Ο Πίτερ Παν και η ακαταλαβίστικη γλώσσα της αγάπης

 

Καλησπέρα σας. Με λένε Μοχάμαντ και Ζαϊνάμπ και Τάλα και Πάρχαμ. Είμαι σχεδόν 8 ετών. Είμαι κορίτσι ή και αγόρι. Ζω στην πλατεία. Νομίζω ότι είναι η πλατεία Βικτωρίας ή η Πλατεία Ομονοίας ή ή πλατεία του Αγίου Παντελεήμονα. Πάντως είναι κάπως έτσι κυκλική και έχει πρωί και βράδυ πάρα πολύ κόσμο. Είναι κάπου στην Ευρώπη. Δεν ξέρω πού είναι η Ευρώπη. Οι γυναίκες εδώ δεν φορούν χιτζάμπ. Επίσης υπάρχουν κίτρινα ταξί και κίτρινα τρόλεϊ. Πλησιάζει καλοκαίρι και οι άνθρωποι εδώ κινούνται συνεχώς γύρω από την πλατεία. Κάποιοι μιλούν τη γλώσσα μου και κάποιοι άλλοι όχι. Είναι πολλές οι γλώσσες δεν καταλαβαίνω και πολλά. Είμαι και κάπως μίνι ακόμη. Πάνε και έρχονται κάθε πρωί και βράδυ. Τώρα τις τελευταίες μέρες τρώνε παγωτά και σουβλάκια. Μου αγόρασε και εμένα η μαμά μου παγωτό, πύραυλος λέγεται. Η λέξη πύραυλος δεν μου πολυαρέσει γιατί έχω δει και πραγματικούς πυραύλους και δεν ήταν σοκολατένιοι, ούτε είχαν κερασάκια στη μέση της κρέμας.

Ήρθα εδώ πριν καιρό. Όχι πάρα πολύ, δεν θυμάμαι σας είπα είμαι και κάπως μίνι ο χρόνος για εμένα δεν έχει απόλυτη αίσθηση και λογική. Τέλος πάντων μην πολυλογώ, τις προάλλες με πήρε η μαμά μου από το χέρι μαζί με τα αδέρφια μου και πήγαμε στην οδό Αθηνάς. Εκεί μας περίμεναν διάφορες κυρίες. Καλές μου φαίνονται, ενίοτε μου τσιμπάνε τα μάγουλα και με αγαπούν νομίζω. Μπήκαμε στο λεωφορείο. Ήταν άδειο γιατί το πήραμε από κάτι που λέγεται αφετηρία. Κάτσαμε όλοι μαζί. Με άφησε η κυρία μου να χτυπήσω το εισιτήριο. Το εισιτήριο είναι ένα χαρτάκι που το έβαλα σε ένα μηχάνημα και έκανε ΜΠΛΙΝΚ. Μετά περάσαμε διάφορους δρόμους και είδα μαγαζιά με παπούτσια, σούπερ μάρκετ και κάποια άλλα κτίρια που όλη την ώρα ρωτούσα τι είναι. Πουλάνε τυρί για τοστ, μαρούλια και μακαρόνια. Πάω πολλές φορές με τη μαμά μου εκεί. Ο μπαμπάς μου δεν είναι εδώ μαζί μας. Δεν ξέρω πού είναι. Έχω καιρό να τον δω. Δεν θυμάμαι από πότε. Νομίζω ότι τελευταία φορά που τον είδα ήμασταν σε μία φουσκωτή βάρκα και φοράγαμε σωσίβια. Ήταν πορτοκαλί. Ήμασταν εκεί στριμωγμένοι πολλοί άνθρωποι. Μετά φτάσαμε κάπου και βγάλαμε τα σωσίβια. Τέλος πάντων. Πού είχα μείνει;
Στο λεωφορείο. Πήγαμε στο θέατρο. Δεν ήξερα τι είναι το θέατρο. Νόμιζα όταν μου το είπανε, ότι θα ήταν κι αυτό κανένα παγωτό ή κανένα πελώριο γλυκό γιατί μου το περιέγραφαν πάρα πολύ ωραίο. Μπήκαμε. Και σβήσανε τα φώτα. Μετά ήταν πάρα πολύ τελειότητα. Δεν το φανταζόμουν. Άρχισαν να βγαίνουν διάφοροι χρωματιστοί άνθρωποι. Ο Πίτερ Παν, η Τίνκερμπελ, ο Κάπτεν Χουκ και διάφοροι άλλοι. Μαζί μου ήταν και πολλά άλλα παιδιά στην ηλικία μου και κάμποσα μεγαλύτερα.


