¨- υποδύονται το αρχετυπικό κακό – κυρίως την αρχετυπική εξουσία — και επομένως την εξουσία του παρόντος. Η στυγερή δολοφονία του Παζολίνι λίγο καιρό μετά – απέδειξε ακριβώς αυτό – η βία της ταινίας – η βία της πολιτικής – είναι εδώ, ανάμεσα μας: Να ένα δελτίο ειδήσεων που ντύθηκε ταινία εποχής για να ξεδιπλώσει πάνω στην οθόνη μια από τις πιο σκανδαλώδεις και αποκρουστικές αποσιωπήσεις του παρόντος. Σεξουαλικότητα και εξουσία μοιράζονται ένα κεντρικό χαρακτηριστικό: συμβαίνουν μέσα στο μυαλό σου – συνδέονται με μια σειρά από ανεξέλεγκτες και άυλες ροές σκέψεων, ορμών και συναισθημάτων. Πρόκειται για κατηγορίες της ανθρώπινης εμπειρίας που δεν περιορίζονται σε μια χειρονομία ή σε μία διακήρυξη. Τα είδη των φρικαλεοτήτων που συμβαίνουν στην ταινία – και το τραγικό τέλος του δημιουργού της — δείχνουν ακριβώς την ευελιξία, την ποικιλία και δαιδαλώδη συνύπαρξη του ‘σεξουαλικού’ και του ‘πολιτικού’ – θέλω να σου επιβληθώ με χιλιάδες τρόπους και αυτό με καυλώνει με άλλους τόσους”!
Είναι ακριβώς αυτή η διάσταση που ”σεξουαλικοποιεί” τον φόνο των νεαρών χρυσαυγιτών. Κανένα στοιχείο, κανένας δημοσιογράφος δεν αναρωτήθηκε:και αν ήταν ένα έγκλημα πάθους-ασυνάρτητα ερωτικά-άσχετο; Κανείς δεν βγήκε να κάνει “outing” στην εξής οπτική πληροφορία: τα πρότυπα των θυμάτων που δολοφονήθηκαν – με τους σφιγμένους μύες, τις τρυφερές σοσιαλ-μιντιακές πόζες , το νεανικό σφρίγος, τις στρατιωτικές παραλλαγές, το συνδυασμό γλυκύτητας και καφρίλας θα ήταν φαβορί για κάστιν σε ταινία του Παζολίνι -εν δυνάμει σταρ της gay βιομηχανίας. Όλα τα αποδεικτικά στοιχεία είναι εκεί -μέσα στο σώμα της προσωπικής και ιστορικής μας μνήμης: Μεγαλώσαμε σε μια εποχή όπου το body-builδing συνδέθηκε πολύ πιο έντονα με τις συμβάσεις της gay κουλτούρας – παρά με τα ‘ετερο-κανικά’ όνειρα αγοριών και κοριτσιών. Στο πολιτισμικό σύμπαν της δικής μας γενιάς – η εικόνα του ωραιοπαθούς σφίχτη είχε συνδεθεί λιγότερο με την πολιτική του μίσους και πολύ περισσότερο με την παιγνιώδη ερωτικοποίηση της πολιτικής – “θέλεις να μου επιβληθείς; καύλωσα”! Ο τύπος του φουσκωτού άντρα – ως πολιτικό σημείο, δελτίο ειδήσεων, κινηματογραφικό γεγονός – ενστικτωδώς και αυτόματα – παρέπεμπε σε φετιχιστικό ανέκδοτο, αλμοντοβαρική σεκάνς και ρετρό αναχρονισμό.
Αναρωτιέμαι λοιπόν αν τα θανατικά επεισόδια των τελευταίων εβδομάδων — σηματοδοτούν όχι απλά το πένθος για τις αδικοχαμένες ζωές νέων παιδιών – αλλά επίσης το θάνατο μιας εποχής – κυρίως το τέλος ενός τρόπου να ερωτεύεσαι και να διαβάζεις τον κόσμο ερωτικά. Ήταν μια εποχή που όταν ο μπάτσος ξυπνούσε μέσα σου – δεν τον αντιμετώπιζες σαν έναν ”πολιτικό συνομιλητή”. Τον υποδεχόσουν σαν καλεσμένο σε μασκέ ερωτικό πάρτι. Ένα κλείσιμο του ματιού ήταν αρκετό για να το αφοπλίσει.
Τώρα καλούμαστε να θάψουμε αυτήν την εποχή – και αυτήν τη στάση ζωής. Ο μόνος τρόπος για να αντιμετωπίσεις ένα μπάτσο ή ένα μπράβο – μας λένε — είναι ένα αλεξίσφαιρο
Μήπως όμως πρέπει να κάνουμε ακριβώς το αντίθετο; Μήπως τώρα περισσότερο από ποτέ – οφείλουμε να επιμένουμε στην ερωτική ανάγνωση του πολιτικού; Μήπως αυτό που θα εξαλείψει ουσιαστικά τη βία θα είναι μια νέα ερωτική τρομοκρατία! Μια νέα επινόηση της αξιοπρέπειας, της απόλαυσης και της σύγκρουσης μέσα στο στόμα του φόβου; Θα υπήρχε ποτέ Χρυσή Αυγή αν μαθαίναμε να είμαστε αγέρωχοι και αδιάντροποι , απέναντι σε αυτά που μας προκαλούν φόβο; Ή αλλιώς ξετσίπωτοι απέναντι δηλαδή στη φτώχεια, το ρεζιλίκι και την καύλα;