Είναι δυνατόν να μην έχουν ψιλά αυτοί που πρέπει να δίνουν ρέστα;

Βρέχει πολύ. Στην Αθήνα που τα φρεάτια δε λειτουργούν και η πόλη βουλιάζει με κάποιες ψιχάλες. Ο ήρωας της καθημερινότητας τσαλαπατά μέσα στα νερά για να προλάβει να πιάσει το λεωφορείο. Χωρίς ομπρέλα, με μια βαμβακερή κουκούλα. Η επίσκεψη στην αγαπημένη θεία είχε μόλις τελειώσει και ευτυχώς αυτή θυμήθηκε να του επιστρέψει εκείνο το πενηντάευρο που του χρωστούσε. Λούτσα, πλησιάζει στο περίπτερο για ένα εισιτήριο. 1,30€, μιας και περάσαν χρόνια από τότε που το φοιτητικό πάσο έκανε δουλειά. Κάνει να ψηλαφήσει για ψιλά στα μουλιασμένα του ρούχα. Τζίφος. Απλώνει με κάποια ντροπή το πενηντάρικο στον περιπτερά που τον κοιτά με απαξίωση:

«Δεν έχω ψιλά, να πας αλλού».

«Δεν θα έχει Μέσα Μαζικής Μεταφοράς αύριο. Οι εργαζόμενοι αντιδρούν στην αύξηση των δρομολογίων που επιβάλλει το νέο σχέδιο νόμου», είπε η κυρία στο ραδιόφωνο αποκρύπτοντας με επιδέξιο τρόπο και τον δικό της εκνευρισμό για το πως θα πάει στη δουλειά της αύριο το πρωί. Αυτή η φωνή κλωθογύρναγε στον ήρωα της καθημερινότητας όλο το βράδυ γι΄αυτό ξεκίνησε και μέσα στα χαράματα να βρει γρήγορα ένα ταξί και να πάει στο μεροκάματο. Αυτό που δεν είχε υπολογίσει όμως είναι πως τα τελευταία του χρήματα ήταν μόνο πενήντα ευρώ που είχαν μείνει στο λογαριασμό του. Ακολουθεί συνήθης ειρμός σκέψης μπροστά από ATM:

«Τι να κάνω; Να τραβήξω 20€, να έχω την ασφάλεια ότι έχω άλλα 30€ μέσα. Αλλά πως θα τα πάρω τα 30€, αφού δεν δίνει δεκάρικο; Οπότε να πάρω 40€ να μείνουν μέσα 10€ να υπάρχουν. Τι λέω; Τι να κάνουν μέσα; Ν’ αυγατίσουν; Πάρε 50€ να τελειώνουμε αλλά με προσοχή».

6,10€, έγραψε το ταξίμετρο. Και για πρωί είχε κίνηση. «Έχω πενηντάρικο, έχεις ρέστα;», μια τρεμάμενη φωνή με αγωνία σκεπάζει για λίγο τη βουή του κινητήρα.
– «Πενηντάρικο ρε φίλε, πρωί, πρωί. Που να βρω ρέστα;»
– «Δεν έχετε, δηλαδή;»
– «Όχι, λέμε»
– «Και τώρα τι κάνουμε;»  Έξτρα διαδρομή για κάποιο περίπτερο, αγορά αχρείαστου προϊόντος ώστε να χαλάσει (αν έχει ψιλά) και στον οδηγό αφήνει και τα 6,50€ από εκνευρισμό.

«2,20», «3,10», «4,60», «8,40», «16,30» και πάει λέγοντας. Αυτές είναι οι τιμές που αντιμετωπίζει ο ήρωας της καθημερινότητας από διάφορους επαγγελματίες. Όχι μόνο από τους κλάδους που αναφέρθηκαν αλλά και από άλλους.  Δεν τις καθορίζει και δεν τις ελέγχει αυτός αλλά αυτοί. Για κάποιο παράξενο λόγο στην Ελλάδα, ο αγοραστής είναι «υποχρεωμένος» σε αρκετές περιπτώσεις να έχει το ακριβές αντίτιμο πάνω του. Μάλιστα, αν δεν το πετύχει είναι σαν μην προσφέρει σωστές υπηρεσίες στον… πωλητή. Γιατί όλα μπορεί να σου τα προσφέρει αλλά όχι και ρέστα.

Είναι κρίμα πάντως, όταν υπάρχει αυτό το τόσο υπέροχο αντικείμενο, αυτός ο ύμνος στην οργάνωση, να μένει αχρησιμοποίητος και άδειος. Μιλώ για αυτό το σύνεργο που σε βοηθά να συγκεντρώνεις τα ψιλά ανάλογα με την αξία (και το μέγεθος) και εξαιτίας ενός μαγικού ελατηρίου σου επιτρέπει να τ΄αρπάζεις με ορμή, χάρη και ικανοποίηση. Αλλά, αν όλα τα προβλήματα λύνονταν τόσο δραστικά, τότε θα εξέλιπε αυτό το σπουδαίο ζωικό είδος που δεν είναι άλλο από τον ήρωα της καθημερινότητας. 

Σταύρος Διοσκουρίδης

Ο Σταύρος Διοσκουρίδης γεννήθηκε το Μάιο του 1983 στην Αθήνα. Παράλληλα με τις σπουδές του στις Πολιτικές Επιστήμες ξεκίνησε και την ενασχόληση του με τη δημοσιογραφία. Είναι από τα ιδρυτικά μέλη της Popaganda. Επίσης από το 2008 «διατηρεί» την εκπομπή Λατέρνατιβ μαζί με τον Παναγιώτη Μένεγο (08.00-10.00, Εν Λευκώ 87.7) .

Share
Published by
Σταύρος Διοσκουρίδης