Οι επαναστάσεις ξεκινούν στις πλατείες αλλά στην περίπτωσή μας νιώθω ότι έχει χαθεί ο σκοπός και η ουσία. Αναμφίβολα βιώνουμε μια τραγική κατάσταση πάνω από έναν χρόνο τώρα και οι επόμενες δύο εβδομάδες, όποιες και αν είναι αυτές, είναι σταθερά κρίσιμες. Με λίγα λόγια ζούμε τη μέρα της μαρμότας σε μόνιμη λούπα, το έχουμε όλοι αντιληφθεί αυτό. Όλοι έχουμε κουραστεί, όλοι. Πολλοί έχουμε κάνει τόσο πολύ τον κηπουρό, σε σημείο να βλέπουμε αναρριχώμενα φυτά στον ύπνο μας να σκαρφαλώνουν στο ταβάνι. Έχουμε χαλάσει τα πλήκτρα του τηλεκοντρόλ από το ανελέητο ζάπινγκ, έχουμε βάψει τα μισά έπιπλα του σπιτιού, έχουμε κλάψει μόνοι μέσα σε 50 τετραγωνικά, έχουμε να κάτσουμε στον ίδιο χώρο με τους γονείς μας από τα Χριστούγεννα, έχουμε πάρει αντικαταθλιπτικά για να αντέξουμε μία ακόμη μέρα. Όχι δύο εβδομάδες, μία ακόμη μέρα. Υπάρχουν άνθρωποι που ζουν μόνο με πενιχρά επιδόματα και δαγκώνουν τα χέρια τους από το άγχος και την αγωνία. Επιχειρηματίες της εστίασης που δεν ξέρουν αν θα καταφέρουν να κρατήσουν τα μαγαζιά τους μέχρι να ανοίξουν και πάλι όλα. Όλοι είμαστε τρελαμένοι, κανείς δεν θα πει το αντίθετο. Και όλοι θέλουμε να δούμε τους φίλους μας εκεί έξω, σε ένα ταβερνάκι, σε ένα πάρτυ, σε ένα μπαρ, σε μία συναυλία, σε μία παράσταση, να αγκαλιαστούμε, να τσουγκρίσουμε τα ποτήρια μας, να βουτήξουμε τα πιρούνια και τις παπάρες μας στην ίδια χωριάτικη, να μοιραστούμε ένα τσιγάρο ή ένα φιλί πάνω σε έναν μεθυσμένο χορό, να ταξιδέψουμε με την παρέα μας και να κοιμηθούμε στα ίδια στρώματα τα ζεστά μεσημέρια.
Είμαστε επίσης πολλοί αυτοί που αντιλαμβανόμαστε τον χειρισμό της κυβέρνησης σαν μια διαρκή κωλοτούμπα με μέτρα που οι ίδιοι οι εκπρόσωποί της συχνά αγνοούν και ο απλός λαός πλέον δεν ξέρει τι να πιστέψει από όλα αυτά που ακούει. Από τη μία δεν κολλάει σε εξωτερικούς χώρους μας λένε από την άλλη κολλάει αν ανοίξουν τα μαγαζιά και καθόμαστε έξω στα τραπεζάκια, από την άλλη συνωστισμός σε όλα τα ΜΜΜ, τα ξέρουμε, ακαθόριστες οδηγίες που συνεχώς αλλάζουν ανάλογα με το ποια συμφέροντα πρέπει να εξυπηρετηθούν κάθε στιγμή. Ναι, είμαι από αυτούς που πιστεύουν ότι η κυβέρνηση