Εκλογές 2019: Και στο Τέλος, Όλοι Έφυγαν μ’ένα Χαμόγελο…

– Οι εκλογές είναι πάνω απ΄όλα τηλεοπτικό γεγονός. Όχι μόνο στην Ελλάδα. Τόσο πολύ που καμια φορά παρουσιαστές και πολιτικοί ξεχνούν ότι τα exit polls είναι μια εκτίμηση και όχι το αποτέλεσμα. Το μομέντουμ και η «παράσταση νίκης» της ΝΔ στις 19.00 περισσότερο προμήνυαν για μια διαφορά 11,12,13 μονάδων παρά για την τελική των 8.3. Ο Μάκης Βορίδης τόνιζε με νόημα τραβωντας μία μία τις συλλαβές ότι «ο λαός στηρίζει την πρόταση της ΝΔ, όσα λέει για τις φυλακές, την κατάργηση του νόμου Παρασκευόπουλου και του πανεπιστημιακού ασύλου», ενώ τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ πρόβαραν 50 διαφορετικές αποχρώσεις ηττημένης αμηχανίας. Τρεις ώρες αργότερα, κι ενώ τα στασίδια στα πάνελ ανακυκλώνονταν με γοργούς ρυθμούς, οι Νεοδημοκράτες είχαν το χαμόγελο εκείνου που έχει πετύχει μεγάλη νίκη αλλά όχι την πολυπόθητη συντριβή ταπείνωση και οι ΣΥΡΙΖΑίοι ξεφυσούσαν με το ύφος του Αλέξη Γεωργούλη στα πρώτα του ίνσταγκραμ ποστ από τις Βρυξέλλες. Να σας ενημερώσω ότι οι μεν ήταν «το πρώτο κεντροδεξιό κόμμα του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος» (ή κάτι τέτοιο) και οι δε «το πιο ισχυρο αριστερό κόμμα σε όλη την Ευρώπη».
Αυτό ήταν τελικά οι χθεσινές εκλογές. Οι εκλογές του χαμόγελου. Δικαίως. Η Νέα Δημοκρατία έγινε το πρώτο κόμμα που πετυχαίνει αυτοδυναμία μετά το 2009 με ένα ποσοστό που προσθέτει άλλον έναν συμβολισμό περί «τέλους της περιόδου της κρίσης». Κι ο υπερσυσπειρωμένος ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να λέει ότι πέτυχε ένα ποσοστό που τον τοποθετεί περισσότερο σε θέση αντεπίθεσης παρά αναστοχασμού. Ο εξωτερικός παρατηρητής, αυτός που δεν έχει μπει ας πούμε στο ελληνικό FB τα τελευταία χρόνια, μάλλον θα είδε ότι ένα κόμμα που προσπαθεί να γίνει κεντροαριστερό δίνει την σκυτάλη σε ένα κόμμα που προσπαθεί να λέγεται κεντροδεξιό σχεδόν με την ίδια διαφορά που την είχε πάρει πριν 4.5 χρόνια. Ούτε «τσίγγινα σωβρακάκια», ούτε «αιματοβαμμένα κατεχόμενα». Μάλλον μια τυπική εναλλαγή εξουσίας μεταξύ δύο κομματων που εφάρμοσαν προγράμματα σκληρής δημοσιονομικής προσαρμογής. Και μόλις αυτά ολοκληρώθηκαν, προέκυψε κι αυτοδυναμία. Οι επόμενες εκλογές, όποτε κι αν έρθουν, θα θυμίζουν είτε εκείνες του 1985 (από δικομματική πόλωση), είτε αυτές του 2000 (από σασπένς)…

