Στα δικά μου μαθητικά χρόνια, δύο δεκαετίες πίσω σε ένα ήσυχο μικρό Λύκειο της Β’ Αθηνών, η διεξαγωγή της πενθήμερης εκδρομής (εφεξής «πενταήμερη», για να μιλάμε τα λάθος «σωστά» ελληνικά του προαυλίου) ήταν μια μικρή εισαγωγή στο πώς γίνονται οι δουλειές στην «ομορφότερη χώρα του κόσμου». Πήγα Γ’ Λυκείου ακριβώς την στιγμή που η χώρα «είχε πάρει πίσω εκείνο που της ανήκει» [τους Ολυμπιακούς] κι ετοιμαζόταν να μπει στην τρίτη χιλιετία με ελαφρά αλλαγμένο το όνομά της σε «Ισχυρή Ελλάδα». 15-20 μέρες αφ’ ότου ξεκίνησε η σχολική χρονιά, αυτό το εξάωρο χαλάρωμα δηλαδή από το υπερφορτωμένο φροντιστηριακό πρόγραμμα, η αυλή γέμισε από καινούριους «εξωσχολικούς». Διαφορετικούς.

Ήταν μεγαλύτεροι, ίσως κι απόφοιτοι περασμένων χρόνων από το Λύκειό μας, μπορεί φοιτητές στα πρώτα τους έτη και είχαν μια χαλαρή σχέση συνεργασίας με τουριστικά γραφεία. Συστήνονταν, έλεγαν ένα αστείο και μας ζητούσαν μισή ωρίτσα («ξέρουμε, έχετε διάβασμα») για να κεράσουν «ένα φραπέ στα γρήγορα» μετά το τελευταίο κουδούνι. Γιατί εμάς; «Γιατί μερικοί μετράνε περισσότερο από τους άλλους», μου είχε πει κάποιος, αφού είχε κάνει την ερευνά του για τους δημοφιλείς της τάξης του ’98.

Το αντικείμενο ήταν, φυσικά, η «πενταήμερη». Πού θα πάμε; Πώς θα πάμε; Σε τι τιμή; Πού θα κάνουμε τις χοροεσπερίδες («εκδηλώσεις» τις λέγαμε) για να μαζέψουμε χρήματα κατά τη διάρκεια της χρονιάς; Πού θα τυπώσουμε τα αναμνηστικά μπλουζάκια; Οι τύποι ήταν αντιπρόσωποι μιας one stop shop βιομηχανίας που κάλυπτε όλο το φάσμα των εκδρομικών δραστηριοτήτων. Το υπονοοούμενο ήταν εξ’ αρχής φανερό, καμιά φορά δεν ήταν καν υπονοοούμενο. Αυτοί που θα «κανόνιζαν», θα πήγαιναν («εννοείται») εκδρομή δωρεάν και, σύντομα, μόλις περνούσαμε στη δεύτερη φάση της διαπραγμάτευσης, δηλαδή της γνωριμίας με κάποιον που έπαιρνε κανονικά μισθό από το τουριστικό (και ίσως φοροούσε κοστούμι) έπεφταν ακόμα και λεφτά στο τραπέζι. Μίζες για «τα εξοπλιστικά της πενταήμερης». Με σκοπό, βέβαια, να μη δωθούν ποτέ, γιατί μολις έκλεινε η δουλειά –αφού είχε προηγηθεί ένα κάπως θλιβερό ξεκατίνιασμα μεταξύ τουριστικών πρακτόρων και μαθητών, σπανίως και καθηγητών– έμπαινε σε λειτουργία η τακτική του «διαίρει και βασίλευε». Κι «αυτοί που κανόνιζαν», βρίσκονταν ο ένας απέναντι στον άλλον.