δεν γνωρίζει πραγματικά τι κάνει και στερεί ελευθερίες που μας είναι απαραίτητες για να συνεχίσουμε να ζούμε χωρίς ψυχολογικά προβλήματα. Τι κάνουμε όμως εμείς για να διασφαλίσουμε ότι θα βγούμε γρήγορα από αυτή τη νοσηρότητα χωρίς να προκαλέσουμε κακό σε άλλους ανθρώπους; Γιατί πρέπει η λύση σε όλη αυτή την κατάσταση να είναι τα πάρτυ με εκατοντάδες άτομα, χωρίς μάσκες σε πλατείες; Και γιατί όποιος είναι ενάντια σε αυτή τη λύση, αυτομάτως πρέπει να χαρακτηρίζεται φιλοκυβερνητικός;
Μετά το πάρτυ της Παρασκευής στην Πλ. Αγίου Γεωργίου, ένας αναγνώστης μας μπήκε στη σελίδα του site στο Facebook και κάτω από την είδηση για το συγκεκριμένο θέμα έγραψε ότι θα έπρεπε να ντρεπόμαστε που αναρτούμε τέτοιες ειδήσεις και ότι τα έχουμε πάρει χοντρά προφανώς για να το κάνουμε αυτό. Τη συγκεκριμένη είδηση την είχα γράψει εγώ. Σε αυτό το σημείο λοιπόν, να πω ότι ανήκω στις ευπαθείς ομάδες, ότι εδώ και μήνες κάθε μία από τις σπάνιες φορές που θα συναντηθώ με κάποιον θα φοράω διπλή μάσκα και θα φροντίσω να είμαστε σε εξωτερικό χώρο και μάλιστα ελάχιστοι, ότι εργάζομαι από το σπίτι, ότι δεν έχω δει τη μητέρα μου ούτε κι εγώ δεν ξέρω από πότε, ότι δεν μπαίνω σε ταξί παρά μόνο για να πάω σε γιατρό, ότι αποφεύγω κόσμο όχι μόνο για να μην κολλήσω εγώ αλλά για να μην κολλήσω εγώ κανέναν σε περίπτωση που κάτι άρπαξα πηγαίνοντας για τα ψώνια του σπιτιού και το περνάω ασυμπτωματικά και ότι είμαι ένας άνθρωπος που πριν την πανδημία πήγαινα συνεχώς σε πάρτυ, μπαρ και συναυλίες λες και ήμουν έφηβη. Και μου έχουν λείψει πάρα πολύ. Είμαι επίσης η πρώτη που θα πω να βγούμε στους δρόμους για να διεκδικήσουμε τις ελευθερίες και τα δικαιώματά μας. Βρέθηκα στο Εφετείο για την ανακοίνωση της καταδίκης των μελών της Χρυσής Αυγής και θα το ξανάκανα αν χρειαζόταν, με τη διπλή μου μάσκα, τις αποστάσεις και τα αντισηπτικά μου. Χειροκρότησα όσους πήγαν στην πορεία της Νέας Σμύρνης διατηρώντας τα μέτρα κατά του κορωνοϊού, όσο εγώ έγραφα τι συνέβαινε εκεί από την ασφάλεια του καναπέ μου. Και θα χειροκροτήσω και πάλι οποιονδήποτε βγει να διαδηλώσει προσέχοντας να μη μεταδώσει τη νόσο σε κανέναν.