– Ο ΣΥΡΙΖΑ πορεύθηκε ηγεμονικά εδώ και 4.5 χρόνια ξεχειλώνοντας το «ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς». Το οποίο, ακόμα κι αν πολλοί το ασπαζόνται ως ιδεολογική βάση, έχει μεγάλη απόσταση από το να το επικαλείται οποιαδήποτε κυβέρνηση ως άλλοθι για τα έργα και τις ημέρες της. Ειδικά στο τέλος ειχε ξεφτίσει σε ένα παιδαριώδες διχαστικό «από δω είμαστε όλοι καλοί, από κει φτου κακά μπαμπούλες» που προσγειώθηκε παταγωδώς στην Ευρωκάλπη.
Από την άλλη, ο διχασμός που χρησιμοποίησε η ΝΔ για να επιστρέψει, σχεδόν ποτέ στα χείλη του Κυριάκου Μητσοτάκη αλλά μονίμως στο στόμα των στελεχών της και του μιντιακού στρατού που την υποστήριξε, έχει τη βάση του σε κάτι πολύ πιο επικίνδυνο: τον κοινωνικό αυτοματισμό. Είναι η «μεσαία τάξη» εναντίον της «επιδοματικής πολιτικής». Είναι οι «νέοι που δεν εχουν δουλειές και φεύγουν έξω» επειδή «κάποιοι παίρνουν σύνταξη στα 50». Είναι τα «ελληνόπουλα από Έλληνες γονείς» του Κυρανάκη κόντρα, όχι φυσικά στα αδέρφια Αντετοκούνμπο, αλλά στους ανώνυμους μετανάστες. Είναι φυσικά το πατροπαράδοτο «ιδιωτικός vs. δημόσιος τομέας». Αν ο ΣΥΡΙΖΑ ήρθε το 2015 με την υπόσχεση «να τιμωρήσει εκείνους που έριξαν τη χώρα στα βράχια», η ΝΔ επανακάμπτει (και) ως ήπια εκδοχή του θατσερικού “there is no such thing as society” που υπόσχεται «ανάπτυξη 4%» και «πολλές και καλές δουλειές», χωρίς φυσικά να λέει ποιο θα είναι το κόστος

Ένα κόμμα που προσπαθεί να γίνει κεντροαριστερό δίνει την σκυτάλη σε ένα κόμμα που προσπαθεί να λέγεται κεντροδεξιό σχεδόν με την ίδια διαφορά που την είχε πάρει πριν 4.5 χρόνια. Ούτε «τσίγγινα σωβρακάκια», ούτε «αιματοβαμμένα κατεχόμενα»

– Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει πείσει πολύ κόσμο, κι εκτός ψηφοφόρων Νέας Δημοκρατίας, ότι συμπορεύεται αλλά δεν ταυτίζεται με το ελληνικό alt right. Έχει καταφέρει, διακριτικά και δεξιοτεχνικά, να το χρεώνεται ως αναγκαίο κακό της πτέρυγας Σαμαρά που «ελέγχει το κόμμα». Ως ο μεγάλος νικητής των εκλογών, όχι πια ο «petit Koulis» (Liberation) αλλά εκείνος που «οι Έλληνες αρέσκονταν να υποτιμούν και τώρα είναι Πρωθυπουργός» (NY Times), πια έχει την μπάλα στα χέρια του. Μπορεί να φέρει το «μεγάλο καράβι» προς το κέντρο; Να «μείνει Ευρώπη» ως φιλελεύθερος τηρώντας στοιχειωδώς την κοινωνική ατζέντα που πήγε μπροστά τα τελευταία χρόνια; Να μην επενδύσει στο φετίχ του «τάξη κι ασφάλεια» που επιζητά ρεβανσιστικά το δεξιό ακροατήριο; Να γίνει «κεντρώος μεταρρυθμιστής» και όχι αυτός που τρέχει για τα κοινόχρηστα της δεξιάς πολυκατοικίας; Οι εντυπώσεις από την πρώτη του κυβέρνηση, ανάμεικτες. Λίγα «βαρίδια», «βαρύ σχήμα», μερικοί ενδιαφέροντες «εξωσχολικοί» όπως ο κύριος Πιερρακάκης στο Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης και το χέρι στο ευαγγέλιο στην ορκωμοσία.