Φοιτητές από το εξωτερικό στην αθηναϊκή πολυκατοικία του Erasmus (Γιάννης Δρακουλίδης/ FOS PHOTOS)

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Δεν μπορώ να υποστηρίξω ότι έτσι γινόταν παντού, είμαι σίγουρος ότι σε πιο οργανωμένα και υψηλού προφίλ σχολεία γινόταν διαφορετικά. Όμως σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις που γνώριζα τότε (γιατί γινόταν κι αντικατασκοπεία, «εσένα πόσα σου δίνει ο τάδε;») το στόρι ήταν το ίδιο με ελαφριές παραλλαγές. Χωρίς κλειστές πρσφορές, με απόντα τον Σύλλογο Γονέων και Κηδεμόνων, διευθυντές λυκείων που (έκαναν πως) δεν έβλεπαν. Ευτυχώς, κάποια στιγμή το πήραν χαμπάρι οι γονείς μας και μας προσγείωσαν που την είχαμε δει εκκολαπτόμενοι Λύκοι της Σκουλ Στριτ. Η φάμπρικα βέβαια δε σταματούσε ποτέ. Ακόμα κι όταν φτάσαμε στην Ρόδο, στο λόμπι του ξενοδοχείου εμφανίζονταν διάφοροι περίεργοι «φίλοι φίλων κάποιου από το τουριστικό» σε περίπτωση που θέλαμε χόρτο ή να πάμε μετα το νυχτερινό κέντρο σε κανα στριπτιτζάδικο «… και βλέπουμε».

Μια (όχι και τόσο) ήπια εισαγωγή, ειδικά αν αναλογιστεί κανείς ότι μιλάμε για 17ρηδες που τους πρόσφεραν ένα βάζο γεμάτο μέλι και τους έκαναν να αισθάνονται σημαντικοί, στον τρόπο που γίνονται οι μπίζνες στην Ελλάδα. Μια μίνι, έστω γραφική, μύηση στις πρακτικές της διαφθοράς: φωτογραφικές διαδικασίες, συναλλαγές κάτω από το τραπέζι, συνδικαλισμός για τα δικαιώματα της τσέπης, ξέρετε πώς πάει…

Είκοσι χρόνια μετά, δεν έχω στενές σχέσεις με πολλούς σημερινούς 18ρηδες (πόσο διαφορετική τεχνολογία άραγε φοράει κάποιος που γεννήθηκε το 2000;), για να ξέρω πόσο έχει αλλάξει η κατάσταση. Θα έχει αλλάξει σίγουρα, έχουμε περάσει και μια κρίση. Ξέρω ότι, λίγο μετά τα δικά μου χρόνια, άρχισαν να καθιερώνονται και οι «τριήμερες», αργότερα μπήκε στο παιχνίδι και το εξωτερικό ως προορισμός. Μάλλον προτιμότερο, λέω τώρα στα 30φευγα μου, να πας σε μια ευρωπαϊκή πρωτεύουσα από να πετάς γαρύφαλλα σε ένα μπουζουξίδικο στο Φαληράκι, μην ξεχνάμε ότι η πενταήμερη είναι «εκπαιδευτική εκδρομή» (γι’ αυτό το πρόγραμμά της περιλαμβάνει τα πρωινά επισκέψεις σε μνημεία με άγριο hangover). Οι εσωτερικοί προορισμοί, πάντως, δεν έχουν αλλάξει – Ρόδος, Κέρκυρα, Κρήτη, Θεσσαλονίκη παραμένουν σταθερές αξίες. Με ότι συνεπάγεται αυτό για την υποτιθέμενη τόνωση του «εσωτερικού τουρισμού» και την σχετικά κλειστή αγορά που μοιράζεται ο τζίρος της «επιχείρησης πενταημερη» (τουριστικά πρακτορεία, λιμάνια, αεροδρόμια, ξενοδοχειακές μονάδες). Η φάμπρικα, κοινώς, δεν έχει σταματήσει, ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ιδιοκτητών Ιδιωτικών Σχολείων, Χαράλαμπος Κυραϊλίδης, δεν έχει άδικο (σε αυτό τουλάχιστον…).

