Ο Κουμουτσάκος δε θα είναι ο τελευταίος. Το αποφάσισε (με την συμπεριφορά της) η Βουλή χθες βράδυ.

Ξέρετε, είναι οξύμωρα ενδιαφέρον ότι η άποψη Φίλη και Κουμουτσάκου σχετικά με το ζήτημα των Ποντίων, είναι πιθανότατα κοινή. Ο πρώτος την πάτησε από μια πονηρά «αφελή» ερώτηση του Νίκου Χατζηνικολάου και υπερασπίστηκε τις «δημοσιογραφικές» του απόψεις (ξεκαθαρίζοντας ότι είναι προσωπικές), ο δεύτερος ποτέ δεν έχει απασχολήσει με εθνικιστικές κορώνες, αντίθετα ανήκει στο διαρκώς συρρικνούμενο κομμάτι της αστικής δεξιάς (που το πολύ πολύ να αναρωτηθεί λίγο γεροντοκορίστικα «τι δουλειά έχει ο Βαρουφάκης στα Εξάρχεια;»). Άρα, μάλλον δεν υπάρχει πιο άστοχο προηγούμενο από τις χθεσινές κατηγορίες του Βαγγέλη Μεϊμαράκη (και της Φώφης Γεννηματά) περί «ηθικής αυτουργίας» του Φίλη στον χθεσινό ξυλοδαρμό. Είναι κάτι που αποδεικνύει ότι στη Νέα Δημοκρατία βλέποντας τον Τζιτζικώστα να τους έρχεται σαν τον ουρανό σφοντύλι –με την στήριξη μάλιστα και των παραδοσιακών συγκροτημάτων-  είναι ανίκανοι να κανουν ακόμα κι αντιπολίτευση σε επίπεδο μικροπολιτικής.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η υπεράσπιση του Φίλη σε επίπεδο ελευθερογνωμίας είναι αυτονόητη. Θα έπρεπε να είναι αυτονόητη. Αλλιώς, ξεκινάει (αν δεν έχει ήδη ξεκινήσει) ένα κυνήγι μαγισσών που δεν έχει τέλος και που θα καταντήσει ζητήματα ιστορικής μνήμης να λύνονται στη αρένα των τοκ σόου, ανάλογα με το ποιο συμβόλαιο character assassination έχει να εκτελέσει ο παρουσιαστής. Η σοβαρή κρίση πάνω στη θέση Φίλη μπορεί να είναι μόνο επιστημονική. Και, μεταξύ μας, είναι ψιλά γράμματα – δεν υπάρχει κανένα συλλογικό τραύμα που πρέπει να κλείσει, ούτε κανένας σημαντικός εθνικός μύθος που πρέπει να συντηρηθεί. Υπάρχει μόνο ο υπέροχος ποντιακός συναισθηματισμός που αυτήν την εβδομάδα αποφασίσαμε να τον βάλουμε στο σέικερ με τον χρυσαυγίτικο μισανθρωπισμό.

Από την άλλη ο Φίλης ως ρόλος είναι ιδιαίτερα απεχθής. Και σαφώς ενδεικτικός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα το πάει μέχρι τέρμα απογοητευτικά χρησιμοποιώντας όλα τα κεφάλαια του παλαιοκομματικού manual διακυβέρνησης. Ο υπουργός Παιδείας, ζυμωμένος στη δημοσιογραφική πιάτσα, ολοκληρωτικά στρατευμένος ούτως ώστε να ζώνεται κάθε τρεις και λίγο τα φυσεκλίκια της δημόσιας αντιπαράθεσης, είναι ολοφάνερα ο Θεόδωρος Πάγκαλος του ΣΥΡΙΖΑ. Προκαλεί τεχνητές κρίσεις, λειτουργεί ως αλεξικέραυνο ή καλύτερα σαν το πιόνι που δείχνει ανά πάσα στιγμή  έτοιμο να θυσιαστεί για να επιτευχθεί το επικοινωνιακό ματ.

Επόμενο βήμα να πει “Μαζί Τα Φάγαμε”;