 

«Και τι να κάνεις; Να κάτσεις να μαλώσεις;» (ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΠΑΜΗΤΣΟΣ)

 

– Στον Αλέξη Τσίπρα, την πιο ψύχραιμη αποτίμηση των 4.5 χρόνων του στο τιμόνι (αλλά και του σημείου από οποίο ξεκινά ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αντίστοιχα) δεν επεφυλλασσε κάποιο από τα ελληνικά μέσα που δεν του δίνουν ούτε τον πυρετό του, αλλά δύο υψηλού προφίλ ξένα: ο Economist τον χαρακτήρισε «μια φιγούρα, πολύ πιο ευέλικτη απ΄ότι αναμενόταν, που αναμόρφωσε την αγορά εργασίας και το συνταξιοδοτικό βοηθώντας τη χώρα να επιστρέψει στην κανονικότητα μετά την κρίση» (την ίδια ώρα που «η επιτυχία του Κυριάκου Μητσοτάκη εξαρτάται από το αν μπορεί να τα βάλει με στοιχεία της ίδιας του της πολιτικής οικογένειας»), ενώ οι NY Times τόνισαν την εξέλιξή του από «αριστερό πυρπολητή σε έμπειρο πολιτικό άνδρα που, σύμφωνα με τους υποστηρικτές του, συνιστά το προοδευτικό μέλλον στην Ελλάδα». Το οριζόντιο αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο εντός των συνόρων δύσκολα θα συμφωνούσε, ο πρώην πια Πρωθυπουργός δικαιολόγησε τα καλά λόγια με την ψύχραιμία στην αποδοχή της ήττας και τον πολιτισμό της παράδοσης-παραλαβής. Το πολιτικο του μέλλον, νομίζω, θα εξαρτηθεί από το αν θα καταφέρει να αποτοξινωθεί από την ηδονή της μικροπολιτικής που του κληροδότησε το θριαμβικό (για εκείνον) έτος 2015. Μπορεί, στην ησυχία της αντιπολίτευσης, να ασχοληθεί με το τελευταίο μέρος της συνέντευξης που μας παραχώρησε προεκλογικά και να παρουσιάσει ένα σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης με αριστερό πρόσημο ή θα χάσει τα επόμενα x χρόνια σε μια εκ νέου υστερική αντιπολίτευση;

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

– Τα καλά νέα της χθεσινής ημέρας είναι φυσικά η εξαϋλωση της Χρυσής Αυγής που μένει εκτός κοινοβουλίου. Ας μην τρέφουμε αυταπάτες ότι οι σχεδόν 250.000 Έλληνες που την εγκατέλειψαν, το έκαναν γιατί συνειδητοποίησαν ότι νομιμοποιούσαν με την ψήφο τους ένα νεοναζιστικό μόρφωμα που μένει να καταδικαστεί ως εγκληματική οργάνωση. Κι ας μην μπαίνουμε στη λογική πού και γιατί επέστρεψαν, εκτός αν θεωρείτε ότι η λύση είναι να τους εξαφανίσουμε. Η Χρυσή Αυγή δεν μπόρεσε να αντέξει το βάρος της δίκης, την οποία οι δικηγόροί της επέλεξαν στρατηγικά να κωλυσιεργήσουν, απλά και μόνο για να ξεγυμνωθούν τελικά και να ξηλωθεί η συνοχή τους με αλληλοκαρφώματα και λιποθυμίες. Στο τελικό στάδιο της απολογίας εισέρχονται χωρίς το κύρος και την πυγμή της κοινοβουλυτικής εκπροσώπησης, αλλά και χωρίς τους πόρους των κρατικών αποζημιώσεων. Αν δεν ξέραμε για ποιους μιλάμε, το χθεσινό βίντεο Μιχαλολιάκου θα έμοιαζε με stand up.

