ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΑ

Μισέλ Δημόπουλος: Μια απώλεια, ένα ακόμη τέλος εποχής

Δεν θα ξεχάσω ποτέ εκείνο το βράδυ το αξημέρωτο στα γραφεία του φεστιβάλ, στη Σίνα ακόμη τότε πριν την αλλαγή του αιώνα, να προσπαθεί να φτιάξει το χαλασμένο φωτοτυπικό, τι κι αν ήταν ο διευθυντής -μα τι εντύπωση μου είχε κάνει!-, για να συνεχίσω να ετοιμάζω τους φακέλους για τη συνέντευξη Τύπου της επόμενης μέρας. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τα καθημερινά meetings επτά η ώρα το πρωί στη Θεσσαλονίκη, μετά από το ξενύχτι της προηγούμενης νύχτας, για να διευθετήσουμε όλοι παρέα το πρόγραμμα της φεστιβαλικής μέρας. Τις γρήγορες κουβέντες στο γραφείο του ή στους διαδρόμους για να δώσουμε λύση σε προβλήματα ή σε θέματα νέα που προέκυπταν στη διάρκεια της διοργάνωσης. Την εμπιστοσύνη στους συνεργάτες του, τον χώρο που τους έδινε, την ευγένεια, την φιλική συμπεριφορά, την αξιοπρέπεια, το low profile, την ηρεμία, την -κρυμμένη- τρυφερότητα και βέβαια, εκείνο το κάπως “λοξό” μειδίαμα και το «έλα!», όταν τον εξέπληττε κάτι. Τη λατρεία στο Παρίσι (όπου σπούδασε κινηματογράφο), τη γαλλική διανόηση και το σινεμά της, αλλά και το σινεμά του δημιουργού σε κάθε άκρη της γης, όπου είχε αξία – η Ασία είχε πιάσει χώρο στην καρδιά του. Τη χαρά του για τα αφιερώματα και τις εκδόσεις -ιδιαίτερη αδυναμία του- για σκηνοθέτες καταξιωμένους ή άγνωστους ακόμη στο πλατύ κοινό. Τη συνεργασία με τον αξέχαστο Δημήτρη Εϊπίδη που κάλεσε από την αρχή της θητείας του στο φεστιβάλ, για να σχηματίσει τους πρωτοπόρους κι ανήσυχους Νέους Ορίζοντες (κι αργότερα, με την στήριξη του Μισέλ, το σημαντικό Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης), με ουρές διψασμένων θεατών στις sold out προβολές τους. Την φιλία του με ξένους κριτικούς και δημοσιογράφους και την συνεργασία του με τον μοναδικό, επίσης διεθνή, Αλέξη Γρίβα, υπεύθυνο συντονισμού Διεθνούς Προγράμματος και Ξένου Τύπου στο φεστιβάλ, το οποίο χάρη στις σχέσεις τους με ανθρώπους του Τύπου από τον Guardian, την Liberation, το Variety προωθήθηκε στο ευρωπαϊκό στερέωμα, αλλά και στην απέναντι πλευρά του Ατλαντικού και πάρα πέρα. Και πάνω από όλα, δεν θα ξεχάσω ποτέ τις κουβέντες του για το σινεμά πριν ή μετά τις μέρες του φεστιβάλ, μακριά από το άγχος της διοργάνωσης, που μου έμαθαν τόσα.

Είναι τόσο δύσκολο να αποχαιρετάς κάποιον όταν έχεις περάσει πολύτιμα χρόνια μαζί του ή όταν, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, βρίσκεται στη ζωή σου για πάντα. Ο Μισέλ, ο δικός μας Μισέλ για όλους εμάς που θητεύσαμε κοντά του στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, που ποτέ δεν αποκαλέσαμε κύριο Δημόπουλο ή κύριο διευθυντή, που βρίσκαμε κάθε στιγμή κοντά μας, που είχε πάντα μια παράξενη ηρεμία την ώρα που του μίλαγες αγχωμένα και σε έκανε να ηρεμείς και εσύ, δεν είναι πια εδώ. Τα πόσα έκανε για τον κινηματογράφο γενικώς στην Ελλάδα, γράφτηκαν παντού. Το όραμα που έκανε πραγματικότητα με το που ανέλαβε τη θέση του διευθυντή στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, τη μετάβασή του από τα στενά ελληνικά σύνορα στη διεθνοποίησή του, κάθε άλλο παρά εύκολο ήταν, είχε πολλά εμπόδια και αντιρρήσεις να αντιμετωπίσει. Όχι μόνο το υλοποίησε ήδη από τη δεύτερη χρονιά του εκεί, το 1992, αλλά το έκανε με τον καλύτερο τρόπο, πείθοντας τελικά με έργα και πράξεις και τους πιο δύσπιστους, πόσο σημαντικό ήταν για την ανάπτυξη της εγχώριας κινηματογραφίας. Ακόμη σήμερα, το φεστιβάλ, με όλη την εξέλιξή του, στα δικά του βήματα βαδίζει.