Η κουβέντα για τις σχολικές εκδρομές, λοιπόν, που έχει ανοίξει τις τελευταίες 48 ώρες, αμέσως μόλις αφαιρεθήκαμε απ’ το «debate της πλαστικής σακούλας», γίνεται μεταξύ υποκριτών κι άσχετων. Είναι ένα ακόμα φθηνό επικοινωνιακό τρικ δήθεν φιλολαϊκής στάσης από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ (ενώ έχει πολύ πιο σοβαρά μέτωπα για να δείξει τέτοιο προφίλ) και μια τρανή απόδειξη της άγνοιας που δείχνει «η αντιπολίτευση του timeline». Προσθέτεις στο μπλέντερ ενός τσίρκου που όλοι έχουν γνωμη χωρίς να ξέρουν για τι πράγμα μιλάνε τον υφυπουργό Παιδείας, κύριο Ζουράρι, να νουθετεί τους μαθητές «να μην πηγαίνουν στο μπορντέλο τις τρεις αυτές ημέρες, να πηγαίνουν πριν και μετά» κι έχεις το τέλειο κομφούζιο. Που έρχεται να μαζέψει με τη διευκρινιστική ανακοίνωση χθες το μεσημέρι το ΥΠΠΕΘ, για να τα κάνει ακόμα χειρότερα. Στην πρώτη της παράγραφο αναφέρει: «Οι μόνες εκπαιδευτικές εκδρομές που δεν επιτρέπονται στο εξωτερικό είναι αυτές που εντάσσονται στο πλαίσιο προγραμμάτων σχολικών δραστηριοτήτων (πολιτιστικών ή περιβαλλοντικών)», και λίγο παρακάτω προσθέτει «συνεχίζουν να προβλέπονται όλες οι εκδρομές εξωτερικού που υλοποιούνται στο πλαίσιο: α. εκπαιδευτικών ανταλλαγών (…) γ.εκπαιδευτικών προγραμμάτων και εγκεκριμένων ευρωπαϊκών προγραμμάτων (ERASMUS κτλ)». Λίγο σκουριασμένα ελληνικά, για να πεις ότι ξεκαθάρισαν το τοπίο…

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ίσως όντως το υψηλό κόστος των εκδρομών στο εξωτερικό να ενισχύει την ταξικότητα, ειδικά στα ιδιωτικά σχολεία (αν και ειναι σοβαρά συζητήσιμο ότι οι εκδρομές εσωτερικού προσφέρονται σε καλύτερες τιμές) και η διαδικασία να «βιώνεται τραυματικά από τα παιδιά που δεν μπορούν να συμμετάσχουν σ’ αυτές», όπως λέει η ανακοίνωση. Η υπουργική απόφαση προφανώς κόβει το χέρι που πονάει, δε λύνει το πρόβλημα. Και προκαλεί θόρυβο, δυσανάλογο της σημασίας του θέματος, που έκθετει όσους συμμετέχουν στον υστερικό διάλογο. Από την ανακοίνωση του υπουργείου μέχρι τους δημοσιολογούντες σε παραδοσιακά και σόσιαλ μίντια, δε βρέθηκε ένας να πει π.χ. «μα καλά, τι οδυρόμαστε ότι σώζουμε ή θρηνούμε το Erasmus;», αφού η υπουργική απόφαση αφορά τη δευτεροβάθμια, κι όχι την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Κι εντάξει τα μίντια της μηδενικής διασταύρωσης ή της εντεταλμένης αποστολής, είναι δυνατόν να βλέπεις ακόμα και καθηγητές Πανεπιστημίου να συμμετέχουν στην αντιπαράθεση χωρίς να έχουν κάνει αυτόν τον στοιχειώδη διαχωρισμό; 

Κατά τ’ άλλα, αυτήν την ηλιόλουστη μέρα στην καρδιά του χειμώνα –λίγο πριν φωτιστούμε συνολικά από τα Θεοφάνεια– η Κυβέρνηση δεν έπεσε τελικά ούτε από τις σχολικές εκδρομές, εγκαινιάστηκε η πολιτική εργαλειοποίηση της συντρόφου του Πρωθυπουργού με την ηρωική της συνέντευξη που με τη σειρά της απελευθέρωσε και μια δόση σεξισμού, «φιλελεύθερα» θεμιτού προκειμένου «να φύγουν»…

Παναγιώτης Μένεγος