Το πρόβλημα εδώ δεν είναι ότι όλα αυτά τα παιδιά κουράστηκαν από την ατελείωτη απομόνωση και πήγαν σε μία πλατεία. Κανείς δεν θα τους πει ότι έχουν άδικο. Το νευρικό σύστημα όλων μας κρέμεται από μία κλωστή, είναι γεγονός, χρειαζόμαστε το έξω, την παρέα, τη μουσική, τα μαγαζιά που αγαπάμε. Το πρόβλημα είναι ότι το έκαναν εις βάρος άλλων, κατακλύζοντας έναν χώρο μέσα σε μια κατοικήσιμη περιοχή, χωρίς μάσκες, χωρίς διατήρηση των μέτρων και ειλικρινά δεν καταλαβαίνω γιατί πρέπει όσοι το κατακρίνουμε αυτό να θεωρούμαστε δάκτυλος κυβερνητικών συμφερόντων. Αν δεν είμαστε μαζί τους, σημαίνει ότι είμαστε με τους άλλους; Όχι, δεν σημαίνει αυτό. Σημαίνει ότι ίσως έχουμε χάσει ανθρώπους σε κάποια ΜΕΘ, ότι δεν θέλουμε να έχουμε περάσει όλον αυτό τον εγκλεισμό και τελικά να πεθάνουμε στο παρά πέντε, ότι εν πάση περιπτώσει θέλουμε να μειωθούν επιτέλους τα κρούσματα για να νιώσουμε ασφαλείς την επόμενη φορά που θα βγούμε έξω χωρίς μάσκα και όχι για να «πείσουμε» τους υπουργούς ότι τα πάμε καλά για να μας ανοίξουν πάλι τα μαγαζιά. Δεν είναι αυτό το πρώτο μας μέλημα, άλλωστε ξέρουμε ότι ακόμα και χωρίς κορωνοϊό αν ήθελαν να μας κλείσουν, θα έβρισκαν τον τρόπο. Η υγεία όλων είναι αυτό που έχουμε στο μυαλό μας. Και αυτό είναι κάτι που δυστυχώς δεν το αντιλαμβάνονται όλοι οι μπαϊλτισμένοι που διασκεδάζουν στις πλατείες τα βράδια λες και βρίσκονται σε rave πάρτυ στα Οινόφυτα το 1995. Και δεν θα πω σε καμία περίπτωση ότι φταίει η νεολαία, γνωρίζω νέα παιδιά που δεν πλησιάζουν καν γιατί δεν θέλουν να βάλουν σε κίνδυνο κανέναν γνωστό τους, ούτε τους συγγενείς τους και από σχόλια που διαβάζω σε διάφορες ομάδες στο FB, διαπιστώνω ότι ανάμεσα στους θαμώνες είναι και 40άρηδες και 50άρηδες. Έχει να κάνει ξεκάθαρα με την αντίληψη και την παιδεία του καθενός. Μια γνωστή μου πριν λίγες ημέρες έμαθε ότι μια φίλη της έχει κορωνοϊό και μετά από λίγες ώρες την είδε σε στόρι της στο Instagram να παρτάρει σε πλατεία χωρίς μάσκα. Ναι λοιπόν, είναι θέμα παιδείας.
Μένω στην Κυψέλη και βλέποντας τα πλάνα από τα βίντεο που κυκλοφόρησαν και μια γιαγιάκα που μένει εκεί που δήλωσε σε κάμερα ότι όταν πήγε να τους πει κάτι, κάποιος της απάντησε: «Σκάσε παλιόγρια», σκέφτηκα τι θα έκανα εγώ αν το σπίτι μου ήταν στον πρώτο όροφο κάποιας πολυκατοικίας στην Πλ. Αγίου Γεωργίου. Να πρέπει να ζω πάνω ακριβώς από το πλήθος που βρίσκεται εκεί, χωρίς μάσκες, με έναν ιό που μεταδίδεται με τον αέρα. Δεν ξέρω αν θα είχα γίνει η Θεία από το Σικάγο να πετάω κανάτια από το μπαλκόνι, γιατί αυτομάτως θα έβαζα τον εαυτό μου στην ίδια κατηγορία. Αλλά μπήκα στον πειρασμό. Και επειδή η κατακλείδα είναι ότι ενός κακού μύρια έπονται, νομίζω ότι ήρθε η ώρα ο κύριος Μητσοτάκης και οι υπουργοί να αντιληφθούν ότι πρέπει να βάλουν ένα τέλος στη λογική του παραλόγου με την οποία μας έχουν «εμβολιάσει» όλους και όσοι σκέφτονται να πάνε πάλι σε ένα αντίστοιχο πάρτυ, να καταλάβουν ότι ναι μεν αυτό που συμβαίνει είναι η φυσική συνέπεια μιας ανυπόφορης κατάστασης αλλά δεν είναι και η φυσιολογική. Κανείς δεν θέλει να χάσει έναν δικό του άνθρωπο μέσα σε κάποια ΜΕΘ.