Η κατάσταση με τα ΜΜΕ έχει πιάσει rock bottom. Δεν έχει άλλο πάτο.  Η συντριπτική πλειοψηφία του κόσμου δεν αντιλαμβάνεται πια τη διαφορά μεταξύ δημοσιογραφίας κι επικοινωνίας.

– Μπορεί να έφτιαξε (άθελά του;) το viral της προηγούμενης εβδομάδας με το ηρωικό βίντεο στην Πλατεία Εξαρχείων, όμως ο Θάνος Πλεύρης εξελέγη άνετα με εξαιρετική επίδοση, απ’ ότι λέγεται, στα σωμάτα ασφαλείας. Μπορεί να προετοιμάζει εδώ και χρόνια την κάθοδό του στην πολιτική, κάπου μεταξύ δημοσιογραφικής καρικατούρας και μέτριου διασκεδαστή, όμως ο Κωνσταντίνος Μπογδάνος μπήκε κι αυτός στη Βουλή με την αμέριστη συμπαράσταση, απ΄ότι λέγεται, του συστήματος Σαμαρά. Τα κατάφερε κι ο Γιάννης Λοβέρδος που εξελέγη στον Δυτικό Τομέα παρότι έσπασε κάθε ρεκόρ αναπαραγωγής fake news τα τελευταία χρόνια. Μπορεί να προέρχονται από ένα κόμμα που δε θα μας απασχολήσει ποτέ ξανά, τους ΑΝ.ΕΛ., και να πολιτεύονται πια με τον ΣΥΡΙΖΑ που μικρή ιδεολογική συνάφεια έχουν, όμως ο Θανάσης Παπαχριστόπουλος κι ο Κώστας Ζουράρης επιβίωσαν κι εξελέγησαν σε ένα ψηφοδέλτιο που έγραφε «Προοδευτική Συμμαχία». Το πιο κραυγαλέο παράδειγμα, φυσικά, είναι η επικράτηση της Ραλλίας Χρηστίδου έναντι του Νίκου Ξυδάκη στο Νότιο Τομέα, ενώ με την αγωνία μείναμε για το επόμενο βήμα του Γρηγόρη Ψαριανού και της Κατερίνας Παπακώστα, του Πέτρου Τατσόπουλου και του Τέρενς Κουίκ.
Κοινός τόπος, τετριμμένος. Όσοι κάνουν κάθε είδους φασαρία κι έχουν προβολή στην τηλεόραση, εκλέγονται. Όπως μου είπε κι ο καλός συνάδελφος Σταύρος Διοσκουρίδης το πρωί στο ραδιόφωνο «είναι απορίας άξιον πώς γίνεται οι δημσιογράφοι όσο κάνουν τη δουλειά τους να είναι ΑΡΔ και μόλις περνάνε στην πολιτική να εκλέγονται αέρα…».

– Τέλος, παιδιά έχουμε σοβαρό πρόβλημα. Η κατάσταση με τα ΜΜΕ έχει πιάσει rock bottom. Δεν έχει άλλο πάτο. Το απέδειξαν εμφατικά όσα συνεβησαν την περασμένη εβδομάδα με αποκορύφωμα τη συνέντευξη ΠΘ στον ΣΚΑΪ που καταναλώθηκε ως ντέρμπι, ως «το προεκλογικό debate που δεν έγινε ποτέ». Η συντριπτική πλειοψηφία του κόσμου δεν αντιλαμβάνεται πια τη διαφορά μεταξύ δημοσιογραφίας κι επικοινωνίας (δηλαδή προπαγάνδας). Δεν ενδιαφέρεται καν για να είμαι ακριβής. Ας πούμε, για την οικονομία της συζήτησης, ότι η χώρα απαλλαχθήκε από «τη χειρότερη κυβέρνηση κτλ. κτλ.». Βλέπετε κανέναν να υπάρχει για να κάνει κριτική στην επόμενη;

Παναγιώτης Μένεγος