ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΑ

Οδός Ιντεάλ: Ένα φάντασμα τριγυρνά πάνω από την Αθήνα

Ένα φάντασμα τριγυρνά πάνω απ’ την Αθήνα. Είναι μια πόλη «που έχει λησμονήσει ακόμα και το όνομά της. Σ’ αυτή την πόλη κανείς δεν θυμάται και δεν αναπολεί τίποτα…» ψιθυρίζει. Είναι το φάντασμα του Μίλαν Κούντερα. Το είχε γράψει κάποτε αυτό για την Πράγα του Κάφκα. Μια ανθρωπότητα «που δεν ξέρει τίποτα πια και δεν θυμάται τίποτα πια και κατοικεί σε πόλεις που δεν έχουν όνομα και που οι δρόμοι τους είναι δρόμοι χωρίς όνομα ή έχουν ένα όνομα διαφορετικό από το χτεσινό, γιατί το όνομα είναι μια συνέχεια με το παρελθόν και οι άνθρωποι που δεν έχουν παρελθόν είναι άνθρωποι χωρίς όνομα». 

Σε τι άλλο οδηγεί η ανεξέλεγκτη τουριστική «ανάπτυξη» της Αθήνας που καταστρέφει με την ανόθευτη βαρβαρότητα ενός ντόπιου Έλγιν κάθε σύνδεση της πόλης με το παρελθόν, κάθε σύνδεση με την ψυχή της; Και που τώρα ετοιμάζεται να θάψει ένα κομμάτι της πολιτισμικής μνήμης ενός αιώνα με την ολόλαμπρη περπατησιά στο παρόν και το εφηβικό βλέμμα για το μέλλον – τον κινηματογράφο Ιντεάλ;

Στις 27 Δεκεμβρίου, οι διαχειριστές του αρχαιότερου κινηματογράφου της χώρας, τα αδέλφια Σπέντζου, παραδίδουν τα κλειδιά στον ξενοδοχειακό όμιλο Μήτση στον οποίο εκμισθώθηκε από τον e-ΕΦΚΑ ολόκληρο κτίριο του Τσίλλερ, των 8.000 τ.μ., που στεγάζει και τα 830 τ.μ. του Ιντεάλ.

Εάν δεν συμβεί το θαύμα των Χριστουγέννων, ο Δεκέμβριος του 2023 θα μείνει στην ιστορία ως ο μήνας που με κυβέρνηση ΝΔ, πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη και δήμαρχο Αθηναίων Κώστα Μπακογιάννη έκλεισε μετά από 102 χρόνια ζωής και προσφοράς ο Παρθενώνας των κινηματογράφων της Ελλάδας.

«Μετά την ολική ανακαίνιση ενδέχεται να επαναλειτουργήσει σε λίγα χρόνια, αλλά… λίγο ως εκθεσιακός χώρος… λίγο ως αίθουσα θεάτρου και κινηματογράφου», γράφουν ρεπορτάζ. Ο Γιώργος Σπέντζος σε παλαιότερο ρεπορτάζ μάς είχε πει ότι «… ο Όμιλος Μήτση δεν θέλει σινεμά. Θέλει να κάνει ένα συνεδριακό κέντρο, δυνατό και μοντέρνο, όπως όλα τα ξενοδοχεία έχουν».

Διαβάσαμε στην «Καθημερινή» και τη δήλωση του διευθύνοντα συμβούλου του ομίλου Mitsis Σταύρου Μήτση ότι «ο κινηματογράφος Ιντεάλ (…) θα συνεχίσει να λειτουργεί στο μέλλον και μάλιστα αναβαθμισμένος». Είναι βέβαια εξαιρετικά γενική για να μας καθησυχάσει, ειδικά όταν γνωρίζουμε ότι το Κεντρικό Συμβούλιο Αρχιτεκτονικής του Υπουργείου Περιβάλλοντος αποφάσισε μεν τον Μάιο τον χαρακτηρισμό της χρήσης των κινηματογράφων Ιντεάλ και Άστορ ως διατηρητέας, αλλά ειδικά για το Ιντεάλ προέβλεπε ότι στους χώρους της διατηρητέας χρήσης του κινηματογράφου θα επιτρέπεται η λειτουργία και άλλων πολιτιστικών χρήσεων καθώς και η χρήση του Συνεδριακού Κέντρου. Γιατί λοιπόν το υπουργείο δεν ενέκρινε την αποκλειστική του χρήση ως κινηματογράφου; 

Και σίγουρα καμία αναβάθμιση δεν χρειάζεται το Ιντεάλ. Ήταν ανέκαθεν πολιτισμικό στολίδι, πολυτιμότερο με το πέρασμα του χρόνου, με τη μαγική εκείνη δύναμη της αυθεντικής κινηματογραφικής αίθουσας που το σκοτάδι της διαλύει τα δικά μας. Κι αν κάποτε το Ιντεάλ αναβαθμιζόταν, αρμόδιοι θα ήταν οι άνθρωποί του, τα αδέλφια Σπέντζου και οι εργαζόμενοι, που το πονάνε ίσως περισσότερο κι απ’ το σπίτι τους και το τρέχουν πάνω από μισό αιώνα, αυτοί οι αρχιτέκτονες των αναρίθμητων λαμπρών στιγμών του, οι ανυπέρβλητοι δημιουργοί μιας φάτνης ονείρων, που περιβάλλει με θαλπωρή ακόμα και τα πιο κατατρεγμένα από αυτά.