Το παιχνίδι με τη Χρυσή Αυγή, κι αυτό είναι το πιο σημαντικό, έχει χαθεί ολοκληρωτικά. Δεν ξέρω αν χάθηκε επειδή η ΝΔ αδυνατεί να απεμπλακεί από την ακροδεξιά ή επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ, αν κι απέναντι ιδεολογικά, συντηρούσε κι εκμεταλλευόταν το κλίμα έντασης της τελευταίας 5ετίας. Δεν ξέρω αν χάθηκε όταν η ΝΔ έκανε υπουργούς τον Βορίδη και τον Άδωνι ή όταν η Αριστερά συγκυβέρνησε με τον Καμμένο. Δεν ξέρω αν χάθηκε όταν ο Μπογδάνος που σήμερα τολμάει και κλαίει έκανε κάποτε πρεμιέρα στην εκπομπή του με τον Μιχαλολιάκο να τον γλεντάει από δημόσιο βήμα ή όταν πόσταρες για «χαβαλέ» ένα βίντεο με τον εμετό του Χίου στο Μακελειό. Δεν ξέρω αν χάθηκε όταν ο Μπαλτάκος συνομιλούσε με τον Κασιδιάρη κάτω από τις εικόνες της Παναγίτσας ή όταν ο Κοτζιάς αλληλογραφούσε με τον Μιχαλολιάκο για το θέμα της ονομασίας των Σκοπίων. Μεγάλα παιδιά είμαστε, ημερολόγιο έχουμε, μπορούμε να τα βάλουμε κάτω αν το θέμα είναι ποιος έχει μεγαλύτερο μερίδιο στην ευθύνη. Το παιχνίδι όμως χάθηκε ολοκληρωτικά, κατά τη γνώμη μου, όταν η περίφημη «θεωρία/τακτική των δύο άκρων» που εμπνεύστηκε το επιτελείο Σαμαρά για να διαχειριστεί το κόστος της μνημονιακής διακυβέρνησης έγινε ο μάεστρος στην ορχήστρα της πολιτικής επικαιρότητας.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Τον Τσίπρα τελικά τον βόλεψε. Τον έκανε πρωθυπουργό, του κέρασε και το δημοψήφισμα. Τον Σαμαρά τον έστειλε σπίτι του. Στο μεταξύ όμως παλάβωσε τους υπόλοιπους. Μου είναι αδιανόητο να βλεπω αρθρογράφους, καλλιτέχνες, διανοούμενους, τους «σοβαρούς ανθρώπους» στο timeline μου να τυφλώνονται χειρότερα κι από τους χουλιγκάνους που μας έκαναν βίζιτα αυτήν την εβδομάδα. Να θεωρούν τους ΣΥΡΙΖΑίους χειρότερους από τους φασίστες – οι περισσότεροι από τους επώνυμους, μη γελιόμαστε, επειδή έπαψαν να είναι συνομιλητές της εξουσίας. Να εφαρμόζουν τον «λαϊκισμό» που με τόσο σθένος πολεμούσαν τόσα χρόνια με κάτι γελοίους κοινωνικούς αυτοματισμούς σαν το «τις είδατε τις καθαρίστριες, γίνανε και γραμματείς». Κι αντίστοιχα, να βλέπω τους υστερικα διαμαρτυρόμενους των τελευταίων χρόνων να έχουν στουμπώσει από την πολλή ελπίδα και να κάνουν πως δε βλέπουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αποδεικνύεται συντριπτικά κατώτερος προσδοκιών και περιστάσεων, έχοντας ικανοποιήσει σε 10 μήνες περισσότερα αιτήματα της Εκκλησίας παρά της Κοινωνίας (και ποτέ άλλοτε δεν ήταν τόσο συγκρουόμενα αυτά τα δύο συμφέροντα όσο σήμερα).

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Κάποιοι θα πουν, αναμενόμενα όλα αυτά. Και ίσως διασκεδαστικά, να βλέπεις αμετακίνητους να κάνουν κωλοτούμπες. Επιμενοντας ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ήρθε στην εξουσία λόγω νομοτέλειας, πιστεύω ότι ακομα κι αν δεν υπήρχε θα έπρεπε να τον εφεύρουμε για να δούμε το Μέτωπο της Λογικής να αντιπολιτεύεται για τα ιδιωτικά σχολεία ή τους Αγανακτισμένους να κυβερνάνε καταπίνοντας «φράχτες», «τεχνικές εταιρείες» και «ξεχασμένα εκατομμύρια». Να ενηλικιωθούμε μέσα από όλα αυτά, ναι. Όχι βίαια, αλλά σταδιακά. 

Επαναλαμβάνω, είναι μερικές φορές που έχει πλάκα. Όμως έρχεται ένα απόγευμα σαν το χθεσινό, έρχεται αυτό το ανατριχιαστικό τρομαγμένο βλέμμα του καταδιωκόμενου Κουμουτσάκου, βλέπεις την ανήθικη πολιτική εκμετάλλευση του επεισοδίου στη Βουλή (δυστυχώς κι από το ίδιο το θύμα) και καταλαβαίνεις ότι τα πράγματα είναι πολύ επικίνδυνα. Η σημερινή οριζόντια απογοήτευση γεννά ήδη το νέο, ακόμα πιο ισοπεδωτικό, απολιτίκ. Βούτυρο στο ψωμί των φασιστών που αντί να κάθονται λουφαγμένοι στη γωνία τους ως υπόδικοι που ικετεύουν την επιείκεια της αστικής δημοκρατίας, δεν ξεκουμπίζονται από την καθημερινότητά μας. Ακριβώς γιατί το «συνταγματικό τόξο», εγκληματικά πια, τους δίνει συνεχώς ασίστ. Όπως στα παρακάτω βίντεο…

Παναγιώτης Μένεγος