Ήτανε και κάποια πιο μικρούλικα, έκλαιγαν και δεν με άφηναν να ακούσω. Δεν ήξερα τι άκουγα, αλλά μου άρεσε πολύ. Κάποια στιγμή η μαμά μου, κάτι πήγε να μου πει, αλλά της είπα να σταματήσει και να μην μου μιλάει γιατί ήθελα να δω. Οι πράσινοι άνθρωποι άρχισαν να χορεύουν και να μιλούν, να γελάνε και να χοροπηδάνε. Είχανε φτερά. Έπαιζε και μουσική και είχε και δέντρα και ένα βαρκάκι. Δεν καταλάβαινα τι έλεγαν, αλλά ένιωθα μια πελώωωωωωωωωρια ευτυχία. Ήμουν σίγουρος ότι όλα αυτά ήταν αληθινά. Ήθελα να ανέβω επάνω εκεί που ήταν ο Πίτερ Παν, αλλά η κυρία μου μου είπε ότι δεν πρέπει. Θύμωσα μαζί της. Ήθελα να πάρω τον Πίτερ Παν σπίτι μου. Τι μου έλεγε ότι είναι άνθρωπος και ότι κι αυτός μετά θα πάει στο σπίτι του; Αφού με κοίταγε και χοροπηδούσε και τραγούδαγε μαζί με την Τίνκερμπελ. Τι έλεγαν; Ακόμη δεν έχω καταλάβει. Μια γλώσσα ακαταλαβίστικη, αλλά τόσο τέλεια. Είναι πολλά αυτά που δεν καταλαβαίνω, είμαι ακόμη μίνι σας το προείπα. Το θέατρο ωραίο είναι. Με κατάφερε να είμαι ακίνητος για 2 περίπου ώρες. Μετά σβήνανε τα φώτα και η κυρία μας είχε πει να χειροκροτάμε. Έτσι όλοι μαζί χειροκροτήσαμε. Θα χειροκροτούσαμε ακόμη και αν η κυρία δεν μας το είχε πει. Τέλειωσε όμως και έκλαιγα. Πού πήγε ο Πίτερ Παν; Που πήγε η Τίνκερμπελ; Πού πήγε ο Κάπτεν Χουκ; Τι ωραία που ήμασταν όλοι μαζί. Θέλω να τους πάρω σπίτι μου. Να του πω για εμένα και για τα αδέρφια μου. Για την πόλη μου και τη δική μου την πλατεία. Την πιο παλιά από αυτήν που ζω τώρα.

Είχαμε κάποτε και εκεί παγωτά και καραμέλες. Πήγαινα και στο σχολείο. Ήταν ωραία τότε. Και τώρα είναι ωραία. Πάρα πολλοί άνθρωποι με αγαπούν και μου το δείχνουν κάθε μέρα. Μου αρέσει να είμαι με άλλους ανθρώπους. Όλοι οι άνθρωποι είμαστε ίδιοι. Είμαι παιδί και σας αγαπώ όλους. Είμαι μίνι. Θα μεγαλώσω και θα γίνω δάσκαλος, ράφτης, κομμώτρια. Γεια σας. Σας φιλώ.
Μπορεί να ξανασυναντηθούμε και τότε. Δεν θα ‘μαι πια μίνι και θα μιλώ της γλώσσα σας. Και θα πηγαίνω συχνά στο θέατρο. Μέσα στο λεωφορείο.

Ειρήνη Ι. Πολυκρέτη