Και οι διαδικτυακοί επικήδειοι έπεφταν κατά RIPάς…

«Μεγάλε θα μας λείψεις…»

– «Πωπω δεν το πιστεύω….!»

– «Αντίο, σε ευχαριστούμε για όλα…»

– «Θα τον θυμόμαστε από τα τραγούδια του…»

– «Τι θα γίνει με το θανατικό γαμώτο μου;»

– «RIP»

Φράσεις που έχουν γίνει καθημερινότητα πλέον, τώρα που μεγαλωνούμε κι αρχίζει και η δική μας γενιά να θρηνεί με μεγαλύτερη συχνότητα τα είδωλα του καλλιτεχνικού της κόσμου. Με το που γίνεται γνωστός ένας «επώνυμος» θάνατος, τα διαδικτυακά «κοράκια» σπεύδουν να διαγωνιστούν στην κοινοτοπία, συνοδεία πάντα του you Tube link με το μακράν διασημότερο κομμάτι του εκάστοτε μουσικού που «εγκατέλειψε τον μάταιο τούτο κόσμο». Συνήθως χτυπάνε κόκκινο στο γραφικόμετρο του σοσιαλμιντιακού μικρόκοσμου κι αποτελούν, αν μη τι άλλο, τροφή για αρκετό γέλιο και διασκεδαστικό σκρολλάρισμα για τους υπόλοιπους. Που είναι σε κάποια «αντίπερα όχθη» και είναι δηλαδή καλύτεροι; Όχι απαραίτητα, θα έρθουμε και στη δική τους γενναία συνεισφορά στην πίτα της γραφικότητας.

Είναι εκείνη η στιγμή, των πρώτων δέκα λεπτών από την ανακοίνωση ενός θανάτου διασημότητας που το πρώτο «ωχ, άντε πάλι» στα δυσάρεστα μαντάτα, γίνεται με ταχύτητα φωτός «ΩΩΩΧ», αφού ξέρουμε τι θα ακολουθήσει: το timeline γίνεται το διαδικτυακό αντίστοιχο της κολώνας της ΔΕΗ με τα κηδειόχαρτα (και με μερικά στεφάνια). Φυσικά, πρώτοι και καλύτεροι στην αποθέωση του «πόνου», η προαναφερθείσα κατηγορία πενθούντων. Που συνήθως είναι κι αυτοί που τείνουν –ακόμη κι αν έχουν να ακούσουν κομμάτι του εκάστοτε μακαρίτη δεκαετίες ή μπορεί και να μην ακούσαν ποτέ κάτι πέρα από τα ένα-δύο κραυγαλέα hits του – να οικιοπειηθούν το πρόσωπο που έφυγε από τη ζωή (και όσα εξέφραζε φυσικά). Ο, ίσως ξεχασμένος, Πανούσης γίνεται «ο Τζίμης μας», η Ντολόρες Ο΄Ρίορνταν –που ανάθεμα κι αν η συγκεκριμένη κατηγορία έχει ακούσει κάτι άλλο πέρα από το “Zombie” σε κάποιο μπαρ μετρίας ροκ μουσικής υπόκρουσης- γίνεται «το κοριτσάκι μας». Καμιά φορά δε, κάποιος πεθαίνει στα βαθιά του γεράματα και πλήρης ημερών, αλλά το σοκ και η θλίψη παραμένουν τα ίδια και «δεν έχουν προηγούμενο».

Φυσικά, υπάρχουν και οι πιο βαθιά πονεμένοι. Αυτοί που τσαντίζονται ενδεχομένως με τους προηγούμενους και προσπαθούν να τους υπερκεράσουν με ύφος που σχεδόν μπορούμε να «δούμε» μέσα από τα posts τους. Γιατί διατυμπανίζει το attitude «ρε γατάκια, εγώ έχω λιώσει τα βινύλια του τάδε, ξέρεις τι είναι για μένα ο…», ποστάροντας φυσικά το πιο ξεχασμένο και σπάνιο b-side της πιο άγνωστης καλλιτεχνικής περιόδου του αδικοχαμένου. Και δε μένουν συνήθως σε ένα μόνο ποστ. Όχι, πρέπει να κάνουν κατήχηση στους υπόλοιπους ανίδεους για τα χαμένα διαμάντια και «που είναι τα χρόνια, ωραία χρόνια…». Σε κάθε περίπτωση ότι και να σήμαινε ο εκλιπών για τον φίλο μας, μάλλον δεν του ήταν και καρδιακός φίλος. Στην τελική, ελάτε στη θέση του «Τζιμάκου». Πόσο θα γελούσε βλέποντας όλα αυτά;