Αρμόζει εξάλλου να μιλούν ως αρμόδιοι για την «αναβάθμιση» άνθρωποι που δουλειά τους είναι ο τουρισμός; Θα προσλάμβανε ποτέ ο Σπίλμπεργκ πολιτικό μηχανικό να τον αναπληρώσει στη σκηνοθεσία, ακόμα κι αν είχε φτιάξει τις καλύτερες βίλες του Χόλιγουντ; Θα προσλάμβαναν ποτέ τα ξενοδοχεία Ritz τον Σπίλμπεργκ να «αναβαθμίσει» τα lobby και το room service τους;  

Η ουσία είναι ότι «δεν μπόρεσαν» να βρουν λύση για να μην κλείσει το Ιντεάλ. Ούτε το υπουργείο Πολιτισμού. Ούτε το υπουργείο Περιβάλλοντος. Ούτε το υπουργείο Εργασίας (e-ΕΦΚΑ). Ούτε ο επενδυτής που στην έκθεσή του κοινωνικής εταιρικής ευθύνης «A Story of Change» μιλά για «ενδυνάμωση της κοινότητας» και «σεβασμό του πολιτισμού» εκεί όπου δραστηριοποιείται.

«Δεν μπόρεσαν» να αφήσουν αυτή την υποδειγματική πολιτιστική γωνιά να συνεχίσει να υπάρχει ως έχει -αρχιτεκτονικά και με αποκλειστική χρήση ως κινηματογράφου- μέσα σε ένα ξενοδοχείο που θα είναι έτσι κι αλλιώς τεράστιο.

Το Ιντεάλ, ως Ιντεάλ, δεν χωρούσε πουθενά. Θα χωρέσει –ισχυρίζονται- αναβαθμισμένο. «Μπήκε αμέσως στο νόημα… Το ξέρει αυτό το αλισβερίσι. Είναι έτοιμοι να σου πουλήσουν ένα μέλλον με αντάλλαγμα το παρελθόν σου…», με σκουντάει δυνατά το φάντασμα του Κούντερα. «Θα τον βάλουν να πετάξει από πάνω του τη ζωή του και να γίνει σκιά, άνθρωπος χωρίς παρελθόν, ηθοποιός χωρίς ρόλο, να μετατρέψει σε σκιά ακόμα και την πεταμένη ζωή του, ακόμα και τον εγκαταλελειμμένο από τον ηθοποιό ρόλο. Κι όταν θα ’χει μεταμορφωθεί σε σκιά, θα τον αφήσουν να ζήσει».

Ένας κεντρικός δρόμος στην Πράγα -συνεχίζει- μετονομαζόταν ανάλογα με το ποιος ήταν καθεστώς στη χώρα. «Κι όμως, ήταν πάντα ο ίδιος δρόμος, απλώς του άλλαζαν συνέχεια όνομα, του έκαναν πλύση εγκεφάλου, για να τον αποβλακώσουν».

Η Πανεπιστημίου ήταν ανέκαθεν η εμβληματική «Οδός Ιντεάλ». Αν δεν ανακοπεί έστω αυτή την ύστατη ώρα το δρομολογημένο κλείσιμο του ιστορικού κινηματογράφου, η Πανεπιστημίου θα χάσει το όνομά της, τη σύνδεσή της με το παρελθόν. Θα «μετονομαστεί». Κι εμείς δεν θα είμαστε πια Αθηναίοι, αλλά άνθρωποι χωρίς παρελθόν, άρα χωρίς όνομα, σκιές περιφερόμενες στους αποβλακωμένους δρόμους μιας πόλης «που έχει λησμονήσει ακόμα και το όνομά της».

Θα ρίξει η Αθήνα στη λήθη την «Οδό Ιντεάλ»;

Υ.Γ.: Μην ξεχνάς, φωνάζει ο Κούντερα: «Ο αγώνας του ανθρώπου ενάντια στην εξουσία είναι ο αγώνας της μνήμης ενάντια στη λήθη».

Τα αποσπάσματα είναι από το «Βιβλίο του Γέλιου και της Λήθης».

Δέσποινα Παπαγεωργίου

Share
Published by
Δέσποινα Παπαγεωργίου