Με τη Φαίη Ντάναγουεη

Ταξίδευε συνέχεια, έβλεπε ταινίες συνέχεια, μιλούσε για το σινεμά συνέχεια, συναντούσε ανθρώπους συνέχεια. Έλαμπε ολόκληρος δίπλα στους ξένους, ιδιαίτερα σημαντικούς καλεσμένους που άρχισαν να έρχονται στην Ελλάδα και να γοητεύονται από το φεστιβάλ και την πόλη του, χάρη σε εκείνον και τον Δημήτρη Εϊπίδη (που θήτευσε και ως διευθυντής του φεστιβάλ Κινηματογράφου χρόνια αργότερα). Ανάμεσά τους οι Nagisa Oshima, Harvey Keitel, Ken Loach, Bernardo Bertolluchi, Faye Dunaway, Catherine Deneuve, Isabelle Huppert, Michael Haneke, Agnès Varda, Bong Joon-ho, Abbas Kiarostami, Nanni Moretti. Αγωνιούσε για την πορεία του ελληνικού κινηματογράφου, κι έκανε ότι περισσότερο για να ισορροπήσει σχέσεις και καταστάσεις δύσκολες, να φωτίσει πλευρές του, να βοηθήσει στην προώθησή του στο εξωτερικό. «Καταφέραμε να ξεπεράσουμε τις εσωστρέφειες και να ξεφύγουμε από το γκέτο», μου είχε πει κάποια στιγμή κι έτσι ήταν. Άλλωστε η αγάπη του για το ελληνικό σινεμά φαινόταν κι από την επιμέλεια του τόμου  «Le Cinéma Grec», που είχε αναλάβει για τις εκδόσεις του Κέντρου Πομπιντού.

Ο Μισέλ Δημόπουλος με την Ανιές Βαρντά

Ο Μισέλ Δημόπουλος με τον Αμπάς Κιαροστάμι

Το έργο του Μισέλ, του κορυφαίου, του διανοούμενου, του πρωτοπόρου, του ξεχωριστού Μισέλ, τεράστιο. Πριν ακόμη και από το φεστιβάλ, τα κείμενά του στην Αυγή και στον «Σύγχρονο Κινηματογράφο» -τα δικά μας «Cahiers du Cinéma»- όπου διετέλεσε και αρχισυντάκτης και διευθυντής, έμαθαν σε πολλούς από εμάς όχι μόνο σινεμά αλλά και πώς και πόσο να αγαπήσουμε το σινεμά. Θυμάμαι, φοιτήτρια ακόμη, δεν έχανα τεύχος, ήταν τόσο πολύτιμα όσο κι ένα βιβλίο. Αλλά πώς να ξεχάσεις και την θρυλική «Κινηματογραφική Λέσχη» της ΕΡΤ όπου μέχρι το 2010 επέλεγε μαζί με τον Γιάννη Μπακογιαννόπουλο κορυφαίες ταινίες, δίνοντας μαθήματα κινηματογράφου μέσα από τη μικρή οθόνη; Ή τα αφιερώματα και τις εκδόσεις που στη θητεία του έδωσε το φεστιβάλ –Claude Chabrol, Fritz Lang, Luis Bunuel, Bernardo Bertolucci, John Boorman, Bela Tarr, Otar Iosseliani, Krzysztof Kieślowski, Pedro Almodóvar, Wong Kar-Wai για να αναφέρω κάποια- που κρατάω φυλακτό στη βιβλιοθήκη μου και ανατρέχω ακόμη, παρά την ευκολία του internet; Η μετάδοση της γνώσης του κινηματογράφου, ο εκπαιδευτικός ρόλος του κινηματογράφου, ήταν πρωτεύον ζήτημα για τον Μισέλ. Και η ευχαρίστησή του να βλέπει κοινό κάθε ηλικίας να γεμίζει τις προβολές στο ιστορικό «Ολύμπιον» -που εκείνος έκανε μόνιμη στέγη του φεστιβάλ- ή στις αίθουσες στο λιμάνι και όπου αλλού, δεν κρυβόταν.

Με τον Οτάρ Ιοσελλιάνι

Κανείς δεν θα ξεχάσει τον άκομψο έως προσβλητικό τρόπο με τον οποίο οι κυβερνώντες τότε ανάγκασαν τόσο τον ίδιο τον Μισέλ, όσο και τον πρόεδρο του φεστιβάλ στα ίδια χρόνια μαζί του, Θόδωρο Αγγελόπουλο, να αποχωρίσουν από τις θέσεις τους, το 2005, στο όνομα μιας ανανέωσης του θεσμού. Ο Μισέλ όμως περήφανος ανέκαθεν απέναντι στις μικρότητες, συνέχισε τον δρόμο του, έχοντας πάντα δίπλα του συνεργάτες και φίλους που τον πίστεψαν και τον αγάπησαν. Συνέβαλε στην παραγωγή ταινιών, ήταν μέλος καλλιτεχνικών επιτροπών φεστιβάλ, ανέλαβε προγραμματιστής στο φεστιβάλ της Λισσαβόνας, συνέχισε να γράφει σπουδαία κείμενα, ήταν παρών σε όλα τα δρώμενα από διάφορες θέσεις.

Μιλήσαμε δυο τρεις φορές πριν λίγους μήνες. Μου είπε, με την χαρακτηριστική φωνή του στην άλλη άκρη της γραμμής, να προσέξω κάποιους Έλληνες πρωτοεμφανιζόμενους ταλαντούχους σκηνοθέτες, είπαμε για τον Godard που μόλις είχε “φύγει”, για την υγεία του, για το φεστιβάλ, για την σύντροφό του Έρση (Σωτηροπούλου) στην οποία πάντα αναφερόταν -συχνά με καμάρι για κάποια διάκριση στο συγγραφικό της έργο-, για το Παρίσι του από όπου είχε πριν λίγο καιρό επιστρέψει, ακόμη και για τα αγαπημένα του εγγόνια – κι ένιωθα το “λοξό” εκείνο γελάκι να φθάνει μέχρι τα αυτιά του. Έτσι θα τον θυμάμαι.

Εφη Παπαζαχαρίου

Share
Published by
Εφη Παπαζαχαρίου