Σε κάθε περίπτωση, και για να μην τα βάζουμε όλα στο ίδιο τσουβάλι, υπάρχουν κι αυτοί που πραγματικά είχαν μια κάποια εκτίμηση, αγάπη, βιώματα με τον φρεσκοπεθαμένο καλλιτέχνη και κάνουν την μικρή δική τους κατάθεση με ένα όμορφο και διακριτικό ποστ χωρίς υστερικές εξάρσεις. Και πολύ καλά κάνουν, γιατί με την ποπ κουλτούρας γεννιούνται δεσμοί, καλώς ή κακώς, μέσα στους οποίους όλοι είμαστε βουτηγμένοι, ας μη γελιόμαστε.

Μην πάτε μακριά, δεν γλιτώνει κανείς. Όσοι ως τώρα διαβάζοντας νιώσατε μία ανακούφιση ότι ξεφύγατε, υπάρχουν τεράστιες πιθανότητες να ανήκετε στην κατηγορία του «κρυφοκλάψα». Ποιά είναι αυτή; Του τύπου που ωσάν χαιρέκακος stalker παρακολουθεί με βλέμμα ελαφράς απόγνωσης τον επικήδειο διαδικτυακό καταιγισμό, ενώ, την ίδια ώρα στα διπλανά tabs, έχει ανοιχτές τρεις συνεντεύξεις του εκλιπόντα, την σχετική μουσική υπόκρουση στο autoplay του you Τube και παράλληλα κατεβάζει στο torrent-άδικο δύο ντοκιμαντέρ για τη ζωή του για να τα δει το βράδυ και να πιεί το πικρόν ποτήριον τούτον (πάντα γεμισμένο με κονιάκ).

Στo άλλο άκρο, της αντιστρόφως ανάλογης γραφικότητας, είναι φυσικά οι αιωνίως απηυδησμένοι, οι «πολύ σκληροί για όσους πεθαίνουν», έξαλλοι εξυπνάκηδες ή αλλιώς τα «αντι-κοράκια». Αυτοί που κατά τ’ άλλα δεν αντέχουν τόσο ψεύτικο πόνο, αλλά οι ίδιοι βρίσκουν τη μικρή τους ευκαιρία για να δείξουν πόσο υπεράνω κι έξω από όλα αυτά είναι. Και είναι βαθιά νυκτωμένοι. Γιατί κι αυτοί, όπως και όλοι οι υπόλοιποι, είτε πρόκειται καλή ώρα για τα “RIP” είτε για οτιδήποτε απασχολεί και κάνει τη φούσκα του στα social media, δεν θέλουν παρά να επικοινωνήσουν με κάθε τρόπο τον ίδιο τους τον εαυτό.

Ο Ζάκερμπεργκ κάνει το θαύμα του και ξαφνικά είμαστε όλοι μια μεγάλη οικογένεια, γελάμε, κλαίμε, εκφραζόμαστε, δείχνουμε και λίγο «ποιός την έχει μεγαλύτερη». Στο θεμα μας, την θλίψη. Μας απασχολεί πράγματι το εκάστοτε –τραγικό στην προκειμένη- συμβάν; Ίσως πολύ, ίσως λίγο, ίσως και καθόλου. Σίγουρα επιδιώκουμε με κάθε τρόπο ένα ατέρμονο διαδικτυακό πάρε-δώσε με ό,τι έχουμε ορίσει ως διαδικτυακό μας –και κατ’ επέκταση και λίγο πραγματικό με τις διαστάσεις που έχουν λάβει τα social media- (μικρο)κόσμο. Σε όποια κατηγορία χρήστη κι αν ανήκει κανείς, αυτο που επιδιώκει είναι μία μικρότερη ή μεγαλύτερη ναρκισιστική αποτύπωση του προσωπικού του στίγματος. Σάμπως αυτο είναι νέο; Όχι, απλά το Facebook είναι το σύγχρονο καφενείο. Ωστόσο, κάποιοι από εμάς δεν θα πάρουν ελληνικό και ψαρόσουπα.

Ελένη Τζαννάτου

Share
Published by
Ελένη Τζαννάτου